Αναζήτηση μιας ηθικής του παρόντος και του μέλλοντος, προβληματική
των θεμάτων της νεώτερης και πιο πρόσφατης εποχής, φιλοσοφική βιολογία
και ανθρωπολογία, κριτική της επιστήμης, τεχνική και ηθική:
οι φιλοσοφικές έρευνες του μεγάλου Γερμανοεβραίου φιλοσόφου συγκεντρωμένες σε έναν τόμο, συνοδευόμενες από τις μεταφυσικές του εικασίες: "προσπάθεια ψηλάφησης" μεν, όπως ισχυρίζεται, ζωτική ωστόσο, καθώς "... για τη βάση του αληθινού ανθρώπου και του δέοντος του ανθρώπου μας διδάσκει κυρίως η μεταφυσική με όλη την εντελώς διαφορετική, μη φαινομενολογική, αλλά οντολογική γνώση για την ουσία του ανθρώπου. Ως φιλοσοφία είναι σήμερα κακόφημη, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς αυτήν και πρέπει πάλι να την αποτολμήσουμε, διότι μόνο αυτή μπορεί να μας πει γιατί ο άνθρωπος πρέπει γενικά να είναι, δηλαδή γιατί δεν επιτρέπεται να επιφέρει την εξαφάνισή του από τον κόσμο ή να την εγκρίνει χωρίς πολλή περίσκεψη· μπορεί να μας πει επίσης πως πρέπει να είναι, για να τιμήσει τον λόγο για τον οποίο πρέπει να είναι, για να μην κάνει αυτή τη βάση ετοιμόρροπη".
biblionet.gr
Περιγραφή: |
Αναζήτηση μιας ηθικής του παρόντος και του μέλλοντος, προβληματική των θεμάτων της νεώτερης και πιο πρόσφατης εποχής, φιλοσοφική βιολογία και ανθρωπολογία, κριτική της επιστήμης, τεχνική και ηθική: οι φιλοσοφικές έρευνες του μεγάλου Γερμανοεβραίου φιλοσόφου συγκεντρωμένες σε έναν τόμο, συνοδευόμενες από τις μεταφυσικές του εικασίες: «προσπάθεια ψηλάφησης» μεν, όπως ισχυρίζεται, ζωτική ωστόσο, καθώς «... για τη βάση του αληθινού ανρθώπου και του δέοντος του ανθρώπου μας διδάσκει κυρίως η μεταφυσική με όλη την εντελώς διαφορετική, μη φαινομενολογική, αλλά οντολογική γνώση για την ουσία του ανθρώπου. ΚΡΙΤΙΚΗ Ακολουθώντας τις δραματικές εξελίξεις της σύγχρονης επιστήμης και της τεχνικής, οι αντιλήψεις μας σχετικά με τις έννοιες της «φύσης», της «ζωής», της «συνείδησης», του «οργανισμού», κ.ο.κ. μετασχηματίζονται διαρκώς, και ραγδαία, εδώ και τουλάχιστον έναν αιώνα. Οι άμεσες διακινδυνεύσεις που συνεπάγονται για τα ανθρώπινα και τα φυσικά βιοσυστήματα οι συγκεκριμένες κοινωνικές χρήσεις της επιστήμης, και πολύ περισσότερο της τεχνικής, εντείνουν αυτόν το θεωρητικό προβληματισμό και, από μία άποψη, ο αναπροσδιορισμός τέτοιων κρίσιμων εννοιών μοιάζει σήμερα να επιβάλλεται υπό την απειλή μιας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης. Ο Hans Jonas, Γερμανός ιουδαϊκής καταγωγής φιλόσοφος που προέρχεται από τη φαινομενολογική-χαϊντεγκεριανή παράδοση, γνωστός παλαιότερα από τις θρησκειοϊστορικές μελέτες του πάνω στο Γνωστικισμό αλλά και από το θεμελιώδες έργο του Η αρχή της ευθύνης, είναι από εκείνους που συνέβαλαν αποφασιστικά στην ανάδειξη ενός πεδίου συζήτησεων το οποίο σήμερα είναι ευρύτατα γνωστό ως «περιβαλλοντική ηθική». Ο τόμος αυτός, που είναι και η πρώτη μετάφραση του φιλοσόφου στα ελληνικά, περιέχει τρία εκτενή δοκίμια της τελευταίας περιόδου της ζωής του, όπου συνοψίζονται με παραδειγματικό τρόπο όλα σχεδόν τα ζητήματα που κατά καιρούς απασχόλησαν τη σκέψη του. Το πρώτο -και ιδιαίτερα βαρύνον- είναι αυτό με τίτλο «Θεωρία του οργανισμού και ιδιαιτερότητα του ανθρώπου»: μια τολμηρή απόπειρα να αναπροσδιοριστεί φιλοσοφικά η σχέση του ανθρώπου με την προ-ανθρώπινη φύση. Αν υπάρχει κάτι που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε δυτικό κοσμοείδωλο, ως το κοινό έδαφος που μοιράζονται και επί του οποίου συνομιλούν η ιουδαιοχριστιανική θεολογία και η πλατωνική μεταφυσική, η καρτεσιανή οντολογία, ο γερμανικός ιδεαλισμός και η γνωσιοθεωρία της νεότερης επιστήμης, θα ήταν ακριβώς η ιδέα ότι η σχέση ανθρώπου και φύσης είναι ομόλογη με τη σχέση ελευθερίας και ετεροκαθορισμού. Δεν πρόκειται απλώς για μια τερατώδη πλάνη -που οπωσδήποτε σε ένα επίπεδο είναι- αλλά για κάτι πολύ περισσότερο: μια ιδεολογική παράσταση που σκοπό έχει, ακριβώς, να αποκρύψει τις πραγματικές στρατηγικές εργαλειοτεχνικής καθυπόταξης και εντατικής εκμετάλλευσης που θα ανέπτυσσε αυτός ο πολιτισμός εναντίον της φύσης. Η αξία του εγχειρήματος του Jonas έγκειται στο ότι, χωρίς να βλέπει την πολιτική διάσταση του ζητήματος που διατύπωσα μόλις παραπάνω, καθαιρεί το μείζον αυτό δυτικό ιδεολόγημα στο επίπεδο μιας αυστηρά οντολογικής επιχειρηματολογίας. Με λίγα λόγια, όλες οι ιδιότητες της ελευθερίας και του αυτοκαθορισμού που η παραδοσιακή οντολογία επιφύλαξε για τον άνθρωπο ή το «πνεύμα», ο Jonas θα δείξει ότι είναι ήδη παρούσες στο κεντρικό γνώρισμα της ζωής, το μεταβολισμό. Ο μεταβολισμός είναι ήδη μια εκ-στατική έξοδος της ύλης από τον εαυτό της, μια διαρκής αυτο-δημιουργία και μια νοηματοφόρα συνάντηση με ένα ζωτικό άλλο· ταυτόχρονα, βεβαίως, αυτό το οντολογικό «άνοιγμα» της ζωικής ουσίας θέτει εν αμφιβόλω τον εαυτό της και αναλαμβάνει τους κινδύνους μιας διαρκούς αβεβαιότητας και την επικρεμάμενη δυνατότητα του θανάτου. Η αισθανόμενη ουσία, σε όλες τις βαθμίδες ανάπτυξής της, είναι λοιπόν μια σπερματική μορφή συνείδησης· εκείνο που χαρακτηρίζει ειδικώς τον άνθρωπο είναι η ανάπτυξη μιας συμβολικά μεσολαβημένης αυτοσυνειδησίας, και αυτή αποκρυσταλλώνεται στην τριπλή διαμεσολάβηση του τάφου, του εργαλείου και της εικόνας (η «εικόνα», όπως καταλαβαίνει κανείς, εκπροσωπεί εδώ τη ριζική δυνατότητα της γλώσσας). Το δοκίμιο θα καταλήξει με έναν στοχασμό πάνω στην πράξη της κατανόησης (μια κρίσιμη όψη της οποίας είναι και η διαπολιτισμική κατανόηση) ως ενεργοποίηση βιωματικών δυνατοτήτων που είναι κοινές ανάμεσα σε αισθανόμενα όντα, και με λίγες ηθικού χαρακτήρα σκέψεις γύρω από την ανάγκη να αποδεχθεί κάθε ατομικό ον τη θνητότητά του χάριν της ίδιας της συνέχειας και της ανανέωσης της ζωής. Το δεύτερο δοκίμιο, που επιγράφεται «Οντολογία και ηθική», είναι μια ενδιαφέρουσα απόπειρα να θεμελιωθεί ο ηθικός αναλογισμός όχι σε ένα αφηρημένο ή αυθαίρετο δέον, αλλά στο ίδιο το είναι της ζωντανής ουσίας (και, ίσως, στο είναι εν γένει). Για τον Jonas υπάρχει ένα πρώτο και εγγενές «ρίζωμα» της αξίας, που είναι ακριβώς η αυτοβεβαίωση του υπάρχοντος και η αδιαπραγμάτευτη ανάγκη της διατήρησής του. Με αυτή την έννοια λοιπόν η ζωή είναι αυταξία, και σε αυτή την περίπτωση εννοούμε βεβαίως όλη τη ζωή. Η ελευθερία όμως που ανιχνεύσαμε στην καρδιά του ζώντος έχει ένα ανησυχητικό συμπλήρωμα: την ενδεχόμενη εξουσία του πάνω στις υπόλοιπες μορφές ζωής, εξουσία η οποία τις θέτει ενδεχομένως υπό διακινδύνευση. Εδώ ακριβώς εγείρεται για το φιλόσοφο το καίριο ζήτημα της ευθύνης, έννοια την οποία θα ορίσει ως ευθέως ανάλογη, και συμπληρωματική, της εξουσίας που ένα ον αναπτύσσει έναντι του συνόλου της ζωής. Το δοκίμιο τελειώνει επίσης με κάποιους ηθικούς αναστοχασμούς που αφορούν τον αυτοπεριορισμό των καταναλωτικών αναγκών και τους κινδύνους των γενετικών επεμβάσεων, σε τόνο που υποβάλλει σταθερά την κοινοτιστική καχυποψία έναντι του απεριορίστου των ατομικών ελευθεριών. Το τελευταίο δοκίμιο είναι το περισσότερο εικοτολογικό απ όλα κι έχει τον εύγλωττο τίτλο «Οι σκέψεις για τον Θεό δεν μπορούν να απαγορευθούν». Γελοιοποιώντας εύστοχα την επιστημονική έννοια της επαληθευσιμότητας εκεί που αυτή αξιώνει να προβληθεί ως υποκατάστατο της αλήθειας, θα δοκιμάσει να κατασκευάσει μια υποθετική θεολογία, του τύπου «με τι θα έμοιαζε ο Θεός εάν υπήρχε», ως αναγκαία γλωσσική μεταφορά προκειμένου να αναμετρηθεί κάποιος με τα έσχατα ερωτήματα της ύπαρξης. Εδώ ο φιλόσοφος υπεισάγει μια αναγνωρίσιμα ιουδαϊκή προβληματική του ερωτήματος γύρω από το κακό, στην ειδική μορφή τού ποια θεολογία είναι ακόμα δυνατή μετά το Αουσβιτς. Ο υποθετικός Θεός που φαντάζεται ο Jonas πρέπει κατ ανάγκη να παραιτηθεί από το κατηγόρημα της παντοδυναμίας, πρέπει να κατανοείται ως Θεός πάσχων και ατελής, που σημαίνει, επίσης, γινόμενος: ένας Θεός ο οποίος στην πράξη της δημιουργίας εκχώρησε πραγματικά τη δύναμή του στο δημιούργημά του και παραμένει εξαρτημένος κι εσαεί διακυβευόμενος από τις πράξεις του τελευταίου. Ξανασυναντάει λοιπόν μια παλαιά καβαλιστική διδασκαλία, οπωσδήποτε ανορθόδοξη, τη διδασκαλία του τσιμσούμ, που σημαίνει τον αυτοπεριορισμό και την αυτοπεριστολή του πρωταρχικού Ενός μέσα στην εναρκτήρια πράξη της κοσμογονίας. Εύκολα καταλαβαίνει κανείς τις ηθικές συνεπαγωγές μιας τέτοιας υπόθεσης· το πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι ο Jonas παίρνει μαζί με την υπόθεσή του και όλο τον υπόρρητο μονισμό του ανορθόδοξου μυστικισμού, τον οποίο -σε σύγχρονη πλέον γλώσσα- θα μεταφράσει σε επιχείρημα υπέρ της αποκλειστικά υλικής γένεσης του κόσμου. «Πνεύμα», στο σημερινό επιστημονικό ιδίωμα, σημαίνει κατεξοχήν «πληροφορία», και κάθε κωδικοποίηση πληροφορίας προϋποθέτει οργάνωση των υλικών μορφών σε ένα επίπεδο που εξ ορισμού δεν μπορεί να προϋποτεθεί στις κοσμολογικές απαρχές. Αρα, όλα όσα ορίζει ο όρος «πνεύμα» στην πολιτισμική μας κληρονομιά πρέπει να εγγραφούν εξαρχής ως μία ριζική δυνητικότητα της ύλης -δυνητικότητα που η τελευταία ενδέχεται να πραγματώσει ή να μην πραγματώσει υπό κάποιες συνθήκες, οι οποίες με κανένα μέσο δεν είναι δύνατο να προεξοφληθούν. protoporia.gr ------------------------------------------------------------- Ο Θεός μετά το Αουσβιτς κατά τον Χανς Γιόνας
το βιβλίο του Χανς Γιόνας «Η έννοια του Θεού μετά το Αουσβιτς. Μία από Ιουδαίων φωνή» (Αρμός 2001).
Ο Γιόνας (1903-1993) δεν είναι ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος που έχει ασχοληθεί με το ζήτημα αυτό, σπουδαίοι άλλοι Εβραίοι και χριστιανοί θεολόγοι και στοχαστές έχουν προηγηθεί και έχουν ακολουθήσει. Πλην ορθοδόξων, και πάλι. Η ορθόδοξη θεολογική σκέψη, πολύ ελάχιστα άλλωστε «σκέψη», δεν έχει δώσει, το λέω με βαθιά λύπη, σοβαρά δείγματα συζήτησης των προβλημάτων, των συγκρούσεων και των ιδεών του σύγχρονου κόσμου, αλλά κλεισμένη σε μια παραδοσιολατρεία, θριαμβολογεί με αυτάρκεια είτε δαιμονοποιώντας τον σύγχρονο κόσμο είτε αγνοώντας τον εντελώς, και σου δίνει, στις περισσότερες περιπτώσεις, την εντύπωση που ζει ακόμη στην προνεωτερική εποχή.
Το σκληρό ερώτημα, λοιπόν, στο οποίο προσπαθεί να απαντήσει ο Γιόνας, είναι το εξής: «Τι είδους Θεός μπορούσε να επιτρέψει κάτι τέτοιο;»
Ο Θεός της εβραϊκής (και της χριστιανικής) θεολογίας εχει τρία ιδιώματα: είναι παντοδύναμος, είναι πανάγαθος και είναι καταληπτός. Τα τρία αυτά ιδιώματα μετά το Αουσβιτς δεν μπορούν πλέον να συνυπάρχουν. «(...) κάθε ένωση των δύο αποκλείει το τρίτο» (σ. 39). Η θεϊκή παντοδυναμία, λόγου χάριν, δεν μπορεί να συνυπάρξει με τη θεϊκή αγαθότητα, δεδομένου ότι το κακό βασιλεύει στον κόσμο, παρά μόνο αν «θυσιάσουμε τη δυνατότητά μας να κατανοήσουμε τον Θεό. (...) Μόνο όταν πρόκειται για έναν Θεό εντελώς ακατάληπτο μπορούμε να πούμε ότι είναι απολύτως αγαθός και απολύτως παντοδύναμος και ότι ανέχεται τον κόσμο όπως είναι». (σ. 38). Επομένως, ένα από τα τρία ιδιώματα του Θεού πρέπει να εκπέσει. Ποιο όμως;
«Οπωσδήποτε η αγαθότης, δηλαδή η θέληση του Αγαθού, είναι αχώριστη από την έννοια που έχουμε για τον Θεό και δεν μπορεί να περιορισθεί καθόλου. Το καταληπτό πάλι ή «γνώσιμο» του Θεού έχει δύο προϋποθέσεις: τη θεία ουσία και τα ανθρώπινα όρια έτσι σε τελική ανάλυση επιδέχεται μεν περιορισμό, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να μιλάμε για Θεό εντελώς άγνωστο. Ο deus absconditus, ο κεκρυμμένος Θεός (για να μην πούμε ένας Θεός παράλογος), είναι βαθύτατα μη-ιουδαϊκή αντίληψη. Η διδασκαλία μας, η Τορά, βασίζεται και επιμένει στο γνώσιμο του Θεού, στη δυνατότητά μας να τον κατανοήσουμε, όχι ολοκληρωμένα βεβαίως, αλλά εν μέρει, να γνωρίσουμε κάτι από τη θέλησή του, τους σκοπούς του, ακόμη και από το είναι του, αφού ο ίδιος μας το φανέρωσε. Η Αποκάλυψη έγινε, κατέχουμε τις Εντολές του και τον Νόμο του, τον γνώρισαν αμέσως κάποιοι άνθρωποι -οι Προφήτες- που έγιναν το στόμα του και λάλησαν για καθετί στη γλώσσα των ανθρώπων και του χρόνου, ενώ εκείνος διαθλώμενος στα περιορισμένα τούτα μέσα βγήκε από τον σκοτεινό του γνόφο. Ενας Θεός ολότελα κρυμμένος, ακατάληπτος, είναι απαράδεκτος για την ιουδαϊκή σκέψη» (σ. 39-40). Το δίχως άλλο, λοιπόν, ο κλήρος πέφτει στο ιδίωμα της παντοδυναμίας για λόγους καθαρά λογικούς (σ. 35-38), αλλά κυρίως για λόγους θεολογικούς και γνησίως θρησκευτικούς. «Εάν όμως ο Θεός πρέπει κατά κάποιον τρόπο και σε κάποιον βαθμό να είναι καταληπτός (και εδώ χρειάζεται να επιμείνουμε), τότε η αγαθότης του θα είναι κατ' ανάγκην συμβατή με την ύπαρξη του κακού, και αυτό μπορεί να συμβεί μόνον όταν δεν είναι παντοδύναμος. Τότε μόνο μπορούμε να παραδεχθούμε ότι είναι και κατανοητός και καλός, μολονότι το κακό υπάρχει στον κόσμο. Και καθώς βρήκαμε ότι η έννοια της παντοδυναμίας είναι καθ' εαυτήν αμφίβολη, αυτή οφείλει ακριβώς να υποχωρήσει».
Αυτή είναι η απάντηση του Γιόνας και αυτή θα δοκιμάσουμε να σχολιάσουμε παρακάτω.
Α. Η συζήτηση αυτή περί Θεού, ενώ έχει ξαναγίνει στο παρελθόν, δεν οδήγησε ποτέ άλλοτε σε τέτοιες απαντήσεις. Γιατί άραγε; Μόνο και μόνο επειδή δεν υπήρξε το Αουσβιτς; Υπήρξαν όμως αμέτρητα άλλα τρομερά γεγονότα, φυσικά και ιστορικά, που όσο και αν δεν γίνεται να συγκριθούν με το Αουσβιτς, μπορούσαν να οδηγήσουν τους ανθρώπους, από τη στιγμή που έθεταν το ερώτημα, να δώσουν απαντήσεις παρόμοιες με αυτήν του Γιόνας. Πιστεύουμε, λοιπόν, ότι αυτό που οδηγεί τον Γιόνας να δώσει την απάντηση που έδωσε δεν είναι το γεγονός ότι το Αουσβιτς προσθέτει «ένα στοιχείο ολότελα νέο» (σ. 19) στην εβραϊκή και στην ανθρώπινη εν γένει ιστορία, αλλά το γεγονός ότι η συζήτηση σήμερα διεξάγεται σε ένα πνευματικό και πολιτιστικό ορίζοντα από τον οποίο απουσιάζει η πίστη στην αιωνιότητα, στην άλλη ζωή, στην αθανασία, το γεγονός δηλαδή ότι «το νεότερο πνεύμα είναι ασύμπτωτο με την ιδέα της αθανασίας», όπως γράφει αλλού ο ίδιος ο Γιόνας,1 ή, όπως έλεγε πιο τολμηρά η φίλη όλης της ζωής του Χάνα Αρεντ, στην έξοχη απάντησή της στον Eric Voegeliότι η εκκοσμίκευση έγκειται πρωταρχικά στο γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν πιστεύουν πλέον στην κόλαση2. Ο καθένας καταλαβαίνει τη διαφορά: όταν η ζωή δεν έχει επέκεινα, όταν η σωτηρία και η τιμωρία είναι μόνο ενδοϊστορικές δυνατότητες, όταν όλα εδώ κρίνονται, αυτό σημαίνει ότι και ο ίδιος ο Θεός από κριτής γίνεται κρινόμενος και αυτός εδώ, στο δικαστήριο της ιστορίας για πράξεις ή παραλείψεις. Οταν όμως ο Θεός από υπέρτατος Κριτής γίνεται ο κατ' εξοχήν κρινόμενος, τότε κατά λογική συνεπαγωγή μπορεί να καταδικαστεί σε θάνατο ή αν είναι να σωθεί, χρειάζεται υπεράσπιση και αναγνώριση ελαφρυντικών, αυτό ακριβώς δηλαδή που κάνει ο Γιόνας: ο Θεός ήθελε να σώσει τους Εβραίους που πέθαιναν στα στρατόπεδα, μα δεν μπορούσε. Με άλλα λόγια, δεν έχει πλέον ο άνθρωπος ανάγκη τον Θεό, αλλά ο Θεός χρειάζεται τον άνθρωπο, ο Θεός έχει ανάγκη τη βοήθειά μας, το έλεός μας, τη συγχώρησή μας!
Β. Ολο το σκάνδαλο του μονοθεϊσμού έγκειται στο ότι ο Θεός είναι πανάγαθος, είναι και παντοδύναμος και ωστόσο το κακό βασιλεύει στον κόσμο, οι άδικοι «ζώσι και κεκραταίωνται». (Ψαλμοί, 37, 20) Αυτό το ζόρικο πρόβλημα, το οποίο, ξαναλέμε, τίθεται με εντελώς διαφορετικούς όρους στον ορίζοντα της αιωνιότητας, δοκιμάζει την πίστη των Εβραίων και των χριστιανών, βασανίζει την ψυχή και το πνευμα τους. Ο Γιόνας αίροντας το ιδίωμα της παντοδυναμίας δεν λύνει το πρόβλημα. Το καταργεί. Τώρα όλα είναι εύκολα. Καμία αντίφαση. Απλώς ο Θεός θέλει μα δεν μπορεί. Κανένας σκανδαλισμός πλέον της θρησκευόμενης συνείδησης, αλλά και καμία εξέγερση. Πώς να εξεγερθείς ενάντια στον Θεό, επειδή δεν τήρησε την υπόσχεσή του, που έλεγε «κεκράξεται προς με, και επακούσομαι αυτού μετ' αυτού ειμί εν θλίψει, εξελούμαι αυτόν, και δοξάσω αυτόν» (Ψαλμοί, 90, 15), αφού ο Θεός αυτός είναι ολότελα ανήμπορος, έχει όλη την καλή διάθεση, αλλά δεν μπορεί;
Γ. Οποιος δεν πιστεύει στην παντοδυναμία του Θεού μπορεί άραγε να εξακολουθεί να πιστεύει στην εκ του μηδενός δημιουργία του κόσμου από τον Θεό; Και αν δεν πιστεύεις στον Θεό ως Δημιουργό του κόσμου ούτε στις αμέτρητες θαυματουργικές επεμβάσεις του στην Ιστορία, τις οποίες μας ιστορούν τα ιερά κείμενα ως έκφραση της θεϊκής παντοδυναμίας, τότε τι απομένει από τον Θεό της Βίβλου; Και ένας τέτοιος Θεός θα άξιζε τον κόπο; Ο Ιακώβ θα πάλευε ποτέ μαζί του;
Δ. Οταν ο Θεός της Βίβλου δεν είναι αξεχώριστα «δυνατός εν ελέει και αγαθός εν ισχύι» (Α' ευχή του Λυχνικού) τότε πώς να προσευχθείς σε αυτόν τον Θεό; Η προσευχή -είναι νοητός ο ιουδαιοχριστιανισμός χωρίς αυτήν;- προϋποθέτει την συνύπαρξη των δύο ιδιωμάτων, της αγαθότητας και της παντοδυναμίας. Εναν Θεό αγαθό, αλλά ανήμπορο δεν τον υπακούς, δεν τον δοξολογείς, δεν τον παρακαλείς, με μια λέξη δεν προσεύχεσαι σε αυτόν. Χωρίς προσευχή όμως εξακολουθούμε να βρισκόμαστε στην περιοχή της Βίβλου και της ιουδαϊκής θρησκείας; Δοκομάστε να διαβάσετε το Ψαλτήρι, το κατ' εξοχήν βιβλίο προσευχής των Εβραίων και των χριστιανών, και δείτε αν μπορεί να σταθεί έστω και ένας ψαλμός χωρίς την πίστη στην παντοδυναμία του Θεού. Με άλλα λόγια, η άρση του ιδιώματός της παντοδυναμίας δεν απογυμνώνει μόνον τον Θεό από κάθε δυνατότητα ενέργειας, αλλά καταλύει και τη δυνατότητα της προσευχής μέσα στον άνθρωπο, καταλύει δηλαδή, τελικά τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό.
Ο Χανς Γιόνας κορυφαίος μελετητής του Γνωστικισμού, αναλαμβάνει να διασώσει την έννοια του Θεού στην εποχή μετά το Αουσβιτς -ασφαλώς μετά το Αουσβιτς αλλά κυρίως την εποχή που η αιωνιότητα δεν είναι πλέον πιστευτή- και να διατυπώσει την πυρηνική ιδέα μιας νέας θεολογίας. Εμπνέεται από την απάντηση των Γνωστικών στο ερώτημα για τον πόνο των ανθρώπων εν σχέσει προς την αγαθότητα του Θεού (οι οποίοι, συνοψίζουμε βάναυσα, διαστέλλουν την αγαθότητα από την δύναμη του Θεού, και θεωρούν τον κόσμο -έργο ενός κατώτερου Θεού, του Δημιουργού- παραδομένο στις δυνάμεις του κακού και τον υπερκόσμιο Θεό ανήμπορο να ασκήσει οποιαδήποτε αγαθή επιρροή επάνω του), την οποία μεταφέρει στο μονοθεϊστικό εβραϊκό πλαίσιο, μέσω διάφορων σχημάτων της εβραϊκής μυστικής παράδοσης, κυρίως δε μέσω της έννοιας της συστολής του Θεού του Λούρια. Το εγχείρημά του έχει πνευματική ευγένεια και τιμιότητα, είναι όμως, τελικά αυτό προσπαθήσαμε να δείξουμε, ασυμφιλίωτο με τον μονοθεϊσμό. Ο Θεός του Γιόνας δεν είναι ο Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ.
Και μια τελευταία παρατήρηση, υποθήκη για μελλοντική συζήτηση. Ο Γιόνας λέει, σε ένα σημείο του βιβλίου του, ότι το υπό συζήτησιν ερώτημα «φέρνει σε δυσκολότερη θέση τον Εβραίο από τον χριστιανό θεολόγο», γιατί ο χριστιανός «προσδοκά την αληθινή λύτρωση στο επέκεινα», ενώ ο Εβραίος «βλέπει σε αυτόν εδώ τον κόσμο τον τόπο της θείας δημιουργίας, της δικαιοσύνης και της λυτρώσεως». Δεν είμαι σε θέση να ξέρω, για τέτοια ζητήματα, ποιος βρίσκεται σε δυσκολότερη θέση, είναι αλήθεια όμως ότι το ερώτημα τίθεται με διαφορετικούς όρους για τον Εβραίο από ό,τι για τον χριστιανό, όχι όμως τόσο για τον λόγο που λέει ο Γιόνας, αλλά λόγω του κορυφαίου γεγονότος ότι ο Χριστός, ο κατ' εξοχήν Πάσχων Δίκαιος, θανατώνεται πάνω στο Σταυρό. Αυτόν όμως τον τρίτο γύρο συζήτησης ας τον αφήσουμε για άλλοτε.
Ολα δείχνουν όμως πως η γραμμή Σημίτη, ακόμη κι αν επικρατήσει με άνεση, θα δοκιμάζεται ολοένα και περισσότερο από τις κοινωνικές συνθήκες, από το γενικότερο πολιτικό κλίμα και βεβαίως από πιεστικά γεγονότα όπως αυτά της Γένοβα, τα οποία ήδη επενεργούν στην ελληνική πολιτική σκηνή.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου