Σελίδες

Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2018

● Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΜΑΝΙΑΤΩΝ ΣΤΟΝ ΕΝΟΠΛΟΝ ΑΓΩΝΑ (1904-1908) ● Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ Δ. ΚΑΛΑΠΟΘΑΚΗ

Φωτογραφία του Elias Christeas.
Ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΛΑΠΟΘΑΚΗΣ γεννήθηκε το 1862 στην Αρεόπολη της Λακωνίας.
Εκδότης της εφημερίδας «Εμπρός» (*) και άλλων εντύπων, ήταν από τους πρωτοπόρους δημοσιογράφους. Ίδρυσε μαζί με τον Αντώνη Καρτάλη και άλλους το 1904 το «Μακεδονικό Κομιτάτο» με σκοπό να οργανώσει την ελληνική αντίδραση στη Μακεδονία και να συνδράμει με όπλα, χρήματα και εφόδια τους Έλληνες αντάρτες.
Ο Μακεδονικός αγών το ιδιόμορφος εις την προπαρασκευήν και την οργάνωσιν και πολύμορφος εις την ένοπλον δράσιν. Εις όλας τας φάσεις αυτού μετέχουν οι Μανιάται, οι οποίοι εθελοντικώς επολέμησαν και προηγουμένως εις την Κρήτην το 1841, 18692, 1895, 1897’, εις την Θεσσαλίαν το 1854 και εις την Μακεδονίαν το 1897. Εις την Μακεδονίαν ως διοικηταί διμοιριών τού Σώματος τού Αλ. Μυλωνά και Γεωργίου Καψαλοπούλου, το οποίον ωργάνωσεν η Εθνική Εταιρεία το 1897 και το οποίον εισέβαλε και συνεκρούσθη εις την περιοχήν των Γρεβενών μετά των Τούρκων, μετείχον δύο Λάκωνες οπλαρχηγοί, ο εκ Σπάρτης Νικόλαος Ματάλας και ό εξ Αρεοπόλεως της Μάνης Δημήτριος Νικηταράκος έχων και Ιδιαιτέραν σημαίαν εις την διμοιρίαν του.
Προπαρασκευή. Εις αυτήν σθεναρώς έδωσαν το παρόν δύο Μανιάται διαπρεπείς δημοσιογράφοι και διευθυνταί εφημερίδων, ό Πέτρος Κανελλίδης των «Καιρών» και ό Δημήτριος Καλαποθάκης τού «‘Εμπρός». ‘Ο πρώτος, ό Η. Κανελλίδης2, εθελοντής διεκρίθη εις την Κρήτην το 1869 εις το Σώμα του Δημ. Πετροπουλάκη, δοκιμώτατος πολιτικός αρθογράφος, συνεκλονίσθη από το δράμα τού Μακεδονικού λαού, προέβαλλε διά της εφημερίδος του τα δεινά, αλλά και τα δικαιώματα της Μακεδονίας, ο δεύτερος, ο Δημ. Καλαποθάκης, διεδραμάτισε τον σημαντικώτερον ρόλον. Το κύρος του ως ειδικού πολιτικού αρθογράφου υπήρξεν ασγύκριτον. Το κριτικόν πνεύμα του εις τα σχόλια των γεγονότων συνήρπαζεν. Η τιμιότης, η αξιοπρέπεια, η παρρησία και το δημοσιογραφικόν ήθος του είχον προκαλέσει εντύπωσιν και τον είχον επιβάλει ακόμη και εις τούς αντιπάλους του. Το σθεναρόν ύφος τής πολιτικής επιχειρηματολογίας του επηρέαζε τα μέγιστα την κοινήν γνώμην και συνεκλόνιζε την Κυβέρνησιν. Η αρθογραφία του διά το Μακεδονικόν ζήτημα, υπό το ψευδώνυμον «Μακεδονικός» ήτο ηφαίστειον. Διά πυρίνων άρθρων συνιστά εις τούς υπευθύνους της Κυβερνήσεως όπως τάχιστα λάβουν τα αναγκαία μέτρα διά την σωτηρίαν της Μακεδονίας. Ήτο το κατάλληλο και εις το κατάλληλον βήμα διά την κρίσιμον εκείνην εθνικήν περίστασιν.
Οργάνωσις εις το Κέντρον. Ο Καλαποθάκης συνέλαβε την ιδέαν τής συστάσεως του Μακεδονικού Κομιτάτου. Τούτο ουσιαστικώς ήτο έργον δικόν του και ως σύλληψις ιδέας εις την αρχήν και ως προώθησις και αξιοποίησις προς δράσιν αργότερον. Ήτο προσφορά την οποίαν όλοι του ανεγνώρισαν. Εις τα γραφεία του «Εμπρός» την 22αν Μαίου 1904 συνεστήθη το Μακεδονικόν Κομιτάτον, του οποίου ο Καλαποθάκης γίνεται πρόεδρος, ως μέλος δε της Οργανωτικής Επιτροπής μετείχε μεταξύ των άλλων και ο Π. Κανελλίδης. Η Γενική Προκήρυξις του Κομιτάτου υπό ημερομηνίαν 29 Μαρτίου εδημοσιεύθη εις το ((‘Εμπρός)) την 6ην ‘Ιουνίου. Ο Καλαποθάκης επί διετίαν (1904-1906) κρατεί εις τας στιβαράς χείρας του τον Αγώνα εις το Κέντρον, οργανώνει τα ανταρτικά Σώματα και αποστέλλει αυτά εις την Μακεδονίαν, ενεργεί διά την εξασφάλισιν τής διαδοχής των, αλληλογραφεί με φλογερούς πατριώτας, οργανώνει τα οικονομικά του Αγώνος, ενημερώνει το επίσημον Κράτος και τον εν Θεσσαλονίκη επικεφαλής των Προξενικών υπηρεσιών δεξιοτέχνην συντονιστήν της ενόπλου δράσεως εις την Μακεδονίαν Λάμπρον Κορομηλάν. Οι Διόσκουροι ούτοι του Μακεδονικού Αγώνος επυρπόλουν συνεχώς την Ελληνικήν ψυχήν με αδάμαστον θέλησιν προς ακατανίκητον δράσιν.
Το γραφείον του Καλαποθάκη ήτο το εντευκτήριον των οπλαρχηγών και το γραφείον της αλληλογραφίας μετά των καπεταναίων. «‘Η Ελληνική Μακεδονία —έγραφε προς τούς καπετάνιους ό Καλαποθάκης— θεωρεί τους υπέρ αυτής εργαζομένους άνδρας ως τον πολύτιμον σπόρον, όστις θα αποδώση άφθονον το καρπόν εις τό έθνος». Ο Καλαποθάκης ενθαρρύνει τον εις Αθήνας ευρισκόμενον Κρήτα οπλαρχηγόν Εύστ. Καούδην νά επανέλθη εις τα λημέρια του υπό την προστασίαν και βοήθειαν του Κομιτάτου. Και επιστρέφει ο Καούδης την 14ην Αυγούστου με ένοπλον Σώμα εις την περιοχήν το χωρίου Κοσταράτσι και την 24 Αυγούστου συνάπτει σφοδροτάτην μάχην μετά του αρχικομιτατζή Καρσάκωφ. Τον Καούδην άκολουθει ο Παύλος Μελάς, διορισθείς υπό το Κομιτάτου γενικός αρχηγός της περιοχής Μοναστηρίου – Καστοριάς. Με τον Καλαποθάκην αλληλογραφούν και εις τα γραφεία το «Εμπρός» προσέρχονται οι Μανιάται, απαιτούντες την αποστολήν των εις την Μακεδονίαν και την ένταξίν των εις τα εκεί δρώντα αντάρτικα Σώματα• και εκείνος με ικανοποίησιν, αλλά και με Μανιατικήν υπερηφάνειαν διά την συμπαράστασιν των συμπατριωτών τον εις το βαρύ εθνικόν του έργον, δεν αρνείται την συμμετοχήν των. Από τα γραφεία του Καλαποθάκη και με τας ευχάς του πολλοί Μανιάται έλαβον την αγωνιστικήν σκυτάλην καί την ρομφαίαν τής εκδικήσεως διά τα δεινά της Μακεδονίας από τούς εκεί δρώντας Βουλγάρους κομιτατζήδες.
Οργάνωσις εις την περιφέρειαν. Εις τον τομέα τούτον πολλοί ήσαν οι εργασθέντες Μανιάται. Αναφέρω μόνον ολίγους. Αποσπάται διά τά προσόντα του καί υπηρετεί εις το Προξενείον Θεσσαλονίκης από του Μαρτίου 1906- 1909 ό ανθυπασπιστής πυροβολικού Κυριάκος Ταβουλάρης υπό το ψευδώνυμον «Κατσανός». Διά την προσφοράν του αρκεί να αναφέρωμεν ότι ό Γεν. Πρόξενος Αλεξανδρόπουλος εις σχετικήν έκθεσίν του γράφει: «ό Ταβουλάρης διεξάγει την υπηρεσίαν του μετά πληρεστάτης τάξεως και παραδειγματικής επιμελείας, υποδειχθείς απαραίτητος συνεργάτης εν τη εθνική αποστολή του 45 Γραφείου». Ο Π. Δαγκλής χαρακτηρίζει αυτόν «κάλλιστον». Πλην τούτου και άλλοι υπό ποικίλας ιδιότητας ως πράκτορες εις διαφόρους περιοχάς της Μακεδονίας και της Θράκης υπηρετούν επωφελώς τον Αγώνα, ως ο ενωμοτάρχης Δ. Άνδρουβιτσανέας ως διδάσκαλος εις διάφορα χωρία της Βεροίας και της Εδέσσης. Ούτος, κατά την ομολογίαν το Ν. Γρηγοριάδη υπό τας διαταγάς του οποίου υπηρετεί, υπήρξεν ο εκδικητής του δ‘ ατιμίας δολοφονηθέντος καπετάν “Αγρα (Τέλλου Αγαπηνού ). Επίσης ο λοχίας Ιω. Ζαγοριανάκος, (καπετάν Ζάγρας) υπηρέτησεν ως πράκτωρ εις την Προσοτσάνην, Καβάλαν, Δεδέαγατς και Κωνσταντινούπολιν, ο λοχίας Παρασκευάς Ζερβέας (καπετάν Παρασκευάς) ως γεωπόνος εις την περιφέρειαν Ρουμλουκίου, ο επιλοχίας Μανούσος Καναβαράκος ως διδάσκαλος εις τούς Αποστόλους (Πέλλαν), ο Βασ. Καραμούζης, κυβερνήτης πλοίου με τουρκικήν σημαίαν, μετέφερε πυρομαχικά δια τον Αγώνα και αλληλογραφίαν, ό Γρ. Λαδακάκος ως διευθυντής σχολείου ειργάσθη αποδοτικώς εις Γουμένισταν, ο ανθ/γός πζ. Λεωνίδας Μπεχράκης εις Καβάλαν, ο επιλοχίας Παναγιώτης Παπατζανετέα (καπετάν Παναγιώτης) ως ταβερνιάρης, ως ζωέμπορος και ως διευθυντής του οικοτροφείου Βοδενών, ό Παναγουλάκος (Εμίλιος Εβρότας ή Χαριτωνίδης) ως επιθεωρητής σχολείων εις την Καστοριάν, ο υπολοχαγός Γαβριήλ Προκοπέας ως υπάλληλος Εταιρείας εις το Σουφλί, ο άνθ /στής Μιχ. Άναγνωστάκος ως ηγούμενος εις την μονήν Όσσιανης (‘Αρχαγγέλου) υπό το ψευδώνυμον «Παπαχρήστος», ό Ίω. Δεμέστιχας (καπετάν Νικηφόρος) ως παραγγελιοδόχος εις Θεσσαλονίκην και άλλοι. Πολλοί των ανωτέρω, ότε η ανάγκη του Αγώνος το επέβαλε, μετετάγησαν εις τα ανταρτικά Σώματα προς ένοπλον δράσιν. ‘Ο Μητροπολίτης Δράμας και έπειτα Σμύρνης Χρυσόστομος εις ανέκδοτον επιστολήν του, προς τον Στυλ. Μαυρομιχάλην (Μαυρομμάτην) υπό ημερομηνίαν 28 Νοεμβρίου 1909 γράφει περί του Λεωνίδου Μπεχράκη: «Κάποιος Λ. Μπεχράκης άνθ/στής το Πεζικού έγραψε μοι και απαντώ δότε το εσώκλειστον. Ητο πολύ καλός και φρόνιμος και γενναίος νέος».
Ιδιαιτέρως επισημαίνεται η οργανωτική δράσις εις ολόκληρον την Ανατολικήν Μακεδονίαν του υπηρετούντος εις το Προξενείον Καβάλας σημαιοφόρου Στυλιανού Μαυρομιχάλη Κατ’ αρχάς υπό το ψευδώνυμον <<ΜαυρομμάΤης>> και αργότερον υπό το ψευδώνυμον «Σουλεϊμάν». Ούτος ό στενή συνεργασία μετά του Μητροπολίτου Δράμας, του μετέπειτα μαρτυρήσαντο εις την Σμύρνην Χρυσοστόμου, επί τετραετίαν όλην υπηρετών εις το Κέντρον, επέτυχε την αναπτέρωσιν του εθνικού φρονήματος των κατοίκων, την εξύψωσιν της παιδείας, την επιβολήν της οργανώσεως και την επέκτασιν αυτής εις την Δυτικήν Θράκην, την ένοπλον οργάνωσιν των εντοπίων, και την απώθησιν των Βουλγάρων εις το εσωτερικόν της χώρας.
Το 1907 μετέσχε και εις τας επιχειρήσεις του Παγγαίου. Εις την περί της δράσεως αυτού έκθεσίν του ο Πρόξενος Καβάλας γράφει: «ο Μαυρομμάτης είναι ακαταπόνητος εργάτης της εθνικής ιδέας διά της επεισκέψεως, του ζήλου κα της αόκνου εργασίας του εις την ανάπτυξιν του εθνικού φρονήματος». Το όνομά του έγινε θρύλος μεταξύ των εντοπίων. Ηυτήχησε κατόπιν, πυροβολητής του ‘Αβέρωφ το 1912, να μετάσχει των ναυμαχιών της “Έλλης και τής Λήμνου και διά την τότε δράσιν του, αλλά και διά την προτέραν εις Α. Μακεδονίαν να του ανατεθή τιμητικώς διά τηλεγραφήματος του αρχηγού του στόλου ναυάρχου Κουντουριώτη να καταλάβη την 27ην ‘Ιουνίου 1913 διά ναυτικού αγήματος του αντιτορπιλικού ((Δόξα)) την απελευθερωθείσαν Καβάλαν.
Η απήχησις του Μακεδονικού Αγώνος εις τούς Μανιάτας. Κατά το κρίσιμον σημείον της τύχης της Μακεδονίας έσυρε τον χορόν της τιμής και του θανάτου ό νεαρός άνθ /γός Παύλος Μελάς. Έπέπρωτο όμως να ανέλθη συντόμως με το φωτοστέφανον της θυσίας και τον επίζηλον τίτλον του Μακεδονομάχου εις τα Ηλύσια τής αθανασίας την 13 Οκτωβρίου 1904, ότε, προδοθείς εις την Στάτισταν υπό Βουλγάρων εις τον Τουρκικόν στρατόν, εφονεύθη. Εγινεν ούτως ο εθνικός ήρως δια να έπισκοπη και κατευθύνη αοράτως τον ύπ’ αυτού κηρυχθέντα Ιερόν πόλεμον. “Ον οι θεοί φιλούσι, θνήσκει νέος! Ο ηρωικός θάνατός του έγινεν εγερτήριον σάλπισμα και εθνικόν προσκλητήριον δια την σωτηρίαν της Μακεδονίας. Η πτώσις του αντήχησεν ως θούριον του Τυρταίου, το οποίον ηκούσθη εις τας κορυφάς των Μακεδονικών όρεων και εις τας δασωμένας χαράδρας των και διέδραμε τον Έλληνικόν χώρον μέχρι Ταινάρου και Κρήτης. Το αίμα του τότε έγινεν αστείρευτος πηγή αναβλύζουσα Μακεδονομάχους. Και εις το προσκλητήριον εκείνο ο Μανιάται, οι οποίοι και προηγουμένως είχον λάβει μέρος εθελοντικώς εις απελευθερωτικούς αγώνας, δεν ήτο δυνατόν να κωφεύσουν.
‘Ο Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης εις Καστοριάν έλεγεν εις τον βοεβόδαν Γκέλεφ, το οποίον παρώτρυνε να εργασθή υπέρ τού Ελληνικού Κομιτάτου ότι: «όπου να ‘ναι φτάνουν από Κάτω και Ελληνικά Σώματα Κρητικοί και Μανιάτες. θα δής κάθε κλαδί και παλικάρι». Και δεν διεψεύσθη ο μάρτυς εκείνος Ιεράρχης, μεγάλη επίσης μορφή του ‘Αγώνος. Μεγίστη πράγματι. υπήρξεν η επίδρασις εις τούς Μανιάτας του θανάτου του Παύλου Μελά και του διεξαγομένου διά την σωτηρίαν της Μακεδονίας αγώνος. Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι κατά την ημέραν της τελέσεως εν Αθήναις του μνημοσύνου του Παύλου Μελά και προτού ακόμη τελείωση η τελετή του μνημοσύνου δύο Μανιάται επιλοχίαι, ο Φίλιππος Κιτρινιάρης και ο Πέτρος Μαλεύρης, μετέβησαν εις τα γραφεία του «Εμπρός» και εζήτησαν από τον επιστρέψαντα εκ του μνημοσύνου Καλαποθάκην να τους αποστείλει εις την Μακεδονίαν. Πράγματι, μετά ολίγας ημέρας ευρέθησαν αγωνιζόμενοι ηρωικώς υπό τον καπετάν Μάλλιον (Στέφανον Δούκαν) εις πλείστας μάχας και εις την φονικωτάτην εκείνην της 25 Μαρτίου 1905, κατά την οποίαν μετέβαλον εις σωρόν καπνιζόντων ερειπίων την Ζαγοριτσάνην, φωλεάν και κέντρον κομιτατζήδων το διαβοήτου Μήτρου Βλάχου.
Νεαρός σημαιοφόρος ό Ιω. Δεμέστιχας (καπετάν Νικηφόρος) εις την περί του Αγώνος έκθεσιν του γράφει: «‘Η αγγελία του θανάτου του Μελά υπήρξε το σύνθημα συσσώμου λαϊκής εξεγέρσεως, έδωκε δε αφορμήν να γνωσθή ευρύτερον ο αρχίσας Μακεδονικός αγών δι’ ημετέρων Σωμάτων. Προσωπικώς εγώ από της εποχής εκείνης έλαβον την προς συμμετοχήν μου απόφασιν. Έκρινα ότι ήτο επιβεβλημένον καθήκον να μετάσχω ενεργώς του εν Μακεδονία αγώνος. Αι ευκαιρίαι όπως υπηρετήση τις την Πατρίδα τον δια μεγαλυτέρων θυσιών και έργων δεν παρουσιάζονται συνήθως. Τούτου ένεκα, αν και αξιωματικός του ναυτικού, απεφάσισα να μετάσχω του Αγώνος». Θα τον συνανήσωμεν κατωτέρω εκδικητήν και τιμωρόν των Βουλγάρων εις την λίμνην των Γιαννιτσών.
Ο υπηρετών εις Λάρισαν ανθ/γός Γρηγ. Φαληρέας (καπετάν Ζάκας) εις την έκθεσΙν του γράφει: «η ζωηρότης και η έντασις του Μακεδονικού αγώνος κατά το έαρ τον 1906 εκ της ενόπλου δράσεως των Μακεδονικών Σωμάτων και των επιτυχιών αυτών είχων παραγάγει εν Θεσσαλία, ένθα υπηρέτουν τότε, εν ταις τάξεσι των συναδέλφων μου ρεύμα πατριωτικού ενθουσιασμού κα είχον γεννήσει εν εμοί θερμήν την επιθυμίαν να μετάσχω του ενόπλου αγώνος, εάν υπό του Κομιτάτου ήθελε κριθή ότι ηδυνάμην να προσφέρω τας υπηρεσίας μου. Επί τηλεγραφικής εκ Λαρίσης αιτήσεως μου έλαβον την εντολήν ότι ενεκρίνετο η αίτησις μου αυτή. Την 22αν Μαϊου διηρχόμην την μεθόριον κατευθυνόμενος εις την επαρχίαν Γρεβενών».
Έτερος Μανιάτης, λοχίας του 9ου πεζικού Συντάγματος Καλαμάτας, ο Θεόδωρος Μαντούβαλος (καπετάν Ταΰγετος) γράφει εις τα απομνημονεύματα του: «το πάνδημον εις Καλαμάταν μνημόσυνον το εις Μακεδονίαν φονευθέντος επιλοχίου Π. Κούκη συννεκλόνισε την ψυχήν μου, και τότε εγώ, πραγματοποιών βαθύν της ψυχής μου πόθον, απεφάσισα να εξέλθω εις Μακεδονίαν και αφού προσηλύτισα γενναίους τινάς άνδρας του λόχου μου και ιδιώτας τινάς, απέστειλα επιστολήν προς τον εν Αθήναις εδρεύσαντα Κεντρικόν Μακεδονικόν Σύλλογον ζητήσας παρ’ αυτού ίνα μετά δέκα ανδρών με αποστολή εις την Μακεδονίαν. Εις την επιστολήν μου εκείνην ό Κεντρικός Μακεδονικός Σύλλογος μου απήντησεν ότι ταχέως θα μού παρείχε τα μέσα, ίνα εξέλθω εις Μακεδονίαν. Την επιστολήν ταύτην έδειξα και εις τούς άλλους υπαξιωματικούς του Συντάγματος μου, οίτινες ενεθουσιάσθησαν, οι δε νεώτεροι τούτων απεφάσισαν όπως και αυτοί εξέλθωσιν εις Μακεδονίαν…… Αι συνεννοήσεις μας εγίνοντο εις το αναρρωτήριον του Συντάγματος, όπου υπηρέτει ό επιλοχίας Β. Τσιμπιδάρος, εγίνοντο δε μυστικώς…. Τότε ήλθεν εις Αθήνας εκ Τρικάλων, όπου υπηρέτει, ό Λάκων ανθ/γός πεζικού, Τσοτάκος Νικ. διά να καταρτίση εθελοντικόν Σώμα και εξέλθη εις Μακεδονίαν. Ούτος, φαίνεται, εις τα Γραφεία του Κομιτάτου έλαβε γνώσιν της επιθυμίας μου όπως εξέλθω εΙς τόν Μακεδονικόν ‘Αγώνα καΙ μοι απηύθυνεν επιστολήν δι’ ης ηρώτα αν δέχωμαι να συνεργασθώ μετ’ αυτού. Ομοίαν επιστολήν ο αείμνηστος Τσοτάκος απέστειλε και προς τον επιλοχίαν Τσιμπιδάρον, τον οποίον εγνώριζε, διότι τα χωρία των ήσαν πολύ κοντά…>>
Μετ’ ολίγας ημέρας και μάλιστα την 17 Ιουνίου 1907 προ του πρωινού εγερτηρίου η σχηματισθείσα ομάς υπαξιωματικών και οπλιτών επεβιβάσθη της αμαξοστοιχίας και ανεχώρησε δι’ Αθήνας, σνναντηθείσα δε μετά το ανθ/γού Ν. Τσοτάκου την 27 Ιουνίου εισήρχετο εις το Μακεδονικόν έδαφος με κατεύθυνσιν το Βογατσικόν και Καλογερικόν προς συνάντησιν του Μανιάτου ανθ/γού Γρηγορίου Φαληρέα (καπετάν Ζάκα).
‘Αλλά και μεταξύ των Ιδιωτών η επίδρασις του Μακεδονικού Αγώνος δεν ήτο μικροτέρα. Περίεργον διά τα έθιμα τής Μάνης, αλλά πραγματικότης είναι ότι θανάσιμον ένεκα φόνου οικογενειακήν έχθραν μεταξύ δύο μεγάλων οικογενειών του Γυθείου, των Πετροπουλάκη και Στεφανάκου, έχθραν την οποίαν σημαίνοντες εντόπιοι δεν κατόρθωσαν να διαλύσουν και απειλείτο μεταξύ των οικογενειών πόλεμος εξοντώσεως, διέλυσεν ως από μηχανής Θεός ειρηνευτικώς μεταξύ των δύο οικογενειών ο Μακεδονικός αγών. Ούτος συνεφιλΙωσε τας δύο οικογενείας, άνευ παρεμβάσεως ουδενός, με αποτέλεσμα δύο Πετροπουλάκηδες (Λεωνίδας και Παναγιώτης) και ένας Στεφανάκος ως ψυχαδελφοί, κατά την Μανιάτικην έκφρασιν, να μεταβούν εις την Μακεδονίαν ενισχύοντες το ανταρτικόν Σώμα του Μανιάτου ανθ/γού Αντων. Βλαχάκη (καπετάν Λίτσα). Πράγματι, αντί οικογενειακής εκδικήσεως ηνώΘησαν οι γενναίοι εις τον της εκδικήσεως Ιερόν Μακεδονικόν αγώνα, ηγωνίσθησαν ηρωικώς αδελφωμένοι οι πρώην άσπονδοι εχθροί και αδελφωμένοι εύρον τον θάνατον εις την τιτανομαχίαν της Όσνίτσανης διά να αποτελέσουν εις τα Ηλύσια την τιμητικήν φρουράν του ηρωικώς επίσης πεσόντος αρχηγού των καπετάν Λίτσα.
‘Ένοπλος Αγών. Θα ήτο μακρός ο κατάλογος και ενός μόνον απλού προσκλητηρίου των εθελοντών αγωνιστών εκ τής περιοχής τής Μάνης. Θα αρκεσθώ εις εν μόνον περίγραμμα τής συμμετοχής των, δηλ. εις μιαν αναγραφήν του τόπου όπου επολέμησαν και έδρον μερικοί εξ αυτών ηρωικών και έντιμον θάνατον, καθώς και εις την μαρτυρίαν των αρμοδίων υπηρεσιών διά την προσφοράν των εις τον Αγώνα. Την δράσιν των, θα εκθέσωμεν εκτενώς αλλαχού.
Διακίνησις Σωμάτων. Διά τον Εξοπλισμόν των Σωμάτων και την διακίνησιν αυτών εις την Μακεδονίαν ως έκπρόσωποι του Κομιτάτου μεταξύ των άλλων ενήργουν εις μεν τα Τρίκαλα οι εκ Μάνης ανθ/γοί Παύλος Λαμπίρης και Γρηγ. Προκοπέας, εις δε την Καλαμπάκαν εβοήθει ο Μανιάτης ενωματάρχης Γ. Κουτρουβίδας όστις το 1905 ενετάχθη εις το υπό τον Κ. Μαζαράκην οργανωθέν Σώμα. Διά την υποδοχήν και διακίνησιν επίσης των πρώτων εκ του Κέντρου Βουλιαγμένης ‘Αττικής μεταφερθέντων εις την Μακεδονίαν διά του ατμοπλοίου «Αχιλλεύς» καί αποβιβασθέντων ενόπλων τμημάτων το μεσονύκτιον της 27 Απριλίου 1905 εις τας ακτάς του χωρίου Άγιος Ιωάννης, βορείως του Κορινού, απεσταλμένος του Προξενείου Θεσσαλονίκης μεταξύ δύο άλλων ήτο και ο εκ Σπάρτης Μιχαήλ Λεόπουλος.
Συνθήκαι διεξαγωγής του Αγώνος. Αι ανταρτικαί Έλληνικαί ομάδες εις το βαρύ έργον των και την σοβαράν εθνικήν αποστολήν των είχον να παλαίσουν πρός δυσμενεστάτας συνθήκας. Πλην των ενόπλων Βουλγάρων κομιτατζήδων, οι οποίοι εκρύπτοντο, υπεθάλποντο και εβοηθούντο ποικιλοτρόπως από τους βουλγαρίζοντας κατοίκους, είχον νά αντιμετωπίσουν τον Τουρκικόν στρατόν (μετά τούτου κατά κανόνα απέφευγον την σύγκρουσιν), διακινούμενον η μονίμως εις ωρισμένας περιοχάς διαμένοντα και την εις αυτόν προδοσίαν της εμφανίσεως των και πάσης κινήσεώς των εκ μέρους Βουλγάρων πρακτόρων επίσης την μαστίζουσαν ωρισμένας περιοχάς ληστείαν, ωργανωμένην και δρώσαν Ρουμανικήν προπαγάνδαν, τάς ποικίλας στερήσεις εις τρόφιμα και ανεφοδιασμόν, την δυσκολίαν της διαμονής και διακινήσεως υπό δυσμενεστάτας καιρικάς συνθήκας επί ορεινού, δασωμένου, ανωμάλου και αγνώστου εδάφους και πολλάς άλλας αντιξόους περιστάσεις.
Περιοχαί δράσεως των Μανιατών. Τοιαύται ήσαν αι περιοχαί:
1) Κεντρική Μακεδονία. Εις την περιοχήν αυτήν δίδει πρώτος το παρόν ό ανθυπασπιστής Υλικού Πυροβολικού Μιχαήλ Άναγνωστάκος (ή Μικρός Μιχάλης διά το βραχύσωμόν του, υπό το ψευδώνυμον καπετάν Ματαπάς). Ούτος, το 1905, μετά δυνάμεως 15 ανδρών, αναχωρήσας την 18 Απριλίου από το υπό την διεύθυνσιν του Κ. Μαζαράκη Κέντρον εκπαιδεύσεως Βουλιαγμένης Αττικής και επιβαίνων του ατμοπλοίου «Κεφαλληνία», έφθασεν εΙς Τσάγεζ (Στόμιον) και εκείθεν δι ιστιοφόρου την 22 Απριλίου εις Πόρτες Παρά τον λαιμόν της χερσονήσου της Κασσάνδρας. Εκείθεν άρχισε την πορείαν του προς βορράν, διά δε της Πορταριάς —Βάβδου— Βασιλικών, έφθασε και εγκατεστάθη εις τα περίχωρα τής Μπάλτσας (Μελισσοχωρίου) με αποστολήν την διάνοιξιν των επικοινωνιών από Θεσσαλονίκης εις Γευγελήν, διότι αι δρώσαι τότε Βουλγαρικαί συμμορίαι ετρομοκράτουν τούς πιστούς εις το Πατριαρχείον πληθυσμούς και περιώριζον το Ελληνικόν εμπόριον.
Επειδή όμως η πορεία του Αγώνος απήτει οργάνωσιν και εις άλλας περιοχάς της Κεντρικής Μακεδονίας και επειδή ο Ματαπάς διεκρίνετο διά την οργανωτικήν του ικανότητα, υποστάς και εν το μεταξύ θλάσιν του ποδός του, μετετέθη εκ της αρχηγίας Σώματος Λαγκαδά και εγκατεστάθη το 1906 εις την παρά την Οσσιανην μονήν Άρχαγγέλου ως ηγούμενος με το ψευδώνυμον «Παπαχρήστος». Εκείθεν κινούμενος εμελέτα την κατάστασιν και ωργάνωσε την περί την Γουμένιτσαν και Καρατζόβαν περιοχήν. Από του Φεβρουαρίου το 1906 ως υπαρχηγός Σώματος εις την Λίμνην των Γιαννιτσών.
1)Εις την Χαλκιδικήν ως αρχηγός Σώματος δρα από Φεβρουαρίου μέχρι Ιουλίου 1908 και ο Παναγιώτης Παπατζανετέας με οπλαρχηγόν τον εκ Μάνης επίσης Χαράλ. Καμινέαν.
2) ‘Ανατολική Μακεδονία. Εις την περιοχήν Σερρών και μέχρι Χαλκιδικής προσέφερον μεγάλας υπηρεσίας ο λοχίας Ιωάννης Ζαγοριανάκος και ο οπλαρχηγός Γεώργιος Φραγκογιάννης. Εκ τούτων ο πρώτος, ως καπετάν Ζάγρας του σώματος Σερρών-Νιγρίτης-Χαλκιδικής, ηγωνίσθη και ετραυματίσθη σοβαρώς κατά την μάχην της Όρμυλίας τής Χαλκιδικής. Μετά την ανάρρωσιν του έδρασεν ως πράκτωρ εις Μπροστιτσάνην, Καβάλαν, Άλεξανδρούπολιν και Κωνσταντινούπολιν.
Ο δεύτερος, ο Γ. Φραγκογιάννης, ως οπλαρχηγός, ηγωνίσθη υπό τον αρχηγόν Άριστόβουλον Κόην και απήλλαξε την περιοχήν από τους λαθροβιούντας εκεί κομιτατζήδες. Καθ’ όλην την διάρκειαν του Αγώνος μετείχε της ενόπλου δράσεως και ήσχολειτο με την οργάνωσιν των χωρικών και την άσκησιν αυτών εις την χρήσιν των όπλων, έχων βοηθούς και παραστάτας τους μοναχούς του Αγίου Ορους (μονής Γρηγορίου) και τούς Έλληνας Σαρακατσαναίους της περιοχής. Είναι σήμερον ιερεύς και ο μόνος επιζών Μακεδονομάχος αγών το 99 έτος.
3) Δυτική Μακεδονία. Η περιοχή αυτή, ένεκα της γεωγραφικής διαμορφώσεως του εδάφους της, αποτελεί εξαιρετικής σημασίας στρατηγικόν σημείον της όλης Βαλκανικής Χερσονήσου και διά τούτο εκεί κυρίως διεξήγετο ο μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων σκληρότατος ένοπλος αγών υπό δυσμενεστάτας διά τούς Ελληνας καιρικάς και τοπικάς συνθήκας.
Ο άνθ/γδς Αντώνιος Βλαχάκης (καπετάν Λίτσας), τραυματίας ως υπαξιωματικός εις τα Φάρσαλα το 1897, έδρασε κατά την πρώτην έξοδόν του το 1905 εις την περιοχήν των Καστανοχωρίων (Σταριτσανην – ‘Εζερετς νυν Λακκώματα-Πετροπουλάκη). Κατά την δευτέραν εξόρμησην του το 1906 με υπαρχηγόν τον Μανιάτην επίσης Λεωνίδαν Πετροπουλάκην ηγωνίσθη πάλιν εις τα Καστανοχώρια και την 7 Μαΐου επετέθη κατά του εξαρχικού χωρίου Όσνίτσανη (Καστανόφυτον). Μετά οκτάωρον σκληράν μάχην, μιαν των σημαντικωτέρων του Αγώνος, εναντίον καλώς ωχυρωμένων κομιτατζήδων και καταφθάσαντος εξ 700 ανδρών Τουρκικού τάγματος και εν επεχείρει ο ίδιος να πυρπολήση την φωλεάν των κομιτατζήδων έπεσεν ηρωικώς αυτός και ο Λεωνίδας Πετροπουλάκης μετά 24 παλικαριών του, αφού επροξένησαν μεγάλας απωλείας εις τους Τούρκους. Οι τραυματίαι ανήλθον εις 11 και το Σώμα διελύθη.
Ο θάνατός του συνεκλόνισε το Πανελλήνιον. Εθνικός σεισμός εδόνησε την χώραν ολόκληρον. Πάνδημα μνημόσυνα ετελέσθησαν παντού, το επιβλητικώτερον όμως εις την Μητρόπολιν των Αθηνών υπό του Συνδέσμου των Συντικτών παρουσία αντιπροσώπου του Βασιλέως, μελών της κυβερνήσεως και αντιπροσώπων του στρατού. Παρέστη επίσης ο Φ. Δραγούμης μετά τής χήρας Μελά, οι εν Αθήναις και Πειραιά Λάκωνες και πλήθος κόσμου. Μνημόσυνα ετελέσθησαν και εις Λακωνίαν, εις Πειραιά, Λάρισαν, Τρίκαλα, Βόλον, Αργοστόλι και εις το εξωτερικόν υπό των εκεί Ελλήνων, ως και εις την Όδησσόν, Μασσαλίαν, Βερολίνον, Λονδίνον και εις την Αμερικήν υπό των Λακωνικών Οργανώσεων. Έχει μάλιστα συνεκροτήθη και φάλαγξ εκ 200 Λακώνων δια να έλθη εις Ελλάδα και αγωνισθή εις Μακεδονίαν, ημποδίσθη όμως υπό του εκεί Ελληνος Προξένου. Ήτο η εποχή εθνικού οργασμού!
Ο ανθ/γός Γρηγ. Φαληρέας (καπετάν Ζάκας) εξήλθεν εις Μακεδονίαν το 1906 μετά δυνάμεως 30 ανδρών. ‘Έδρασεν αποτελεσματκώς εις εκτεταμένην περιοχήν της Δ. Μακεδονίας δηλ. εις Καστοριάν, Βογατσικόν, Πόπολιν (περιοχήν μεταξύ Κλεισούρας και Καστοριάς), Καστανοχώρια, Καλάρια (Πτολεμαίδα), Στρέμιτενον (Ασπρόγεια), Χόλισταν (Μελισσότοπον), Κορέστια, Γρεβενά. Αξιοσημείωτος είναι ο αγών του μετά του καπετάν Γέρμα κατά την φονικωτάτην μάχην της 16 ‘Ιουλίου 1907 παρά το Καλογερικόν, κατά την οποίαν εφονεύθη ο Γέρμας, αυτός δε εσώθη ως εκ θαύματος.
Ο ανθ/γός Νικόλαος Τσοτάκος (καπετάν Γέρμας) με υπαρχηγόν τον επιλοχίαν Βασίλειον Τσιμπιδάρον (καπετάν Τσιμπίδαν) και οπλαρχηγόν τον λοχίαν Θεόδωρον Μαντούβαλον (καπετάν Ταύγετον) και Σώμα εκ 50 ανδρών, κατά το πλείστων Μανιατών, εξεκίνησε δια να εκδικηθή τον θάνατον του συμπολίτου του καπετάν Λίτσα. Συνηντήθη μετά το καπετάν Ζάκα παρά την Λόσνιτσαν (Γέρμα), άλλ’ η θέσις των επροδόθη υπό των Βουλγάρων εις τούς Τούρκους. εναντίον των οποίων, εις την χαράδραν του Καλογερικού, επολέμησαν ως οι Τριακόσιοι εις τας Θερμοπύλας.
Κατά την σκληράν εκείνην μάχην έθανον υπέρ πατρίδος ο καπετάν Γέρμας, ο υπαρχηγός του Βασίλειος Τσιμπιδάρος και 23 των συμπολεμιστών των, ενώ συνελήφθησαν 11 βαρέως τραυματισθέντες, μεταξύ των οποίων και ο οπλαρχηγός Θ. Μαντούβαλος (καπ. Ταΰγετος ), μεταφέρων επί των ώμων του διά μιας υπερανθρώπου προσπαθείας τον ημιθανή αρχηγόν του Γέρμαν. Επιζήσας ο Θ. Μαντούβαλος ηγωνίσθη ηρωικώς κατόπιν και πάλιν εθελοντικώς κατά τον Βορειοηπειρωτικόν Αγώνα ως ταγματάρχης πολιτικός και στρατιωτικώς διοικητής Αργυροκάστρου- Πρεμετής.
Ο καπετάν Γέρμας υπήρξε μια ηρωική φυσιογνωμία, η οποία δεν επρόφθασε να δημιουργήση ιστορίαν, αλλ’ εις μιαν ένδοξον στιγμήν ωδήγησε τα εκλεκτά παλληκάρια της πατρίδος του Μάνης εις μιαν πράξιν μεγάλης θυσίας και τους έδωσε την ευκαιρίαν να αποδείξουν μαζί του ότι εκεί κάτω όπου φύονται ακόμη αι δάφναι του Ευρώτα δεν ελησμονήθη του αρχαίου βασιλέως Λεωνίδου το μοναδικόν παράδειγμα.
4) Διαμέρισμα Ολύμπου. Σημαντικόν ενδιαφέρον διά την διεξαγωγήν και επιτυχίαν του Αγώνος είχεν η περιοχή του Ολύμπου. Η κυριαρχία εις αυτήν εξησφάλιζε την επικοινωνίαν μεταξύ των Ελληνικών συνόρων και των πέραν τού Αλιάκμονος διαμερισμάτων προς ελευθέραν διάβασιν ενόπλων Ελληνικών Σωμάτων και μεταφοράν πολεμοφοδίων και την εις αυτήν οργάνωσιν και συντήρησιν εφεδρικής δυνάμεως ικανής να επέμβει εις την περιοχήν Γιανιτσών-Εδέσσης. Η περιφέρεια όμως παρουσίαζε σημαντικάς δυσκολίας, ένεκα των εκεί δρώντων ληστών και τής Ρουμανικής προπαγάνδας, η οποία, λόγω τής εκεί παραμονής αρκετών Κουτσοβλάχων και δραστηρίων Ρουμάνων πρακτόρων, είχε κατακτήσει σημαντικόν έδαφος, ίδια εις τον τομέα των σχολείων. Και τας δύο αυτάς κινήσεις υπέθαλπον και εβοήθουν αι Τουρκικαί αρχαί και το Βουλγαρικόν Κομιτάτον.
Μέχρι του φθινοπώρου του 1906 τα εις την περιοχήν εκείνην κινούμενα ‘Ελληνικά Σώματα του Κ. Μαζαράκη, Γαρέφη και Ρόκα έτυχον σημειώσει σημαντικήν έπιτυχίαν. Η σπουδαιότης όμως του χώρου ώθησε το Γεν. Προξενείον Θεσσαλονίκης να οργάνωση εν σχέδιον πλήρους εξουδετερώσεως των ανωτέρω εμποδίων και την εκτέλεσιν αυτού από του φθινοπώρου του 1906 ανέθεσεν εις τον εγνωσμένης οργανωτικής ικανότητος και ανδρείας ανθ/σήν Μιχαήλ Άναγνωστάκον (καπ. Ματαπάν) ανακληθέντα από την Λίμνην των Γιαννιτσών, όπου ευρίσκετο ως υπαρχηγός Σώματος.
Και πράγματι ο Αναγνωστάκος απήλλαξε την περιοχήν από τούς ληστάς, επανέφερεν εις την ορθοδοξίαν τούς παρασυρθέντας υπό της Ρουμανικής προπαγάνδας, προσείλκυσε τον σεβασμόν και την εμπιστοσύνην των κατοίκων, προέβη εις την οργάνωσιν των χωρίων, εξησφάλισε τον μεταξύ των σύνδεσμον, συνεκρότησεν εις αυτά υπευθύνους επιτροπάς, ώρισε συνδρομάς προς αντιμετώπισιν των μικρών αναγκών του Αγώνος, ετοποθέτησεν επικεφαλής των επιτροπών τους διακριθέντας εις τον αγώνα επιτοπίους άνδρας και γενικώς προσέφερε πολυτιμοτάτας υπηρεσίας μέχρι του Σεπτεμβρίου 1907, ότε επέστρεψεν εις την Ελλάδα. Ο Άναγνωστάκος εργάσθη επιτυχέστερον παντός άλλου εις την Μακεδονίαν. Κατά σχετικήν έκθεσιν του Γεν. Προξένου «ο Ματαπάς υπήρξε το πρότυπον εντίμου, αφωσιωμένου και ικανού εργάτου τής Εθνικής ιδέας. Πάσχων τους οφθαλμούς σοβαρώς και χωλαίνων εκ κατάγματος του ποδός ουδ’ επί στιγμήν κατά την μακρόν περίοδον της δράσεως τον επηρεάσθη υπό των σωματικών τούτων παθήσεων, ούτε υπό των ποικίλων του αγώνος περιπετειών έξ απαγοητεύσεως. Ανέλαβε την διεύθυνσιν του διαμερίσματος Ολύμπου…, προέβη εις πλήρη οργάνωσιν αυτού εφελκύσας τον σεβασμόν και την αγάπην πάντων των κατοίκων και την αμέριστον εκτίμησιν της καθ’ ημάς υπηρεσίας. Συνιστώ θερμότατα εις την προσοχήν της υπηρεσίας τον άξιον της πατρίδος στρατιώτην».
Ο Γεν. Πρόξενος Λ. Κορομηλάς έγραψεν επίσης ότι «ο Ματαπάς αποτελεί σπάνιον παράδειγμα καρτερίας. Παρά το πάθημά του, ενέμεινεν εΙς τον Αγώνα, όπου διαπρέπει ως αρχηγός Σώματος, διατηρεί πειθαρχίαν και έχει το Σώμα του έτοιμον προς επιχειρήσεις. Πολυτιμότατος διά την προπαγάνδαν ».
Γράφων διά την περιοχήν του ‘Ολύμπου επίσης Ι. Κ. Μαζαράκης παρετήρησεν ότι «τα πάντα ήσαν εκεί τότε παρεσκευασμένα υπό την λαμπράν όντως οργάνωσιν του Ματαπά». Έπιγραμματικώς δε ο Π. Δαγκλής χαρακτηρίζει αυτόν λακωνικότητα ως «κάλλιστον». Ένδειχτικόν είναι και το λαϊκόν στιχούργημα περί της δράσεώς του.
Τι είν’ αυτός ο Ματαπάς
τον ευρίσκεις όπου πας.
Πότε γίνεται παπάς
Ποτε αντάρτης και ψαράς.
Επεσφράγισε το μέγεθος των θυσιών του διά την ελευθερίαν της Μακεδονίας δια του ηρωικού θανάτου του πολεμών πάλιν εθελοντικώς ως υπολοχαγός πυροβολικού κατά την μάχην της Δοϊράνης 23 Ιουνίου 1913. Κοιμάται τον αιώνιων ύπνον εις γην έλευθέραν!
Το έργον του εις τον Όλυμπον συνέχισε μετά της αυτής επιτυχίας ο υπαρχηγός του Γεώργιος Φραγκάκος (καπετάν Μαλέας ), καταστάς ο φόβος των Ρουμανιζόντων και των κομιτατζήδων. Διά την δράσιν του έτυχεν επικηρυχθή υπό του Σουλτάνου Χαμίτ αντί 5.000 λιρών. Περί αυτού η έκθεσις του Γεν. Προξένου γράφει ότι «είχεν έφελκύσει την εκτίμησιν δια της εντιμότητος, της πειθαρχίας και της εις τον Αγώνα αφοσιώσεως του. Λίαν ευδοκίμως υπηρετεί συνεχίζων και συμπληρών το οργανωτικόν έργον και μόνον ευαρεσκειών αφορμάς παρέχει τη υπηρεσία».

5) Λίμνη Γιανιτσών – Βάλτος. Αι πλέον σημαντικαί και αποφασιστικαί εξελίξεις κατά το 1906 έλαβον χώραν εις την περιοχήν της Λίμνης των Γιαννιτσών (τον Βάλτον). Δια την Ελληνικήν υπόθεσην η κεντρική θέσις της Λίμνης, ως προς τον γενικώτερον χώρον της Κεντρικής Μακεδονίας, εδικαιολόγει το ενδιαφέρον διά την κατοχήν της, δια να καταστή βάσις εξορμήσεως των Ελληνικών Σωμάτων. Παραλλήλως όμως ενδιέφερε και τούς Βουλγάρους κομιτατζήδες, Οι οποίοι, επωφελούμενοι της απουσίας Τουρκικού στρατού, είχον εγκαταστήσει εντός της λίμνης εξ καλύβας και εκείθεν οργωμένοι ετυράννουν τα παραλίμνια Ελληνικά χωρία.
Ο αγών μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων Περί κατοχής της Λίμνης υπήρξε μακρύς και σκληρότατος και διεξήγετο υπό δυσμενεστάτας συνθήκας. Το τοπίον ήτο αγρίως γραφικόν, ελώδες με πλουσίαν βλάστησιν και καλαμώνας. Οι άνδρες διέμενον εις καλύβας εντός της λίμνης εκ καλάμων, χόρτων και πηλού. Η έλονοσία, η υγρασία, η κακή διατροφή, αι ενέδραι, αι περιπολίαι με πλάβας (αβαθείς λέμβους) εις τα παραλίμνια Ελληνικά χωρία κατά την νύκτα διά να τα προστατεύσουν από τους κομιτατζήδες, αι πλημμύραι, η ανύψωσις των υδάτων της λίμνης, οι πάγοι, αι φονικαι, συμπλοκαί, ο διαρκής εκνευρισμός και η επαγρύπνησις, ιδού το περίγραμμα του Αγώνος εις την Λίμνην. Αν και αι εντός της λίμνης συνθήκαι βαιβιώσεως και αγώνος ήσαν πανάθλιαι, το Γεν. Προξενείον έκρινε σκόπιμον το 1905 την εγκατάστασιν Ελληνικού τμήματος εις την Λίμνην με σκοπόν την εκείθεν εκδίωξιν των Βουλγάρων.
Πρώτος εγκατεστάθη το 1905 μετά δυνάμεως 80 ανδρών ο εκ Γυθείου υπολοχαγός Κ. Μπουκουβάλας (καπετάν Πετρίλος ). Ούτος διά σκληρού αγώνος κατέλαβε την Βουλγαρικήν καλύβαν Γκολεστάνη (Λευκάδια), εξοντώσας τούς 19 υπερασπιστάς της. Το βαρύ όμως κλίμα της Λίμνης εκλόνισε την υγείαν του και υπεχρεώθη να επιστρέψη εις την Ελλάδα, παραδίδων την αγωνιστικήν σκυτάλην εις έτερον Μανιάτην, ατρόμητον αγωνιστήν, τον ανθ/στήν πυροβολικού Μιχ. Αναγνωστάκον, έχοντα υπαρχηγόν τον απαράμιλλον εις γενναιότητα καί επιτελικήν σκέψιν Μανιάτην λοχίαν του πυροβολικού Παναγιώτην Παπατζανετέαν (καπετάν Παναγιώτην ). Η δράσις εις την Λίμνην της αγωνιστικής αυτής Μανιάτικης ξυνωρίδος κατέστη θρυλική. Μετά την αποχώρησιν του Αναγνωστάκου διά την οργάνωσιν του Ολύμπου, ουσιαστικώς εις την Λίμνην δρα ο Παπατζανετέας. Εκεί εδοκιμάσθη η διοικητική του ικανότης, η χαλυβδΙνη θέλησις και επιτελική του κατάρισις, παραλλήλως προς τον απαράμιλλον ηρωισμόν του. Τα σχέδιά του δια την μέθοδον διοικήσεως, οργανώσεως και δράσεως εντός της Λίμνης έφερον αυτόν εις σύγκρουσιν μετά του αρχηγού του λοχαγού Μακροπούλου. Το Έπιτελικόν όμως Γραφείον του Κέντρου Θεσσαλονίκης εδικαίωσε τον Παπατζανετέαν και απεμάκρυνε της Λίμνης τον Μακρόπουλον.
Δια την ύλοποησιν του σχεδίου Παπατζανετέα το Κέντρον έστειλεν εις την Λίμνην κατά τον Σ /βριον το Σώμα του ανθ/γού Τέλλου Αγαπηνού (καπετάν Άγρα) και του ανθ/γού Σάρου (καπετάν Κάλα), έχοντος υπαρχηγόν τον Μανιάτην επιλοχίαν Παρασκευάν Ζερβέαν. Αυτούς υπεδέχθη και κατετόπισεν εις τα μυστικά του Βάλτου ο Παπατζανετέας, διά την δράσιν του οποίου εις την Λίμνην και εις άλλας περιοχάς ο στρατηγός Κ. Μαζαράκης έγραψεν:
«....ο Παπατζανετέας υπήρξε το 1906-1907 από τους θρυλικούς ήρωας της Λίμνης τών Γιαννιτσών. Η τιμιότης του υπήρξε παροιμιώδης και ενέπνεε γενικήν εμπιστοσύνην». Συμπληρώνων ο στρατηγός Έξαδάκτυλος έγραψεν:
«Η μέχρις αναισθησίας γενναιότης του, η καρτερία, η μέχρι σχολαστικότητος τιμιότης του και ο άδολος πατριωτισμός του, ως και αι επί μακρόν πολυειδείς και έκτακτοι προς την πατρίδα υπηρεσίαι του, τάσσουσι τον Παν. Παπατζανετέαν εις την πρώτην γραμμήν των δικαίων και αξίων και της πλέον εξαιρετικής αμοιβής εκ μέρους του Κράτους».
Κλείων δε τον κύκλον των επαίνων ο συνταγματάρχης Π. Δαγκλής συνεπλήρωσεν: «εν συνόλο κρίνοντες θαυμάζομεν την αθόρυβον και σεμνήν ηρωικήν και πατριωτικήν δράσιν του γενναίου και υπερηφάνου τέκνου της Μάνης».
Εις την Λίμνην είχε τοποθετηθή και ο λοχίας Νικόλαος Μαντούβαλος (καπ. Νίκος) μετά 20 ανδρών, βοηθήσας αποτελεσματικώς εις τας επιχειρήσεις τον καπ. Αγραν, τον καπ. Κάλαν και τον καπ. Νικηφόρον.
Την ολοκληρωτικήν όμως μορφήν του ο αγών εις την Λίμνην λαμβάνει. μετά τον τραυματισμόν και την αποχώρησιν του Άγρα, τότε ανετέθη η διεξαγωγή των επιχειρήσεων εις τον σημαιοφόρον Ίωάννην Δεμέστιχαν (καπ. Νικηφόρον ) με υπαρχηγούς τον Παπατζανετέαν και Τυλιγάδην.
Υπό δυσμενεστάτας καιρικάς και κλιματολογικάς συνθήκας ο Νικηφόρος ωργάνωσε πλήρως την παραμονήν των ανταρτικών σωμάτων εις την Λίμνην, αντέκρουσεν επιθέσεις Βουλγάρων κομιτατζήδων της Λίμνης και δια σκληρών μαχών προεκάλεσεν εις αυτούς σημαντικάς απωλείας. Ώργάνωσε και απεκατέστησε την ασφάλειαν εις τα παραλίμνια Ελληνικά χωρία. Δια να καταστήση όμως περισσότερον αισθητήν την παρουσίαν του εις τους Βουλγάρους και να εμπνεύση θάρρος και αίσθημα ασφαλείας εις τους εκεί “Ελληνας, επεχείρησε δυο νυκτερινάς κεραυνοβόλους επιθέσεις εναντίον δυο Βουλγαρικών χωρίων του Μπόγετς (“Αθυρα) και των Κουρφαλίων, κειμένων εις μεγάλην απόστασιν από της Λίμνης. Η αιφνιδιαστική αυτή επίθεσις και η σκληροτάτη τιμωρία των Βουλγάρων συνετέλεσεν ώστε και επί τω ακούσματι του ονόματός του να καταλαμβάνωνται ούτοι υπό τρόμου. ‘Εξ αιτίας των Τουρκικών επιχειρήσεων, μετά ταύτα Βούλγαροι και “Έλληνες εγκατέλειψαν την Λίμνην και ο μεταξύ των ανταγωνισμός εξέλιπεν.
Ο Νικηφόρος όμως και μετά το 1908 δεν εσταμάτησε να υπηρετή την πατρίδα και την Μακεδονίαν. Το Γεν. Προξενείον ανέθεσεν εις αυτόν την προπαγάνδαν εις Σέρρας, Νάουσαν, Βοδενά καί ‘Οσσιανην, η δε υπό τον Π. Δαγκλήν λειτουργούσα τότε Πανελλήνιος Οργάνωσις, αποβλέπουσα εις τον εφοδιασμόν δι’ όπλων της ‘Ανατ. Μακεδονίας και Θράκης, εις τον καπετάν Νικηφόρον απετάθη ως τον μόνον κατάλληλον διά την πραγματοποίησιν του σκοπού αυτού. Ούτος, επιβαίνων του πλοίου «Κουρσάρος», έφερεν αισίως εις πέρας την ανατεθείσαν εις αυτόν άποστολήν.
Διά την όλην δράσιν του το Γεν. Προξενείον εκφράζεται ευμενέστατα διά μακράς εκθέσεως, εις την οποίαν, μεταξύ άλλων, λέγεται: «ο αρχηγός Νικηφόρος, αν διακρίνει θάρρος πολύ, ηνωμένον με νοημοσύνην και ακαταπόνητον ζήλον, είργάσθη πάσαις δυνάμεσι προς επιτυχίαν της αποστολής του προσωπικώς εκτιθέμενος εις όλους τους κινδύνους, ους συνεπήγετο αυτή. Κατά τας επιχειρήσεις αυτού έδειξε πλείστα προσόντα καί παρέισχεν άριστας υπηρεσίας». 

Φωτογραφία του Elias Christeas.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου