Ο γκρίζος λύκος είναι, ίσως, το πλέον «πολυσυζητημένο» άγριο ζώο
στον κόσμο, με περίοπτη θέση στην μυθολογία και λαογραφία,
από αρχαιοτάτων χρόνων, καθώς
και συνεχή ιστορική παρουσία στην λογοτεχνία και τις καλές τέχνες, όπως στον κόσμο, με περίοπτη θέση στην μυθολογία και λαογραφία,
από αρχαιοτάτων χρόνων, καθώς
και στον κινηματογράφο και τα σύγχρονα media.
Έχει μελετηθεί διεξοδικά, είναι «διάσημος» για την ευφυία του, τα ιδιαίτερα
μορφολογικά και ηθολογικά του χαρακτηριστικά, κυρίως για την διαπεραστική
φωνή του και την «μυθική» κοινωνική ιεραρχία που επικρατεί στις αγέλες
που σχηματίζει, όπως και για την κορυφαία θέση που κατέχει στην τροφική
αλυσίδα των ενδιαιτημάτων του.
Ωστόσο, η σχέση του με τον άνθρωπο, είναι εκείνη που χαρακτηρίζει αυτό
το -καθ’ όλα αξιοθαύμαστο- ζώο και έχει συντελέσει στην δημιουργία
μιας ιδιαίτερα «εύθραυστης» ισορροπίας μεταξύ τους.
το -καθ’ όλα αξιοθαύμαστο- ζώο και έχει συντελέσει στην δημιουργία
μιας ιδιαίτερα «εύθραυστης» ισορροπίας μεταξύ τους.
Ο άνθρωπος «οφείλει» στον λύκο την προέλευση και δημιουργία (sic)
του σημαντικότερου κατοικιδίου ζώου της υφηλίου, του σκύλου,
δεν μπορεί όμως να τού συγχωρήσει την «εισβολή» στον κόσμο του.
Ιδιαίτερα στις απόμακρες, αγροτικές περιοχές όπου -αναμφίβολα- προξενεί ζημιές,
ο άνθρωπος οδηγείται σε αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις με τον λύκο,
προσδίδοντάς του τον ρόλο του «κακού» (sic), αγνοώντας ή ξεχνώντας ότι το σκληροτράχηλο και ευφυές αυτό ζώο είναι καταλυτικός κρίκος στην οικολογική
ισορροπία των ενδιαιτημάτων όπου απαντά και, η απουσία του από αυτά, δημιουργεί σοβαρές και απρόβλεπτες συνέπειες στην τροφική αλυσίδα του συνολικού βιοτόπου
(βλ. Λύκος και άνθρωπος, Λαογραφία).
του σημαντικότερου κατοικιδίου ζώου της υφηλίου, του σκύλου,
δεν μπορεί όμως να τού συγχωρήσει την «εισβολή» στον κόσμο του.
Ιδιαίτερα στις απόμακρες, αγροτικές περιοχές όπου -αναμφίβολα- προξενεί ζημιές,
ο άνθρωπος οδηγείται σε αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις με τον λύκο,
προσδίδοντάς του τον ρόλο του «κακού» (sic), αγνοώντας ή ξεχνώντας ότι το σκληροτράχηλο και ευφυές αυτό ζώο είναι καταλυτικός κρίκος στην οικολογική
ισορροπία των ενδιαιτημάτων όπου απαντά και, η απουσία του από αυτά, δημιουργεί σοβαρές και απρόβλεπτες συνέπειες στην τροφική αλυσίδα του συνολικού βιοτόπου
(βλ. Λύκος και άνθρωπος, Λαογραφία).
Ο γκρίζος λύκος είναι από τα κοινωνικότερα ζώα της υφηλίου.
Η βασική μονάδα αποτελείται από ένα (1) κυρίαρχο ζευγάρι, το οποίο συνοδεύεται
από τους απογόνους -διαφόρων γενεών- του ζευγαριού που, όλοι μαζί, σχηματίζουν
την αγέλη (pack).
Μια «μέση» αγέλη αποτελείται από 5-11 ζώα (1-2 ενήλικες, 3-6 νεαρά άτομα
και 1-3 μονοετή κουτάβια), αλλά μερικές φορές απαρτίζεται από δύο ή τρεις οικογένειες, οπότε μπορεί να φθάσει σε μεγάλους αριθμούς (κάποια αγέλη έφθασε τα 42 άτομα).
Το κυρίαρχο αρσενικό είναι ο απόλυτος «αρχηγός» της αγέλης, εξουσιάζοντας ακόμη
και το κυρίαρχο θηλυκό, το οποίο, με την σειρά του, επιβάλλεται στα νεαρά άτομα.
Σε ιδανικές συνθήκες, το κυρίαρχο ζεύγος τεκνοποιεί κάθε χρόνο, με τους απογόνους
να παραμένουν στην αγέλη για 10-54 μήνες πριν την διασπορά τους.
Το έναυσμα για τον αποχωρισμό και διασπορά των νεαρών ατόμων δίνεται από
την έναρξη της σεξουαλικής ωριμότητας και τον ανταγωνισμό για την τροφή.
Η απόσταση κατά την οποίαν απομακρύνονται τα άτομα που εγκαταλείπουν την αγέλη, ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό. Μερικά μένουν στην ευρύτερη περιοχή της γονικής ομάδας,
ενώ άλλα άτομα μπορεί να ταξιδέψουν πολύ μακριά (206-670 χιλιόμετρα) από τον τόπο
που γεννήθηκαν.
Η βασική μονάδα αποτελείται από ένα (1) κυρίαρχο ζευγάρι, το οποίο συνοδεύεται
από τους απογόνους -διαφόρων γενεών- του ζευγαριού που, όλοι μαζί, σχηματίζουν
την αγέλη (pack).
Μια «μέση» αγέλη αποτελείται από 5-11 ζώα (1-2 ενήλικες, 3-6 νεαρά άτομα
και 1-3 μονοετή κουτάβια), αλλά μερικές φορές απαρτίζεται από δύο ή τρεις οικογένειες, οπότε μπορεί να φθάσει σε μεγάλους αριθμούς (κάποια αγέλη έφθασε τα 42 άτομα).
Το κυρίαρχο αρσενικό είναι ο απόλυτος «αρχηγός» της αγέλης, εξουσιάζοντας ακόμη
και το κυρίαρχο θηλυκό, το οποίο, με την σειρά του, επιβάλλεται στα νεαρά άτομα.
Σε ιδανικές συνθήκες, το κυρίαρχο ζεύγος τεκνοποιεί κάθε χρόνο, με τους απογόνους
να παραμένουν στην αγέλη για 10-54 μήνες πριν την διασπορά τους.
Το έναυσμα για τον αποχωρισμό και διασπορά των νεαρών ατόμων δίνεται από
την έναρξη της σεξουαλικής ωριμότητας και τον ανταγωνισμό για την τροφή.
Η απόσταση κατά την οποίαν απομακρύνονται τα άτομα που εγκαταλείπουν την αγέλη, ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό. Μερικά μένουν στην ευρύτερη περιοχή της γονικής ομάδας,
ενώ άλλα άτομα μπορεί να ταξιδέψουν πολύ μακριά (206-670 χιλιόμετρα) από τον τόπο
που γεννήθηκαν.
Νέα αγέλη δημιουργείται, συνήθως, από «εργένικα» αρσενικά και θηλυκά που περιπλανώνται μαζί, προς αναζήτηση περιοχής ελεύθερης από άλλες εχθρικές αγέλες.
Κάθε εγκαθιδρυμένη αγέλη, σπάνια δέχεται στους κόλπους της ξένους λύκους
και, συνήθως, προσπαθεί να τους εξολοθρεύσει.
Στις σπάνιες περιπτώσεις όπου «εγκρίνονται» ξένα άτομα, ο «υιοθετούμενος» είναι
σχεδόν πάντοτε ένα ανώριμο ζώο (1-3 ετών), με ελάχιστες πιθανότητες να ανταγωνιστεί
τα μέλη του κυρίαρχου ζευγαριού για την αρχηγία της αγέλης.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, κάποιος μοναχικός λύκος «εισάγεται» στην αγέλη για να αντικαταστήσει έναν απωλεσθέντα επιβήτορα, χρήσιμο στην αναπαραγωγή της ομάδας. Κατά καιρούς, η αφθονία στους πόρους τροφής (μετανάστευση και αναπαραγωγή οπληφόρων), οδηγεί επί μέρους αγέλες να ενώσουν προσωρινά τις δυνάμεις τους
στο κυνήγι.
Κάθε εγκαθιδρυμένη αγέλη, σπάνια δέχεται στους κόλπους της ξένους λύκους
και, συνήθως, προσπαθεί να τους εξολοθρεύσει.
Στις σπάνιες περιπτώσεις όπου «εγκρίνονται» ξένα άτομα, ο «υιοθετούμενος» είναι
σχεδόν πάντοτε ένα ανώριμο ζώο (1-3 ετών), με ελάχιστες πιθανότητες να ανταγωνιστεί
τα μέλη του κυρίαρχου ζευγαριού για την αρχηγία της αγέλης.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, κάποιος μοναχικός λύκος «εισάγεται» στην αγέλη για να αντικαταστήσει έναν απωλεσθέντα επιβήτορα, χρήσιμο στην αναπαραγωγή της ομάδας. Κατά καιρούς, η αφθονία στους πόρους τροφής (μετανάστευση και αναπαραγωγή οπληφόρων), οδηγεί επί μέρους αγέλες να ενώσουν προσωρινά τις δυνάμεις τους
στο κυνήγι.
Στις αγέλες των γκρίζων λύκων, παρατηρείται το φαινόμενο του ψυχολογικού
ευνουχισμού, που θεωρείται απόρροια της κοινωνικής ιεραρχίας.
Το κυρίαρχο αρσενικό ανέχεται μεν την παρουσία άλλων αρσενικών, γεννητικά ωρίμων, αλλά αυτά δεν ζευγαρώνουν λόγω ορμονικής αδρανοποίησης.
Αντίστοιχη είναι και η εικόνα των υπολοίπων, πλην του κυρίαρχου, θηλυκών,
οι οποίες δεν εμφανίζουν οίστρο.
Στο παρελθόν, επικρατούσε η άποψη ότι, οι αγέλες των γκρίζων λύκων αποτελούνταν
από άτομα που συναγωνίζονταν μεταξύ τους για την κυριαρχία, με το κυρίαρχο ζευγάρι
να αποκαλείται ως «άλφα» -αρσενικό και θηλυκό-, και τους υποτασσόμενους λύκους «βήτα» έως «ωμέγα».
Αυτή η ορολογία χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1947 από τον Rudolf Schenkel
του Πανεπιστημίου της Βασιλείας, με βάση τα ευρήματά του σε έρευνα συμπεριφοράς
των γκρίζων λύκων σε αιχμαλωσία.
Αυτή η άποψη για την ιεραρχία των λύκων, αργότερα διαδόθηκε ευρέως από τον L. David Mech, το 1970, μέσω του βιβλίου του Ο Λύκος.
Όμως, αργότερα, ο ίδιος αποκήρυξε επισήμως αυτή την ορολογία, το 1999, εξηγώντας
ότι ήταν σε μεγάλο βαθμό βασισμένη στην συμπεριφορά των γκρίζων λύκων
σε αιχμαλωσία που, ωστόσο αποτελούνταν από άσχετα μεταξύ τους άτομα, ένα σφάλμα
που αντικατοπτρίζει την άλλοτε επικρατούσα άποψη ότι, ο σχηματισμός άγριων αγελών συμβαίνει κατά την διάρκεια του χειμώνα μεταξύ ανεξάρτητων γκρίζων λύκων.
Αργότερα, έρευνα για τους άγριους γκρίζους λύκους αποκάλυψε ότι η αγέλη, δεν είναι
παρά μία (1) οικογένεια που αποτελείται από το κυρίαρχο ζευγάρι αναπαραγωγής
και τους απογόνους του, από τα προηγούμενα 1-3 χρόνια.
ευνουχισμού, που θεωρείται απόρροια της κοινωνικής ιεραρχίας.
Το κυρίαρχο αρσενικό ανέχεται μεν την παρουσία άλλων αρσενικών, γεννητικά ωρίμων, αλλά αυτά δεν ζευγαρώνουν λόγω ορμονικής αδρανοποίησης.
Αντίστοιχη είναι και η εικόνα των υπολοίπων, πλην του κυρίαρχου, θηλυκών,
οι οποίες δεν εμφανίζουν οίστρο.
Στο παρελθόν, επικρατούσε η άποψη ότι, οι αγέλες των γκρίζων λύκων αποτελούνταν
από άτομα που συναγωνίζονταν μεταξύ τους για την κυριαρχία, με το κυρίαρχο ζευγάρι
να αποκαλείται ως «άλφα» -αρσενικό και θηλυκό-, και τους υποτασσόμενους λύκους «βήτα» έως «ωμέγα».
Αυτή η ορολογία χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1947 από τον Rudolf Schenkel
του Πανεπιστημίου της Βασιλείας, με βάση τα ευρήματά του σε έρευνα συμπεριφοράς
των γκρίζων λύκων σε αιχμαλωσία.
Αυτή η άποψη για την ιεραρχία των λύκων, αργότερα διαδόθηκε ευρέως από τον L. David Mech, το 1970, μέσω του βιβλίου του Ο Λύκος.
Όμως, αργότερα, ο ίδιος αποκήρυξε επισήμως αυτή την ορολογία, το 1999, εξηγώντας
ότι ήταν σε μεγάλο βαθμό βασισμένη στην συμπεριφορά των γκρίζων λύκων
σε αιχμαλωσία που, ωστόσο αποτελούνταν από άσχετα μεταξύ τους άτομα, ένα σφάλμα
που αντικατοπτρίζει την άλλοτε επικρατούσα άποψη ότι, ο σχηματισμός άγριων αγελών συμβαίνει κατά την διάρκεια του χειμώνα μεταξύ ανεξάρτητων γκρίζων λύκων.
Αργότερα, έρευνα για τους άγριους γκρίζους λύκους αποκάλυψε ότι η αγέλη, δεν είναι
παρά μία (1) οικογένεια που αποτελείται από το κυρίαρχο ζευγάρι αναπαραγωγής
και τους απογόνους του, από τα προηγούμενα 1-3 χρόνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου