Σελίδες

Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

Χαιρέτα μου τον πλάτανο!!!



Η εξώθυρα του άλλοτε Μεντρεσέ της Αθήνας, όπως σώζεται σήμερα
.
Ο Μεντρεσές των Αθηνών ήταν ισλαμικό ιεροσπουδαστήριο που ιδρύθηκε στην Αθήνα κατά τον 17ο αιώνα και σήμερα διασώζεται μόνο η κύρια είσοδός του.
Στην εποχή του Όθωνα και του Γεωργίου του Α' χρησιμοποιούνταν ως φυλακές και τόπος εκτέλεσης.
Μπροστά από την πύλη υπήρχε ένας μεγάλος πλάτανος. Στα κλαδιά του κρεμούσαν τους καταδικασμένους σε θάνατο, Έτσι, όταν για κάποιους έφθανε η ώρα της 
αποφυλάκισης, βγαίνοντας από την πύλη της φυλακής κοίταζαν πίσω προς τα κελιά των πρώην συγκρατούμενών τους και τους φώναζαν: "χαιρέτα μου τον πλάτανο" . Τους εύχονταν να βγουν και εκείνοι από τη φυλακή και να μην ξαναδούν ποτέ τον πλάτανο του θανάτου.
Το 1915 ένας κεραυνός έπεσε και έκαψε τον πλάτανο.
"Ω Πλάτανε! του Μενδρεσέ στοιχειό καταραμένο
της τυραννίας τρόπαιο στη φυλακή υψωμένο·
συμμάζωξε τα φύλλα σου τα δακρυραντισμένα,
να ιδώ κομμάτι ουρανό και τ’ άστρα τα καημένα….
Αν είσαι δένδρο σπλαχνικό, ανθρώπους μη μιμείσαι,
μη δεσμοφύλακας κι εσύ ωσάν εκείνους είσαι!
Ναι! άφησε καμιά φορά να βλέπ’ από δω πέρα
τον ασημένιο ουρανό, την άσπρη την ημέρα·
κανένα σύννεφο μικρό που φεύγει ν’ αντικρίσω,
κανένα ταξιδιάρικο πουλάκι να ρωτήσω.
Να στείλω χαιρετίσματα στη μάνα που με κλαίγει
κι εκείνης οπού μ’ αγαπά χωρίς να μου το λέγει.
Πόσα, αχ πόσα μάντρωσες λιοντάρια πληγωμένα
ακόμη από τον πόλεμο και τη φωτιά βγαλμένα·
πόσους αϊτούς της Αμπλιανής, πόσα παιδιά του Φλέσσα,
ωσάν μανούλα τα’βαλες στην αγκαλιά σου μέσα.
Μη σου τους φάγει ενοιάζοσουν το κρύο και η πείνα
για να τους στείλεις ζωντανούς στη μαύρη γκιλοτίνα.
‘Οχι, δεν είναι Πλάτανε, ελληνική η σπορά σου·
από λαγκάδι σκοτεινό κατάγετ’ η γενιά σου.
Από τη γη του Μπαβαρού εδώ φυτεύθης πάλι·
κόρακας μαύρος σ’ έφερε, καιρού ανεμοζάλη,
κι εφούντωσες στα χώματα τα μοσχομυρισμένα,
κι έχεις από τον ήλιο μας τα φύλλα χρυσωμένα.
Θα έρθ’ η ώρα, Πλάτανε, αλλόθρησκη Βαστιλλη,
που ξυλοκόπους η οργή του έθνους θα σου στείλει.
Και πέλεκυς στη ρίζα σου ελεύθερος θ’ αστράψει·
δεν θα σε φαν γεράματα· φωτιά θενά σε κάψει.
Και γύρω θα χορέψομε στη σκόνη σου την κρύα,
όταν ανοίξει το χορό Πατρίς κι Ελευθερία.
*ποίημα Αχιλλέα Παράσχου, 1861 από τις φυλακές του Μενδρεσέ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου