Σελίδες

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

...εν αρχή ην ο δάσκαλος.Μη ο δάσκαλος η φύση θα ήταν,δε θα ήταν όμως οι κοινωνίες...

«Ιδέ ο δάσκαλος
Εν αρχή ην ο δάσκαλος. Μη ο δάσκαλος η φύση θα ήταν, δε θα ήταν όμως οι κοινωνίες. Θα υπήρχε ο χρόνος, αλλά δε θα υπήρχε η ιστορία. Και στο βασίλειο των ζωντανών ήχων θα άκουγε κανείς την κραυγή, τα χουγιαχτά, τα συνθήματα.
Δε θα άκουγε όμως ούτε θά ‘βλεπε τη φωνή, τα γράμματα της γραφής, 
τις συμφωνίες και τους χορούς.
Γιατί; 
Απλά γιατί ο δάσκαλος είναι που μεταμορφώνει τον εγκέφαλο του ζώου σε νου του ανθρώπου. Αυτός κατορθώνει ώστε η ματιά του καθένα μας να μη μένει βλέμμα βοδιού, αλλά να γίνεται βιβλίο ανοιχτό να το διαβάζεις. Επεξεργάζεται το πετσί της κεφαλής μας και δημιουργεί πρόσωπο. Η δουλειά του δασκάλου είναι ο αθέρας της βυρσοδεψίας. Και στο τέλος-τέλος ο δάσκαλος θωπεύει και μαλάζει έτσι το σώμα και την ψυχή μας, ώστε από τη στέρησή μας αποστάζεται το κλάμα, και από την πλησμονή κορφολογιέται το γέλιο μας.
Τα ζώα και τα φυτά δεν γελούν ούτε δακρύζουν. Γιατί τους λείπει ο δάσκαλος. Έτσι δεν έμαθαν ποτές ότι στον ενόργανο κόσμο πέρα από τη σφαίρα του βιολογικού ανοίγεται ο φωτεινός ορίζοντας του πνεύματος. Ο θυμός, δηλαδή, οι επιθυμίες, τα πάθη, η φαντασία, ο λόγος.
Ο δάσκαλος είναι ο φυτουργός και ο σπορέας του λόγου. Εκείνου του λόγου που το τέταρτο Ευαγγέλιο τον αναφέρει στο θεό.
Χωρίς το δάσκαλο ο λόγος θα σάπιζε άχρηστος μέσα στο έλος του κρανίου μας. Όπως σαπίζει άχρηστο το τραίνο που ρεμίζαρε για πάντα στο σταθμό. Και το καράβι, το GLORIA MUNDI ή το ANCA, αν δεν το ταξιδέψει ο καπετάνιος του. Και όπως σκεβρώνει άφτουρη η νύφη που έμεινε αγεώργητη από τον άντρα. Ο ιερός τρόμος της παρθενίας της σιγά – σιγά κακοβολεί, ωσόπου στο τέλος γίνεται ένα τεφρό δίχτυ αράχνης.
Μ' ένα λόγο ο δάσκαλος είναι ο ποιητής του ανθρώπου. Με την ίδια κυριότητα που ποιητής του κόσμου είναι ο θεός. Χωρίς το δάσκαλο το πνεύμα που πνέει θα παραπόμενε άψυχος άνεμος. Γαρμπής, δηλαδή, πουνέντες, σοροκάδα και παγωμένος Σκίρωνας. Και θα φυσούσε μάταια στις άκριες των βουνών, στις φυλλωσιές, στα συστήματα των υδάτων.
Αν έλειπαν οι δάσκαλοι, η γη μας θά ‘ταν τυφλή. Και το σύμπαν ανυπόστατο.
Μια θεωρία των κοσμολόγων, εντελώς σύγχρονη, μιλάει για την περίφημη ανθρωπική αρχή (anthropical principle). Ο μόνος σκοπός που δημιούργησε τον κόσμο, λέει, και το μόνο νόημα που έχουν οι άπειροι χώροι των άστρων, των γαλαξιών και των αντισυμπάντων είναι με την εξέλιξη να οδηγηθούν τα όντα εκεί, ώστε από την ευγλήνη τα μαλάκια και τα χορδωτά να υψωθούν στον άνθρωπο της Αλταμίρας. Και από τον πρωτόγονο των σπηλαίων στον αστροφυσικό και τον κοσμολόγο. Για να σπουδάσουν οι τελευταίοι το σύμπαν, να το φωτίσουν, και να το εξηγήσουν. Ωσόπου μια μέρα να φτάσουμε στο σημείο να ειπούμε:
Αυτός είναι ο κόσμος. Και ο νους του ανθρώπου έφτασε να τον κατανοήσει. Με την κατανόηση αυτή συντελέστηκε ταυτόχρονα του σύμπαντος ο καταξιωμός και η δικαίωση.
Και θυμηθείτε: ο Νεύτων, ο Χάμπλ, ο Άϊνστάιν και οι άλλοι που μίλησαν 
στο τηλέφωνο με το θεό ήσαν όλοι τους δάσκαλοι.
Έτσι ορίζεται ο λόγος και η τιμή του δάσκαλου. 
Το τιμολόγιο όμως με το οποίο κοστολογούν το έργο του οι εξουσίες και 
οι αρχές πρώτα και ύστερα το άκριτο πλήθος είναι αλλιώτικο. Αλλοίμονο! Άχρηστο για τις εφορίες.
Περιγράφω το σημείο που κράτησε η ακηδία, η παραχάραξη, η στρέβλωση, 
η τυποποίηση, ο ευτελισμός. Και κάμανε το κακό.
Έτσι, ενώ η δουλειά του δασκάλου είναι να τεχνουργεί ανθρώπους· ενώ αναλώνεται τίμια να ετοιμάζει πλάσματα που θα ζήσουν όχι στη φύση αλλά στον πολιτισμό, όχι στη ζούγκλα αλλά στην πόλη· ενώ όλοι οι άνθρωποι που πλάθει ο δάσκαλος κάνουν ο καθείς το δικό του επάγγελμα, και είναι ο καθείς μια ψηφίδα στο ενιαίο ψηφιδωτό της οικονομίας της αγοράς της πολιτείας, εμείς με τον καιρό εχάσαμε τον ιδρυτικό χαρακτήρα της λειτουργίας του δάσκαλου. Και τη δουλειά του την επήραμε σα μία από τις πολλές δουλειές των ανθρώπων. Ένα επάγγελμα ρουτίνας. Μια μονάδα εργασίας όμοια με τις άλλες βλέπουμε και στο δάσκαλο.
Εξεχάσαμε, δηλαδή ότι στο ψηφιδωτό των επαγγελμάτων ο δάσκαλος δεν είναι η μια ψηφίδα ανάμεσα στις άλλες. Αλλά είναι ο καλλιτέχνης νους ο κοσμητικός και ο επόπτης που φιλοτεχνεί ολόκληρο το ψηφιδωτό.
Δημιουργεί, δηλαδή ανθρώπους κατά την έννοια ότι τους αποσπά από τη δικαιοδοσία του φυτού και του ζώου. Και τους υψώνει στην οντολογική μοναδικότητα του νοήμονος πλάσματος.
Γιατί αυτή είναι η δουλειά του δάσκαλου. Να δουλεύει το μυαλό, όπως ο καλαντζής δουλεύει το καλάι. Και να παράγει ανθρώπους όπως ο χαλκιάς κατασκευάζει χαλκώματα. Ενώ όλοι οι άλλοι χρησιμοποιούν το μυαλό τους σαν όργανο και παράγουν προϊόντα. Όλα δευτερογενή, και για του βίου τη μηχανή. Βιομηχανία, πες.
Ετούτη η υποβάθμιση της φύσης και της δουλειάς του δάσκαλου, η πτώση του από τη θεία λειτουργία της αρχικότητας στην ταπεινή χειρωναξία της επανάληψης, σημάδεψε το πρώτο μεγάλο λάθος στην παιδεία. Και μέσα στην ιστορία και τον πολιτισμό αντίστρεψε το νόημα των πραγμάτων.
Εννοώ ότι καταργήθηκε η αυστηρότητα στην επιλογή του υλικού, και η αυστηρότητα στη μέθοδο και στις σπουδές που θα δώσουν τον άξιο δάσκαλο.
Σήμερα φτάσαμε στην αμμοποίηση των βουνών. Δάσκαλος πια ημπορεί να γίνεται ο καθένας, όμοια όπως ο καθένας ημπορεί να γίνεται αρβυλοποιός, αιγογαλακτοπώλης, λεμβούχος χατζής μελισσοκόμος, μαγειροϋπάλληλος, αεριτζής, εντεροπώλης, λουλουδάς ή πετροκόπος. Ξεχάσαμε, δηλαδή, ότι ο δάσκαλος από την άποψη της σπουδαιότητας και της ευθύνης είναι ένας εργάτης στο επίπεδο του νομοθέτη, του φύλακα στρατηγού, του κυβερνήτη, του γιατρού σωτήρα. Ακριβέστερα είναι ένα σκαλί πάνω από όλους αυτούς. Γιατί ο δάσκαλος, είναι ο πυρφόρος της γνωστικής συνείδησης. Η λειτουργία που τελεί είναι θεία. Η μόνη θεία λειτουργία σε γη και ουρανό.
Σα μονάδα ατομική, μέσα στην τάξη που είναι ο διαπιστεμένος του χώρος, τίποτα δεν εμποδίζει το φωτισμένο δάσκαλο να σκορπίζει στους μαθητές του το φως.
Και θα φωτίζει με φως φυσικό, για να ιδρύει φυσικούς ανθρώπους, όταν με τη διδασκαλία του χτίζει το αληθινό μέσα στο παιδί, και γκρεμίζει το ψεύτικο.
Αυτές είναι οι δύο εντολές που πάνω τους κρέμουνται οι νόμοι και οι προφήτες της παιδείας. Να χτίζεις στο μάρμαρο της γνώσης, και να γκρεμίζεις την αχεροπλιθιά της πρόληψης.
Σωστή παιδεία θα ειπεί να μαθαίνεις στους νέους τη ζωή, και να τους ξεμαθαίνεις τις δεισιδαιμονίες που από νήπια τους περνάει μια παράδοση άρρωστη μέσα από την οικογένεια, την κοινωνία, την πολιτεία, την εκκλησία, τα μέσα ενημέρωσης, και τους άλλους παράγοντες της αγωγής.
Το ένα λοιπόν είναι να ριζώσουμε το νέο στη ζωή. Το άλλο να ξεριζώσουμε από μέσα του την ψευτιά.
Μαθαίνουμε για τη ζωή. "Discimus vitae", που έλεγε ο Σενέκας. Θα ειπεί πως κάθε γνώση που περνάμε στο παιδί, και κάθε δεξιότητα που του αναπτύσσουμε, είναι δεμένα με την πραγματικότητα όπως το νύχι με το κρέας.
Όχι θεωρίες και λόγια. Όχι τα άψυχα και τα νοερά σκύβαλα των βιβλίων, που ούτε καταπίνουνται ούτε μασιούνται. Ξέρεις, έξω από το Ρωμανό το Μελωδό του συναξαριστή, άνθρωπο άλλο που να πήρε κομμάτι χαρτί και να το κατάπιε, για να φωτιστεί και να μάθει; Εγώ δεν ξέρω.
Μάθηση δίκαιη και σωστή σημαίνει ζωντάνεια, αμεσότητα, σφυγμός μαστιγωμένος, κρούση κατά μέτωπο με τα πράγματα. 
Σημαίνει να πίνουμε στο ποτήρι το ίδιο μας το αίμα.
Μη λησμονούμε πως ο τελευταίος στόχος κάθε παιδείας είναι να διαπλάσει 
έτσι το νέο, ώστε την ορισμένη στιγμή που θα αποδοθεί στο στίβο της ζωής 
να μπορεί να προσαρμόζεται στην άγρια ανάγκη των πραγμάτων και των ανθρώπων.
Ωσάν ξαφνικά να τον πετάξουμε, πες, Ρομβισόνα Κρούσο στο νησί. 
Και να του ειπούμε:
Τώρα ψάξε να βρεις τον τρόπο για να ζήσεις. Νίκα την πείνα και την δίψα σου, το κρύο και τη μοναξιά. Νίκα την απειλή του ουρανού και της θάλασσας, και τον αρχέγονο τρόμο της ύπαρξης.
Αυτό σημαίνει το "discimus vitae". Ο δάσκαλος νά ̓ναι η δύναμη, πράξη 
ο μαθητής, και το σχολειό γιορτή.»
Δημήτρης Λιαντίνης
"Τα Ελληνικά"
Δημήτρης Λιαντίνης / Dimitris Liantinis
~*~
Ιδέ ο δάσκαλος – *Απόσπασμα από «Τα Ελληνικά» 
του Δημήτρη Λιαντίνη pdf
http://users.sch.gr/kdimitrakakis/kdim/dimosieuseis/liantini_ide_o_daskalos.pdf
*Τυπώστε από το σπουδαίο κείμενο και δώστε το στους δασκάλους 
των παιδιών σας. Κοινοποιήστε το στους φίλους σας που έχουν παιδιά


ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
"Προορίζονται μόνο για τους φοιτητές και για εκπαιδευτικούς που δεν έχουν περάσει το μεσοστράτι της ζωής τους."
Με τα λόγια αυτά υποδέχεται ο Λιαντίνης τον επίδοξο αναγνώστη των ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ του και δίνει διαυγές το στίγμα της πρόθεσής του να απευθυνθεί σε νέους και ιδιαίτερα σε νέους δασκάλους.
Ανεξάρτητα όμως από την ηλικία και το επαγγελματικό του στάτους, ο καθένας μπορεί και αξίζει να προσεγγίσει το βιβλίο αυτό, αρκεί να ρυθμίσει ανάλογα τις προσλαμβάνουσές του. Να συντονιστεί με το πνεύμα του βιβλίου, για να μπορέσει να δεχθεί τα μηνύματα και τους προβληματισμούς του συγγραφέα.
Εξαρχής μάλιστα θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο συγγραφέας στο βιβλίο αυτό εναπόθεσε τη μισή από την οργή του για τους αιώνες που δε θα υπάρχει. (1) Συνέταιρο στην οργή αυτή όρισε ως γνωστό, το κύκνειο άσμα του, τη Γκέμμα. Και μόνο γι’ αυτό, ο καθένας που ενδιαφέρεται να μελετήσει τη φιλοσοφία του Λιαντίνη, θα πρέπει να σκύψει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο βιβλίο «Τα Ελληνικά».
Ο υπότιτλος του έργου είναι:
«Η γλώσσα μας και τα σχολειά.»
Κι αυτός περιγράφει με τον πλέον σύντομο τρόπο και το περιεχόμενο του βιβλίου. Η γλώσσα μας, η ελληνική γλώσσα, και το σχολείο στη γενική του μορφή, από δημοτικό μέχρι πανεπιστήμιο, είναι οι δύο πυλώνες ανάμεσα στους οποίους ξεδιπλώνονται οι προβληματισμοί και οι σκέψεις του Λιαντίνη. Το πεδίο είναι απόλυτα γνωστό και οικείο στο συγγραφέα. Αφού και ο ίδιος διετέλεσε δάσκαλος και μάλιστα της ελληνικής γλώσσας. Φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση για λίγα χρόνια και αργότερα στο Πανεπιστήμιο και στη Μετεκπαίδευση των Δασκάλων με ιδιαίτερο αντικείμενο τη Διδακτική της Γλώσσας.
Το βιβλίο αποτελεί στην ουσία το απόσταγμα των διδακτικών προσεγγίσεων του Λιαντίνη και την παρακαταθήκη του προς τους σπουδαστές του. Με δεδομένο ότι η Γκέμμα είναι μεν το τελευταίο του βιβλίο αλλά ταυτόχρονα απευθύνεται στο ευρύ και πιθανόν απαίδευτο κοινό, τα «Ελληνικά» που είναι γραμμένα ακριβώς πριν από τη Γκέμμα και στοχεύουν ένα ιδιαίτερο κοινό υψηλών προδιαγραφών, θα μπορούσαμε να πούμε ότι επωμίζονται και ρόλο βαρύτερο στην εκπροσώπηση των φιλοσοφικών αρχών του Δημήτρη Λιαντίνη. Και αντίστροφα, έχοντας κανείς διαβάσει και τα δύο βιβλία, διαπιστώνει ότι η Γκέμμα ουσιαστικά εκλαϊκεύει όσα ήδη ο Λιαντίνης έχει καταθέσει στα Ελληνικά του. Βεβαίως η Γκέμμα, γραμμένη τρία με τέσσερα χρόνια αργότερα από τα Ελληνικά, έχει το προσόν να αντιπροσωπεύει την κορυφαία στιγμή ωριμότητας του συγγραφέα. Και ως κύκνειο άσμα να επιτελεί χρέη αποχαιρετισμού και ερμηνείας των λόγων που τον οδήγησαν στην αυτοθέλητη έξοδο από τη ζωή.
Ο Λιαντίνης όμως δεν ήταν μόνο η στιγμή του θανάτου του. Σαφώς και αφιέρωσε τη ζωή του στη μελέτη του αόρατου μονάρχη. Όμως ο ίδιος έχει τονίσει πως ο θάνατος για να τον μελετάς έχει το εύρος της ζωής που την ζεις. (2) Και τα Ελληνικά είναι η περίοδος της ζωής και της ακμής του Δημήτρη Λιαντίνη. Όπως είναι, σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν παραπάνω, και η ιδιαίτερη ψηφίδα συμμετοχής του στον επιστημονικό τομέα που εργάστηκε. Λόγος που καθιστά το βιβλίο υποψήφιο ως επίσημη βιβλιογραφία σε πανεπιστημιακές σχολές που λαξουργούν εκπαιδευτικούς και ιδιαίτερα της ελληνικής γλώσσας.
Ταυτόχρονα, και από τη σκοπιά του αντικειμένου της αγωγής, το βιβλίο απευθύνεται σε κάθε δάσκαλο που επιδιώκει να λαξεύσει έλληνες. Και όπως δηλώνει ο συγγραφέας από τις εισαγωγικές του σελίδες, μεταχειριζόμενος τη γνωστή φράση του Καβάφη:
«Υπήρξεν έτι το άριστον εκείνο, Ελληνικός _
ιδιότητα δεν έχ’ η ανθρωπότης τιμιοτέραν.»
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν την πρόθεση του Λιαντίνη να καταστήσει όχι μόνον τους έλληνες εκπαιδευτικούς αλλά και οιονδήποτε άλλο εκτιμά τον ελληνικό πολιτισμό, κοινωνούς των μεθόδων εργασίας του και των συνακόλουθων προβληματισμών του για τους όρους και τις συνθήκες εφαρμογής τους. Έτσι, από την αρχή κιόλας, πριν καν ανοίξει το πρώτο κεφάλαιο, ο Λιαντίνης ορίζει τι σημαίνει το «Ελληνικός»:
«Να υπάρχεις Ελληνικός δηλώνει τέσσερες τρόπους συμπεριφοράς.
Ότι δέχεσαι την αλήθεια που έρχεται μέσα από τη φύση, όχι την αλήθεια που φτιάχνει το μυαλό των ανθρώπων. Ότι ζεις σύμφωνα με την ηθική της γνώσης, όχι με την ηθική της δεισιδαιμονίας και των προλήψεων. Ότι αποθεώνεις την εμορφιά, γιατί η εμορφιά είναι δυνατή σαν το νου σου και φθαρτή σαν τη σάρκα σου.
Και κυρίως αυτό: ότι αγαπάς τον άνθρωπο. Πώς αλλιώς! Ο άνθρωπος είναι το πιο τραγικό πλάσμα μέσα στο σύμπαν.»


Το μικρό αυτό απόσπασμα αποτελεί την καρδιά της φιλοσοφίας του Λιαντίνη. Και τίποτε άλλο να μη διαβάσεις από το έργο του, αν αυτές τις γραμμές καταφέρεις να εννοήσεις σε βάθος, έχεις εννοήσει ολόκληρο το Λιαντίνη. Ή αντίστροφα, όταν ολόκληρο το έργο του διαβάσεις και μελετήσεις, ακόμα και αν προσπέρασες τούτες τις γραμμές για κάποιο λόγο χωρίς να τις δεις, με τα ίδια ακριβώς λόγια θα περιγράψεις τι εισέπραξες από τα βιβλία του. Αρχή λοιπόν των Ελληνικών και τέλος της φιλοσοφίας του αποτελεί τούτο το εισαγωγικό σημείωμα για το τι δηλώνει να υπάρχεις Ελληνικός...[...]
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ: 
Περιεχόμενα
Ίδε ο δάσκαλος
Η γλώσσα των ανθρώπων
Το ποίημα και η δυσκολία του
Ποίηση και ζωή
Ποιητών κατάλογος
Δάσκαλοι και ποντίκια
Ο ελληνικός πεσσιμισμός
Η ελληνική τέχνη
Ελληνοχριστιανική αγωγή
Σολώνεια και περίκλεια δημοκρατία
Σχόλια
Βιβλιογραφία
Πίνακας κυρίων ονομάτων
Επίμετρο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου