Σελίδες

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2015

...άν συμβεί Grexit ενεργοποιείται το : Άρθρο 388 ΑΚ - Απρόοπτη μεταβολή συνθηκών




Ο μόνος λόγος που δεν θα γίνει
ούτε Grexit, oύτε Πτώχευση:
-Απρόοπτη μεταβολή συνθηκών-
Ούτε από μέσα, ούτε απ´ έξω.
Αυτοί που γνωρίζουν δεν μιλούν.
Οι υπόλοιποι, όλων των χρωμάτων, εκφοβίζουν έως τρομοκρατούν, αναλόγως...
Αν συμβεί Grexit ενεργοποιείται, εν τοις πράγμασιν, το ανατρεπτικό άρθρο του Αστικού Κώδικα:

Απρόοπτη μεταβολή συνθηκών – Άρθρο 388 ΑΚ 
"Αν τα περιστατικά στα οποία κυρίως, ενόψει της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, τα μέρη στήριξαν τη σύναψη αμφοτεροβαρούς σύμβασης, μεταβλήθηκαν ύστερα, από λόγους που ήταν έκτακτοι και δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, και από τη μεταβολή αυτή η παροχή του οφειλέτη, ενόψει και της αντιπαροχής, έγινε υπέρμετρα επαχθής, το δικαστήριο μπορεί κατά την κρίση του με αίτηση του ορφειλέτη να την αναγάγει στο μέτρο που αρμόζει και να αποφασίσει τη λύση της σύμβασης εξολοκλήρου ή κατά το μέρος που δεν εκτελέστηκε ακόμη.

Αν αποφασιστεί η λύση της σύμβασης, επέρχεται απόσβεση των υποχρεώσεων παροχής που πηγάζουν απ' αυτήν και οι συμβαλλόμενοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση να αποδώσουν τις παροχές που έλαβαν κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό."
Η παραπάνω διάταξη θεωρείται μία από τις πιο ρηξικέλευθες διατάξεις του Αστικού Κώδικα.
Σχετίζεται άμεσα με αυτό που οι νομικοί αποκαλούν θεωρία ανατροπής του δικαιοπρακτικού θεμελίου στις συμβάσεις, σύμφωνα με την οποία είναι δυνατό μετά τη σύναψη μιας σύμβασης να επέλθει ανατροπή γεγονότων, στα οποία είτε ο ένας είτε και οι δυο συμβαλλόμενοι δίνουν τόση σημασία, ώστε να καθίσταται άνευ νοήματος η δέσμευση που είχαν αναλάβει με την αρχική σύμβαση.
Προϋποθέσεις εφαρμογής του ανωτέρω άρθρου είναι η ύπαρξη αμφοτεροβαρούς σύμβασης, η μεταγενέστερη μεταβολή συνθηκών (π.χ. νομισματική σταθερότητα), η έκτακτη και απρόβλεπτη μεταβολή των συνθηκών και τελικά η υπέρμετρα επαχθής παροχή. Η διάταξη 388 ΑΚ ουσιαστικά αποτελεί εξειδίκευση της διάταξης 288 ΑΚ. Επομένως, η τροποποίηση ή η λύση μιας σύμβασης μπορούν να επέλθουν και κατ’ εφαρμογή της 288 ΑΚ, όταν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 388 ΑΚ (927/1982 ΑΠ).
Το άρθρο 388 ΑΚ θέτει τις προϋποθέσεις με τις οποίες παρέχεται στον έναν από τους συμβαλλομένους σε αμφοτεροβαρή σύμβαση το διαπλαστικό δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο την αναγωγή της οφειλόμενης παροχής στο μέτρο που αρμόζει, ή και την λύση ολόκληρης της σύμβασης, εφ όσον η τελευταία δεν έχει ακόμη εκτελεσθεί.
Οι προϋποθέσεις είναι
α) μεταβολή των περιστατικών στα οποία κυρίως, εν όψει της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, τα μέρη στήριξαν τη σύναψη της αμφοτεροβαρούς σύμβασης.
β) Η μεταβολή να είναι μεταγενέστερη από την κατάρτιση της σύμβασης και να οφείλεται σε λόγους που ήταν έκτακτοι και δε μπορούσαν να προβλεφθούν και
γ) από την μεταβολή αυτή η παροχή του οφειλέτη, εν όψει και της αντιπαροχής, να καθίσταται υπέρμετρα επαχθής.
Η εφαρμογή της διάταξης περιορίζεται στην περίπτωση της έκλειψης - ανατροπής του «δικαιοπρακτικού θεμελίου», όταν δηλαδή η απρόοπτη μεταβολή των συνθηκών επήλθε μετά την κατάρτιση της σύμβασης και οφείλεται σε έκτακτους και απρόβλεπτους λόγους.
Έκτακτοι είναι οι λόγοι που δεν επέρχονται κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων, αλλά προκαλούνται από ασυνήθιστα γεγονότα, φυσικά, πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά κλπ. Το έκτακτο κρίνεται αντικειμενικά.
Τα γεγονότα αυτά πρέπει να είναι, επιπλέον, απρόβλεπτα για τους συμβαλλομένους κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης, σύμφωνα με τους κανόνες συνήθους επιμέλειας. Το απρόβλεπτο κρίνεται υποκειμενικά. Ενδιαφέρει η υποκειμενική δυνατότητα πρόβλεψης των συγκεκριμένων συμβαλλομένων κατά τον χρόνο κατάρτισης της σύμβασης. Επιθυμίες, ή παραστάσεις, του ενός μόνο συμβαλλομένου, που δεν έγιναν, ή δεν μπορούσαν να γίνουν αντιληπτές, ή και δεκτές, από τον αντισυμβαλλόμενο του, οσοδήποτε ουσιώδεις και αν είναι για τον πρώτο, δεν αποτελούν «δικαιοπρακτικό θεμέλιο» με την ανωτέρω έννοια.
Η ανατροπή του «δικαιοπρακτικού θεμελίου» συνιστά εκείνη η μορφή της ουσιώδους διατάραξης της σχέσης παροχής και αντιπαροχής που προκλήθηκε από την μεταβολή, ή την διάψευση των αντικειμενικών δεδομένων, τα οποία οι συναλλασσόμενοι θεώρησαν ως θεμέλιο της σύμβασης.
Ειδικότερα, το «δικαιοπρακτικό θεμέλιο» ανατρέπεται μόνο στην περίπτωση διάψευσης ή μεταγενέστερης ανατροπής ουσιωδών γεγονότων, στα οποία και οι δύο συμβαλλόμενοι αποδίδουν τόση σημασία, ώστε εξ αιτίας αυτών να καθίσταται πλέον χωρίς νόημα η συμβατική δέσμευση.
Ο οφειλέτης, λόγω της ανατροπής του «δικαιοπρακτικού θεμελίου» δικαιούται, να ζητήσει αποκλειστικά και μόνο, είτε την λύση της σύμβασης, είτε την αναπροσαρμογή των όρων αυτής και ιδίως της παροχής του, που κατέστη υπέρμετρα επαχθής, στο προσήκον μέτρο.
Το δικαίωμα αυτό του οφειλέτη, που είναι διαπλαστικό, ασκείται, είτε με διαπλαστική αγωγή, ή ανταγωγή. Η απόφαση που δέχεται αυτό ως βάσιμο διαπλάθει την έννομη σχέση και ισχύει μόνο για το μέλλον και δη από την επίδοση της αγωγής. Ασκείται και κατ' ένσταση κατά αγωγής με την οποία ζητείται η καταδίκη στην οφειλόμενη συμβατική παροχή. 
Η παραδοχή της ένστασης έχει ως αποτέλεσμα την ολική ή μερική απόρριψη της αγωγής (ΟλΑΠ 927/1982, ΑΠ 1035/2001, ΑΠ 1171/2004, ΑΠ 678/1997, ΑΠ 678/1996, ΑΠ 598/1992, ΑΠ 1138/1990)._


Christos Lazaropoulos

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου