Η υπόθεση εκτυλίσσεται το 1907, όταν ο Μακεδονικός Αγώνας βρίσκεται
στο απόγειό του και οι Έλληνες μακεδονομάχοι, καπετάν Άγρας και
καπετάν Νικηφόρος, έχουν εξασφαλίσει σημαντικές επιτυχίες με τις
οποίες υποστηρίζονται οι διωκόμενοι ελληνικοί πληθυσμοί. Όμως, οι Βούλγαροι κομιτατζήδες αποδεικνύονται βίαιοι και σκληροί αντίπαλοι, και οι ηρωικοί Έλληνες αγωνιστές, προερχόμενοι από την ελεύθερη Ελλάδα, μαζί με τους ντόπιους πρέπει να συνεχίσουν να μάχονται για να αντεπεξέλθουν σε έναν δύσκολο και άνισο αγώνα. Μέσα σε αυτά τα ιστορικά γεγονότα και δίπλα στα πραγματικά ιστορικά πρόσωπα μπλέκονται και οι μυθοπλαστικοί χαρακτήρες – κυρίως τα παιδιά, ο Αποστόλης και το τρυφερό «Βουλγαράκι», ο Γιωβάν. Η ιστορία, λοιπόν, και η διαπαιδαγώγηση σε υψηλά ιδανικά –της φιλοπατρίας, του θάρρους, της φιλαλήθειας και της αξιοπρέπειας– αλλά και η κατανόηση της ανθρώπινης φύσης αποτελούν τον καμβά του ξεχωριστού αυτού ιστορικού μυθιστορήματος, που εκδόθηκε το 1937.
στο απόγειό του και οι Έλληνες μακεδονομάχοι, καπετάν Άγρας και
καπετάν Νικηφόρος, έχουν εξασφαλίσει σημαντικές επιτυχίες με τις
οποίες υποστηρίζονται οι διωκόμενοι ελληνικοί πληθυσμοί. Όμως, οι Βούλγαροι κομιτατζήδες αποδεικνύονται βίαιοι και σκληροί αντίπαλοι, και οι ηρωικοί Έλληνες αγωνιστές, προερχόμενοι από την ελεύθερη Ελλάδα, μαζί με τους ντόπιους πρέπει να συνεχίσουν να μάχονται για να αντεπεξέλθουν σε έναν δύσκολο και άνισο αγώνα. Μέσα σε αυτά τα ιστορικά γεγονότα και δίπλα στα πραγματικά ιστορικά πρόσωπα μπλέκονται και οι μυθοπλαστικοί χαρακτήρες – κυρίως τα παιδιά, ο Αποστόλης και το τρυφερό «Βουλγαράκι», ο Γιωβάν. Η ιστορία, λοιπόν, και η διαπαιδαγώγηση σε υψηλά ιδανικά –της φιλοπατρίας, του θάρρους, της φιλαλήθειας και της αξιοπρέπειας– αλλά και η κατανόηση της ανθρώπινης φύσης αποτελούν τον καμβά του ξεχωριστού αυτού ιστορικού μυθιστορήματος, που εκδόθηκε το 1937.
Με προλογικό σημείωμα της Καθηγήτριας Παιδικής Λογοτεχνίας του ΑΠΘ,
κ. Μένης Κανατσούλη
κ. Μένης Κανατσούλη
Το βιβλίο συνοδεύεται από εκπαιδευτικό υλικό
σε ηλεκτρονική μορφή.
σε ηλεκτρονική μορφή.
Εκδότης: Εστία
Συγγραφέας: Πηνελόπη Δέλτα
Εικονογράφηση: Δ.Α. Μπισκίνη
ISBN: 960-05-0343-5
Έτος 1ης Έκδοσης: 1937
Σελίδες:640
Τιμή: περίπου 11 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ ή εδώ
Δωρεάν ηλεκτρονική ανάγνωση εδώ ή εδώ
Συγγραφέας: Πηνελόπη Δέλτα
Εικονογράφηση: Δ.Α. Μπισκίνη
ISBN: 960-05-0343-5
Έτος 1ης Έκδοσης: 1937
Σελίδες:640
Τιμή: περίπου 11 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ ή εδώ
Δωρεάν ηλεκτρονική ανάγνωση εδώ ή εδώ
Κριτική
Από τα κλασικότερα αναγνώσματα των παλαιοτέρων γενεών, ένα
ιστορικό μυθιστόρημα αφιερωμένο στον Μακεδονικό Αγώνα από την οπτική
των Ελλήνων. Η γραφή της Δέλτα είναι υποδειγματική και καταφέρνει
με μαεστρία να συνδυάσει ιστορικά στοιχεία και μύθο σε ένα
κείμενο πολυπρόσωπο και πολυσέλιδο, σχεδόν αχανές, που ωστόσο διατηρεί
τη συνοχή του και το ενδιαφέρον μας. Η ρεαλιστική απόδοση των χαρακτήρων,
η αξιοποίηση των πηγών, η εξέλιξη της πλοκής, η ζωντάνια του λόγου
(που κάποιες φορές γίνεται επικός αλλά όχι πομπώδης), οι
μνημειώδεις περιγραφές, κάνουν ένα βιβλίο που μοιάζει τεράστιο, να
διαβάζεται ευχάριστα και γρήγορα.
Το έργο χωρίζεται σε 33 κεφάλαια που έχουν τίτλους κάπως λακωνικούς.
Η ασπρόμαυρη εικονογράφηση εκτός από περιορισμένη
(ούτε 20 εικόνες συνολικά) είναι κάποιες φορές τοποθετημένη
ατυχώς, αποκαλύπτοντάς μας σκηνές που θα εκτυλιχθούν πολύ αργότερα
(στη σελ.513 απεικονίζεται περιστατικό που περιγράφεται 80 σελίδες μετά). Τέλος, όσο περίεργο κι αν ακούγεται μετά από 70 χρόνια κυκλοφορίας και
14 μονοτονικές εκδόσεις, στο βιβλίο (εκδ. 2003) συναντήσαμε και
κάποια τυπογραφικά λάθη (Ελάδα σ.98 Ηλέκτα σ.111., η πάλι σ.346, κ.ά.)
ιστορικό μυθιστόρημα αφιερωμένο στον Μακεδονικό Αγώνα από την οπτική
των Ελλήνων. Η γραφή της Δέλτα είναι υποδειγματική και καταφέρνει
με μαεστρία να συνδυάσει ιστορικά στοιχεία και μύθο σε ένα
κείμενο πολυπρόσωπο και πολυσέλιδο, σχεδόν αχανές, που ωστόσο διατηρεί
τη συνοχή του και το ενδιαφέρον μας. Η ρεαλιστική απόδοση των χαρακτήρων,
η αξιοποίηση των πηγών, η εξέλιξη της πλοκής, η ζωντάνια του λόγου
(που κάποιες φορές γίνεται επικός αλλά όχι πομπώδης), οι
μνημειώδεις περιγραφές, κάνουν ένα βιβλίο που μοιάζει τεράστιο, να
διαβάζεται ευχάριστα και γρήγορα.
Το έργο χωρίζεται σε 33 κεφάλαια που έχουν τίτλους κάπως λακωνικούς.
Η ασπρόμαυρη εικονογράφηση εκτός από περιορισμένη
(ούτε 20 εικόνες συνολικά) είναι κάποιες φορές τοποθετημένη
ατυχώς, αποκαλύπτοντάς μας σκηνές που θα εκτυλιχθούν πολύ αργότερα
(στη σελ.513 απεικονίζεται περιστατικό που περιγράφεται 80 σελίδες μετά). Τέλος, όσο περίεργο κι αν ακούγεται μετά από 70 χρόνια κυκλοφορίας και
14 μονοτονικές εκδόσεις, στο βιβλίο (εκδ. 2003) συναντήσαμε και
κάποια τυπογραφικά λάθη (Ελάδα σ.98 Ηλέκτα σ.111., η πάλι σ.346, κ.ά.)
Μια νέα εμπλουτισμένη έκδοση (με βιογραφικά στοιχεία για τη ζωή και το έργο της Π.Σ.Δέλτα) από το Μεταίχμιο κυκλοφόρησε πρόσφατα.
Το βιβλίο είναι ογκώδες, πυκνογραμμένο και χωρίς πολλές βοήθειες για τους νεαρότερους, γι΄αυτό προτείνεται μόνο σε ώριμους αναγνώστες, ηλικιακά σε μαθητές της Στ' Δημοτικού ή τάξεων του Γυμνασίου. Από την άλλη, το περιεχόμενο μπορεί να συναρπάσει εύκολα, ειδικά τα αγόρια: μάχες, μυστήρια, κατάσκοποι, παιδιά σε ειδικές αποστολές, προδοσίες, συνθηματικά, αποδράσεις, σμίξιμο χαμένων οικογενειών... για όσους δυσκολεύονται να το παρακολουθήσουν από την αρχή επειδή αγνοούν το ιστορικό πλαίσιο, στο ξεκίνημα του Γ' κεφαλαίου υπάρχει μια βοηθητική ανάλυση της κατάστασης. Θα το χαρούν επίσης όσοι έχουν ήδη διαβάσει τον Μάγκα από την ίδια συγγραφέα. Και αυτό γιατί οι κεντρικοί ήρωές του εισάγονται μαζί με το φοξ τεριέ - πρωταγωνιστή στη μέση του βιβλίου (σελ. 304) προσφέροντας ανανέωση σε πρόσωπα και πλοκή.
Ο καπετάν Άγρας (όρθιος στο κέντρο) με το σώμα του |
Το μυθιστόρημα εκδίδεται σε περίοδο έξαρσης των πνευμάτων και γενικότερου αναβρασμού, λίγα χρόνια πριν ξεσπάσει ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος. Υπό αυτή την οπτική, ίσως μπορούμε να δικαιολογήσουμε ορισμένα σημεία που στις μέρες μας μοιάζουν προβληματικά.
Καταρχάς, τις σκηνές βίας που είναι αρκετές και κάποιες φορές υπέρ το δέον γλαφυρές: άφθονοι σκοτωμοί, σφαγές (Τεχοβίτες σ.277) βασανιστήρια (Μπουμπάρας σ.62), εκτελέσεις (δασκάλα Χατζηγεωργίου σ.364), πτώματα (σ.445), αυτοκτονίες (Γρέγος σ.494) ακόμα και απεικόνιση απαγχονισμού (!) (στη σ.513, Άγρας και Μίγγας στα κλαδιά μιας καρυδιάς). Και θα μου επιτρέψετε να μη δεχτώ το επιχείρημα ότι σήμερα όλοι οι 10χρονοι μαθητές έχουν δει ταινίες σαν το Rambo και έχουν παίξει αντίστοιχης βίας ηλεκτρονικά παιχνίδια. Στα παιδικά βιβλία τουλάχιστον, θεωρώ πως η αφήγηση των όποιων συμβάντων καλό είναι να γίνεται με χρήση ήπιων εκφράσεων που δεν επιτρέπουν τη δημιουργία τραυματικών εικόνων.
Επίσης, κάποιες θέσεις που προβάλλονται στο κείμενο, ξεφεύγουν από τα όρια του πατριωτισμού αφού χαρακτηρίζουν γειτονικούς λαούς με τρόπο προσβλητικό. Σε μια εποχή σαν τη δική μας, όπου υποθετικά η μισαλλοδοξία δεν έχει θέση, γενικευτικές κρίσεις του τύπου Οι Βούλγαροι, πιο άγριοι και απολίτιστοι... (σ.48) ή εκφράσεις όπως αυτά που φορείς...βρωμούν βουλγαρίλα! (σ.84) προτιμότερο είναι να αντιμετωπιστούν από τους σύγχρονους αναγνώστες εγκυκλοπαιδικά, ως απλά απολιθώματα περασμένων εποχών, αλλά και με ψυχραιμία, καθώς μετά το πρώτο τρίτο του βιβλίου τέτοιες γενικεύσεις περιορίζονται, και η μετριοπάθεια αρχίζει να κερδίζει έδαφος.
Η Δέλτα ωστόσο δεν αφήνει το μίσος να υπερισχύσει στην ιστορία της, και απέναντι στις σκληρές θέσεις της κυρίας Ηλέκτρας Κανένας Τούρκος δεν είναι φίλος μου (σ.117) -που χαρακτηρίζεται μονοκόμματη(σ.177)- αντιπαραθέτει τα λόγια του καπετάν Άγρα: Ίσως και να μην φταιν αν τους έκανε ο Θεός αιμοβόρους... (σ.174) και οι Βούλγαροι νομίζουν καθήκον τους να σκοτώνουν Έλληνες (σ. 177). Παράλληλα, παρακολουθούμε μια φιλία ανάμεσα στον Έλληνα καπετάνιο και τον Τούρκο Χαλίλμπεη να στεριώνει και να δείχνει ότι στην πράξη, πάντα υπάρχει ελπίδα συνεννόησης ανάμεσα στους λαούς (σ.209). Μεταξύ των δύο αυτών πόλων (Ηλέκτρα-Άγρας), ο μικρός Αποστόλης αναζητά την αλήθεια μαζί με τους αναγνώστες. Αγάπη ή Μίσος; Το τυφλό μίσος σίγουρα δεν βγάζει σε καλό (σ.578), όποιος όμως δεν μισεί τον εχθρό είναι ύποπτος (σ.507). Όσο για τη συνεννόηση; "Σα δώσει μπέσα", λέει, ο Τούρκος, δεν καταπατά το λόγο του. Το είχε πει ο Αρχηγός, και ο Αρχηγός θα ήξερε. Μα και η κυρία Ηλέκτρα ήξερε. Και η κυρία Ηλέκτρα έλεγε πάντα: Μη βάζεις πίστη ποτέ σε Τούρκου λόγο!" (σ.211). Όλα λοιπόν μοιάζουν σχετικά, και οι αντίθετες απόψεις μαλλιοκουβαριάζονται (σ.614)
Θυμίζουμε εδώ ότι το μίσος, όσο κι αν σήμερα -στην εποχή του πολιτικά ορθού- ακούγεται σε όλους εμάς τους φιλήσυχους φορολογουμένους σαν κάτι το αναφανδόν κατακριτέο, αποτέλεσε (και αποτελεί), βασικό παράγοντα ξεσηκωμού. Με τον σταυρό στο χέρι, δύσκολα γίνεται επανάσταση. Για όσους αμφιβάλλουν, ιδού και η τρίτη πρόταση από τον όρκο (με τον σταυρό στο χέρι) των Φιλικών που ήθελαν να γίνουν ιερείς:
Θυμίζουμε εδώ ότι το μίσος, όσο κι αν σήμερα -στην εποχή του πολιτικά ορθού- ακούγεται σε όλους εμάς τους φιλήσυχους φορολογουμένους σαν κάτι το αναφανδόν κατακριτέο, αποτέλεσε (και αποτελεί), βασικό παράγοντα ξεσηκωμού. Με τον σταυρό στο χέρι, δύσκολα γίνεται επανάσταση. Για όσους αμφιβάλλουν, ιδού και η τρίτη πρόταση από τον όρκο (με τον σταυρό στο χέρι) των Φιλικών που ήθελαν να γίνουν ιερείς:
ὁρκίζομαι, ὅτι θέλω τρέφει εἰς τὴν καρδίαν μου ἀδιάλλακτον μίσος ἐναντίον τῶν τυράννων της πατρίδος μου, ὀπαδῶν καὶ τῶν ὁμοφρόνων μὲ τούτους. Θέλω ἐνεργεῖ κατὰ πάντα τρόπον πρὸς βλάβην καὶ αὐτὸν τὸν παντελῆ ὄλεθρον τῶν, ὅταν ἡ περίστασις τὸ συγχωρήση.
Ποιο βαραίνει τελικά περισσότερο από τα δύο αντίθετα Ευαγγέλια που αντιπαλεύουν; (σ.528) Ο Αποστόλης μπορεί να μη βγάζει άκρη, αλλά είναι φανερό πως η θυσία του Άγρα στο βωμό της συμφιλίωσης γέρνει την πλάστιγγα προς την Αγάπη. Το χριστιανικό του μήνυμα, παρά τον όποιον διδακτισμό, είναι βαθιά παιδαγωγικό: Όχι, δε θα μπορέσει πια να πιάσει πόδι η άγρια εκδίκηση, αν μια φορά γευθούν ειρήνη και αδελφοσύνη οι πολυτυραννισμένοι, οι πολυβασανισμένοι μακεδονικοί πληθυσμοί (σ.525).
Και, κάπως έτσι, αφήνοντάς μας προβληματισμένους και αλληλοφαγωμένους, η φύση συνεχίζει ατάραχη τον κύκλο της: Το φεγγάρι, ψυχρό, αδιάφορο, μια σκιάζουνταν από περαστικά σύννεφα, και μια φώτιζε τη χαράδρα του θανάτου, με τους δυο εχθρούς πεσμένους, σχεδόν πλάγι πλάγι, αδελφωμένους στον αιώνιο ύπνο (σ.494)
Αξίες - Θέματα
Πατριωτισμός, Ιστορία, Υπευθυνότητα, Οικογένεια, Φιλία, Ζωοφιλία, Ειρήνη
Εικονογράφηση
Πατριωτισμός, Ιστορία, Υπευθυνότητα, Οικογένεια, Φιλία, Ζωοφιλία, Ειρήνη
Εικονογράφηση
Απόσπασμα
- Είμαι βέβαιος πως θα μας επιτεθούν, αποκρίθηκε ο καπετάν Νικηφόρος.
Δεν έχομε λεπτό να χάσομε. Το προαισθάνομαι.
- Είμαι βέβαιος πως θα μας επιτεθούν, αποκρίθηκε ο καπετάν Νικηφόρος.
Δεν έχομε λεπτό να χάσομε. Το προαισθάνομαι.
Και χώρισε έξι άντρες από τους εικοσιένα, τους έδωσε δυο πλάβες, και τους διέταξε
η μια να κρυφθεί στα καλάμια δεξιά, η άλλη αριστερά, και μόνο σα δώσει εκείνος το σύνθημα, αν πλησιάσουν πολύ οι Βούλγαροι και κινδυνεύει η καλύβα, τότε μόνο να πυροβολήσουν.
η μια να κρυφθεί στα καλάμια δεξιά, η άλλη αριστερά, και μόνο σα δώσει εκείνος το σύνθημα, αν πλησιάσουν πολύ οι Βούλγαροι και κινδυνεύει η καλύβα, τότε μόνο να πυροβολήσουν.
Ήταν επτά το πρωί· μόλις είχε ξημερώσει. Από τις βουλγάρικες καλύβες κάτι ακούουνταν, κίνηση, πλατάγημα κουπιών. Και οι σκοποί πυροβόλησαν, υποχωρώντας προς την Κούγκα.
Την ίδια ώρα, ομοβροντίες έπεσαν από διάφορα σημεία, και σφαίρες σφύριξαν, πιτσίλησαν τα νερά γύρω στην καλύβα.
Μα ο Νικηφόρος ήταν πια έτοιμος. Έκανε νόημα να μην πυροβολήσει κανείς. Και ταμπουρωμένοι πίσω από το χαμηλό οχύρωμά τους οι άντρες, πειθαρχικοί, περίμεναν.
Το τουφέκι όμως πύκνωνε. Οι σφαίρες έπεφταν βροχή στο πάτωμα και στην καλύβα. Ένας εύζωνος που έκανε να συρθεί να πάρει κάτι από την καλύβα, έπεσε νεκρός.
Ο Νικηφόρος δίνει διαταγή σε λίγα τουφέκια ν’ αποκριθούν, έτσι που να γελαστούν οι Βούλγαροι, να νομίσουν πως δεν έχει δυνάμεις στην Κούγκα.
Φωνές χαρούμενες και θριαμβευτικές ακούονται, βουλγάρικες:
- Χβανέτε γκι! Χβανέτε γκι φσίτσκι ζίβι! Τε σα μάλκο!
(σ.σ. хванете ги! хванете ги всички живи! те са малко! = Πιάστε τους! Πιάστε τους όλους! Λίγοι είναι!)
(σ.σ. хванете ги! хванете ги всички живи! те са малко! = Πιάστε τους! Πιάστε τους όλους! Λίγοι είναι!)
Πρέπει να ήταν πολλές οι πλάβες, και κοντά, και, αν και αόρατος ο εχθρός, θα έβλεπε αυτός την καλύβα. γιατί οι σφαίρες όλες έπεφταν στο πάτωμα, χτυπούσαν και θρυμμάτιζαν το χωματένιο περίφραγμα.
- Πυρ ταχύ και γενικό! διατάζει ο Αρχηγός.
Και αρχίζει πανδαιμόνιο.
Όλη η λίμνη αντηχούσε!... Η Κούγκα φλογίζουνταν από τη μιαν άκρη στην άλλη. Τα τουφέκια άναβαν όλα, έφτυναν φωτιά και σίδερο, αλλά στα τυφλά, μες τα καλάμια, απ’ όπου έφθαναν οι εχθρικές σφαίρες. Μπρούμυτα, μες στα νερά, πίσω από το χαμηλό περιτοίχισμα, οι άντρες τραβούσαν αδιάκοπα.
Μα ο εχθρός πλησίαζε ολοένα. Είχαν αποφασίσει οι Βούλγαροι, με κάθε θυσία να πάρουν το προπύργιο αυτό της ελληνικής αντιστάσεως, που τους είχε γίνει καρφί στο μάτι. Κάπου κάπου, καμιά πλάβα έκανε να ξεμυτίσει μέσα από τα αραιά καλάμια, μα τέτοιο τουφεκίδι τη χαιρετούσε ώστε υποχωρούσε την ίδια στιγμή.
Είχε περάσει μια ώρα. Το ήξερε ο Νικηφόρος, ότι πριν από άλλη μια ώρα βοήθεια δεν μπορούσε να φθάσει, όσο και αν βιάζουνταν οι άντρες από τις άλλες ελληνικές καλύβες. Έπρεπε να βαστάξει ως τότε.
Το αριστερό μέρος της Κούγκας, γεμάτο πυκνά φυτά, τον ανησυχούσε. Από τα ρηχά αυτά νερά μπορούσαν και πεζή ακόμα να πλησιάσουν Βούλγαροι, να ρίξουν χεροβομβίδες. Και τότε ήταν χαμένοι.
Έδωσε το σύνθημα να πυροβολήσει η αριστερή πλάβα. Μα, εκτεθειμένοι όπως ήταν οι άντρες στις δύο κρυμμένες πλάβες, είχαν υποφέρει πολύ, και είχαν υποχωρήσει σε άλλα μονοπάτια.
- Ε, θα τα βγάλομε πέρα μόνοι μας, παιδιά! Κουράγιο και σταθερότητα!... φώναξε ο Αρχηγός.
Από τον καπνό όμως που άφηναν τα παλιά τουφέκια γκρα, με μαύρο μπαρούτι, δεν έβλεπε πια τίποτα.
- Καπετάν Παντελή, πιάσε συ το αριστερό μέρος με τον Κουκουδέα, μη μας κάνουν αιφνιδιασμό από κει! Και σεις παιδιά, όλοι, παύσατε πυρ! φώναξε.
Ήταν σα να ‘λεγε στους δυο άντρες: «Αυτοκτονήσετε παιδιά!», τέτοιο χαλάζι από σφαίρες έπεφτε ολόγυρα!... Μα ούτε στιγμή δε δίστασαν τα παλικάρια. Από το ταμπούρι τους σηκώθηκαν κι έπιασαν την αριστερή πλευρά, και χωρίς διακοπή τουφεκούσαν κατά τις βουλγάρικες πλάβες.
Όρθιος, μπροστά σ’ ένα άνοιγμα του προχώματος, κοίταζε ο Νικηφόρος τις εχθρικές πλάβες, που μια φαίνουνταν και μια χάνουνταν μες στα καλάμια, πλησιάζοντας ολοένα πιο κοντά, στενεύοντας την πολιορκία.
Δυο χωρικοί, πανικόβλητοι, έτρεξαν μέσα στην καλύβα κι έχωσαν τα κεφάλια τους σε δέματα από ραγάζι, νομίζοντας έτσι πως θα γλιτώσουν.
Τους είδε ο Νικηφόρος, ένιωσε τον εκνευρισμό των αντρών του, που ακίνητοι τόσην ώρα τουφεκούσαν αδιάκοπα, ξαπλωμένοι μες στα νερά, και φοβήθηκε μην τους μεταδοθεί ο πανικός των χωρικών. Ξαφνικά του ήλθε μια έμπνευση.
- Το τραγούδι του Ζέζα, παιδιά, όλοι μαζί! πρόσταξε. Να μας ακούσουν ποιοι είμαστε!
Και όλοι μαζί, σαν ένας άνθρωπος, άρχισαν να τραγουδούν:
«Σαν τέτοια ώρα στο βουνό, ο Παύλος πληγωμένος
μες στο νερό του αυλακιού ήτανε ξαπλωμένος.
- Για σύρε, Δήμο μου πιστέ, στην ποθητή πληγή μου,
και φέρε μου κρύο νερό να πλύνω την πληγή μου.
Σταλαματιά το αίμα μου, για σε Πατρίς, το χύνω,
για νάχεις δόξα και τιμή, να λάμψεις σαν τον κρίνο.
Είν’ η Ελλάδα μας μικρή, μικρή και ζουλεμένη,
μα ελευθεριά έχει πολλή! Μες στο κλουβί δεν μπαίνει!
Παύλος Μελάς κι αν πέθανε, τα’ αδέλφια του ας ζήσουν,
αυτά θα τρέξουνε μαζί για να τον αναστήσουν!»
Το τραγούδι, που το ‘λεγαν όλοι οι αντάρτες τότε στα βουνά, ηλέκτρισε τους άντρες. Με καινούριο θάρρος και πείσμα, σηκώνουνταν άφοβα στα γόνατα, σημάδευαν, πυροβολούσαν.
Ένα παλικάρι πληγώθηκε. Αδιαφορώντας εξακολουθούσε να τραγουδά. Άλλο παρακάτω, έπεσε.
- Τραβάτε, βρε παιδιά, να πάρετε πίσω το αίμα μου! είπε τους συντρόφους του.
Και σαν αντιλαλιά χαρμόσυνη, μια μπαταριά μακρινή, από πίσω τους, έσχισε τον αέρα.
- Θάρρος! Θάρρος παιδιά! μας έρχεται βοήθεια! Σημαδεύετε και τραβάτε! Πυρ ταχύ! Κουράγιο, παιδιά! φώναξε μεθυσμένος από χαρά ο Αρχηγός.
Και ολόκληρη η Κούγκα έφτυνε φωτιά, σίδερο και θάνατο.
Είχε περάσει άλλη μια ώρα, οι άντρες είχαν ετοιμάσει και χεροβομβίδες, οι Κρητικοί έβγαλαν τα μαχαίρια τους, πρόθυμοι, στον ενθουσιασμό τους, να πηδήξουν και στο νερό ακόμα, με την πρώτη διαταγή του Αρχηγού τους.
Μα ξαφνικά αραίωσε το εχθρικό τουφέκι, οι άγριες φωνές πνίγηκαν, πλατσιά βούτηξαν βιαστικά στο νερό, και όλο αραίωναν, αραίωναν οι πυροβολισμοί.
- Φεύγουν! Φεύγουν… Τραβάτε, βρε παιδιά! Πυρ ταχύ! Σημαδεύετε! Νικήσαμε!... φώναξε έξαλλος ο Αρχηγός.
Και την ίδια ώρα, θριαμβευτική ζητωκραυγή ξέσπασε, κοντά πια, πίσω από την Κούγκα.
- Ζήτω-ω-ω! Ζήτω-ω-ω!... Βαστάτε αδέλφια, και φθάσαμε!...
οπλισμένοι μέσα σε πλάβα |
Προβληματισμοί για Συζήτηση
Πατρίδα και Πατριωτισμός
Η λέξη "πατριώτης" πολύ έχει υποφέρει κατά καιρούς χάρη σε ιδεολογικές αντιπαραθέσεις και υπερβολές. Οι καπεταναίοι που συναντάμε στο βιβλίο είναι πατριώτες "παλαιάς κοπής", ας καταγράψουμε λοιπόν τι χαρακτηριστικά συγκεντρώνουν σύμφωνα με τη συγγραφέα: Ακέραιοι, αξιοπρεπείς και φιλότιμοι, πιστοί στις αξίες τους κι έτοιμοι να θυσιαστούν για τον αγώνα. Δεν παραπονιούνται για τις δυσκολίες, δεν χρηματίζονται για τις υπηρεσίες τους και ριψοκινδυνεύουν χωρίς δεύτερη σκέψη για να φέρουν εις πέρας τις αποστολές τους.
Τι σημαίνει άραγε η ίδια λέξη στις μέρες μας; Από τα όσα έχετε ακούσει, θεωρείτε τον πατριωτισμό κάτι θετικό ή αρνητικό και γιατί;
"Αναμνηστικό μετάλλιο Μακεδονικού Αγώνος" |
Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα
Όταν πρόκειται να εξυπηρετηθεί το εθνικό συμφέρον, ηθικές προτροπές όπως
"δεν κάνει να κρυφακούς" φαίνεται να έρχονται σε δεύτερη μοίρα - ειδικά
όταν πρόκειται να κρυφακούσει κανείς ομιλίες κομιτατζήδων (σ.99).
Είναι λοιπόν η ηθική κάτι που ισχύει μόνο μεταξύ φίλων;
"δεν κάνει να κρυφακούς" φαίνεται να έρχονται σε δεύτερη μοίρα - ειδικά
όταν πρόκειται να κρυφακούσει κανείς ομιλίες κομιτατζήδων (σ.99).
Είναι λοιπόν η ηθική κάτι που ισχύει μόνο μεταξύ φίλων;
Παρόμοια τύχη έχουν και οι χριστιανικές διδαχές περί σεβασμού της ανθρώπινης
ζωής, μη αυτοκτονίας κλπ. Όπως και σε άλλα έργα της Δέλτα (π.χ. για την Πατρίδα), ένας ήρωας αποφασίζει περιφρονώντας στωικά τη ζωή του (σ.500) να αυτοκτονήσει για να μην καθυστερήσουν οι σύντροφοί του με την φροντίδα των τραυμάτων του. Πώς κρίνετε την ενέργειά του;
ζωής, μη αυτοκτονίας κλπ. Όπως και σε άλλα έργα της Δέλτα (π.χ. για την Πατρίδα), ένας ήρωας αποφασίζει περιφρονώντας στωικά τη ζωή του (σ.500) να αυτοκτονήσει για να μην καθυστερήσουν οι σύντροφοί του με την φροντίδα των τραυμάτων του. Πώς κρίνετε την ενέργειά του;
Αγώνας είναι αυτός. Λοιπόν τα σκεπάζει, τα εξαγνίζει όλα ο Αγώνας για
την πατρίδα σου; (σ.345)
Όποια και να' ναι η απάντηση, οι αγωνιστές εμφανίζονται αποφασισμένοι
να υπηρετήσουν τον κοινό σκοπό, αδιαφορώντας πλήρως για το "εγώ" τους.
Πόσο μακρινό ακούγεται αυτό στις μέρες μας, που οι "ηγέτες του λαού"
αδιαφορούν για το σύνολο και αφοσιώνονται στην ατομική τους ευημερία;
- Εσύ σκότωσες τον Σταυράκη, καπετάν Μανόλη;
- Εγώ βέβαια!
- Πώς δε φοβήθηκες;
- Τι να φοβηθώ;
- Να σ' έπιανε η αστυνομία!
- Και ύστερα;
- Θα σε κρεμούσαν!
- Ε, και ύστερα; επανέλαβε ο Μανόλης.
(...)
- Και αν σε σκότωναν εκεί μες στο πλήθος;
Ο Στενημαχίτης σήκωσε τους ώμους του.
- Ας με σκότωναν - τι σημαίνει; είπε ήσυχα. (...) Το σκοπό να κοιτάζεις. (σ.352)
Στο τέλος του βιβλίου, αντίστοιχα αποφασισμένος να πεθάνει, αυτή τη φορά όμως
για την ειρήνη και όχι για τον πόλεμο, αποδεικνύεται και ο Άγρας, όταν συνειδητά ρισκάρει τη ζωή του υπηρετώντας το νέο του σκοπό, όχι το μίσος, αλλά τη συμφιλίωση των λαών της μακεδονικής γης (σ.532).
για την ειρήνη και όχι για τον πόλεμο, αποδεικνύεται και ο Άγρας, όταν συνειδητά ρισκάρει τη ζωή του υπηρετώντας το νέο του σκοπό, όχι το μίσος, αλλά τη συμφιλίωση των λαών της μακεδονικής γης (σ.532).
- Θα πας χαμένος! Θα φας το κεφάλι σου!... Θα σε σφάξουν!...
Ο Άγρας σήκωσε τους ώμους του.
- Τι είναι ένας άνθρωπος, εμπρός σ' έναν τέτοιο σκοπό; είπε ήρεμα.
Ο Άγρας σήκωσε τους ώμους του.
- Τι είναι ένας άνθρωπος, εμπρός σ' έναν τέτοιο σκοπό; είπε ήρεμα.
Ανθλγός Πεζικού Τέλος Αγαπηνός, ο καπετάν Άγρας |
Από πολεμιστής, άγιος
Η πορεία του καπετάν Άγρα προς το τέλος του, αποδίδεται από τη συγγραφέα
σαν μια πορεία προς την αγιοσύνη.
Ο αρχικά ατρόμητος (αλλά και μετριοπαθής) αξιωματικός, που πολεμούσε
τους Βούλγαρους σκεπασμένος με αίματα (σ.528) εμφανίζεται προς το
τέλος της ιστορίας κουρασμένος, ταλαιπωρημένος από τα τραύματα και
τις ασθένειες (σ.522).
Απευθύνει χριστιανικό κάλεσμα για αδελφοσύνη που βρίσκει μεγάλη απήχηση
στους καταπονημένους από τον πόλεμο αγροτικούς πληθυσμούς (σ.524).
Μιλάει σαν απόστολος και άγιος (σ.539) κι αναφέρεται στο Ευαγγέλιο, τη
συγχώρεση και την αγάπη (σ.526) για να πείσει και τους προεστούς να
αποδεχθούν μια ειρηνική λύση. Ξεκινάει έπειτα να συναντήσει τους αρχηγούς
των Βουλγάρων που τον κάλεσαν με δόλο σε "συνομιλίες" παρότι προειδοποιείται
ότι πρόκειται για παγίδα. Το τέλος του μάλιστα προοικονομείται από τον
Χατζηδημούλα (σ.531), ώστε να προχωρήσει συνειδητά σαν πρόβατο
μέσα τους λύκους. Το σκηνικό ολοκληρώνεται με τη σύλληψή του, όπου οι
στρατιώτες τον φτύνουν και τον διαπομπεύουν.
Τότε εξυψώνεται ακόμα περισσότερο στα μάτια του αναγνώστη, μέσα από όχι
τυχαίες παρομοιώσεις (σ.576): Τον γύριζαν σαν παράξενο θηρίο, και τον
μπάτσιζαν, και τον έλεγαν κοροϊδευτικά "Γενικό Αρχηγό των Ελλήνων"!
Σαν τον Χριστό τον πήγαιναν, και τον χλεύαζαν, και τον χτυπούσαν...
σαν μια πορεία προς την αγιοσύνη.
Ο αρχικά ατρόμητος (αλλά και μετριοπαθής) αξιωματικός, που πολεμούσε
τους Βούλγαρους σκεπασμένος με αίματα (σ.528) εμφανίζεται προς το
τέλος της ιστορίας κουρασμένος, ταλαιπωρημένος από τα τραύματα και
τις ασθένειες (σ.522).
Απευθύνει χριστιανικό κάλεσμα για αδελφοσύνη που βρίσκει μεγάλη απήχηση
στους καταπονημένους από τον πόλεμο αγροτικούς πληθυσμούς (σ.524).
Μιλάει σαν απόστολος και άγιος (σ.539) κι αναφέρεται στο Ευαγγέλιο, τη
συγχώρεση και την αγάπη (σ.526) για να πείσει και τους προεστούς να
αποδεχθούν μια ειρηνική λύση. Ξεκινάει έπειτα να συναντήσει τους αρχηγούς
των Βουλγάρων που τον κάλεσαν με δόλο σε "συνομιλίες" παρότι προειδοποιείται
ότι πρόκειται για παγίδα. Το τέλος του μάλιστα προοικονομείται από τον
Χατζηδημούλα (σ.531), ώστε να προχωρήσει συνειδητά σαν πρόβατο
μέσα τους λύκους. Το σκηνικό ολοκληρώνεται με τη σύλληψή του, όπου οι
στρατιώτες τον φτύνουν και τον διαπομπεύουν.
Τότε εξυψώνεται ακόμα περισσότερο στα μάτια του αναγνώστη, μέσα από όχι
τυχαίες παρομοιώσεις (σ.576): Τον γύριζαν σαν παράξενο θηρίο, και τον
μπάτσιζαν, και τον έλεγαν κοροϊδευτικά "Γενικό Αρχηγό των Ελλήνων"!
Σαν τον Χριστό τον πήγαιναν, και τον χλεύαζαν, και τον χτυπούσαν...
Και λίγες πληροφορίες για τα πρώτα βήματα αυτού του βιβλίου, από τη γραμματέα
της Π. Δέλτα, Αντιγόνη Μπέλλου - Θρεψιάδη, όπως καταγράφονται στο
βιβλίο της Μορφές Μακεδονομάχων και τα Ποντιακά του Γερμανού Καραβαγγέλη
(εκδ. Τροχαλία, 1984, σ. 14-15).
Μια μέρα, τελειώνοντας τη δουλειά μου στην τρίτη έκδοση του έργου της "Παραμύθι Χωρίς Όνομα" -είχα κιόλας επιμεληθεί την έκδοση της μικρής
παιδαγωγικής της μελέτης "Στοχασμοί για την Ανατροφή των Παιδιών μας"
και του παιδικού της βιβλίου "Τρελαντώνης" σε πρώτη έκδοση- τη ρώτησα
τι καινούργιο θ' αρχίζαμε τώρα.
Μου απάντησε πως είχε στο νου της να ξαναεκδώσει το εξαντλημένο "Για την Πατρίδα"
και το επίσης εξαντλημένο δίτομο "Τον Καιρό του Βουλγαροκτόνου".
και το επίσης εξαντλημένο δίτομο "Τον Καιρό του Βουλγαροκτόνου".
- Τι σκέφτεσαι; με ρώτησε χαμογελώντας με το γοητευτικό εκείνο χαμόγελό της,
καθώς μ' έβλεπε να σωπαίνω.
καθώς μ' έβλεπε να σωπαίνω.
- Σκέφτομαι αν δεν θά 'ταν καλύτερα, αντί να ξαναβγάλετε τα θαυμάσια βέβαια
αυτά βιβλία, που ανάγονται στα χρόνια τα βυζαντινά, να γράφατε κάτι
καινούργιο, σύγχρονο, κάτι για τον τόσο αγνοημένο Μακεδονικό μας Αγώνα.
αυτά βιβλία, που ανάγονται στα χρόνια τα βυζαντινά, να γράφατε κάτι
καινούργιο, σύγχρονο, κάτι για τον τόσο αγνοημένο Μακεδονικό μας Αγώνα.
Έγινε μικρή σιωπή. Η Πηνελόπη Δέλτα με κοίταζε τώρα συγκινημένη και σκεφτική.
- Κι εγώ τό 'χω σκεφτεί από καιρό, μού' πε, κι έχω έτοιμο ίσως το καλύτερό μου έργο
με θέμα το Μακεδονικό Αγώνα κι έναν πρόλογο που δείχνει πώς η οικογένειά μου
πήρε κατά έναν τρόπο μέρος σ' αυτόν. Μα δυστυχώς δεν μπορώ ακόμα να το εκδώσω,
γιατί δεν έχω μια καλή ιστορία να το στηρίξω.
Στον "Καιρό του Βουλγαροκτόνου" με βοήθησε ο ίδιος ο Schlumberger, όχι μόνο με
το έργο του "Βυζαντινή Εποποιία" αλλά και μ' ένα σωρό φιλικές συμβουλές
και παρατηρήσεις. Ενώ για το καινούργιο μου έργο ζητώ απ' το Υπουργείο των
Εξωτερικών να μου επιτρέψουν να συμβουλευτώ τα έγγραφα του αρχείου του
Μακεδονικού Αγώνα και μου το αρνούνται, λέγοντας πως το αρχείο αυτό είναι
κάτω από εκατόν πενήντα άλλες κάσες και περιμένουν τον Πολίτη απ' το Παρίσι να
έρθει να τις ανοίξει και να κάνει αρχή.
με θέμα το Μακεδονικό Αγώνα κι έναν πρόλογο που δείχνει πώς η οικογένειά μου
πήρε κατά έναν τρόπο μέρος σ' αυτόν. Μα δυστυχώς δεν μπορώ ακόμα να το εκδώσω,
γιατί δεν έχω μια καλή ιστορία να το στηρίξω.
Στον "Καιρό του Βουλγαροκτόνου" με βοήθησε ο ίδιος ο Schlumberger, όχι μόνο με
το έργο του "Βυζαντινή Εποποιία" αλλά και μ' ένα σωρό φιλικές συμβουλές
και παρατηρήσεις. Ενώ για το καινούργιο μου έργο ζητώ απ' το Υπουργείο των
Εξωτερικών να μου επιτρέψουν να συμβουλευτώ τα έγγραφα του αρχείου του
Μακεδονικού Αγώνα και μου το αρνούνται, λέγοντας πως το αρχείο αυτό είναι
κάτω από εκατόν πενήντα άλλες κάσες και περιμένουν τον Πολίτη απ' το Παρίσι να
έρθει να τις ανοίξει και να κάνει αρχή.
Της λέγανε ψέματα κι η κυρία Δέλτα το καταλάβαινε.
Η φιλία της με τον Ελευθέριο Βενιζέλο ήταν κι εδώ η αιτία.
Χρήση στην τάξη
...θα βρουν στο βιβλίο αυτό της Π.Δέλτα, τη συνέχεια στην πορεία της
Ελληνικής Ιστορίας μετά τη δεκαετία του 1890. Με αφορμή λοιπόν το κείμενο
αυτό, και μέσα από ανάγνωση σύντομων αποσπασμάτων, οι μαθητές μπορούν
να ενημερωθούν για την καθημερινή ζωή στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία
του 1906-7. Πώς οι χωρικοί περπατούσαν με σκυμμένο κεφάλι για να μην
προκαλούν (σ.32) πώς κατάφερναν να κάνουν τις δουλειές τους χρηματίζοντας
τους δημοσίους υπαλλήλους (σ.216-7), πώς τρομοκρατούνταν από τους ληστές
(σ. 237) πώς έτρεμαν τις έρευνες που τους γίνονταν δίκαια ή άδικα (σ.254-5).
Επίσης, υπάρχουν στο έργο αναφορές σε περασμένα γεγονότα που συνδέονται
με το μακεδονικό, όπως τον πόλεμο του 1897 (σ.39, σ.473) ή τους διωγμούς
στην Ανατολική Ρωμυλία. Σε κάθε περίπτωση, οι μαθητές που θα μπουν στη
διαδικασία να διαβάσουν το βιβλίο, θα ενημερωθούν αρκετά για το πόσο
μπερδεμένη ήταν η κατάσταση στη Μακεδονία την εποχή εκείνη -τότε που ακόμα
και βουλγαρόφωνοι Έλληνες πολεμούσαν Βούλγαρους- και για το τι οδήγησε
τους δυο λαούς να συγκρουστούν.
Ελληνικής Ιστορίας μετά τη δεκαετία του 1890. Με αφορμή λοιπόν το κείμενο
αυτό, και μέσα από ανάγνωση σύντομων αποσπασμάτων, οι μαθητές μπορούν
να ενημερωθούν για την καθημερινή ζωή στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία
του 1906-7. Πώς οι χωρικοί περπατούσαν με σκυμμένο κεφάλι για να μην
προκαλούν (σ.32) πώς κατάφερναν να κάνουν τις δουλειές τους χρηματίζοντας
τους δημοσίους υπαλλήλους (σ.216-7), πώς τρομοκρατούνταν από τους ληστές
(σ. 237) πώς έτρεμαν τις έρευνες που τους γίνονταν δίκαια ή άδικα (σ.254-5).
Επίσης, υπάρχουν στο έργο αναφορές σε περασμένα γεγονότα που συνδέονται
με το μακεδονικό, όπως τον πόλεμο του 1897 (σ.39, σ.473) ή τους διωγμούς
στην Ανατολική Ρωμυλία. Σε κάθε περίπτωση, οι μαθητές που θα μπουν στη
διαδικασία να διαβάσουν το βιβλίο, θα ενημερωθούν αρκετά για το πόσο
μπερδεμένη ήταν η κατάσταση στη Μακεδονία την εποχή εκείνη -τότε που ακόμα
και βουλγαρόφωνοι Έλληνες πολεμούσαν Βούλγαρους- και για το τι οδήγησε
τους δυο λαούς να συγκρουστούν.
Παράλληλα, η ακρόαση τραγουδιών των χρόνων εκείνων και η προβολή ντοκουμέντων ή ταινιών με αντίστοιχη θεματική, θα δώσει στους μαθητές μια πληρέστερη εμπειρία της εποχής. Να αναφέρουμε εδώ ότι η ταινία "Το χώμα βάφτηκε κόκκινο" αναφέρεται στην ίδια χρονική περίοδο (1907), σε γεγονότα που συνέβησαν λίγο πιο νότια, στη Θεσσαλία, με τον ξεσηκωμό των εξαθλιωμένων αγροτών υπό την καθοδήγηση του Μαρίνου Αντύπα.
Η ιστορία «Στα Μυστικά του Βάλτου» διαδραματίζεται στη λίμνη των Γιαννιτσών που
υπήρχε πριν 100 χρόνια και λεγόταν – και ήταν – Βάλτος. Σήμερα, έχει αποξηρανθεί.
Τότε, όμως, ήταν μια περιοχή μια ώρα έξω από τη Θεσσαλονίκη, που το καλοκαίρι
είχε κουνούπια (δε γλίτωνες από την ελονοσία), το χειμώνα πλημμύριζε από τις βροχές
ή πάγωνε από το χιόνι και όλο το χρόνο ήταν γεμάτη βδέλες.
υπήρχε πριν 100 χρόνια και λεγόταν – και ήταν – Βάλτος. Σήμερα, έχει αποξηρανθεί.
Τότε, όμως, ήταν μια περιοχή μια ώρα έξω από τη Θεσσαλονίκη, που το καλοκαίρι
είχε κουνούπια (δε γλίτωνες από την ελονοσία), το χειμώνα πλημμύριζε από τις βροχές
ή πάγωνε από το χιόνι και όλο το χρόνο ήταν γεμάτη βδέλες.
Εκείνη την εποχή, η Μακεδονία ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Από τα βόρεια, από τη Βουλγαρία είχαν κατέβει στην περιοχή της λίμνης άγριοι
κομιτατζήδες που μισούσαν τους Γραικούς Πατριαρχικούς και έσφαζαν αμάχους,
έκαιγαν σπίτια και ολόκληρα χωριά, βασάνιζαν παπάδες και δασκάλους, μαχαίρωναν
όσους είχαν υψηλό ελληνικό φρόνημα, και όλα αυτά κάτω από τη μύτη των Τούρκων,
που ο στρατός τους δεν παρενέβαινε.
Από τα βόρεια, από τη Βουλγαρία είχαν κατέβει στην περιοχή της λίμνης άγριοι
κομιτατζήδες που μισούσαν τους Γραικούς Πατριαρχικούς και έσφαζαν αμάχους,
έκαιγαν σπίτια και ολόκληρα χωριά, βασάνιζαν παπάδες και δασκάλους, μαχαίρωναν
όσους είχαν υψηλό ελληνικό φρόνημα, και όλα αυτά κάτω από τη μύτη των Τούρκων,
που ο στρατός τους δεν παρενέβαινε.
Με κρησφύγετο τα δυτικά εδάφη της λίμνης, τα πυκνά και ανεξερεύνητα, οι
Κομιτατζήδες αλώνιζαν τα ελληνικά χωριά ανενόχλητοι.
Κομιτατζήδες αλώνιζαν τα ελληνικά χωριά ανενόχλητοι.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες ξεκίνησε ο Μακεδονικός Αγώνας που κράτησε
4 χρόνια. Στόχος του ήταν η απελευθέρωση της Μακεδονίας.
Την οργάνωσε και την υποκινούσε το ελληνικό κράτος μέσω του προξένου της
Ελλάδας στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη και εθελοντών αξιωματικών του
ελληνικού στρατού, οι οποίοι, νύχτα, ταξίδευαν κρυφά για να φθάσουν στη λίμνη,
πάντα με ψευδώνυμο και πολιτικά τοπικά ρούχα.
4 χρόνια. Στόχος του ήταν η απελευθέρωση της Μακεδονίας.
Την οργάνωσε και την υποκινούσε το ελληνικό κράτος μέσω του προξένου της
Ελλάδας στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη και εθελοντών αξιωματικών του
ελληνικού στρατού, οι οποίοι, νύχτα, ταξίδευαν κρυφά για να φθάσουν στη λίμνη,
πάντα με ψευδώνυμο και πολιτικά τοπικά ρούχα.
Εξηγώ όλα αυτά για να έρθω στην ιστορία μας.
Ο Αποστόλης, δεκαπέντε χρονών είναι ένα παιδί «βρεσιμιό»
– κάποιος το βρήκε ορφανό – που μεγάλωσε πότε εδώ και πότε εκεί, ξέρει κάθε
μονοπάτι στη στεριά ή μέσα στα καλάμια της λίμνης.
Οδηγεί τα σώματα των λίγων εθελοντών του ελληνικού στρατού από τη θάλασσα
που φθάνουν μυστικά με καράβι ως τις Καλύβες, τις κρυψώνες της λίμνης που ζουν
οι στρατιώτες προσπαθώντας να εκδιώξουν τους Κομιτατζήδες από τις δικές τους
Καλύβες και τα ελληνικά εδάφη.
Ο Αποστόλης, δεκαπέντε χρονών είναι ένα παιδί «βρεσιμιό»
– κάποιος το βρήκε ορφανό – που μεγάλωσε πότε εδώ και πότε εκεί, ξέρει κάθε
μονοπάτι στη στεριά ή μέσα στα καλάμια της λίμνης.
Οδηγεί τα σώματα των λίγων εθελοντών του ελληνικού στρατού από τη θάλασσα
που φθάνουν μυστικά με καράβι ως τις Καλύβες, τις κρυψώνες της λίμνης που ζουν
οι στρατιώτες προσπαθώντας να εκδιώξουν τους Κομιτατζήδες από τις δικές τους
Καλύβες και τα ελληνικά εδάφη.
Μέσα από τα μάτια του Αποστόλη, παρακολουθούμε ηρωικές ιστορίες γνωστών
ιστορικών φυσιογνωμιών όπως του Τέλου Άγρα, του καπετάν Κάλα, του καπετάν
Τυλιγάδη, του καπετάν Νικηφόρου (όλα ψευδώνυμα) αλλά και την ανθρώπινη ιστορία
του φίλου του Αποστόλη Γιωβάν, ενός 7χρονου βουλγαρόπαιδου,
με συγκινητική κατάληξη.
Παρακολουθούμε με απίστευτη αγωνία και λεπτομέρειες περιστατικά που
ανατρέπουν κάθε μικρή ή μεγάλη ιστορία της πλοκής:
ιστορικών φυσιογνωμιών όπως του Τέλου Άγρα, του καπετάν Κάλα, του καπετάν
Τυλιγάδη, του καπετάν Νικηφόρου (όλα ψευδώνυμα) αλλά και την ανθρώπινη ιστορία
του φίλου του Αποστόλη Γιωβάν, ενός 7χρονου βουλγαρόπαιδου,
με συγκινητική κατάληξη.
Παρακολουθούμε με απίστευτη αγωνία και λεπτομέρειες περιστατικά που
ανατρέπουν κάθε μικρή ή μεγάλη ιστορία της πλοκής:
– Μεταμφιεσμένους ψευτόπαπες
– Χειροβομβίδες του ελληνικού στρατού που δεν «σκάνε», βάζοντας σε κίνδυνο
τους δικούς μας
τους δικούς μας
– Κρυψώνες, κρησφύγετα, και καταπακτές που δίνουν απροσδόκητο τέλος
σε καταδιώξεις αθώων
σε καταδιώξεις αθώων
– Συνθήματα, μυστικά και συνθηματικά που χτίζουν τα «μυστικά» του βάλτου
– Περιγραφές της ζωής στις Καλύβες, ολονύχτιες πεζοπορίες, κωπηλασίες με
τις πλάβες, (τις ειδικές βάρκες που διασχίζανε τη λίμνη), ενέδρες στα καλάμια,
εθελοντικές περιπολίες, μυστικές, κρυφές αποστολές, για ολόκληρες μέρες μέσα
στις λάσπες.
τις πλάβες, (τις ειδικές βάρκες που διασχίζανε τη λίμνη), ενέδρες στα καλάμια,
εθελοντικές περιπολίες, μυστικές, κρυφές αποστολές, για ολόκληρες μέρες μέσα
στις λάσπες.
Το τέλος; Ανθρώπινο, πικρό, ηρωικό αλλά και ελπιδοφόρο.
Η Πηνελόπη Δέλτα κεντάει παρουσιάζοντας τους αληθινούς και φανταστικούς ήρωές της
και μας χαρτογραφεί μια περιοχή τόσο γλαφυρά, σαν να τη ζούμε τώρα μπροστά στα
μάτια μας. Τα ρούχα, τα σπίτια, τα χωριά, τα φαγητά.
Η Πηνελόπη Δέλτα κεντάει παρουσιάζοντας τους αληθινούς και φανταστικούς ήρωές της
και μας χαρτογραφεί μια περιοχή τόσο γλαφυρά, σαν να τη ζούμε τώρα μπροστά στα
μάτια μας. Τα ρούχα, τα σπίτια, τα χωριά, τα φαγητά.
Αυτό που μένει μέσα σου είναι συναίσθημα.
Ξεχειλίζεις από συναισθήματα υπερηφάνειας, χωρίς μελοδράματα.
Μέσα από τη σαπίλα, τη μούχλα, τις αρρώστιες του Βάλτου, προβάλουν ηρωικοί
άνθρωποι, πατριώτες Έλληνες, μάλλον σαν και μας, που ορμώμενοι από αγάπη
για την σκλαβωμένη Μακεδονία, ρισκάριζαν ή θυσίαζαν τη ζωή τους.
Ξεχειλίζεις από συναισθήματα υπερηφάνειας, χωρίς μελοδράματα.
Μέσα από τη σαπίλα, τη μούχλα, τις αρρώστιες του Βάλτου, προβάλουν ηρωικοί
άνθρωποι, πατριώτες Έλληνες, μάλλον σαν και μας, που ορμώμενοι από αγάπη
για την σκλαβωμένη Μακεδονία, ρισκάριζαν ή θυσίαζαν τη ζωή τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου