Η γιαγιά ή ο παππούς έρχονται στο σπίτι σας για επίσκεψη και περιμένουν με ανυπομονησία να σφίξουν στην αγκαλιά τους το εγγόνι τους. Όμως,
όταν μπαίνουν στο σπίτι έρχονται αντιμέτωποι με μια κατάσταση που σας φέρνει σε αμηχανία [ειδικά εάν πρόκειται για τα πεθερικά σας]: το εγγόνι στέκεται διστακτικό ή ακόμα χειρότερα [για σας] συνεχίζει το παιχνίδι του αντί να τρέξει στην αγκαλιά της γιαγιάς ή του παππού και να τους γεμίσει φιλιά.
Η δική σας αντίδραση δεδομένου μάλιστα ότι καταλαβαίνετε την απογοήτευση της γιαγιάς και του παππού είναι να πείτε στο παιδί «Έλα και δώσε φιλάκι στη γιαγιά που σε αγαπάει». «Μα, δεν πειράζει. Άφησε το παιδί να κάνει ό,τι θέλει», λέει η γιαγιά [στην καλύτερη περίπτωση]. «Θέλει, πώς δεν θέλει», απαντάτε με σταθερό τόνο κοιτάζοντας το παιδί. «Έλα, φιλάκι στη γιαγιά!»
Γιατί το κάνουμε; Ποιοι είναι οι συνηθέστεροι λόγοι για να πούμε στο παιδί μας αυτή τη φράση;
1ον: Νιώθουμε τη λαχτάρα και συνάμα την απογοήτευση της γιαγιάς και του παππού και αυτό μας στενοχωρεί.
2ον: Η συναισθηματική πίεση που νιώθουμε για την εικόνα που θα σχηματίσουν οι άλλοι για μας και τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών μας. Τι θα σκεφτούν; Ενδεχομένως ότι το κλίμα απέναντί τους δεν είναι θετικό και έτσι το εγγόνι – έχοντας ίσως ακούσει αρνητικά γι’ αυτούς σχόλια – είναι συγκρατημένο έως αδιάφορο στην παρουσία τους.
3ον: Γνωρίζουμε καλά ότι οι καλοί τρόποι μαθαίνονται και είναι πρωταρχική ευθύνη των γονιών να μάθουν στα παιδιά τους να συμπεριφέρονται με ευγένεια και σεβασμό στους μεγαλύτερους, πόσο μάλλον στη γιαγιά και τον παππού. Άρα φαντάζει αδιανόητο να αφήσουμε το παιδί μας να συνεχίσει το παιχνίδι αντί να έρθει να φιλήσει τη γιαγιά και τον παππού.
Τι μπορεί στην πραγματικότητα να συμβαίνει από την πλευρά του παιδιού και δεν τρέχει στην αγκαλιά της γιαγιάς και του παππού;
Ίσως να είναι ατυχές το timing. Ειδικά τα παιδιά από 2 έως 5 ετών έχουν μια «ιδιαίτερη σχέση» με τον ύπνο. Εάν το παιδί ξύπνησε πριν λίγο, είναι λογικό να θέλει χρόνο στην αγκαλιά της μαμάς του και επιθυμεί λιγότερο την επαφή με τρίτους.
Ίσως το παιδί να θέλει λίγο χρόνο να συνηθίσει και πάλι την παρουσία της γιαγιάς και του παππού, ειδικά εάν εκείνοι μένουν μακριά και δεν τους βλέπει συχνά.
Ίσως πράγματι να είναι απορροφημένο στο παιχνίδι του.
Ίσως να το ξενίζει η εξωτερική εμφάνιση ενός πολύ ηλικιωμένου ανθρώπου.
Ίσως να μην έχει διάθεση εκείνη τη στιγμή για αγκαλιές και φιλιά, χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Απλώς έτσι νιώθει τη δεδομένη στιγμή.
Ας σκεφτούμε λοιπόν. Όλοι οι παραπάνω πιθανοί λόγοι που μπορεί να έχει το παιδί δεν πρέπει να είναι σεβαστοί; Δεν έχει δικαίωμα να μη θέλει να αγκαλιάσει και να φιλήσει κάποιον τη δεδομένη στιγμή ή να θέλει να τον υποδεχτεί χωρίς αγκαλιές και φιλιά; Και βέβαια έχει. Γι’ αυτό είναι προτιμότερο να μην σπρώχνουμε το παιδί στο να συμπεριφερθεί διαφορετικά από το πώς του υπαγορεύει η εσωτερική του διάθεση.Επιπλέον, δεν είναι σωστό να το σπρώχνουμε σε μια φυσική επαφή (αγκαλιά, φιλί) παραβλέποντας το γεγονός ότι τα συναισθήματα και οι επιθυμίες του δεν του την υπαγορεύουν. Διαφορετικά το μήνυμα που του δίνουμε και που είναι πολύ σημαντικό και για την ενήλικη ζωή του είναι ότι το κοινωνικώς ορθό και επιθυμητό είναι να παραβλέπουμε τα πραγματικά μας συναισθήματα και τις διαθέσεις και μάλιστα να τα «θυσιάζουμε» στο βωμό της διάθεσης των άλλων. Κι όμως δεν θα το θέλαμε αυτό, ειδικά όταν κάνουμε τόσο κόπο να διδάξουμε στο παιδί το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης.
Επομένως, δεν θα πρέπει να συγχέουμε την ευγένεια και το σεβασμό με τη διάθεση του παιδιού για φιλιά και αγκαλιές. Εφόσον το παιδί συμπεριφέρεται ευγενικά (π.χ. μιλά με σεβασμό, δεν χτυπά), δεν υπάρχει λόγος να παρέμβουμε στη στάση του, πόσο μάλλον να το απειλήσουμε με τιμωρία εάν ‘δεν έρθει αμέσως να φιλήσει τη γιαγιά ή τον παππού’. Οι διαθέσεις δεν εκβιάζονται, αλλά γίνονται σεβαστές.
Παιδαγωγός - Ερευνήτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου