Σελίδες

Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Η Χίλαρι Μαντέλ πριν από λίγες ημέρες έγραψε ιστορία. Η πρώτη γυναίκα που κέρδισε το βραβείο Μπούκερ δύο φορές μιλάει για τα απαίσια απογεύματα που δεν τη θυμόταν κανείς





Στις 8 Απριλίου 1975, όσοι έμπαιναν στην αίθουσα απονομής των βραβείων Οσκαρ συμφωνούσαν ότι αποκλείεται να βραβευτεί ως καλύτερη ταινία ο «Νονός ΙΙ», αφού δύο χρόνια πριν ο Φράνσις Φορντ Κόπολα είχε λάβει το βραβείο για την πρώτη ταινία της θρυλικής σειράς. Στις 16 Οκτωβρίου 2012, όσοι ανέμεναν την ανακοίνωση του ονόματος του εφετινού νικητή του λογοτεχνικού βραβείου Μπούκερ συμφωνούσαν ότι αποκλείεται να είναι αυτό της Χίλαρι Μαντέλ για το «Bring Up the Bodies», αφού το 2009 είχε πάρει το ίδιο βραβείο για το «Γουλφ Χολ», το πρώτο βιβλίο της σειράς για τον Τόμας Κρόμγουελ – γιο σιδερά, που έγινε υπουργός και βασικός σύμβουλος του Ερρίκου Η΄. Η κατάληξη τόσο στην περίπτωση του Κόπολα όσο και της Μαντέλ ήταν η ίδια. Και βραβεύτηκαν, αλλά και μετά την απονομή το αποδέχτηκαν όλοι: το άξιζαν.

             «Μέχρι τα 57 μου δεν χτυπούσε το τηλέφωνο» Προ 25ημέρου, λοιπόν, η Χίλαρι Μαντέλ έγραψε ιστορία. Εγινε η πρώτη γυναίκα, και ο πρώτος Βρετανός συγγραφέας, που κέρδισε το βραβείο Μπούκερ δύο φορές. Και μάλιστα επειδή τα δύο «νικηφόρα» βιβλία είναι μέρος της ίδιας τριλογίας (την οποία θα ολοκληρώσει το «Τhe Mirror and the Light»), οι ειδικοί πιστεύουν ότι αυτό «μάλλον θα πάρει αιώνες για να επαναληφθεί». Τα βιβλία της Μαντέλ εκδίδονται σήμερα σε 35 χώρες και η ίδια θεωρείται από τους σημαντικότερους εν ζωή ιστορικούς συγγραφείς, ενώ το BBC έχει ήδη ξεκινήσει γυρίσματα μίνι σειράς βασισμένης στα γραπτά της, η οποία θα προβληθεί το 2013.
Ισως το πιο δύσκολο για τους συγγραφείς ιστορικής λογοτεχνίας είναι ότι πρέπει να γράφετε για τους ήρωές σας σαν να μη γνωρίζετε ποια θα είναι η τελική έκβαση των γεγονότων. «Αυτό είναι το σωστό και το πιο σημαντικό σε αυτή τη μορφή λογοτεχνίας. Γι’ αυτό όταν γράφω, ταυτίζομαι με τους ήρωές μου και ζω τις αγωνίες και τις ανασφάλειές τους σαν να μη γνωρίζω τι θα γίνει μετά. Σε αυτά τα δύο βιβλία γράφω σαν να βλέπω μέσα από τα μάτια του Κρόμγουελ. Αυτό μού δίνει μια προνομιούχα, αλλά εν τέλει στενή ματιά στα πράγματα, αφού είναι η δική του ματιά».
Το διεθνές αναγνωστικό κοινό νιώθει ότι έχει βρει στο πρόσωπό σας έναν μεγάλο ιστορικό συγγραφέα. Αυτό προσθέτει βάρος στους ώμους σας ή μήπως το αντιμετωπίζετε με βρετανική ψυχραιμία; «Είναι βάρος, και δεν βοηθάει ιδιαίτερα η βρετανική ψυχραιμία. Πολλοί άνθρωποι μου λένε για το τρίτο βιβλίο “Βιάσου”. Πιο χαρακτηριστικό είναι αυτό που μου έγραψε μια κυρία: “Εύχομαι το τρίτο βιβλίο να εκδοθεί σύντομα. Σημειωτέον, είμαι 94 ετών”».
Η πιο σημαντική πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι ιστορικοί και οι συγγραφείς ιστορικής λογοτεχνίας είναι τα μεγάλα «αν» της Ιστορίας: πώς θα εξελισσόταν «αν» ένα σπουδαίο γεγονός είχε άλλη κατάληξη. Εσείς πώς το αντιμετωπίζετε αυτό; «Είναι πραγματικά εκπληκτικό όταν αρχίσεις να σκέπτεσαι πώς θα εξελισσόταν η ιστορία του κόσμου “αν”, για παράδειγμα, μια μάχη είχε άλλη κατάληξη. Αυτό, όμως, δεν μπορείς με κανέναν τρόπο να το υπολογίσεις αληθινά. Η ανθρώπινη ιστορία δεν μπορεί να υπολογιστεί εκ των προτέρων».
Φαίνεται, όμως, να μην τη διδάσκουν σωστά ούτε και σήμερα, εκ των υστέρων. «Οι άνθρωποι αρέσκονται και νιώθουν βολικά να γνωρίζουν την Iστορία όπως τους την έμαθαν στο σχολείο. Και ξέρετε, η οπτική γωνία μέσα από την οποία μάς έχουν διδάξει την Ιστορία στα σχολεία κάθε κράτους επηρεάζει απόλυτα το πώς βλέπουμε τον εαυτό μας μέσα στο σήμερα».
Το να προσπαθήσει να μάθει κάποιος την Ιστορία όχι με τον τρόπο που του τη δίδαξαν θα είναι σκληρό για τα πιστεύω του; «Φυσικά. Και δεν θα νιώσει καθόλου άνετα. Ομως, κάποιοι πρέπει να το κάνουν, και αυτοί είναι οι συγγραφείς. Και εδώ στην Αγγλία έχουν προκύψει πολύ σοβαρά θέματα και ερωτήματα σε σχέση με την Ιστορία μας. Για τη Βρετανική Αυτοκρατορία και τη σκληρότητά της, για την πολιτική μας στη Μέση Ανατολή και πολλά άλλα. Υπάρχουν πολλοί μύθοι για τη Βρετανική Αυτοκρατορία με τους οποίους μεγαλώσαμε, για παράδειγμα το πόσο καθαρά και έντιμα “γράφτηκαν” τα τελευταία της κεφάλαια. Τώρα υπάρχουν αρκετά στοιχεία τα οποία πρέπει να δούμε και τα οποία καταρρίπτουν αυτούς τους μύθους».
Υστερα από όλη αυτή την επιτυχία, φανταζόμαστε ότι όλοι θα σας ζητούν συμβουλές για να κάνουν το ίδιο. «Ναι, και ξέρω ότι άλλοι περιμένουν να ακούσουν καταπληκτικές μεγαλοστομίες σε σχέση με το τι είναι επιτυχία. Σιχαίνομαι να δίνω συμβουλές στους νέους γιατί δεν νομίζω ότι είμαι ικανή. Αν ήταν να τους πω κάτι θα τους έλεγα να έχουν πάντα φιλοδοξία και να είναι σταθεροί και ακλόνητοι σε αυτή. Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι η δύναμη του χαρακτήρα είναι εξίσου σημαντική με το ταλέντο, γιατί τίποτε σημαντικό σε αυτή τη ζωή δεν κατακτιέται γρήγορα ή εύκολα. Εγώ μέχρι τα 57 μου χρόνια και πριν από την επιτυχία του “Γουλφ Χολ” ήμουν μια βετεράνος στα απαίσια εκείνα απογεύματα που δεν χτυπούσε ούτε μία φορά το τηλέφωνο, εκτός από φίλους. Από το πρώτο βραβείο Μπούκερ και μετά, όμως, όλα άλλαξαν».
Αυτή η ιστορία από μόνη της είναι μια συμβουλή... «Εδώ μπορώ να πω κάτι στα νέα παιδιά και κυρίως στους νέους συγγραφείς. Ακολουθήστε το προσωπικό σας άστρο. Μερικές φορές οι νέοι καλλιτέχνες και οι συγγραφείς νομίζουν ότι πρέπει να γράψουν για την “αγορά”, αλλά αυτό είναι λάθος. Πρέπει να δημιουργήσεις τη δική σου “αγορά” πηγαίνοντας μπροστά. Ποτέ μην ακολουθείς την αισθητική του κοινού, δημιούργησέ την! Αυτό είναι πραγματική επιτυχία στην τέχνη».
Αν είχατε τη δυνατότητα, θα δίνατε κάποια συμβουλή στον Τόμας Κρόμγουελ, τον ήρωα της τριλογίας σας με τον οποίο έχετε τόσο πολύ ταυτιστεί; «Οχι. Μάλλον αυτός θα ήθελα να μου δώσει κάποια συμβουλή. Πιστεύω ότι σήμερα θα είχε να πει και να συμβουλεύσει κάτι πολύ σημαντικό για την οικονομική κρίση, γιατί είχε τη γνώση και την ευφυΐα και αντιμετώπισε τέτοιες καταστάσεις. Ο Κρόμγουελ ήταν ένας πολιτικός πολύ μπροστά από την εποχή του, επαναστάτης χωρίς να έχει καμία απολύτως επαναστατική παράδοση στην οικογένειά του. Με ανθρώπους σαν και αυτόν θα καταλαβαίναμε τη διαφορά σήμερα».
Εχετε σκεφτεί πώς θα «ξεπλυθείτε» έπειτα από αυτό το μακροχρόνιο «βύθισμα» στον 16ο αιώνα; «Ναι. Μάλλον θα γράψω και πάλι σύγχρονη λογοτεχνία, αλλά δεν έχω βρει το θέμα ακόμη. Στην καλύτερη περίπτωση, έχω άλλα δεκαπέντε χρόνια στα οποία θα μπορώ να γράφω, και γι’ αυτό θα πρέπει να είμαι πολύ προσεκτική στην επιλογή των θεμάτων».
Νιώθετε ότι η επιτυχία ήρθε κάπως αργά στη ζωή σας; «Υπάρχουν δύο είδη επιτυχίας για έναν συγγραφέα. Η επιτυχία τού να έχεις καλές κριτικές και η επιτυχία τού να έχεις καλές πωλήσεις. Αυτά τα δύο δεν συμβαδίζουν πάντα. Η ιστορία της δικής μου καριέρας περιείχε περισσότερο πρεστίζ παρά χρήματα».
Η διαδικασία συγγραφής βιβλίων, τα οποία τελικά αγγίζουν τα όρια του επιτεύγματος, μοιάζει με κάποια άλλη καθημερινή διαδικασία ώστε να την αντιληφθούμε και εμείς καλύτερα; «Νομίζω ότι το να γράφεις ένα βιβλίο είναι κάτι σαν την ηθοποιία. Το βιβλίο που γράφεις είναι η παράσταση και εσύ είσαι υποχρεωμένος να είσαι όλοι οι ρόλοι, και μάλιστα να τους παίζεις το ίδιο καλά. Και γι’ αυτό δεν είναι καθόλου παράξενο ότι όταν τελειώνεις τη συγγραφή ενός βιβλίου συνήθως είσαι ράκος».
Επειτα από αυτό το βύθισμα διαρκείας νιώθετε ότι θα κάνατε ψυχανάλυση ή είναι από μόνο του μια θεραπεία; «Η συγγραφή τέτοιων βιβλίων είναι μια εξαιρετική ψυχανάλυση. Κοιτάζω καθημερινά με εντιμότητα τα συναισθήματά μου και τα θεραπεύω γράφοντας».
Μια συγγραφική πορεία όπως η δική σας δεν έχει συνήθως μια κάποια «ειδική» αφορμή-έναρξη σε πολύ νεότερη ηλικία; «Ισως αυτή η έναρξη που λέτε να έγινε όταν ήμουν δέκα ετών. Η μητέρα μου έκανε τότε κάτι τρελό για μητέρα ενός τόσο μικρού παιδιού: μου πήρε δώρο τα άπαντα του Σαίξπηρ. Εγώ έπεσα μέσα και νιώθω σαν να μην ξαναβγήκα ποτέ».
Γράφοντας αυτά τα δύο πρώτα βιβλία της τριλογίας ανακαλύψατε κάτι σημαντικό για τον εαυτό σας το οποίο δεν θα είχατε ανακαλύψει αλλιώς; «Οταν ξεκίνησα ως συγγραφέας στα 20 μου, είχε διαγνωστεί ότι έχω μια σοβαρή μορφή ενδομητρίωσης και ότι δεν θα έκανα παιδιά. Τότε, λοιπόν, βρήκα ανακούφιση και δύναμη μέσα από το γράψιμο. Ομως τώρα, με αυτά τα βιβλία, έμαθα ότι έχω και όλη την οργανωτική δύναμη να φέρω εις πέρας ένα τόσο δύσκολο εγχείρημα. Αυτό δεν το ήξερα και ήταν πολύ καλό για την αυτοπεποίθησή μου».
Αρα, εκτός από την αναγνώριση, προστέθηκε κάτι ακόμη για να έχετε έναν θετικό απολογισμό στο τέλος αυτής της ζωής. «Πάνω απ’ όλα, πρέπει να έχεις ένα πράγμα στο μυαλό σου. Ακόμη και αν πιστεύεις στη Θεία Δίκη, η οποία σε περιμένει στο τέλος της ζωής σου, εσύ είσαι αυτός που πρέπει να απαντήσεις, πριν από τον Θεό, για το τι έκανες σε αυτή τη ζωή».

* Το «Γουλφ Χολ» κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2010 σε δύο τόμους από τις εκδόσεις Πάπυρος. Το «Bring Up the Bodies» αναμένεται στα ελληνικά τον Μάρτιο του 2013.


 *αναδημοσίευση από: ΒΗmagazino


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου