Σελίδες

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2015

Αζάντ με λένε...*Γράφει ο Cemil Turan Bazidi



*Περίληψη
Βρέθηκε μόνος του «απέναντι».
Είχε περάσει κιόλας ένας χρόνος από τότε που άφησε με τους γονείς του 
και την αδερφή του το όμορφο σπίτι τους στο Βόρειο Ιράκ. 
Τους ξεσπίτωσε το παιχνίδι με τον θάνατο, που το έστηναν όποτε ήθελαν 
τα βομβαρδιστικά του Σαντάμ.
Ξεκίνησαν με τα πόδια, κουβαλώντας ό,τι μπορούσε ο καθένας, αλλά τι βάρος 
ν’ αντέξει το μικρό κορμάκι της Χελίν; 
Ούτε την πόρτα δεν έκλεισε η μάνα του, για να μη βρουν οι κατακτητές ούτε 
τη μυρωδιά τους. Δεν ρώτησε πού πήγαιναν - ο πατέρας ήταν ο αρχηγός, 
εκείνος ήξερε, εκείνος προστάτευε.
Από τα πρώτα κιόλας σύνορα, στο Ιράν, έμαθε για τη λόξα των ανθρώπων 

να φυτεύουν νάρκες. 
Τα κατάφεραν με δαύτες, αλλά τους πρόδωσαν τα αγριεμένα νερά του ποταμού. 
Όταν τους χώρισαν οι δουλέμποροι για να καλογεμίσουν τις βάρκες τους, μόνο 
η μάνα του πρόλαβε να τον φιλήσει στα μάτια, αφού σε λίγο θα αντάμωναν 
και πάλι στην απέναντι όχθη του Έβρου, ελεύθερη, στην Ελλάδα.
Η βάρκα όμως με τους γονείς του και την αδερφή του δεν έφτασε ποτέ. 

Στο κέντρο κράτησης έμαθε για πνιγμούς, είδε πτώματα. 
Πουθενά οι δικοί του.
 Όχι δεν μπορεί να χάθηκαν έτσι, «ο μπαμπάς μου είναι δυνατός, να τώρα 
θα τον δω μπροστά μου να κρατάει από το χέρι τη μάνα μου και τη Χελίν…». 
Πώς να πιστέψει πως πνίγηκαν; 
Πώς να χωρέσει ο νους του ότι τα έχασε όλα; 
Πού να πάει, πού βρίσκεται;
Χωρίς χαρτιά, χωρίς ταυτότητα βρέθηκε στην Αθήνα. 

Έλεγε και ξανάλεγε το όνομά του, για να νιώθει πως υπάρχει, για να μη χαθεί. 
Κοιμήθηκε στα χαρτόκουτα, κρύωσε, πείνασε, άκουσε ιστορίες φρίκης, 
φοβήθηκε, έκλαψε… 
Και τότε ήταν που σφηνώθηκε στο μυαλό του ότι πρέπει να αποκτήσει διαβατήριο 
για να γυρίσει πίσω, να ψάξει για τους δικούς του. 
Κανείς δεν θα μπορούσε πια να τον κρατήσει. 
Πάση θυσία έπρεπε να φτάσει στη Γαλλία, αφού εκεί οι Κούρδοι είχαν δυνατές 
οργανώσεις και θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν.
Σ’ αυτήν την πορεία φυγής έκανε φίλους, βρήκε φροντίδα, αγάπη, έμαθε πως 

η προσφορά και η καλοσύνη δεν έχουν εθνικότητα και θρησκεία, ήρθε σε επαφή 
με δουλέμπορους και μαφιόζους, ερωτεύθηκε…
Τίποτα δεν τον κράτησε, γιατί θα ήταν σαν να πρόδιδε την οικογένειά του, 

που μπορεί να τον περίμενε πίσω στην πατρίδα. 
«Όχι, δεν πνίγηκαν». 
Είχε ανάγκη από αυτήν την άρνηση για να πείθεται κυρίως ο ίδιος.
Είναι η πραγματική ιστορία του Αζάντ που από τα δεκατέσσερά του βρέθηκε 

στους επικίνδυνους, βρόμικους δρόμους της προσφυγιάς. 
Που πείνασε, κρύωσε, προδόθηκε αλλά και αγαπήθηκε. 
Που αντάμωσε με τον υπόκοσμο αλλά και με τη στοργή. 
Δεν ήταν όμως αυτά που αναζητούσε…
Cemil Turan Bazidi

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου