....'Ετσι νόμιζαν τα παιδιά.
Ότι τα ρούχα και τα εσώρουχά μας έρχονταν κατευθείαν από το Παρίσι. Πλάνταξα στα γέλια.
Όταν τους διηγήθηκα πώς γίνονταν τα υφάσματα στο χωριό, νόμιζαν ότι τους έλεγα παραμύθι. Μόνο όταν τους έδειξα εικόνες κούνησαν το κεφάλι τους και ψιθύρισαν "δύσκολα τα πράγματα". Εγώ όμως νοστάλγησα εκείνες τις εποχές. Ελάτε μαζί μου οι μεγάλοι να θυμηθούμε και οι νέοι να μάθετε!
Κούρεμα των αρνιών και των κατσικιών με το "γαϊδουροψάλιδο".
Όλο "σκάλες" γίνονταν τα καημένα, εξ ου και άσχημο κούρεμα από τον κουρέα σατιριζόταν με το "έκανες μι του καημένου, σαν τ' αρνί του κουριμένου".
Το μαλλί το ξαίνανε (λανάριζαν) και το "κλώθανε" με το αδράχτι ή το σιδερένιο "κλώστη". Ξετύλιγαν το αδράχτι και κάνανε το κουβάρι. Για να κάνουν χρωματιστά υφάσματα, βάφανε τις κλωστές μέσα σε καζάνια, στα "πυρομάχια".Στη συνέχεια τα χέρια σε στάση "δέησης" και κάνανε τις θηλιές,
τις βάζανε στην ανέμη και έπαιρνε φωτιά το ροδάνι για να φτιαχτούν τα "καλάμια" και τα "μασούρια". Άντε να βρεις μετά καλό ντουβάρι να καρφώσεις
τις βέργες με τα καλάμια και να αρχίσουν να "δυάζονται" (να κάνουν δυάδες). Υπήρχαν ειδικές τεχνίτισσες οι "δυάστιργιες". Να τις βλέπεις να πηγαινοέρχονται με τέτοια μαεστρία και να μην μπερδεύονται με τίποτα. Να κάνουν το τυλιγάδι πλεξούδες, να το ξετυλίγουν, περνώντας το καθιστές γύρω από τη μέση τους και να κάνουν το στημόνι, πάνω στο πίσω "αντί". Να "παραμακίζουν" (να περνούν το στημόνι μέσα από τα χτένια και τα "μ'τάρια") και να το βάζουν στην "κριβακή" (αργαλειό), για ν' αρχίσουν να υφαίνουν. Τα μασούρια με το υφάδι τα περνούσαν στις σαΐτες και με δεξιοτεχνία τις τίναζαν από τη μια μεριά του στημονιού στην άλλη και με απόλυτο συγχρονισμό πατούσαν τις "πατήτιργιες" και να τα υφάσματα, μονόχρωμα, συνήθως "γιρανιά" και άσπρα, ριγωτά, "λουκμέλια" (καρώ), "κι'ναρουτά" και χίλια δυο σχέδια, που τυλίγονταν πάνω στο μπροστινό "αντί". Πανηγύρι σωστό κάθε καλοκαίρι. Σε κάθε κατώγι άκουγες το τάκα-τούκα από τις "πατήτιργιες" και την "κριμάστιργια", που ήταν στερεωμένο το χτένι. Και όταν τελείωνε το στημόνι γινόταν ο χαμός, ποιο "κουπιλούδ" θα πιάσει την τελευταία βέργα "του γκάρ", γιατί έτσι πρόσταζε ο μύθος, ότι όποιο "κουπιλάρ" περνούσε εκείνη την ώρα θα το παντρευόταν.
Στη συνέχεια αναλάμβαναν οι μοδίστρες και έραβαν εσώρουχα, "καναβιτσιά", πουκάμισα, φουστάνια και πολύχρωμες βράκες για να φορούν οι γυναίκες το χειμώνα στις ελιές. Κατ' ευθείαν από το Παρίσι!!!
*(κειμ.Γ.Χρυσάφης)
Η Λεσβος μας
https://www.facebook.com/gpolyx/photos/a.414124285639104/697066534011543/?type=3&theater
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου