(Κηφισός, Ιλισός, Ηριδανός και άλλα ρέματα του λεκανοπεδίου,
από http://www.greekscapes.gr)
από http://www.greekscapes.gr)
Η ευνοϊκή μορφολογία του εδάφους στο λεκανοπέδιο των Αθηνών
και οι φυσικές πηγές νερού συνέβαλαν στο σχηματισμό
ενός μεγάλου αριθμού ρεμάτων, από τα οποία σήμερα....
μπορούν να εντοπιστούν περίπου 70 από τα 700 που υπήρχαν στην αρχαία Αθήνα.
Από την αρχαιότητα, το τότε εύφορο έδαφος κοντά στα ρέματα και στους χειμάρρους,
προσέλκυσε την εγκατάσταση οικισμών και ανθρώπινων δραστηριοτήτων.
Εξάλου, από πολύ παλιά, τα ρέματα και τα ποτάμια θεωρούνταν ιεροί χώροι και
πολλά ιερά έχουν βρεθεί κατά μήκος των διαδρομών τους, αλλά ήταν
και περιοχές για φιλοσοφικούς περιπάτους και αναψυχή.
Μάλιστα ο Πλάτωνας αναφέρεται στην ομορφιά του τοπίου του Ιλισού,
όπου ο Σωκράτης έκανε φιλοσοφικές συζητήσεις με τους μαθητές του.
και οι φυσικές πηγές νερού συνέβαλαν στο σχηματισμό
ενός μεγάλου αριθμού ρεμάτων, από τα οποία σήμερα....
μπορούν να εντοπιστούν περίπου 70 από τα 700 που υπήρχαν στην αρχαία Αθήνα.
Από την αρχαιότητα, το τότε εύφορο έδαφος κοντά στα ρέματα και στους χειμάρρους,
προσέλκυσε την εγκατάσταση οικισμών και ανθρώπινων δραστηριοτήτων.
Εξάλου, από πολύ παλιά, τα ρέματα και τα ποτάμια θεωρούνταν ιεροί χώροι και
πολλά ιερά έχουν βρεθεί κατά μήκος των διαδρομών τους, αλλά ήταν
και περιοχές για φιλοσοφικούς περιπάτους και αναψυχή.
Μάλιστα ο Πλάτωνας αναφέρεται στην ομορφιά του τοπίου του Ιλισού,
όπου ο Σωκράτης έκανε φιλοσοφικές συζητήσεις με τους μαθητές του.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες, σύμφωνα με τις οποίες το λεκανοπέδιο
των Αθηνών, από αρχαιοτάτων χρόνων, λέγεται ότι στερούνταν άφθονου νερού.
Κατά τον Ηρακλείδη τον Κρητικό (Έλληνας περιηγητής και γεωγράφος του 3ου π.Χ., αιώνα)
‘’ Ξηρά πάσα η γη και ουκ ένυδρος’’.
Αλλά, και ο Πλούταρχος ο Χαιρωνείας
(περ. 45-120 μ.Χ., Έλληνας ιστορικός και βιογράφος) επισημαίνει την τότε ανεπάρκεια
σε νερό για το λεκανοπέδιο λέγοντας
‘’Επείδε προς ύδωρ, ούτε ποταμός εστίν αενάοις, ούτε λίμνας τισίν
ούτ’ αφθόνοις πηγαίς’’.
Ωστόσο, στις πλαγιές των γύρω βουνών υπήρχαν πολλά κεφαλάρια και νερομάνες
(πηγές άφθονου νερού), ενώ στον πεδινό χώρο σπάνιζαν οι πηγές εκτός από τις πηγές
στις πλαγιές των λόφων του Λυκαβηττού και της Ακρόπολης
(Κλεψύδρα, Άγλαυρος, Ασκληπιείου, Ερεχθηίσα Θάλασσα ).
Σημειώνεται όμως ότι τα νερά από τα γύρω βουνά που είχαν τη φορά και την
κλίση προς το λεκανοπέδιο, ακολουθούσαν ουσιαστικά τις κοίτες των δύο βασικών ποταμών,
του Κηφισού και του Ιλισού, αλλά και του μικρότερου Ηριδανού.
Μέχρι περίπου το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα, οι όχθες των ρεμάτων και των ποταμών
της Αθήνας διατηρούσαν το φυσικό τους χαρακτήρα τους και ως χώροι αναψυχής
για τους κατοίκους της πόλης......(για τη συνέχεια)
των Αθηνών, από αρχαιοτάτων χρόνων, λέγεται ότι στερούνταν άφθονου νερού.
Κατά τον Ηρακλείδη τον Κρητικό (Έλληνας περιηγητής και γεωγράφος του 3ου π.Χ., αιώνα)
‘’ Ξηρά πάσα η γη και ουκ ένυδρος’’.
Αλλά, και ο Πλούταρχος ο Χαιρωνείας
(περ. 45-120 μ.Χ., Έλληνας ιστορικός και βιογράφος) επισημαίνει την τότε ανεπάρκεια
σε νερό για το λεκανοπέδιο λέγοντας
‘’Επείδε προς ύδωρ, ούτε ποταμός εστίν αενάοις, ούτε λίμνας τισίν
ούτ’ αφθόνοις πηγαίς’’.
Ωστόσο, στις πλαγιές των γύρω βουνών υπήρχαν πολλά κεφαλάρια και νερομάνες
(πηγές άφθονου νερού), ενώ στον πεδινό χώρο σπάνιζαν οι πηγές εκτός από τις πηγές
στις πλαγιές των λόφων του Λυκαβηττού και της Ακρόπολης
(Κλεψύδρα, Άγλαυρος, Ασκληπιείου, Ερεχθηίσα Θάλασσα ).
Σημειώνεται όμως ότι τα νερά από τα γύρω βουνά που είχαν τη φορά και την
κλίση προς το λεκανοπέδιο, ακολουθούσαν ουσιαστικά τις κοίτες των δύο βασικών ποταμών,
του Κηφισού και του Ιλισού, αλλά και του μικρότερου Ηριδανού.
Μέχρι περίπου το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα, οι όχθες των ρεμάτων και των ποταμών
της Αθήνας διατηρούσαν το φυσικό τους χαρακτήρα τους και ως χώροι αναψυχής
για τους κατοίκους της πόλης......(για τη συνέχεια)
Τότε, ένα πυκνό δίκτυο ρεμάτων αποτελούσε σημαντικό χαρακτηριστικό του λεκανοπεδίου.
Με την ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους και ειδικότερα, με την επιλογή της Αθήνας
ως πρωτεύουσας, το πρόσωπο της Αττικής μεταβλήθηκε ταχύτατα,
τόσο που σήμερα δεν αναγνωρίζεται και οι διαδρομές των ρεμάτων δεν διακρίνονται,
ούτε βέβαια μπορούν να τις ακολουθήσουν οι ενδιαφερόμενοι.
Έτσι, όπως ήταν επόμενο το υδρογραφικό δίκτυο της Αττικής καταστράφηκε κατά
τη διάρκεια ανοικοδόμησης της πόλης.
Με την ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους και ειδικότερα, με την επιλογή της Αθήνας
ως πρωτεύουσας, το πρόσωπο της Αττικής μεταβλήθηκε ταχύτατα,
τόσο που σήμερα δεν αναγνωρίζεται και οι διαδρομές των ρεμάτων δεν διακρίνονται,
ούτε βέβαια μπορούν να τις ακολουθήσουν οι ενδιαφερόμενοι.
Έτσι, όπως ήταν επόμενο το υδρογραφικό δίκτυο της Αττικής καταστράφηκε κατά
τη διάρκεια ανοικοδόμησης της πόλης.
Αναπαράσταση του Ιλισού κατά το 1896
Το μεγαλύτερο μέρος των μικρών ρεμάτων καταπατήθηκε και οικοδομήθηκε.
Πολλά ρέματα χρησιμοποιήθηκαν ως ανοικτοί υπόνομοι, καθώς οι γρήγοροι ρυθμοί
αστικοποίησης δεν επέτρεψαν την έγκαιρη κατασκευή αποχετευτικού δικτύου,
ενώ απουσίαζε κάθε μελλοντικός σχεδιασμός με όραμα και προοπτική.
Η μετατροπή των χειμάρρων σε αγωγούς ακάθαρτων νερών προκάλεσε σοβαρά
προβλήματα υγιεινής και δυσοσμίας, τα οποία ''έσυραν'' τους τότε ιθύνοντες για την
αναγκαιότητα της κάλυψης τους.
Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε ένα μεγάλο μέρος του υπογείου δικτύου
αποχέτευσης της πόλης.
Ταυτόχρονα, η καλυμμένη επιφάνεια των χειμάρρων προσέφερε το χώρο
για τη δημιουργία νέων οδικών αξόνων, απαλλάσσοντας το κράτος
από πολυέξοδες απαλλοτριώσεις, ενώ όπως διατείνονται πολλοί χωροτάκτες
απουσίαζε το όραμα για το μέλλον της Αθήνας.
Η επιβολή των νέων αστικών δικτύων, της αποχέτευσης και της κυκλοφορίας,
σε βάρος του φυσικού τοπίου οδήγησαν στην καταστροφή των ποταμών,
ρεμάτων και χειμάρρων της Αττικής.
Το γεγονός αυτό επισημάνθηκε το 1954 από το διαπρεπή αρχιτέκτονα
Δ. Πικιώνη (1887-1968) στη γνωστή ομιλία του με τίτλο "Γαίας ατίμωσις".
Καθ' όλη τη διάρκεια τον 20ου αιώνα, η Αθήνα αντιμετωπίζει τους χειμάρρους
είτε ως πρόβλημα, το οποίο επιλύεται με αντιπλημμυρικά έργα,
είτε ως ευκαιρία για τη διάνοιξη νέων αυτοκινητοδρόμων.
Σε πολύ παλαιότερους χάρτες της Αττικής, μπορούμε να διακρίνουμε
την πορεία που ακολουθούσαν σημαντικοί χείμαρροι, όπως ο Ιλισός στην οδό
Μιχαλοκοπούλου ή ο Κυκλοβόρος στην οδό Μάρνη.
Ακόμη και σήμερα, όμως, κάτω από την άσφαλτο των αθηναϊκών δρόμων κυλάει νερό,
το οποίο κατευθύνεται από τους λόφους προς τον Σαρωνικό.
Και δυστυχώς, ακόμη και σήμερα, η πόλη εξακολουθεί να καλύπτει τα ρέματα της
για να ανοίξει νέους δρόμους.
Η κάλυψη του κεντρικού κλάδου του Κηφισού μέχρι το Φάληρο ολοκληρώθηκε
μόλις το 2004 προκειμένου να διαμορφωθεί ο Ολυμπιακός δακτύλιος.
Πολλά ρέματα χρησιμοποιήθηκαν ως ανοικτοί υπόνομοι, καθώς οι γρήγοροι ρυθμοί
αστικοποίησης δεν επέτρεψαν την έγκαιρη κατασκευή αποχετευτικού δικτύου,
ενώ απουσίαζε κάθε μελλοντικός σχεδιασμός με όραμα και προοπτική.
Η μετατροπή των χειμάρρων σε αγωγούς ακάθαρτων νερών προκάλεσε σοβαρά
προβλήματα υγιεινής και δυσοσμίας, τα οποία ''έσυραν'' τους τότε ιθύνοντες για την
αναγκαιότητα της κάλυψης τους.
Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε ένα μεγάλο μέρος του υπογείου δικτύου
αποχέτευσης της πόλης.
Ταυτόχρονα, η καλυμμένη επιφάνεια των χειμάρρων προσέφερε το χώρο
για τη δημιουργία νέων οδικών αξόνων, απαλλάσσοντας το κράτος
από πολυέξοδες απαλλοτριώσεις, ενώ όπως διατείνονται πολλοί χωροτάκτες
απουσίαζε το όραμα για το μέλλον της Αθήνας.
Η επιβολή των νέων αστικών δικτύων, της αποχέτευσης και της κυκλοφορίας,
σε βάρος του φυσικού τοπίου οδήγησαν στην καταστροφή των ποταμών,
ρεμάτων και χειμάρρων της Αττικής.
Το γεγονός αυτό επισημάνθηκε το 1954 από το διαπρεπή αρχιτέκτονα
Δ. Πικιώνη (1887-1968) στη γνωστή ομιλία του με τίτλο "Γαίας ατίμωσις".
Καθ' όλη τη διάρκεια τον 20ου αιώνα, η Αθήνα αντιμετωπίζει τους χειμάρρους
είτε ως πρόβλημα, το οποίο επιλύεται με αντιπλημμυρικά έργα,
είτε ως ευκαιρία για τη διάνοιξη νέων αυτοκινητοδρόμων.
Σε πολύ παλαιότερους χάρτες της Αττικής, μπορούμε να διακρίνουμε
την πορεία που ακολουθούσαν σημαντικοί χείμαρροι, όπως ο Ιλισός στην οδό
Μιχαλοκοπούλου ή ο Κυκλοβόρος στην οδό Μάρνη.
Ακόμη και σήμερα, όμως, κάτω από την άσφαλτο των αθηναϊκών δρόμων κυλάει νερό,
το οποίο κατευθύνεται από τους λόφους προς τον Σαρωνικό.
Και δυστυχώς, ακόμη και σήμερα, η πόλη εξακολουθεί να καλύπτει τα ρέματα της
για να ανοίξει νέους δρόμους.
Η κάλυψη του κεντρικού κλάδου του Κηφισού μέχρι το Φάληρο ολοκληρώθηκε
μόλις το 2004 προκειμένου να διαμορφωθεί ο Ολυμπιακός δακτύλιος.
Τρεις ήταν οι βασικοί ποταμοί που διέρρεαν το λεκανοπέδιο των Αθηνών κατά
την αρχαιότητα, και διαμόρφωναν τα βασικά χαρακτηριστικά του φυσικού
τοπίου της Αττικής.
Οι δύο από αυτούς, ο Κηφισός και Ιλισός με τα παρακλάδια τους, απλώνονταν
μακρύτερα από τα τότε όρια της αρχαίας πόλης.
Το δυτικό και μεγαλύτερο τμήμα της πεδιάδας διέτρεχε ο Κηφισός.
την αρχαιότητα, και διαμόρφωναν τα βασικά χαρακτηριστικά του φυσικού
τοπίου της Αττικής.
Οι δύο από αυτούς, ο Κηφισός και Ιλισός με τα παρακλάδια τους, απλώνονταν
μακρύτερα από τα τότε όρια της αρχαίας πόλης.
Το δυτικό και μεγαλύτερο τμήμα της πεδιάδας διέτρεχε ο Κηφισός.
και σύμφωνα με τη μυθολογία, η εγγονή του έγινε σύζυγος του Βασιλιά
των Αθηνών Ερεχθεία.
Ο Πλούταρχος ο Χαιρωνείας και αργότερα ο Παυσανίας
(Έλληνας περιηγητής και γεωγράφος του 2ου αιώνα μ.Χ.) στα Γεωγραφικά του,
αναφέρουν ότι εκεί στις όχθες του Κηφισού περίμεναν οι ''Φυταλίδες''
τον ημίθεο Θησέα, που συνοίκησε τους Αρχαίους Αθηναίους και τον υπέβαλαν
σε κάθαρση για τους πολλούς φόνους που είχε κάνει.
Αναφέρεται, από πολύ παλιά, ότι ο Κηφισός είχε τρεις κλάδους με βασικότερο εκείνο
που διέρχεται σήμερα η ‘’Ιερά Οδός’’ στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο, όπου υπήρχε
γέφυρα για τη μετάβαση των Αθηναίων στην Ελευσίνα.
Λέγεται ότι πάνω σε αυτή τη γέφυρα συγκεντρώνονταν πολλοί Αθηναίοι
και εκτόξευαν τους ‘’εξ’αμάξης’’ αστεϊσμούς και ‘’γεφυρισμούς’’
από τους οποίους προήλθε η κωμωδία.
Ο Ηριδανός, στον Κεραμικό
Ο Κηφισός (επιφάνεια λεκάνης περίπου 381km2, παροχετεύει περίπου το 70% των νερών
του λεκανοπεδίου, το μήκος του φτάνει τα 30 χλμ, από το Κρυονέρι, ενώ το συνολικό μήκος
των πολλών παραχειμάρρων του υπερβαίνει τα 150χλμ), πηγάζει από τις νοτιοανατολικές
πλαγιές της Πάρνηθας και τις βορειοδυτικές της Πεντέλης.
Κατά την πορεία του συναντούσε πηγές και άφθονα φυσικά επιφανειακά νερά που
συνέκλιναν προς αυτόν. Επίσης σε αυτόν τελικά έρρεαν όσα νερά κατέβαιναν
από το ανατολικό Αιγάλεω όρος και από τη δυτική πλευρά της κεντρικής λοφώδους
περιοχής του λεκανοπεδίου.
Πολλά από τα νερά του Κηφισού τα εκμεταλλεύονταν οι τότε κάτοικοι με υδατοφράγματα
και με μυλαύλακες, που κινούσαν τους 18 υδρόμυλους που βρίσκονταν στην πορεία του.
Εξάλλου, στον επάνω ρου του ποταμού οι αρχαίοι είχαν κατασκευάσει υδροφράκτη
για τη συλλογή του νερού και εκεί οι Ρωμαίοι κατασκεύασαν την αρχή
του Αδριάνειου υδραγωγείου.
Στην πορεία του ο Κηφισός είναι αποδέκτης της παροχής ενός σημαντικού αριθμού
συμβαλλόντων κλάδων.
Tα κυριότερα αυτά ρέματα είναι από τη δυτική πλευρά το ρέμα Νίκαιας (Καναπιτσερή),
το ρέμα Χαϊδαρίου, το ρέμα Μόσχα, τα ρέματα Μιχελή και Λιοσίων
(γνωστό κατά τμήματα και ως ρέμα Φλέβας ή ρέμα Εσχατιάς) με κοινό έργο συμβολής
στον Κηφισό, το ρέμα Αχαρνών και το ρέμα Βαρυμπόμπης.
Από την ανατολική πλευρά του λεκανοπεδίου το ρέμα Προφήτη Δανιήλ,
ο Ποδονίφτης και η Πύρνα. Ορισμένα εξ αυτών, όπως το ρέμα Λιοσίων
και ο Ποδονίφτης αποχέτευαν σημαντικές υπολεκάνες και έχουν
επίσης σημαντικούς συμβάλλοντες κλάδους, όπως το ρέμα Αμαρουσίου, τ
ο ρέμα Χαλανδρίου, το ρέμα Φυλής, το ρέμα Ευπυρίδων και άλλα.
Αξιόλογα ρέματα συμβάλλουν ακόμη και σήμερα στα ανάντη της κοίτης
του Κηφισού τμήματα των ρεμάτων Φασίδερι, Πύρνας, Σουνά, Παλιάγιαννη,
Αγ. Αθανασίου, Γκόλφη, Άνοιξης, Κοσμοσωτήρα, Βασιλικό, Κρυονερίου, Βρυσάκι,
Βαρυμπόμπης και Χελιδονούς.
Στον Κηφισό συμβάλει μεγάλος αριθμός ρεμάτων, τα οποία στις κατοικημένες περιοχές,
κατά καιρούς, έχουν μπαζωθεί και οι βασικοί κλάδοι τους έχουν διευθετηθεί
με κλειστές ανεπαρκείς διατομές για τις σημερινές συνθήκες.
Μέρος από τα υπόψη ρέματα, κυρίως στην ανοικτή διαδρομή του ποταμού,
ανάντη των Τριών Γεφυρών και κατάντη της Αγ. Άννης μέχρι την εκβολή του
(όπως τα ρέματα Εσχατιάς, Αχαρνών, Κυκλοβόρου. Προφ. Δανιήλ. κλπ.)
δεν έχουν ακόμη διευθετηθεί. Τέλος, μέρος των λεκανών Ποδονίφτη και Νίκαιας
έχουν μερικώς εκτραπεί προς τη λεκάνη του ρέματος Ραφήνας και στον
όρμο Περάματος αντίστοιχα. Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι ανθρώπινες επεμβάσεις
τείνουν να μεταβάλουν τα όρια της φυσικής λεκάνης απορροής του Κηφισού,
είτε με την εκτροπή υδάτων άλλων λεκανών προς αυτήν
(π.χ. μερική εκτροπή Ιλισού, συλλεκτήρας υψηλής περιοχής Μοσχάτου, Καλλιθέας, Ν. Σμύρνης),
είτε με την εκτροπή υδάτων της λεκάνης του προς άλλες (π.χ. Άνω Ρούς Ποδονίφτη).
και με μυλαύλακες, που κινούσαν τους 18 υδρόμυλους που βρίσκονταν στην πορεία του.
Εξάλλου, στον επάνω ρου του ποταμού οι αρχαίοι είχαν κατασκευάσει υδροφράκτη
για τη συλλογή του νερού και εκεί οι Ρωμαίοι κατασκεύασαν την αρχή
του Αδριάνειου υδραγωγείου.
Στην πορεία του ο Κηφισός είναι αποδέκτης της παροχής ενός σημαντικού αριθμού
συμβαλλόντων κλάδων.
Tα κυριότερα αυτά ρέματα είναι από τη δυτική πλευρά το ρέμα Νίκαιας (Καναπιτσερή),
το ρέμα Χαϊδαρίου, το ρέμα Μόσχα, τα ρέματα Μιχελή και Λιοσίων
(γνωστό κατά τμήματα και ως ρέμα Φλέβας ή ρέμα Εσχατιάς) με κοινό έργο συμβολής
στον Κηφισό, το ρέμα Αχαρνών και το ρέμα Βαρυμπόμπης.
Από την ανατολική πλευρά του λεκανοπεδίου το ρέμα Προφήτη Δανιήλ,
ο Ποδονίφτης και η Πύρνα. Ορισμένα εξ αυτών, όπως το ρέμα Λιοσίων
και ο Ποδονίφτης αποχέτευαν σημαντικές υπολεκάνες και έχουν
επίσης σημαντικούς συμβάλλοντες κλάδους, όπως το ρέμα Αμαρουσίου, τ
ο ρέμα Χαλανδρίου, το ρέμα Φυλής, το ρέμα Ευπυρίδων και άλλα.
Αξιόλογα ρέματα συμβάλλουν ακόμη και σήμερα στα ανάντη της κοίτης
του Κηφισού τμήματα των ρεμάτων Φασίδερι, Πύρνας, Σουνά, Παλιάγιαννη,
Αγ. Αθανασίου, Γκόλφη, Άνοιξης, Κοσμοσωτήρα, Βασιλικό, Κρυονερίου, Βρυσάκι,
Βαρυμπόμπης και Χελιδονούς.
Στον Κηφισό συμβάλει μεγάλος αριθμός ρεμάτων, τα οποία στις κατοικημένες περιοχές,
κατά καιρούς, έχουν μπαζωθεί και οι βασικοί κλάδοι τους έχουν διευθετηθεί
με κλειστές ανεπαρκείς διατομές για τις σημερινές συνθήκες.
Μέρος από τα υπόψη ρέματα, κυρίως στην ανοικτή διαδρομή του ποταμού,
ανάντη των Τριών Γεφυρών και κατάντη της Αγ. Άννης μέχρι την εκβολή του
(όπως τα ρέματα Εσχατιάς, Αχαρνών, Κυκλοβόρου. Προφ. Δανιήλ. κλπ.)
δεν έχουν ακόμη διευθετηθεί. Τέλος, μέρος των λεκανών Ποδονίφτη και Νίκαιας
έχουν μερικώς εκτραπεί προς τη λεκάνη του ρέματος Ραφήνας και στον
όρμο Περάματος αντίστοιχα. Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι ανθρώπινες επεμβάσεις
τείνουν να μεταβάλουν τα όρια της φυσικής λεκάνης απορροής του Κηφισού,
είτε με την εκτροπή υδάτων άλλων λεκανών προς αυτήν
(π.χ. μερική εκτροπή Ιλισού, συλλεκτήρας υψηλής περιοχής Μοσχάτου, Καλλιθέας, Ν. Σμύρνης),
είτε με την εκτροπή υδάτων της λεκάνης του προς άλλες (π.χ. Άνω Ρούς Ποδονίφτη).
Σήμερα, το τελευταίο αυτό ποτάμι του λεκανοπεδίου διατηρεί ακόμη μέρος
από την ομορφιά του στα ανάντη του εγκιβωτισμού του.
Ο Κηφισός, από την Πάρνηθα μέχρι τη Μεταμόρφωση είναι ακόμη ποτάμι.
Η κοίτη του εδώ, είναι γεμάτη πλατάνια, θάμνοι με βατομουριές, καλαμιές
και σχίνα που σχηματίζουν πυκνή βλάστηση.
Εδώ το καλοκαίρι τραγουδάνε ακόμη τ`αηδόνια και τα κοτσύφια,
και πολλά στρουθιόμορφα φτιάχνουν τις φωλιές τους μέσα στη χαμηλή βλάστηση.
Μέσα στα νερά του βρίσκουμε βατράχια, κοντά στη Χελιδονού ένα μικρό
ενδημικό ψάρι τη Ντάσκα, που το βρίσκουμε επίσης και στη Μακαρία Πηγή
στο Σχοινιά του Μαραθώνα.
Ωστόσο, από τη Μεταμόρφωση και κατάντη είναι ένας οχετός λυμάτων
και αποβλήτων της μεγαλούπολης.
Ιλισός ή Ιλισσός ή Σιλισσός ή Ειλισσός ή ρέμα της Καλλιρρόης
(κατά τον Παυσανία, λέξη πελασγικής προέλευσης με προελληνική ρίζα),
ήταν ονομαστός ποταμός των αρχαίων.
Οι Αθηναίοι θεωρούσαν τον Ιλισό ιερό και στις όχθες του διατηρούσαν βωμούς
πολλών θεών, όπου τελούνταν τα ‘’Μικρά Μυστήρια’’, τα οποία σχετίζονταν
τόσο με τα ‘’Ελευσίνια’’, όσο και με ‘’Διονυσιακές’’ τελετουργίες.
Σύμφωνα με μαρτυρία του Στράβωνα, ο Ιλισσός ήταν
"χειμαρρώδης, το πλέον θέρος δε μειούται τελείως" (το μεγαλύτερο μέρος του καλοκαιριού),
ενώ ο Πλάτων τον αποκαλεί "υδάτιον" (ρεματάκι).
Ο Ιλισός, διέσχιζε το ανατολικό τμήμα του λεκανοπεδίου και ήταν πάντοτε έξω
από τα τείχη της αρχαίας Αθήνας. Λατρευόταν ως ποτάμιος θεός και στις
όχθες του υπήρχε μεγάλος αριθμός μνημείων, όπως βωμοί
(των Ιλισιάδων μουσών και του άνεμου Βορέα ),
Καλλιρρόη κρήνη, ιερό της Αρτέμιδας Αγροτέρας, Ιερό αφιερωμένο στον Πάνα,
Αχελώο και τις νύμφες (κοντά στο παναθηναϊκό Στάδιο).
Ο Ιλισός, πήγαζε από τη βορειοδυτική πλαγιά του Υμηττού, ένα σκέλος του
από την περιοχή νεκροταφείου Παπάγου-Χολαργού, κοντά στον σημερινό μοναστήρι
του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, και ένα άλλο κοντά στην Καισαριανή.
Στα ανατολικά λειτουργούσε ως βασικός συλλεκτήριος ποταμός του Βόρειου Υμηττού
από του Παπάγου μέχρι το Παγκράτι.
Κατόπιν, έρρεε δίπλα το λόφο του Αρδηττού, χωριζόταν στα δύο σχηματίζοντας
μιαν επίπεδη αμμονησίδα, και μέσα από την κοιλάδα που σχηματιζόταν ανάμεσα
στους λόφους των Μουσών (Φιλοπάππου) και της Σικελίας
(δεξιά της σημερινής λεωφόρου Συγγρού), δεχόταν στην κοίτη του τα νερά του Ηριδανού
και στη συνεχεία συναντούσε τον Κηφισό στα νοτιοανατολικά, περνώντας έξω
από τα τείχη, στα νότια της πόλης.
Δηλαδή συγκέντρωνε τα νερά του μεγαλύτερου όγκου του Υμηττού,
τμήματος της Πεντέλης, του Ν.Α. Βρηλισού, του Λυκαβηττού και του λοφώδους
τμήματος της Ακρόπολης Κατά την αρχαιότητα ο Ιλισός ήταν παραπόταμος του
Κηφισού και τον συναντούσε στην περιοχή του Ταύρου.
Αργότερα, μετά από μια σειρά εργασιών δημιουργήθηκε μια τεχνητή κοίτη
στην περιοχή Μοσχάτου και Τζιτζιφιές.
(κατά τον Παυσανία, λέξη πελασγικής προέλευσης με προελληνική ρίζα),
ήταν ονομαστός ποταμός των αρχαίων.
Οι Αθηναίοι θεωρούσαν τον Ιλισό ιερό και στις όχθες του διατηρούσαν βωμούς
πολλών θεών, όπου τελούνταν τα ‘’Μικρά Μυστήρια’’, τα οποία σχετίζονταν
τόσο με τα ‘’Ελευσίνια’’, όσο και με ‘’Διονυσιακές’’ τελετουργίες.
Σύμφωνα με μαρτυρία του Στράβωνα, ο Ιλισσός ήταν
"χειμαρρώδης, το πλέον θέρος δε μειούται τελείως" (το μεγαλύτερο μέρος του καλοκαιριού),
ενώ ο Πλάτων τον αποκαλεί "υδάτιον" (ρεματάκι).
Ο Ιλισός, διέσχιζε το ανατολικό τμήμα του λεκανοπεδίου και ήταν πάντοτε έξω
από τα τείχη της αρχαίας Αθήνας. Λατρευόταν ως ποτάμιος θεός και στις
όχθες του υπήρχε μεγάλος αριθμός μνημείων, όπως βωμοί
(των Ιλισιάδων μουσών και του άνεμου Βορέα ),
Καλλιρρόη κρήνη, ιερό της Αρτέμιδας Αγροτέρας, Ιερό αφιερωμένο στον Πάνα,
Αχελώο και τις νύμφες (κοντά στο παναθηναϊκό Στάδιο).
Ο Ιλισός, πήγαζε από τη βορειοδυτική πλαγιά του Υμηττού, ένα σκέλος του
από την περιοχή νεκροταφείου Παπάγου-Χολαργού, κοντά στον σημερινό μοναστήρι
του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, και ένα άλλο κοντά στην Καισαριανή.
Στα ανατολικά λειτουργούσε ως βασικός συλλεκτήριος ποταμός του Βόρειου Υμηττού
από του Παπάγου μέχρι το Παγκράτι.
Κατόπιν, έρρεε δίπλα το λόφο του Αρδηττού, χωριζόταν στα δύο σχηματίζοντας
μιαν επίπεδη αμμονησίδα, και μέσα από την κοιλάδα που σχηματιζόταν ανάμεσα
στους λόφους των Μουσών (Φιλοπάππου) και της Σικελίας
(δεξιά της σημερινής λεωφόρου Συγγρού), δεχόταν στην κοίτη του τα νερά του Ηριδανού
και στη συνεχεία συναντούσε τον Κηφισό στα νοτιοανατολικά, περνώντας έξω
από τα τείχη, στα νότια της πόλης.
Δηλαδή συγκέντρωνε τα νερά του μεγαλύτερου όγκου του Υμηττού,
τμήματος της Πεντέλης, του Ν.Α. Βρηλισού, του Λυκαβηττού και του λοφώδους
τμήματος της Ακρόπολης Κατά την αρχαιότητα ο Ιλισός ήταν παραπόταμος του
Κηφισού και τον συναντούσε στην περιοχή του Ταύρου.
Αργότερα, μετά από μια σειρά εργασιών δημιουργήθηκε μια τεχνητή κοίτη
στην περιοχή Μοσχάτου και Τζιτζιφιές.
Ο Ιλισός έχει νερό, ακόμα και το καλοκαίρι, που σήμερα όμως κυλάει σχεδόν
σε όλη τη διαδρομή του υπόγεια.
Παλαιότερα ως ανοιχτός ποταμός περνούσε από τη Βασιλίσσης Σοφίας,
μπροστά από το Παναθηναϊκό Στάδιο, συνέχιζε κάτω από την Καλλιρρόης
και μόνο στην οδό Παν. Τσαλδάρη στην Καλλιθέα υπάρχει ένα σημείο του ανοικτό,
προτού καταλήξει στη θάλασσα..
Στον Φαληρικό όρμο υπήρχε το Δέλτα του Κηφισού και του Ιλισού.
Αναφορές γι`αυτό υπάρχουν στον Αριστοτέλη και στον Πλίνιο.
Βαλσαμωμένα πουλιά από το Φαληρικό Δέλτα, όπως υδρόβια
(Αγριόχηνες, Πάπιες, Κύκνοι, Πελεκάνοι) και παρυδάτια
(Τουρλιά, Τρύγγες, Σκαλίδρες) βρίσκονται στη συλλογή του Ζωολογικού Μουσείου
της Αθήνας με υλικό από το 1858 -1920.
Σήμερα στην εκβολή του Ιλισού, ανάμεσα στο Μοσχάτο και τις Τζιτζιφιές,
διατηρείται μικρό υπόλειμμα από τον μεγάλο υγρότοπο που κάλυπτε κάποτε την περιοχή.
Η εκβολή του Ιλισού είναι ένας σημαντικός σταθμός για τα πουλιά κατά
τη διάρκεια της αποδημίας τους.
Στην περιοχή, κατά καιρούς, έχουν καταμετρηθεί από διάφορους ορνιθολόγους
120 είδη πουλιών, μερικά από τα οποία μάλιστα είναι πολύ σπάνια σήμερα στην Αττική.
Έχουν παρατηρηθεί πολλά Χαραδριόμορφα, Ποταμοσφυρίκτες (Charadrius dubius),
Κορμοράνοι, Αλκυόνες (Alcedo atthis), Τσικνιάδες, Χήνες, Στρουθιόμορφα,
και Αρπακτικά ακόμη.
Παλαιότερα, στις αρχές του αιώνα, στο Φαληρικό Δέλτα, φύτρωναν στις αμμοθίνες,
σύμφωνα με τον αυστριακό βοτανολόγο HaIacsy, πάνω από 250 είδη φυτών, μεταξύ
των οποίων και ένα πολύ σπάνιο λουλούδι, ο Θαλάσσιος Κρίνος ή Κρίνος
του Φαλήρου (Pancratium maritimum).
Η περιοχή του δέλτα Φαλήρου λεγόταν ‘’Αλίπεδο" και κατά την περίοδο
της επανάστασης "βοϊδολίβαδο", γιατί εδώ έβοσκαν γελάδια, ανάμεσα στους καλαμιώνες,
στα βαλτοτόπια και στα υγρολίβαδα.
σε όλη τη διαδρομή του υπόγεια.
Παλαιότερα ως ανοιχτός ποταμός περνούσε από τη Βασιλίσσης Σοφίας,
μπροστά από το Παναθηναϊκό Στάδιο, συνέχιζε κάτω από την Καλλιρρόης
και μόνο στην οδό Παν. Τσαλδάρη στην Καλλιθέα υπάρχει ένα σημείο του ανοικτό,
προτού καταλήξει στη θάλασσα..
Στον Φαληρικό όρμο υπήρχε το Δέλτα του Κηφισού και του Ιλισού.
Αναφορές γι`αυτό υπάρχουν στον Αριστοτέλη και στον Πλίνιο.
Βαλσαμωμένα πουλιά από το Φαληρικό Δέλτα, όπως υδρόβια
(Αγριόχηνες, Πάπιες, Κύκνοι, Πελεκάνοι) και παρυδάτια
(Τουρλιά, Τρύγγες, Σκαλίδρες) βρίσκονται στη συλλογή του Ζωολογικού Μουσείου
της Αθήνας με υλικό από το 1858 -1920.
Σήμερα στην εκβολή του Ιλισού, ανάμεσα στο Μοσχάτο και τις Τζιτζιφιές,
διατηρείται μικρό υπόλειμμα από τον μεγάλο υγρότοπο που κάλυπτε κάποτε την περιοχή.
Η εκβολή του Ιλισού είναι ένας σημαντικός σταθμός για τα πουλιά κατά
τη διάρκεια της αποδημίας τους.
Στην περιοχή, κατά καιρούς, έχουν καταμετρηθεί από διάφορους ορνιθολόγους
120 είδη πουλιών, μερικά από τα οποία μάλιστα είναι πολύ σπάνια σήμερα στην Αττική.
Έχουν παρατηρηθεί πολλά Χαραδριόμορφα, Ποταμοσφυρίκτες (Charadrius dubius),
Κορμοράνοι, Αλκυόνες (Alcedo atthis), Τσικνιάδες, Χήνες, Στρουθιόμορφα,
και Αρπακτικά ακόμη.
Παλαιότερα, στις αρχές του αιώνα, στο Φαληρικό Δέλτα, φύτρωναν στις αμμοθίνες,
σύμφωνα με τον αυστριακό βοτανολόγο HaIacsy, πάνω από 250 είδη φυτών, μεταξύ
των οποίων και ένα πολύ σπάνιο λουλούδι, ο Θαλάσσιος Κρίνος ή Κρίνος
του Φαλήρου (Pancratium maritimum).
Η περιοχή του δέλτα Φαλήρου λεγόταν ‘’Αλίπεδο" και κατά την περίοδο
της επανάστασης "βοϊδολίβαδο", γιατί εδώ έβοσκαν γελάδια, ανάμεσα στους καλαμιώνες,
στα βαλτοτόπια και στα υγρολίβαδα.
Η περιοχή του Ιλισσού ήταν ο αγαπημένος τόπος για μελέτη και περισυλλογή
των αρχαίων Αθηναίων. Για τη φύση του παρα-Ιλίσιου τοπίου υπάρχουν στοιχεία
για τη φύση και το τοπίο του στο "Φαίδρο" του Πλάτωνα.
Στο τοπίο του "Φαίδρου" με την "αμφιλαφή και υψηλήν πλάτανον" στις όχθες του ποταμού,
υπήρχε και μικρή αλλά "χαριεστάτη πηγή μόλα ψυχρού ύδατος" και μεγάλη και σύσκια λυγαριά,
που με τα άνθη της ευωδίαζε τον αέρα.
Ο Σωκράτης, αφού περνούσε ξυπόλυτος μέσα από την κοίτη του ποταμού,
που είχε λίγα αλλά "χαρίεντα και διαφανή" νερά, γιατί ήταν καλοκαίρι, καθόταν
στον ίσκιο ενός μεγάλου πλατανιού με συντροφιά το αδιάκοπο τραγούδι
των τζιτζικιών και το θρόισμα των φύλλων από τη δροσερή πνοή του ανέμου.
Από την αρχαιότητα μέχρι και τον 19ο αιώνα τα νερά του ποταμού, τουλάχιστον το χειμώνα,
ήταν άφθονα.
Ο Στράβωνας αναφέρει ότι το χειμώνα πλημμύριζε παρασύροντας ακόμη και ρίζες δέντρων,
ενώ το καλοκαίρι τα νερά του μειώνονταν σημαντικά.
των αρχαίων Αθηναίων. Για τη φύση του παρα-Ιλίσιου τοπίου υπάρχουν στοιχεία
για τη φύση και το τοπίο του στο "Φαίδρο" του Πλάτωνα.
Στο τοπίο του "Φαίδρου" με την "αμφιλαφή και υψηλήν πλάτανον" στις όχθες του ποταμού,
υπήρχε και μικρή αλλά "χαριεστάτη πηγή μόλα ψυχρού ύδατος" και μεγάλη και σύσκια λυγαριά,
που με τα άνθη της ευωδίαζε τον αέρα.
Ο Σωκράτης, αφού περνούσε ξυπόλυτος μέσα από την κοίτη του ποταμού,
που είχε λίγα αλλά "χαρίεντα και διαφανή" νερά, γιατί ήταν καλοκαίρι, καθόταν
στον ίσκιο ενός μεγάλου πλατανιού με συντροφιά το αδιάκοπο τραγούδι
των τζιτζικιών και το θρόισμα των φύλλων από τη δροσερή πνοή του ανέμου.
Από την αρχαιότητα μέχρι και τον 19ο αιώνα τα νερά του ποταμού, τουλάχιστον το χειμώνα,
ήταν άφθονα.
Ο Στράβωνας αναφέρει ότι το χειμώνα πλημμύριζε παρασύροντας ακόμη και ρίζες δέντρων,
ενώ το καλοκαίρι τα νερά του μειώνονταν σημαντικά.
Ο Πλάτωνας αναφέρεται στον Ιλισό και τον Ηριδανό ως τα δύο ποτάμια
της Αθήνας που περιέβαλλαν την πόλη και την οριοθετούσαν,
ο Ηριδανός από Βορρά και ο Ιλισός από τη Νότια και Ανατολική πλευρά.
Από την αρχαιότητα είχαν γίνει έργα ύδρευσης (πηγή Καλλιρόη).
Περίπου στα 510 π.Χ. γίνεται ένα γιγάντιο τεχνικό έργο,
το «Πεισιστράτειο υδραγωγείο».
Το υδραγωγείο βγαίνει από την πόλη, για να αναζητήσει τα νερά του Ιλισού είτε
στην επιφάνεια με την εικαζόμενη Εννεάκρουνο κρήνη είτε στις βορειοανατολικές
πηγές του Ιλισού.
Κατά μία άποψη το Πεισιστράτειο υδραγωγείο υδρομάστευε την πηγή που βρισκόταν
στις ΒΑ χαμηλές υπώρειες του Υμηττού, στου Γουδί, κάπου στην οδό Αγ Λαύρας
στο ύψος του Αγ Θωμά, δίπλα στην κοίτη του Ιλισού και των πολλών
παραποτάμων του εκεί.
Κατ'άλλους το Πεισιστράτειο υδραγωγείο συνέχιζε, παρακολουθώντας την κοίτη
του Ιλισού μέχρι ψηλά στο Χολαργό, κάπου μεταξύ της Μονής του Αγ Ιωάννη του Θεολόγου,
της συνέχειας της οδού Αναστάσεως προς τον Υμηττό και μέχρις ένα χιλιόμετρο
νοτιοανατολικώς της πλατείας Παπαφλέσσα, στον Άνω Χολαργό.
της Αθήνας που περιέβαλλαν την πόλη και την οριοθετούσαν,
ο Ηριδανός από Βορρά και ο Ιλισός από τη Νότια και Ανατολική πλευρά.
Από την αρχαιότητα είχαν γίνει έργα ύδρευσης (πηγή Καλλιρόη).
Περίπου στα 510 π.Χ. γίνεται ένα γιγάντιο τεχνικό έργο,
το «Πεισιστράτειο υδραγωγείο».
Το υδραγωγείο βγαίνει από την πόλη, για να αναζητήσει τα νερά του Ιλισού είτε
στην επιφάνεια με την εικαζόμενη Εννεάκρουνο κρήνη είτε στις βορειοανατολικές
πηγές του Ιλισού.
Κατά μία άποψη το Πεισιστράτειο υδραγωγείο υδρομάστευε την πηγή που βρισκόταν
στις ΒΑ χαμηλές υπώρειες του Υμηττού, στου Γουδί, κάπου στην οδό Αγ Λαύρας
στο ύψος του Αγ Θωμά, δίπλα στην κοίτη του Ιλισού και των πολλών
παραποτάμων του εκεί.
Κατ'άλλους το Πεισιστράτειο υδραγωγείο συνέχιζε, παρακολουθώντας την κοίτη
του Ιλισού μέχρι ψηλά στο Χολαργό, κάπου μεταξύ της Μονής του Αγ Ιωάννη του Θεολόγου,
της συνέχειας της οδού Αναστάσεως προς τον Υμηττό και μέχρις ένα χιλιόμετρο
νοτιοανατολικώς της πλατείας Παπαφλέσσα, στον Άνω Χολαργό.
Η κοίτη του άλλοτε ιερού ποταμού των αρχαίων Αθηνών, ξεκίνησε να καλύπτεται
επί Μεταξά, το 1939, με τη χαρακτηριστική του φράση :
«Θάπτομεν τον Ιλισόν».
Μέχρι και το 1946, όταν ο Ιλισός είχε τρεχούμενο νερό, ακόμα και το καλοκαίρι
διατηρούσε γεμάτες δυο μεγάλες νερολακούβες
(στο ύψος της οδού Δαμασίππου στου Ζωγράφου), όπου τα παιδιά έκαναν μπάνιο,
σαν τα παιδιά της αρχαίας Αθήνας που κολυμπούσαν στο «Βούθουλα»
του Ιλισού στην Καλλιρρόη.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ολοκληρώθηκε η κάλυψη της κοίτης του ποταμού
και τη θέση του ποταμού πήραν οι οδοί Μιχαλακοπούλου,
Βασιλέως Κωνσταντίνου και Καλλιρόης.
Μοναδικό ορατό σημείο της σκεπασμένης κοίτης του βρίσκεται νότια των Στύλων
του Ολυμπίου Διός, όπου η εκκλησία της Αγ Φωτεινής.
Κατά τη διάρκεια των έργων κάλυψης το ποτάμι εξετράπη και δημιουργήθηκε νέα κοίτη
κάτω από την Λεωφόρο Παναγή Τσαλδάρη στα όρια των Δήμων Μοσχάτου
και Καλλιθέας, η οποία εκβάλλει στο Φαληρικό όρμο.
Σήμερα ο Ιλισός στο μεγαλύτερο τμήμα του είναι καλυμμένος
και χρησιμοποιείται ως αποχετευτικός αγωγός.
επί Μεταξά, το 1939, με τη χαρακτηριστική του φράση :
«Θάπτομεν τον Ιλισόν».
Μέχρι και το 1946, όταν ο Ιλισός είχε τρεχούμενο νερό, ακόμα και το καλοκαίρι
διατηρούσε γεμάτες δυο μεγάλες νερολακούβες
(στο ύψος της οδού Δαμασίππου στου Ζωγράφου), όπου τα παιδιά έκαναν μπάνιο,
σαν τα παιδιά της αρχαίας Αθήνας που κολυμπούσαν στο «Βούθουλα»
του Ιλισού στην Καλλιρρόη.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ολοκληρώθηκε η κάλυψη της κοίτης του ποταμού
και τη θέση του ποταμού πήραν οι οδοί Μιχαλακοπούλου,
Βασιλέως Κωνσταντίνου και Καλλιρόης.
Μοναδικό ορατό σημείο της σκεπασμένης κοίτης του βρίσκεται νότια των Στύλων
του Ολυμπίου Διός, όπου η εκκλησία της Αγ Φωτεινής.
Κατά τη διάρκεια των έργων κάλυψης το ποτάμι εξετράπη και δημιουργήθηκε νέα κοίτη
κάτω από την Λεωφόρο Παναγή Τσαλδάρη στα όρια των Δήμων Μοσχάτου
και Καλλιθέας, η οποία εκβάλλει στο Φαληρικό όρμο.
Σήμερα ο Ιλισός στο μεγαλύτερο τμήμα του είναι καλυμμένος
και χρησιμοποιείται ως αποχετευτικός αγωγός.
- Μικρότερος των δύο προηγούμενων ήταν ο Ηριδανός.
Σύμφωνα με το Στράβωνα, οι πηγές του Ηριδανού ποταμού βρίσκονταν
κοντά στους νότιους πρόποδες του Λυκαβηττού, απέναντι από τις πύλες
του ‘’Διοχάρους’’, όπου βρίσκεται και η ‘’Πάνοπος’’ κρήνη.
Ο Παυσανίας (περιηγητής και γεωγράφος του 2ουαιώνα μ.Χ.) )
στα Αττικά του πιστοποιεί την παρουσία του Ηριδανού στην Αθήνα και μάλιστα
αναφέρει ότι τα νερά του κατέληγαν στον Ιλισσό ποταμό.
Κατόπιν, κυλούσε βόρεια της Ακρόπολης, περνούσε μέσα από την Αγορά
και συνεχίζοντας τη ροή του βορειοδυτικά, κατά μήκος της βόρειας περιοχής
της Πνύκας, εξερχόταν του τείχους της πόλης, σε σημείο κοντά στην ‘’Ιερά Πύλη’’.
Κατόπιν, χανόταν υπογείως για μερικές εκατοντάδες μέτρα, εμφανιζόταν
πάλι στην επιφάνεια, στρεφόταν προς τα νότια, όπου και συναντούσε
και ενώνονταν με τον Ιλισό.
Ήδη από τα χρόνια της επέκτασης της πόλης από το Θεμιστοκλή περιελήφθη εντός
των τειχών της, ενώ στους ρωμαϊκούς χρόνους φαίνεται ότι καλύφθηκε
και κατασκευάσθηκε μεγάλος οχετός εντός της κοίτης του. Σήμερα ο Ηριδανός,
με εμφανή τα φυσικά χαρακτηριστικά ενός ποταμού (κοίτη, φυσικά και τεχνητά αναχώματα),
είναι ορατός μόνο στον αρχαιολογικό χώρο των ανασκαφών του Κεραμικού.
Η κοίτη του ποταμού, πλάτους 2 μ., διασχίζει τον αρχαιολογικό χώρο από τα ανατολικά
προς τα δυτικά σε μήκος περίπου 190 μ.
Σε όλο το μήκος αυτής της διαδρομής είναι εμφανείς όλες οι διαχρονικές
ανθρώπινες επεμβάσεις.
Σύμφωνα με το Στράβωνα, οι πηγές του Ηριδανού ποταμού βρίσκονταν
κοντά στους νότιους πρόποδες του Λυκαβηττού, απέναντι από τις πύλες
του ‘’Διοχάρους’’, όπου βρίσκεται και η ‘’Πάνοπος’’ κρήνη.
Ο Παυσανίας (περιηγητής και γεωγράφος του 2ουαιώνα μ.Χ.) )
στα Αττικά του πιστοποιεί την παρουσία του Ηριδανού στην Αθήνα και μάλιστα
αναφέρει ότι τα νερά του κατέληγαν στον Ιλισσό ποταμό.
Κατόπιν, κυλούσε βόρεια της Ακρόπολης, περνούσε μέσα από την Αγορά
και συνεχίζοντας τη ροή του βορειοδυτικά, κατά μήκος της βόρειας περιοχής
της Πνύκας, εξερχόταν του τείχους της πόλης, σε σημείο κοντά στην ‘’Ιερά Πύλη’’.
Κατόπιν, χανόταν υπογείως για μερικές εκατοντάδες μέτρα, εμφανιζόταν
πάλι στην επιφάνεια, στρεφόταν προς τα νότια, όπου και συναντούσε
και ενώνονταν με τον Ιλισό.
Ήδη από τα χρόνια της επέκτασης της πόλης από το Θεμιστοκλή περιελήφθη εντός
των τειχών της, ενώ στους ρωμαϊκούς χρόνους φαίνεται ότι καλύφθηκε
και κατασκευάσθηκε μεγάλος οχετός εντός της κοίτης του. Σήμερα ο Ηριδανός,
με εμφανή τα φυσικά χαρακτηριστικά ενός ποταμού (κοίτη, φυσικά και τεχνητά αναχώματα),
είναι ορατός μόνο στον αρχαιολογικό χώρο των ανασκαφών του Κεραμικού.
Η κοίτη του ποταμού, πλάτους 2 μ., διασχίζει τον αρχαιολογικό χώρο από τα ανατολικά
προς τα δυτικά σε μήκος περίπου 190 μ.
Σε όλο το μήκος αυτής της διαδρομής είναι εμφανείς όλες οι διαχρονικές
ανθρώπινες επεμβάσεις.
Στο κέντρο της Αθήνας από αρχαιοτάτων χρόνων έχουν περιγραφεί και άλλα μικρότερα
ρέματα και χείμαρροι όπως το Σωτηράκι (δυτικά Αγ.Γεωργίου Ριζάρη),
άλλος κλάδος του πάνω από το νοσοκομείο Ευαγγελισμός και τη Μονή Πετράκη
(Γεννάδειος Βιβλιοθήκη), και άλλος κλάδος του πάνω από το Μονή Πετράκη
στην πλαγιά του Λυκαβηττού στις οδούς Αθηναίων Εφήβων,
και Αναπήρων Πολέμου, Ναυάρχου Μπένση, Χατζηγιάννη Μέξη και ενώνονταν
με τον Ιλισό στα νοτιοανατολικά του ξενοδοχείου Χίλτον.
Εξάλλου, στην ευρύτερη περιοχή των Αθηνών, εκτός των προαναφερθέντων,
υπήρχαν και μικρότεροι ποταμοί ή μάλλον χείμαρροι και ρέματα που μετέφεραν νερό
μόνο κατά τις ημέρες των βροχών.
Μεταξύ αυτών είναι ο Σκίρος, ο Κυκλοβόρος, ο Ευπυρίδωνας, Σφακίων, Μιχελή,
Λιοσίων, Προφ. Δανιήλ, Θεσσαλονίκης, Πύρνας, ο Βουρλοπόταμος ή Ξηροτάγαρος,
ο Βοϊδοπνίχτης, ο Ελάσσων ή Αλασσώνας, το Λυκόρεμα, , ο Ποδονίφτης,
το Ρέμα Χαλανδρίου, ο Βρηλισσός, το ρέμα της Πικροδάφνης, η ρεματιά της Φιλοθέης,
το ρέμα της Χελιδονούς και άλλα πολύ μικρότερα.
Οι υπάρχουσες περιγραφές αφορούν τα πιο κάτω.
- Ο Σκίρος ήταν παραπόταμος του Ιλισού, έριχνε τα νερά του λίγο πριν συναντηθεί
με τον Κηφισό και βρισκόταν 600 μέτρα δυτικά του ‘’Δίπυλου’’.
Ονομάστηκε έτσι ίσως από την πλούσια βλάστηση που έδινε καλή σκιά ή σε ένα
συνώνυμο εύφορο έδαφος που έπαιρναν από αυτόν οι γύρω κάτοικοι ή γιατί εκεί
κοντά φονεύθηκε και τάφηκε ο μάντης Σκίρος από
τη Δωδώνη της Ηπείρου.
- Ο Βοϊδοπνίχτηςξεκινούσε από το Λυκαβηττό και χωριζόταν, με ένα μέρος του
να περνάει από την οδό Δημοκρίτου και την οδό Ακαδημίας προς το Αρσάκειο
και ένας άλλος κλάδος στις Στήλες του Ολυμπίου Διός συναντούσε τον Ιλισό.
- Ο Κυκλόβορος, ένας από τους μεγαλύτερους χείμαρρους της Αθήνας με θορυβώδη
και ορμητικά νερά, ξεκινούσε από τα Τουρκοβούνια, περιοχή Γκύζη,
έφθανε στο Πεδίον του Άρεως και διαμέσου της οδού Μάρνη κατέληγε
στην πλατεία Βάθη ή κατ’άλλους κατέβαινε την οδό Κορδικτώνος και ο τα ίχνη του
χάνοντας κάπου εκεί στην οδό Παρασίου, κοντά στην πλατεία Αττικής.
Ο Αριστοφάνης αναφέρει το όνομα στους Ιππείς, ότι δηλαδή
‘’ο Κλέων ως φωνακλάς είχε τη φωνή του Κυκλοβόρου’’.
Σχεδόν παράλληλα με τον Κυκλοβόρο υπήρχε ο χείμαρρος του Αγ. Στυλιανού,
Πεδίο Άρεως, που διερχόταν από τις σημερινές οδούς Αμφείας, Νορντάου,
Βαλτινών και Μπούσγου. Στη συνέχεια από την οδό Στουρνάρη και έφθανε
στην πλατεία Βάθης, όπου συναντούσε ένα μικρό ρέμα που κατέβαινε από
το λόφο του Στρέφη.
- Ο Αλασσώνας και το ρέμα Πήδημα της Γριάς διέσχιζαν αντίστοιχα το Παγκράτι
και το Βύρωνα.
Ο Αλασσώνας είχε την αρχή του σε ένα κοίλωμα κοντά στην εκκλησία
του Προφήτη Ηλία στο Παγκράτι όπου κατέληγαν δύο χαραδρώσεις.
Κατόπιν είχε πορεία τις οδούς Φρύνης, Αρχέλαου, Σπ.Μερκούρη, Αμύντα
και συνέβαλλε στον Ιλισό στη λεωφόρο Βασ. Κωνσταντίνου.
Ο χείμαρρος Φαράγγι ή Φάραγγα της Καισαριανής ή κατ’άλλους Ηριδανός
της Καισαριανής, δίπλα από τη σημερινή Πανεπιστημιούπολη Ιλισίων, είναι
το σημαντικότερο παρακλάδι του Ιλισού.
Σε αυτόν διοχετεύονταν τα νερά από τις πηγές της Καισαριανής και της Καλοπούλας.
Κατά τον γεωλόγο Α. Κορδέλλα (1875) ΄΄η φάραγγα της Καισαριανής’’
είχε την κοίτη στο Γουδή, νότια του Αγ. Θωμά, πότιζε τους λαχανόκηπους
στους κάτω Αμπελοκήπους, τον ανακτορικό κήπο στο Γουδή και έδινε νερό σε δύο
υδραγωγεία της περιοχής.
- Το Διαβολόρεμα ξεκινούσε από τη ΝΔ πλευρά του Βριλησσού, περνούσε βόρεια
του σημερινού Δημοτικού Γηροκομείου, συναντούσε τη σημερινή λεωφόρο Κηφισίας,
κοντά στο ‘’Φόρο’’ Ψυχικού, εκεί ενώνονταν με την κοίτη ενός άλλου μικρού ρέματος,
συνέχιζε την πορεία του στη σημερινή οδό Σεβαστουπόλεως, περνούσε κοντά
στον Ερυθρό Σταυρό και σύμβαλλε με τον Ιλισό στην οδό Μιχαλακοπούλου.
- Ο Βουρλοπόταμος (ή Ξηροτάγαρος) χυνόταν στο Φαληρικό δέλτα ερχόμενος
από την περιοχή της Αμφιθέας, Ν. Σμύρνης.
-Το ρέμα της Πικροδάφνης, είναι ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα ρέματα
της Αττικής, το οποίο εξακολουθεί να διατηρεί ορισμένα σημαντικά
υδρομορφολογικά και βιολογικά χαρακτηριστικά του.
Πηγάζει από τις δυτικες πλαγιές του Υμηττού, στην περιοχή του Καρέα,
διέρχεται μέσα από τον αστικό ιστό της πόλης
( Βύρωνα, Ηλιούπολη, Αγίος Δημητρίος, Παλαιό Φάληρο) και εκβάλλει
στη θάλασσα στο Μπάτη, Π. Φαλήρου.
Από το συνολικό μήκος του ρέματος (περίπου 9.3χλμ), τα 6χλμ περίπου διατηρούν
ακόμα την φυσική του κοίτη, ενώ τα υπόλοιπα είναι εγκιβωτισμένα.
Το φυσικό περιβάλλον του ρέματος Πικροδάφνης είναι σε ένα βαθμό υποβαθμισμένο,
λόγω αστικών πιέσεων και πιο συγκεκριμένα λόγω της ανεξέλεγκτης δόμησης
στην παρόχθια ζώνη, την κατά τόπους παράνομη απόρριψη απορριμμάτων
και της διευθέτησης της φυσικής κοίτης.
Το ρέμα παρουσιάζει ροή τους σχεδόν όλο το έτος, ενώ χαρακτηρίζεται, σε τμήματα του,
από την παρουσία μαιάνδρων, πλημμυρικών όχθων και μικρών ταμιευτήρων.
-Το ρέμα του Ποδονίφτη ονομάστηκε έτσι από το ποδόλουτρο των στρατιωτών,
οι οποίοι έκαναν τον τακτικό στρατιωτικό τους περίπατο στην περιοχή που ήταν
τότε ακατοίκητη. Το ρέμα αυτό είναι προς τα κατάντη παραπόταμος του Κηφισού
και στα ανάντη δέχεται τα νερά του ρέματος Χαλανδρίου και μικρών ρεμάτων
από τη Φιλοθέη.
Οι απαρχές του (ρέμα Χαλανδρίου, Πολυδρόσου, Βριλισσίων, Μελισσίων κ.ά)
βρίσκονται κοντά στην μονή Πεντέλης. Σήμερα οι πηγές του έχουν στερέψει.
Στη συνέχεια παίρνει κατεύθυνση προς το Χαλάνδρι, όπου δέχεται τα νερά
ενός μικρού παραπόταμου, που ξεκινάει από την περιοχή της Δούκισσας της Πλακεντίας.
Σε αυτή την περιοχή η κοίτη του είναι μικρή και μπαζωμένη.
Πιο κάτω έχει σκεπαστεί από ένα δρόμο και η πορεία του κοντά στο Νομισματοκοπείο
και ως τη λεωφόρο Κηφισίας είναι υπόγεια.
Στη Φιλοθέη διατηρεί τη φυσική του ομορφιά.
Στη Νέα Ιωνία το ποτάμι είναι τώρα δρόμος.
Στη Νέα Ιωνίας-Χαλκηδόνα ο Ποδονίφτης είναι ακόμη καταπράσινος και στις όχθες του
υπάρχουν λεύκες, πλατάνια, πεύκα, καλαμιές, ευκάλυπτοι και πικροδάφνες.
Ένας άλλος κλάδος του Ποδονίφτη, ξεκινά από τις βόρειες παρυφές του Υμηττού,
συμβάλλει αρχικά με το ρέμα Βριλησσίων και στη συνέχεια ενώνεται
με το ρέμα Χαλανδρίου σχηματίζοντας την κύρια μισγάγγεια του Ποδονίφτη.
Ακολούθως, ο κύριος κλάδος αλλάζει διεύθυνση στρεφόμενος δυτικά και κατά
την διαδρομή του ενώνεται με τα επίσης σημαντικά ρέματα Αμαρουσίου
και Μαγκουφάνας (Μεταμόρφωση).
Στη συνέχεια, ο Ποδονίφτης στρέφεται ξανά νοτιοδυτικά και αφού δεχθεί
τα νερά του ρέματος Γιαμπουρλά και του κλειστού αγωγού της Λαμπρινής
συμβάλλει με τον Κηφισσό στην περιοχή "Τρεις Γέφυρες".
Η περιοχή εθεωρείτο εξοχή και τόπος εκδρομής για τους παλιούς Αθηναίους
μέχρι το 1940.
Στις όχθες του υπήρχε πυκνή βλάστηση, στην οποία έβρισκαν καταφύγιο χιλιάδες πουλιά.
Ήταν καθαρός με πόσιμο νερό μέχρι το 1928.
Οι νοικοκυρές έπλεναν τα ρούχα τους μέχρι το 1944.
Το «τριπόταμο», η συμβολή του ποταμού με τους δύο κυριότερους παραποτάμους του,
το ρέμα του Χαλανδρίου (ο αρχαίος Βριλησσός) και το ρέμα του Αμαρουσίου,
δεν υπάρχει πια.
Ευτυχώς που το ρέμα του Χαλανδρίου και το ρέμα του Αμαρουσίου διατηρούν ακόμη
τα νερά τους και την κάποια ομορφιά τους.
- Το ρέμα Πολυδρόσου ή ρέμα Χαλανδρίου ή ρέμα Πεντέλης-Χαλανδρίου ή Ρεματιά
για τους ντόπιους, είναι μεγάλος σε μήκος χείμαρρος, με βαθιές κοίτες σε πολλές
περιοχές που πότιζε τα παλαιότερα χρόνια την εύφορη γη των Χαλανδραίων.
Πηγάζει από τις παρυφές της Πεντέλης, διατρέχει τα σημερινά Μελίσσια,
Βριλήσσια και Χαλάνδρι, ενώνεται με άλλους χείμαρρους και ρέματα ανάμεσα
στην περιοχή Φιλοθέης, Αλσούπολης και τελικά ενώνεται με το ρέμα
του Ποδονίφτη στη Ν. Ιωνία.
Η Ρεματιά υπήρξε και η αφορμή του εποικισμού του δήμου Φλύας από πολύ παλιά,
καθώς τα νερά που χύνονταν έδιναν ζωή στη χλωρίδα και την πανίδα της περιοχής.
Πλούτισε τις περιοχές που διαρρέει με πλούσια βλάστηση από πλατάνια,
ιτιές και ευκάλυπτους.
Στους πρόποδες της Πεντέλης κύριος όγκος της βλάστησης αποτελείται
από μεσογειακά δάση πεύκου, πουρνάρια, μυρτιές και σχίνα.
Από ιστορικά στοιχεία φαίνεται πως συνέβαλε στο δεύτερο σύστημα υδροδότησης
της Αττικής κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, μετά την ύδρευση από τον Υμηττό,
ενώ στάθηκε και η αφορμή για την ανάδειξη των περιοχών απ' όπου διέρχεται,
ως μερικές από τις πιο όμορφες οικιστικές ζώνες του λεκανοπεδίου.
Στην αρχαιότητα και στα Αττικά του Παυσανία μαθαίνουμε πως η περιοχή
του Χαλανδρίου της Αγίας Παρασκευής και της Παιανίας αποτελούσε
τον μεγάλο δήμο της Φλύας.
- Ο Βριλησσός ή Βριληττός.
(προέρχεται από τα "βρι=ισχυρός","βριάω=έχω ισχύ, σφύζω από δύναμη" + "λη"
από το "λάας=πέτρα, λίθος" και την κατάληξη "τος"),
ρέει ανατολικότερα του ρέματος Χαλανδρίου.
Είναι, μικρό ρέμα, έρχεται από την Πεντέλη, έχει μπαζωθεί
στην περιοχή Πάτημα Χαλανδρίου, περνάει τον Προσφυγικό Συνοικισμό
και ενώνεται πλέον σκεπαστός προς την Φιλοθέη στο ύψος του Θεραπευτήριου Υγεία
με το ρέμα Πολυδρόσου.
- Ο Αττικός Κηφισός που παλιά διατηρούσε αυτό το όνομα είναι ένα άλλο ρέμα
που ερχόταν ανάμεσα στην Αγία Παρασκευή, Χαλάνδρι και Κάτω Χαλάνδρι
και ξεκινούσε από την ανατολική Πεντέλη, και κατευθυνόταν προς τη Φιλοθέη.
Σήμερα το ρέμα αυτό στην οδό Σαρανταπόρου είναι σκεπασμένο και μόνο εκεί
που διασχίζει το πάρκο της στο ύψος του θερινού κινηματογράφου Φιλοθέη
παραμένει ακάλυπτο. Όλη η περιοχή προπολεμικά ποτιζόταν από άφθονα τρεχούμενα
πηγαία και υπόγεια νερά και είχε πολύ γόνιμα εδάφη, περιβόλια, αμπελώνες,
οπωροφόρα δέντρα παντού.
Ένας καταπράσινος ελαιώνας επεκτεινόταν στην περιοχή της Αγίας Άννας μέχρι
το παρκάκι της οδού Παπανικολή.
Η περιοχή, αποτελούσε τότε το εξοχικό Χαλάνδρι τόπο θερινών διακοπών
για πολλούς Αθηναίους.
Από την περιοχή αυτή περνάει και το Υδραγωγείο του Αδριανού,
(κατασκευάσθηκε ως επί το πλείστον υπογείως, περίπου το 125-140 μ.Χ
από τα πλούσια νερά της Πεντέλης), σε μεγάλο βάθος από την κεντρική πλατεία
και ανάμεσα στις οδούς Εθνικής Αντιστάσεως και Αποστολοπούλου κατέβαινε
στην Αθήνα (δεξαμενή Κολωνακίου).
- Το ρέμα Κοκκιναρά ή Αμαρουσίου.
Η λεκάνη απορροής του ρέματος Αμαρουσίου, αποτελεί υπολεκάνη του Ποδονίφτη,
συμβάλει με τον Ποδονίφτη στην περιοχή της Φιλοθέης,
ο οποίος έχει τελικό αποδέκτη τον Κηφισό.
Το ρέμα Αμαρουσίου, από τις εκβολές του στον Ποδονίφτη μέχρι το πλέον ανάντη άκρο
του έχει συνολικό μήκος πλέον των 9,5 χλμ. Ξεκινά από τη Πεντέλη,
διασχίζει την Πολιτεία Κηφισιάς, την ανατολική περιοχή από τη Νέα Λέσβο μέχρι
το Σωρό και περνώντας δυτικά διασχίζει τον Αγιο Θωμά Αμαρουσίου,
Εργατικές Κατοικίες, Σωρός, Καρπαθιώτικα, Στούντιο Άλφα, Ανάβρυτα, Νέα Λέσβος,
του δήμου Αμαρουσίου ενώ τα ανάντη τμήματα της λεκάνης διέρχονται από
τις οικιστικές περιοχές Ανω Κηφισιά και Μελίσσια, και το ρέμα αυτό βρίσκεται
σε επαφή με το χώρο των Ολυμπιακών Εγκαταστάσεων.
- Το ρέμα της Χελιδονούς,
στη περιοχή Αδάμες, είναι παραπόταμος του Κηφισού.
Εκεί κοντά στο ρέμα που χαρακτηριζόταν από τεράστια πλατάνια και άλλη βλάστηση,
υπήρχε το Νυμφαίο, σπήλαιο λατρείας των Νυμφών, όπου τελούνταν τελετές,
τα περίφημα Νυμφαία.
Ισως λοιπόν το πυκνό φύλλωμα των φυτών και των δέντρων και τα άφθονα νερά
που έτρεχαν μέσα και γύρω από το σπήλαιο να δημιουργούσαν τον ιδανικό χώρο
για τη λατρεία των Νυμφών.
Εξάλλου, οι λαϊκοί θρύλοι ήθελαν στο ρέμα της Χελιδονούς να υπάρχουν
νεράιδες και δράκοι.
Τα νερά της Χελιδονούς τα χρησιμοποίησε παλιά η τότε εταιρία ύδρευσης
της Αθήνας (ΟΥΛΕΝ) για να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού που
συγκεντρωνόταν στην πρωτεύουσα.
-Το ρέμα Καναπίτσα Κηφισού.
Πιθανότατα πήρε το όνομά της από το είδος των φυτών που φύτρωναν
στις όχθες της, καθώς καναπίτσα είναι μια δεύτερη ονομασία για το φυτό
Λυγαριά (Vitex agnus castus).
Η Καναπίτσα πηγάζει από την Πάρνηθα και εκβάλλει στον Κηφισό στο
ύψος της Νέας Φιλαδέλφειας, και μεταξύ των άλλων παραλαμβάνει τα όμβρια
ύδατα της περιοχής του Κεντρικού Μενιδίου.
- Λίγο έξω από τα περίχωρα της Αθήνας, υπάρχουν επίσης σημαντικοί χείμαρροι
και ποτάμια όπως το ρέμα Βαλανάρης.
Ο Βαλανάρης ή Λυκόρεμα ή Βαθύρεμα ή μεγάλο ρέμα Ραφήνας έχει τις πηγές του
στην Πεντέλη στη θέση του Αγίου Νικολάου Καλλισίων, στη νότια πλευρά της Πεντέλης ,
έχει νερό όλο το χρόνο και κατευθύνεται ανατολικά προς τη Ραφήνα με συνολικό μήκος
περίπου 20 χλμ.
Εκεί συναντώνται αρκετά υδρόφιλα και άλλα είδη φυτών όπως πλατάνια,
αγράμπελη, φλόμοι, θυμάρι , πικροδάφνες , συκιές, λυγαριές, κουμαριές,
μυρτιές, σκίνα, πουρνάρια, πεύκα, αγριελιές, βατομουριές , καλαμιές
και αρκετά αγριολούλουδα.
Ο επισκέπτης μπορεί με ευκολία να παρατηρήσει περισσότερα από 150 είδη φυτών.
Αξιόλογα είναι και τα είδη πουλιών και ερπετών Εκτός όμως από τη φυσική ομορφιά
του τοπίου υπάρχουν ερείπια νερόμυλων, καλοδιατηρημένες γέφυρες,
ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής, παρεκκλήσια, όπως αυτό του Αγ. Βασιλείου και γεφυράκια.
Στην περιοχή του Πικερμίου έχει βρεθεί σημαντικός παλαιοντολογικός θησαυρός
με τη γνωστή ‘’Πικερμική’’ πανίδα (πριν από περίπου 5.5 εκατ. χρόνια) με οστά
από αιλουροειδή, προβοσκιδωτά, αντιλόπες, ρινόκερους, ιππάρια,
στρουθοκάμηλοι, ερπετά, χελώνες και άλλα ζώα.
ρέματα και χείμαρροι όπως το Σωτηράκι (δυτικά Αγ.Γεωργίου Ριζάρη),
άλλος κλάδος του πάνω από το νοσοκομείο Ευαγγελισμός και τη Μονή Πετράκη
(Γεννάδειος Βιβλιοθήκη), και άλλος κλάδος του πάνω από το Μονή Πετράκη
στην πλαγιά του Λυκαβηττού στις οδούς Αθηναίων Εφήβων,
και Αναπήρων Πολέμου, Ναυάρχου Μπένση, Χατζηγιάννη Μέξη και ενώνονταν
με τον Ιλισό στα νοτιοανατολικά του ξενοδοχείου Χίλτον.
Εξάλλου, στην ευρύτερη περιοχή των Αθηνών, εκτός των προαναφερθέντων,
υπήρχαν και μικρότεροι ποταμοί ή μάλλον χείμαρροι και ρέματα που μετέφεραν νερό
μόνο κατά τις ημέρες των βροχών.
Μεταξύ αυτών είναι ο Σκίρος, ο Κυκλοβόρος, ο Ευπυρίδωνας, Σφακίων, Μιχελή,
Λιοσίων, Προφ. Δανιήλ, Θεσσαλονίκης, Πύρνας, ο Βουρλοπόταμος ή Ξηροτάγαρος,
ο Βοϊδοπνίχτης, ο Ελάσσων ή Αλασσώνας, το Λυκόρεμα, , ο Ποδονίφτης,
το Ρέμα Χαλανδρίου, ο Βρηλισσός, το ρέμα της Πικροδάφνης, η ρεματιά της Φιλοθέης,
το ρέμα της Χελιδονούς και άλλα πολύ μικρότερα.
Οι υπάρχουσες περιγραφές αφορούν τα πιο κάτω.
- Ο Σκίρος ήταν παραπόταμος του Ιλισού, έριχνε τα νερά του λίγο πριν συναντηθεί
με τον Κηφισό και βρισκόταν 600 μέτρα δυτικά του ‘’Δίπυλου’’.
Ονομάστηκε έτσι ίσως από την πλούσια βλάστηση που έδινε καλή σκιά ή σε ένα
συνώνυμο εύφορο έδαφος που έπαιρναν από αυτόν οι γύρω κάτοικοι ή γιατί εκεί
κοντά φονεύθηκε και τάφηκε ο μάντης Σκίρος από
τη Δωδώνη της Ηπείρου.
- Ο Βοϊδοπνίχτηςξεκινούσε από το Λυκαβηττό και χωριζόταν, με ένα μέρος του
να περνάει από την οδό Δημοκρίτου και την οδό Ακαδημίας προς το Αρσάκειο
και ένας άλλος κλάδος στις Στήλες του Ολυμπίου Διός συναντούσε τον Ιλισό.
- Ο Κυκλόβορος, ένας από τους μεγαλύτερους χείμαρρους της Αθήνας με θορυβώδη
και ορμητικά νερά, ξεκινούσε από τα Τουρκοβούνια, περιοχή Γκύζη,
έφθανε στο Πεδίον του Άρεως και διαμέσου της οδού Μάρνη κατέληγε
στην πλατεία Βάθη ή κατ’άλλους κατέβαινε την οδό Κορδικτώνος και ο τα ίχνη του
χάνοντας κάπου εκεί στην οδό Παρασίου, κοντά στην πλατεία Αττικής.
Ο Αριστοφάνης αναφέρει το όνομα στους Ιππείς, ότι δηλαδή
‘’ο Κλέων ως φωνακλάς είχε τη φωνή του Κυκλοβόρου’’.
Σχεδόν παράλληλα με τον Κυκλοβόρο υπήρχε ο χείμαρρος του Αγ. Στυλιανού,
Πεδίο Άρεως, που διερχόταν από τις σημερινές οδούς Αμφείας, Νορντάου,
Βαλτινών και Μπούσγου. Στη συνέχεια από την οδό Στουρνάρη και έφθανε
στην πλατεία Βάθης, όπου συναντούσε ένα μικρό ρέμα που κατέβαινε από
το λόφο του Στρέφη.
- Ο Αλασσώνας και το ρέμα Πήδημα της Γριάς διέσχιζαν αντίστοιχα το Παγκράτι
και το Βύρωνα.
Ο Αλασσώνας είχε την αρχή του σε ένα κοίλωμα κοντά στην εκκλησία
του Προφήτη Ηλία στο Παγκράτι όπου κατέληγαν δύο χαραδρώσεις.
Κατόπιν είχε πορεία τις οδούς Φρύνης, Αρχέλαου, Σπ.Μερκούρη, Αμύντα
και συνέβαλλε στον Ιλισό στη λεωφόρο Βασ. Κωνσταντίνου.
Ο χείμαρρος Φαράγγι ή Φάραγγα της Καισαριανής ή κατ’άλλους Ηριδανός
της Καισαριανής, δίπλα από τη σημερινή Πανεπιστημιούπολη Ιλισίων, είναι
το σημαντικότερο παρακλάδι του Ιλισού.
Σε αυτόν διοχετεύονταν τα νερά από τις πηγές της Καισαριανής και της Καλοπούλας.
Κατά τον γεωλόγο Α. Κορδέλλα (1875) ΄΄η φάραγγα της Καισαριανής’’
είχε την κοίτη στο Γουδή, νότια του Αγ. Θωμά, πότιζε τους λαχανόκηπους
στους κάτω Αμπελοκήπους, τον ανακτορικό κήπο στο Γουδή και έδινε νερό σε δύο
υδραγωγεία της περιοχής.
- Το Διαβολόρεμα ξεκινούσε από τη ΝΔ πλευρά του Βριλησσού, περνούσε βόρεια
του σημερινού Δημοτικού Γηροκομείου, συναντούσε τη σημερινή λεωφόρο Κηφισίας,
κοντά στο ‘’Φόρο’’ Ψυχικού, εκεί ενώνονταν με την κοίτη ενός άλλου μικρού ρέματος,
συνέχιζε την πορεία του στη σημερινή οδό Σεβαστουπόλεως, περνούσε κοντά
στον Ερυθρό Σταυρό και σύμβαλλε με τον Ιλισό στην οδό Μιχαλακοπούλου.
- Ο Βουρλοπόταμος (ή Ξηροτάγαρος) χυνόταν στο Φαληρικό δέλτα ερχόμενος
από την περιοχή της Αμφιθέας, Ν. Σμύρνης.
-Το ρέμα της Πικροδάφνης, είναι ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα ρέματα
της Αττικής, το οποίο εξακολουθεί να διατηρεί ορισμένα σημαντικά
υδρομορφολογικά και βιολογικά χαρακτηριστικά του.
Πηγάζει από τις δυτικες πλαγιές του Υμηττού, στην περιοχή του Καρέα,
διέρχεται μέσα από τον αστικό ιστό της πόλης
( Βύρωνα, Ηλιούπολη, Αγίος Δημητρίος, Παλαιό Φάληρο) και εκβάλλει
στη θάλασσα στο Μπάτη, Π. Φαλήρου.
Από το συνολικό μήκος του ρέματος (περίπου 9.3χλμ), τα 6χλμ περίπου διατηρούν
ακόμα την φυσική του κοίτη, ενώ τα υπόλοιπα είναι εγκιβωτισμένα.
Το φυσικό περιβάλλον του ρέματος Πικροδάφνης είναι σε ένα βαθμό υποβαθμισμένο,
λόγω αστικών πιέσεων και πιο συγκεκριμένα λόγω της ανεξέλεγκτης δόμησης
στην παρόχθια ζώνη, την κατά τόπους παράνομη απόρριψη απορριμμάτων
και της διευθέτησης της φυσικής κοίτης.
Το ρέμα παρουσιάζει ροή τους σχεδόν όλο το έτος, ενώ χαρακτηρίζεται, σε τμήματα του,
από την παρουσία μαιάνδρων, πλημμυρικών όχθων και μικρών ταμιευτήρων.
-Το ρέμα του Ποδονίφτη ονομάστηκε έτσι από το ποδόλουτρο των στρατιωτών,
οι οποίοι έκαναν τον τακτικό στρατιωτικό τους περίπατο στην περιοχή που ήταν
τότε ακατοίκητη. Το ρέμα αυτό είναι προς τα κατάντη παραπόταμος του Κηφισού
και στα ανάντη δέχεται τα νερά του ρέματος Χαλανδρίου και μικρών ρεμάτων
από τη Φιλοθέη.
Οι απαρχές του (ρέμα Χαλανδρίου, Πολυδρόσου, Βριλισσίων, Μελισσίων κ.ά)
βρίσκονται κοντά στην μονή Πεντέλης. Σήμερα οι πηγές του έχουν στερέψει.
Στη συνέχεια παίρνει κατεύθυνση προς το Χαλάνδρι, όπου δέχεται τα νερά
ενός μικρού παραπόταμου, που ξεκινάει από την περιοχή της Δούκισσας της Πλακεντίας.
Σε αυτή την περιοχή η κοίτη του είναι μικρή και μπαζωμένη.
Πιο κάτω έχει σκεπαστεί από ένα δρόμο και η πορεία του κοντά στο Νομισματοκοπείο
και ως τη λεωφόρο Κηφισίας είναι υπόγεια.
Στη Φιλοθέη διατηρεί τη φυσική του ομορφιά.
Στη Νέα Ιωνία το ποτάμι είναι τώρα δρόμος.
Στη Νέα Ιωνίας-Χαλκηδόνα ο Ποδονίφτης είναι ακόμη καταπράσινος και στις όχθες του
υπάρχουν λεύκες, πλατάνια, πεύκα, καλαμιές, ευκάλυπτοι και πικροδάφνες.
Ένας άλλος κλάδος του Ποδονίφτη, ξεκινά από τις βόρειες παρυφές του Υμηττού,
συμβάλλει αρχικά με το ρέμα Βριλησσίων και στη συνέχεια ενώνεται
με το ρέμα Χαλανδρίου σχηματίζοντας την κύρια μισγάγγεια του Ποδονίφτη.
Ακολούθως, ο κύριος κλάδος αλλάζει διεύθυνση στρεφόμενος δυτικά και κατά
την διαδρομή του ενώνεται με τα επίσης σημαντικά ρέματα Αμαρουσίου
και Μαγκουφάνας (Μεταμόρφωση).
Στη συνέχεια, ο Ποδονίφτης στρέφεται ξανά νοτιοδυτικά και αφού δεχθεί
τα νερά του ρέματος Γιαμπουρλά και του κλειστού αγωγού της Λαμπρινής
συμβάλλει με τον Κηφισσό στην περιοχή "Τρεις Γέφυρες".
Η περιοχή εθεωρείτο εξοχή και τόπος εκδρομής για τους παλιούς Αθηναίους
μέχρι το 1940.
Στις όχθες του υπήρχε πυκνή βλάστηση, στην οποία έβρισκαν καταφύγιο χιλιάδες πουλιά.
Ήταν καθαρός με πόσιμο νερό μέχρι το 1928.
Οι νοικοκυρές έπλεναν τα ρούχα τους μέχρι το 1944.
Το «τριπόταμο», η συμβολή του ποταμού με τους δύο κυριότερους παραποτάμους του,
το ρέμα του Χαλανδρίου (ο αρχαίος Βριλησσός) και το ρέμα του Αμαρουσίου,
δεν υπάρχει πια.
Ευτυχώς που το ρέμα του Χαλανδρίου και το ρέμα του Αμαρουσίου διατηρούν ακόμη
τα νερά τους και την κάποια ομορφιά τους.
- Το ρέμα Πολυδρόσου ή ρέμα Χαλανδρίου ή ρέμα Πεντέλης-Χαλανδρίου ή Ρεματιά
για τους ντόπιους, είναι μεγάλος σε μήκος χείμαρρος, με βαθιές κοίτες σε πολλές
περιοχές που πότιζε τα παλαιότερα χρόνια την εύφορη γη των Χαλανδραίων.
Πηγάζει από τις παρυφές της Πεντέλης, διατρέχει τα σημερινά Μελίσσια,
Βριλήσσια και Χαλάνδρι, ενώνεται με άλλους χείμαρρους και ρέματα ανάμεσα
στην περιοχή Φιλοθέης, Αλσούπολης και τελικά ενώνεται με το ρέμα
του Ποδονίφτη στη Ν. Ιωνία.
Η Ρεματιά υπήρξε και η αφορμή του εποικισμού του δήμου Φλύας από πολύ παλιά,
καθώς τα νερά που χύνονταν έδιναν ζωή στη χλωρίδα και την πανίδα της περιοχής.
Πλούτισε τις περιοχές που διαρρέει με πλούσια βλάστηση από πλατάνια,
ιτιές και ευκάλυπτους.
Στους πρόποδες της Πεντέλης κύριος όγκος της βλάστησης αποτελείται
από μεσογειακά δάση πεύκου, πουρνάρια, μυρτιές και σχίνα.
Από ιστορικά στοιχεία φαίνεται πως συνέβαλε στο δεύτερο σύστημα υδροδότησης
της Αττικής κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, μετά την ύδρευση από τον Υμηττό,
ενώ στάθηκε και η αφορμή για την ανάδειξη των περιοχών απ' όπου διέρχεται,
ως μερικές από τις πιο όμορφες οικιστικές ζώνες του λεκανοπεδίου.
Στην αρχαιότητα και στα Αττικά του Παυσανία μαθαίνουμε πως η περιοχή
του Χαλανδρίου της Αγίας Παρασκευής και της Παιανίας αποτελούσε
τον μεγάλο δήμο της Φλύας.
- Ο Βριλησσός ή Βριληττός.
(προέρχεται από τα "βρι=ισχυρός","βριάω=έχω ισχύ, σφύζω από δύναμη" + "λη"
από το "λάας=πέτρα, λίθος" και την κατάληξη "τος"),
ρέει ανατολικότερα του ρέματος Χαλανδρίου.
Είναι, μικρό ρέμα, έρχεται από την Πεντέλη, έχει μπαζωθεί
στην περιοχή Πάτημα Χαλανδρίου, περνάει τον Προσφυγικό Συνοικισμό
και ενώνεται πλέον σκεπαστός προς την Φιλοθέη στο ύψος του Θεραπευτήριου Υγεία
με το ρέμα Πολυδρόσου.
- Ο Αττικός Κηφισός που παλιά διατηρούσε αυτό το όνομα είναι ένα άλλο ρέμα
που ερχόταν ανάμεσα στην Αγία Παρασκευή, Χαλάνδρι και Κάτω Χαλάνδρι
και ξεκινούσε από την ανατολική Πεντέλη, και κατευθυνόταν προς τη Φιλοθέη.
Σήμερα το ρέμα αυτό στην οδό Σαρανταπόρου είναι σκεπασμένο και μόνο εκεί
που διασχίζει το πάρκο της στο ύψος του θερινού κινηματογράφου Φιλοθέη
παραμένει ακάλυπτο. Όλη η περιοχή προπολεμικά ποτιζόταν από άφθονα τρεχούμενα
πηγαία και υπόγεια νερά και είχε πολύ γόνιμα εδάφη, περιβόλια, αμπελώνες,
οπωροφόρα δέντρα παντού.
Ένας καταπράσινος ελαιώνας επεκτεινόταν στην περιοχή της Αγίας Άννας μέχρι
το παρκάκι της οδού Παπανικολή.
Η περιοχή, αποτελούσε τότε το εξοχικό Χαλάνδρι τόπο θερινών διακοπών
για πολλούς Αθηναίους.
Από την περιοχή αυτή περνάει και το Υδραγωγείο του Αδριανού,
(κατασκευάσθηκε ως επί το πλείστον υπογείως, περίπου το 125-140 μ.Χ
από τα πλούσια νερά της Πεντέλης), σε μεγάλο βάθος από την κεντρική πλατεία
και ανάμεσα στις οδούς Εθνικής Αντιστάσεως και Αποστολοπούλου κατέβαινε
στην Αθήνα (δεξαμενή Κολωνακίου).
- Το ρέμα Κοκκιναρά ή Αμαρουσίου.
Η λεκάνη απορροής του ρέματος Αμαρουσίου, αποτελεί υπολεκάνη του Ποδονίφτη,
συμβάλει με τον Ποδονίφτη στην περιοχή της Φιλοθέης,
ο οποίος έχει τελικό αποδέκτη τον Κηφισό.
Το ρέμα Αμαρουσίου, από τις εκβολές του στον Ποδονίφτη μέχρι το πλέον ανάντη άκρο
του έχει συνολικό μήκος πλέον των 9,5 χλμ. Ξεκινά από τη Πεντέλη,
διασχίζει την Πολιτεία Κηφισιάς, την ανατολική περιοχή από τη Νέα Λέσβο μέχρι
το Σωρό και περνώντας δυτικά διασχίζει τον Αγιο Θωμά Αμαρουσίου,
Εργατικές Κατοικίες, Σωρός, Καρπαθιώτικα, Στούντιο Άλφα, Ανάβρυτα, Νέα Λέσβος,
του δήμου Αμαρουσίου ενώ τα ανάντη τμήματα της λεκάνης διέρχονται από
τις οικιστικές περιοχές Ανω Κηφισιά και Μελίσσια, και το ρέμα αυτό βρίσκεται
σε επαφή με το χώρο των Ολυμπιακών Εγκαταστάσεων.
- Το ρέμα της Χελιδονούς,
στη περιοχή Αδάμες, είναι παραπόταμος του Κηφισού.
Εκεί κοντά στο ρέμα που χαρακτηριζόταν από τεράστια πλατάνια και άλλη βλάστηση,
υπήρχε το Νυμφαίο, σπήλαιο λατρείας των Νυμφών, όπου τελούνταν τελετές,
τα περίφημα Νυμφαία.
Ισως λοιπόν το πυκνό φύλλωμα των φυτών και των δέντρων και τα άφθονα νερά
που έτρεχαν μέσα και γύρω από το σπήλαιο να δημιουργούσαν τον ιδανικό χώρο
για τη λατρεία των Νυμφών.
Εξάλλου, οι λαϊκοί θρύλοι ήθελαν στο ρέμα της Χελιδονούς να υπάρχουν
νεράιδες και δράκοι.
Τα νερά της Χελιδονούς τα χρησιμοποίησε παλιά η τότε εταιρία ύδρευσης
της Αθήνας (ΟΥΛΕΝ) για να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού που
συγκεντρωνόταν στην πρωτεύουσα.
-Το ρέμα Καναπίτσα Κηφισού.
Πιθανότατα πήρε το όνομά της από το είδος των φυτών που φύτρωναν
στις όχθες της, καθώς καναπίτσα είναι μια δεύτερη ονομασία για το φυτό
Λυγαριά (Vitex agnus castus).
Η Καναπίτσα πηγάζει από την Πάρνηθα και εκβάλλει στον Κηφισό στο
ύψος της Νέας Φιλαδέλφειας, και μεταξύ των άλλων παραλαμβάνει τα όμβρια
ύδατα της περιοχής του Κεντρικού Μενιδίου.
- Λίγο έξω από τα περίχωρα της Αθήνας, υπάρχουν επίσης σημαντικοί χείμαρροι
και ποτάμια όπως το ρέμα Βαλανάρης.
Ο Βαλανάρης ή Λυκόρεμα ή Βαθύρεμα ή μεγάλο ρέμα Ραφήνας έχει τις πηγές του
στην Πεντέλη στη θέση του Αγίου Νικολάου Καλλισίων, στη νότια πλευρά της Πεντέλης ,
έχει νερό όλο το χρόνο και κατευθύνεται ανατολικά προς τη Ραφήνα με συνολικό μήκος
περίπου 20 χλμ.
Εκεί συναντώνται αρκετά υδρόφιλα και άλλα είδη φυτών όπως πλατάνια,
αγράμπελη, φλόμοι, θυμάρι , πικροδάφνες , συκιές, λυγαριές, κουμαριές,
μυρτιές, σκίνα, πουρνάρια, πεύκα, αγριελιές, βατομουριές , καλαμιές
και αρκετά αγριολούλουδα.
Ο επισκέπτης μπορεί με ευκολία να παρατηρήσει περισσότερα από 150 είδη φυτών.
Αξιόλογα είναι και τα είδη πουλιών και ερπετών Εκτός όμως από τη φυσική ομορφιά
του τοπίου υπάρχουν ερείπια νερόμυλων, καλοδιατηρημένες γέφυρες,
ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής, παρεκκλήσια, όπως αυτό του Αγ. Βασιλείου και γεφυράκια.
Στην περιοχή του Πικερμίου έχει βρεθεί σημαντικός παλαιοντολογικός θησαυρός
με τη γνωστή ‘’Πικερμική’’ πανίδα (πριν από περίπου 5.5 εκατ. χρόνια) με οστά
από αιλουροειδή, προβοσκιδωτά, αντιλόπες, ρινόκερους, ιππάρια,
στρουθοκάμηλοι, ερπετά, χελώνες και άλλα ζώα.
-Τέλος, αξίζει να αναφερθούν τα ποτάμια . ρέματα και χείμαρροι
που διατρέχουν την Αττική.
Από αυτά τα σημαντικότερα στην ανατολική Αττική είναι τα Παλλήνης,
Γέρακα, Πηγάδια, Καλίσια, Σκόρπιο Ποτάμι (περιοχή Μαραθώνα),
Πυθαγόρα (Διόνυσος), Ραφήνας (και τα συμβαλλόμενα μικρά ρέματα Πικερμίου),
Νέας Μάκρης, Αναβύσσου,
Παλαιάς Φώκαιας, Σαρωνίδας και στη δυτική Αττική είναι τα Σαρανταπόταμος
(στην Χαλυβουργική), Μαύρη Ώρα, Αγίας Αικατερίνης, Αγίου Γεωργίου (Ασπρόπυργος),
Νέας Περάμου, Μαυραντζάς (Μέγαρα), Εσχατιάς (Μενίδι), Καναπίτσας,
Καναπιτσερη, Χαϊδαρόρεμα, το ρέμα Μπουρναζίου
(η πλημμύρα του 1961 κατέστρεψε σπίτια και περιουσίες στο Μπουρνάζι, Περιστέρι,
Ν.Λιόσια, Ανθούπολη, Αιγάλεω, με 33 ανθρώπους πνιγμένους, 300 σπίτια κατεστραμμένα
και 1500 με σοβαρές ζημιές) και το ρέμα Περιστερίου.
που διατρέχουν την Αττική.
Από αυτά τα σημαντικότερα στην ανατολική Αττική είναι τα Παλλήνης,
Γέρακα, Πηγάδια, Καλίσια, Σκόρπιο Ποτάμι (περιοχή Μαραθώνα),
Πυθαγόρα (Διόνυσος), Ραφήνας (και τα συμβαλλόμενα μικρά ρέματα Πικερμίου),
Νέας Μάκρης, Αναβύσσου,
Παλαιάς Φώκαιας, Σαρωνίδας και στη δυτική Αττική είναι τα Σαρανταπόταμος
(στην Χαλυβουργική), Μαύρη Ώρα, Αγίας Αικατερίνης, Αγίου Γεωργίου (Ασπρόπυργος),
Νέας Περάμου, Μαυραντζάς (Μέγαρα), Εσχατιάς (Μενίδι), Καναπίτσας,
Καναπιτσερη, Χαϊδαρόρεμα, το ρέμα Μπουρναζίου
(η πλημμύρα του 1961 κατέστρεψε σπίτια και περιουσίες στο Μπουρνάζι, Περιστέρι,
Ν.Λιόσια, Ανθούπολη, Αιγάλεω, με 33 ανθρώπους πνιγμένους, 300 σπίτια κατεστραμμένα
και 1500 με σοβαρές ζημιές) και το ρέμα Περιστερίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου