Σελίδες

Τρίτη 3 Απριλίου 2018

Ἡ Λακωνία καί τό πρόβλημα τῶν Ρομά...*Γράφει ο Σαράντος Ι.Καργάκος

Αποτέλεσμα εικόνας για Ρομά
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ὑπάρχουν σωματεῖα γιά τήν προάσπιση τῶν πάντων –ἀκόμη καί τῶν λύκων– ἀλλά δέν ὑπάρχει σωματεῖο γιά τήν προάσπιση τῶν δεινά καταδυναστευομένων 
καί πολύπαθων Ἑλλήνων.
Ob rem, γιά τοῦτο ὅ,τι στραβό καί νά γίνει στόν τόπο αὐτό, φταῖνε οἱ δυστυχεῖς βιοπαλολεύοντες Ἕλληνες καί κατά ταυτότητα καί κατά συνείδηση. Πρό καιροῦ κανάλια 
καί ἐφημερίδες, καί αὐτό ἀκόμη τό κόμμα του, πῆγαν νά γδάρουν τόν Μανιάτη βουλευτή Θανάση Δαβάκη γιά μιά, λέει, ρατσιστική δήλωση πού ἔκανε σέ μιά σύσκεψη χωρικῶν 
στή Λακωνία. Ὅλοι ἄκουσαν τήν ψαλλιδισμένη φράση πού ἐξεστόμισε ὁ κ. Δαβάκης. 
Ἀλλά δέν ἀκούστηκε τό τί προηγήθηκε, καί τό κυριώτερο, μέ ἐξαίρεση τήν «Ἑστία», κανείς δέν θέλησε, γιά νά μή χαρακτηρισθεῖ ρατσιστής, νά ἐρευνήσει τό τί συμβαίνει στή Λακωνία καί μάλιστα σέ μιά περιοχή πού φημίζεται γιά τήν εὐπορία καί τά ἱστορικά της μνημεῖα. 
Σέ χωριά πού κάποτε ἦσαν ἀγλαΐσματα ὀμορφιᾶς καί ἀρχοντιᾶς. Γινόταν μέχρι πρόσφατα καβγᾶς ποιός θά φιλοξενήσει τόν ξένο πού θά ἐπισκεφθεῖ τά ἐν λόγω χωριά. 
Ξέρω ἀπό παλιά τήν περιοχή διότι σέ δύο χωριά, Ἀμύκλες (Σκλαβοχώρι) καί Μαμούμπεη, ἕνας κλάδος τῆς οἰκογενείας μου εἶχε τήν πληθυσμιακή ὑπεροχή. Τό σπίτι τῆς θειᾶς Περικλείνας στό Σκλαβοχώρι ἦταν τό κέντρο τοῦ γλεντιοῦ γιά ὅλη τήν καλή κοινωνία 
τῆς Σπάρτης.
Τώρα περνῶ, πηγαίνοντας στή γενέτειρά μου τό Γύθειο, ἀπό τό κάποτε λουλουδοστόλιστο Σκλαβοχώρι καί τρέμω νά ἀφήσω τό αὐτοκίνητό μου γιά νά ψωνίσω κάποια ἀλλαντικά ἀπό τό ἐκεῖ εὑρισκόμενο σπουδαῖο ἐργαστήριο, πού δέν ξέρω ἄν ἀκόμη ὑπάρχει. 
Πρό διετίας εἶχα ὁδηγήσει ἀρχαιοφίλους ξένους ἐπισκέπτες στούς ξακουστούς τάφους τοῦ Βαφειοῦ, ὅπου ὁ μεγάλος Τσούντας εἶχε βρεῖ καί τά περίφημα χρυσά κύπελλα πού κοσμοῦν τό Ἀρχαιολογικό μας Μουσεῖο. Ὅταν βγήκαμε ἀπό τούς τάφους, τά αὐτοκίνητα ἦσαν ἀνοιγμένα καί δεινά λεηλατημένα. Συγγενής μου ἀπό τό παρακείμενο χωριό μοῦ λέγει ὅτι λόγω τῆς σπάνιας καί σεμνῆς παρουσίας ἀστυνομικῶν, οἱ κάτοικοι ὅταν φεύγουν γιά δουλειές ἀφήνουν ἀπαραιτήτως στά σπίτια τους σκοπό. Ἡ περιοχή τῆς Παλαιοπαναγιᾶς –χάρη στίς νέες ἔρευνες– ἴσως ἀποδειχθεῖ– καί αὐτό ὑποστηρίζω στή δίτομη ἱστορία μου γιά τήν ἀρχαία Σπάρτη– ὅτι εἶναι τό κέντρο τῆς ἀχαϊκῆς Σπάρτης.
Ἐκεῖ ἔχουν βρεθεῖ καί πινακίδες (μοναδικές στή Λακωνία) μέ ἐπιγραφές σέ γραμμική γραφή Β΄. Ἀλλά πῶς θά ἀναδειχθεῖ ἡ περιοχή τουριστικά ὅταν βρίσκεται ὑπό τόν ἔλεγχο τῶν Ρομά; Ὁ κ. Δαβάκης ὑπό τό κράτος τῆς ὀργῆς εἶπε τή λέξη «γύφτος». Ἀλλ’ ἡ λέξη αὐτή ἔχει διαποτίσει ὅλη τή λογοτεχνία μας καί τή μουσική δημιουργία μας. 
Θά λέμε στό ἑξῆς «Ὁ Δωδεκάλογος τοῦ... Ρομά» τοῦ Κωστῆ Παλαμᾶ; 
Θά λέμε «Ἀλί στήν κοσμοξακουστή Ζουχράτ Ρομά» τοῦ Γιάννη Γρυπάρη ἤ μήπως θά τραγουδᾶμε «Γλυκέ Ρομά, γιά ποῦ τραβᾶς;» ἤ «Κτύπα τά πόδια σου Ρομά...» 
πού ἀκούσαμε γιά πρώτη φορά στό ὑπέροχο ἔργο τοῦ Ἀλέκου Σακελλάριου «Λατέρνα, φτώχεια καί φιλότιμο»; Καί ἀκόμα τόν «Ἀχιλλέα τῆς Ρωμιοσύνης», τόν ἀοίδιμο Καραϊσκάκη, ὅλοι τόν ἔλεγαν Γύφτο. 
Ὁ Κολοκοτρώνης σέ ἕνα γράμμα του γράφει: 
«Γύφτε, γύφτε, κοίταξε νά φυλαχτεῖς...». 
Πῶς πρέπει νά τόν λέμε τώρα, Ρομά, Ρομά; 
Ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Καραϊσκάκης ἐπαιρόταν γι’ αὐτό, λέγοντας στούς ἀντιπάλους του τοῦτο 
τό σαρκαστικό: 
«Ναί, εἶμαι Γύφτος, ναί, εἶμαι γυιός τῆς Καλογριᾶς ἀλλά εἶμαι καλύτερος ἀπό ’σᾶς». 
Κι ἀκόμη, τί θά γίνει μέ τά ἑκατοντάδες ἐπώνυμα πού ἔχουν πρῶτο συνθετικό τή λέξη «Γύφτος»; Καί πῶς θά τραγουδᾶμε τά μελαγχολικά ἄσματα ἑνός αὐτοομολόγητου Τσιγγάνου, τοῦ ἀειθαλοῦς ἀγαπημένου μου τραγουδιστῆ καί ἀσματοποιοῦ Κώστα Χατζῆ; 
Ρομά θά λέω τόν ἄλλο σπουδαῖο φίλο μου, τόν Μάγκα, τόν μάγο τοῦ κλαρίνου; 
Ὅταν τά πρῶτα χρόνια τῆς συνεργασίας μου μέ τήν «Ἑστία» δημοσίευσα τρεῖς ἐπιστολές ἀρχαίου φίλου μου Τσιγγάνου, ὁ ἴδιος τίς ὑπέγραφε «Γύφτος πολιτευόμενος». 
Ἄν χρειαστεῖ νά τίς ἀναδημοσιεύσω, θά πρέπει νά μεταφράσω τό Γύφτος σέ ...Ρομά;
Ἀλλά τί, τέλος πάντων, σημαίνει Ρομά, πού φίλοι μου Τσιγγάνοι ἀρνοῦνται νά τό χρησιμοποιήσουν γιά λόγους αὐτοσεβασμοῦ καί ἱστορικῆς παραδόσεως; 
«Τί εἴμαστε; μοῦ εἶπε ἕνας ἀπό αὐτούς. Μήπως Σκοπιανοί γιά νά ἀλλάζουμε ὄνομα καί νά υἱοθετοῦμε ἄλλο πού ἀγνοῶ πῶς μᾶς ἔχει κολλήσει σάν γραμματόσημο;» 
Τό διεθνές Rom, σύμφωνα μέ τό λεξικό Μπαμπινιώτη, εἶναι τσιγγάνικος ὅρος καί σημαίνει νυμφευμένος ἄνδρας, σύζυγος. Ἄρα ἔχει στενή σημασία καί δέν μπορεῖ νά ἀποδώσει εὐρύτατες ἔννοιες μέ μεγάλη ἱστορική βαρύτητα, ὅπως οἱ λέξεις Ἀθίγγανοι, Τσιγγάνοι ἀλλά 
καί Γύφτοι, παρά τή συχνή ὑποτιμητική σημασία πού προσλαμβάνει ὁ τελευταῖος ὅρος στά καθ’ ἡμᾶς. Γιά τίς ἱστορικές συνθῆκες μέσα στίς ὁποῖες πλάστηκαν οἱ λέξεις αὐτές ἔχω συγγράψει ἐκτενῆ μελέτη πού δέν ἔχει ἀκόμη δημοσιευθεῖ. Ἁπλῶς, πρό πολλῶν ἐτῶν, τήν ἔχω ἀναγνώσει ἐπί δίωρου στό Ἵδρυμα Βιργινίας Τσουδεροῦ στήν Ξάνθη κατά μῆνα Ἀπρίλιο μέ πυκνό-πυκνότατο χιόνι. Τήν προηγούμενη εἶχα ὁμιλήσει στό πολιτιστικό κέντρο τοῦ Δροσεροῦ, πού εἶναι ἕνα μεγαλοχώρι κατοικούμενο ἀποκλειστικά ἀπό Τσιγγάνους. 
Ἀκροατές μου ἦσαν νέα παιδιά. 
Προσπάθησα νά τονώσω τήν αὐτοπεποίθησή τους, λέγοντας πολλά καί μεταξύ ἄλλων ὅτι ἕνας παπποῦς τοῦ τότε προέδρου τῆς Γαλλικῆς Δημοκρατίας Σαρκοζύ ἦταν Τσιγγάνος. 
Μέ τά παιδιά αὐτά εἶχα δεκαετῆ ἐπαφή καί μιά χάρτινη γοργόνα, δικῆς τους κατασκευῆς, στολίζει τό γραφεῖο μου στό Λαύριο. Δυστυχῶς, μυστηριώδης παράγων τῆς περιοχῆς παρενέβη καί τήν ἑπόμενη τά παιδιά δέν ἦλθαν στήν ὁμιλία μου στήν Ξάνθη, παρότι ἡ ὁμιλία ἀφοροῦσε κυρίως αὐτά.
Ὀφείλω νά προειδοποιήσω τίς ἀρχές ὅτι στήν Λακωνία προοιωνίζονται φονικά. 
Δέν εἶναι τυχαία ἡ ἔκρηξη τοῦ κ. Δαβάκη. Πρό ἐτῶν ἀφαιρέθηκε ἡ προτομή τοῦ θείου τοῦ Κων/νου Δαβάκη, τοῦ ἥρωα τῆς Πίνδου. Ἔχουν ἀφαιρεθεῖ δεκάδες στή Λακωνία προτομές. Στή Μέσα Μάνη οἱ κάτοικοι δέν ἀφήνουν Ρομά νά πλησιάσει. 
Κι ἄς μήν τολμήσει κανείς νά μοῦ προσάψει ρατσισμό ἤ ἄλλο τι βολικό καί βλακικό. Ἐπί μία 20ετία ταξίδευα μέ τούς Ρομά στά λεωφορεῖα τῆς Ἁγίας Βαρβάρας. 
Εἶχα μέ κάποιους συνάψει γνωριμία καί εἶχα μάθει κάπως τή δική τους ὁμιλία. 
Δύο παιδιά πού κρατούσανε βιβλία, τά πῆρα στό φροντιστήριο «Ἡράκλειτος» ἐπί δύο χρόνια δωρεάν καί ὅπως διαπίστωσα ἀργότερα ἔγιναν ἀξιόλογοι ἐπιστήμονες. Καί κάτι τελευταῖο. 
Οἱ γηγενεῖς Τσιγγάνοι θά εἶχαν ἐνσωματωθεῖ καί προαχθεῖ κοινωνικά, ἀλλά σέ αὐτούς προστέθηκαν Τσιγγάνοι ἀπό τήν Ἀλβανία, τή Βουλγαρία καί τή Ρουμανία, ἄνθρωποι δηλαδή πού δέν ἔχουν ἀποκτήσει κανέναν ἀκόμη ψυχικό δεσμό μέ τόν τόπο αὐτό.
Ἐστία, 2/4/18

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου