Ήταν η καλοκαιρινή τους συνήθεια. Ο σύζυγός της έβγαινε για σύντομη βόλτα στη γειτονιά και με την επιστροφή έκοβε μια χούφτα σύκα για να τα αφήσει στο τοιχάκι της βεράντας. Ένα βράδυ, όμως, δεν γύρισε στο σπίτι. Ώσπου περασμένα μεσάνυχτα ένας αστυνομικός ενημέρωσε την Κατερίνα Μορφονιού ότι ο άντρας της αυτοκτόνησε. «Στην αρχή το βίωσα σαν απορία, “γιατί το έκανε;” Μετά άρχισαν οι ενοχές και στη συνέχεια πέρασα στη φάση του θυμού», λέει. «Το ένα φέρνει το άλλο, σαν αλυσίδα».
Κατερίνα Μορφονιού: «Υπάρχει άγνοια για το θέμα των "survivors"».
Στα έξι χρόνια που συμπληρώθηκαν από εκείνη τη νύχτα, η κ. Μορφονιού, όπως συμβαίνει και με άλλους συγγενείς στη δική της θέση, είχε να αντιμετωπίσει το στίγμα του κοινωνικού περίγυρου, τη γραφειοκρατία του κρατικού μηχανισμού και την πολιτική εκμετάλλευση του πόνου. «Υπάρχει άγνοια για το θέμα των “survivors”», λέει αναφερόμενη σε όσους έχασαν κάποιον δικό τους άνθρωπο από αυτοκτονία.
Με το ξεκίνημα της κρίσης στην Ελλάδα οι αυτοχειρίες εξελίχθηκαν σε θέμα που συχνά σκαρφάλωνε στις πρώτες θέσεις της επικαιρότητας. Ακόμη και χωρίς σαφείς ενδείξεις, σχεδόν κάθε νέο περιστατικό ταυτιζόταν μονοδιάστατα με την οικονομική κρίση και παρουσιαζόταν ως κρούσμα μιας εθνικής επιδημίας. Τα στατιστικά στοιχεία που κυριάρχησαν στον δημόσιο λόγο ή στην πολιτική αντιπαράθεση είχαν σε αρκετές περιπτώσεις απόκλιση από τα πραγματικά.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα επίσημα δεδομένα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, το 2015 καταγράφηκαν 529 αυτοκτονίες, αριθμός μειωμένος σε σχέση με τις 565 του 2014, αλλά μεγαλύτερος από τις 377 του 2010. Η «Κ» μίλησε με συγγενείς που μέσα σε αυτό το κλίμα καλούνται να διαχειριστούν την απώλεια. Αυτές είναι οι ιστορίες εκείνων που μένουν πίσω.
Η αντιμετώπιση
Μαρία: «Έχεις να αντιμετωπίσεις τις ενοχές σου, τα αναπάντητα ερωτήματα σου βασανίζουν το μυαλό».
«Οι συγγενείς αυτοί δεν έχουν καμία σχέση με τον συγγενή του καρδιοπαθή ή εκείνου που έφυγε από τροχαίο ή κάποια ασθένεια. Είναι διαφορετικό. Έχεις να αντιμετωπίσεις τις ενοχές σου, τα αναπάντητα ερωτήματα σου βασανίζουν το μυαλό. Και οι φίλοι, όσο και να θέλουν να βοηθήσουν, δεν έχουν την επιστημονική κατάρτιση», λέει η κ. Μαρία.
«Οι συγγενείς αυτοί δεν έχουν καμία σχέση με τον συγγενή του καρδιοπαθή ή εκείνου που έφυγε από τροχαίο ή κάποια ασθένεια. Είναι διαφορετικό. Έχεις να αντιμετωπίσεις τις ενοχές σου, τα αναπάντητα ερωτήματα σου βασανίζουν το μυαλό. Και οι φίλοι, όσο και να θέλουν να βοηθήσουν, δεν έχουν την επιστημονική κατάρτιση», λέει η κ. Μαρία.
Όταν τη συναντάμε στην τραπεζαρία της, έχει κρεμασμένη σε μια καρέκλα τη ζακέτα του συζύγου της. Δεν τη μετακίνησε εδώ και ένα χρόνο.
Μόλις η είδηση του θανάτου του κυκλοφόρησε σε αυτή τη γειτονιά της Αττικής με τα χαμηλά σπίτια και τις πίσω αυλές, άνθρωποι άρχισαν να μιλούν για πράγματα που δεν γνώριζαν. Κάποιοι θεώρησαν ότι η αιτία ήταν ένα δάνειο που είχε πάρει η οικογένεια με υποθήκη το σπίτι. Αγνοούσαν, όμως, ότι δεν υπήρχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές.
«Είπαν ιστορίες, μέχρι και για εξώγαμα. Κανένας, πίστεψέ με, δεν έθιξε το θέμα κατάθλιψη. Είναι αλλιώς να λες ότι έπαθε κατάθλιψη αυτός ο άνθρωπος, που σημαίνει ότι αυτό που έκανε δεν ήταν ούτε ανδρεία ούτε δειλία. Αρρώστησε», λέει η κ. Μαρία που δέχτηκε να μιλήσει στην «Κ», χωρίς να δημοσιοποιηθεί το πραγματικό όνομά της.
Βίντεο: Η κ. Μαρία μιλάει στην «Κ».
Αντίστοιχα και στο περιβάλλον της κ. Μορφονιού υπήρχε κόσμος που δεν παραδεχόταν την ψυχική ασθένεια του συζύγου της. «Έλεγαν ότι ο άνθρωπος έπαθε μια “μελαγχολία”. Ετσι το αποκαλούσαν τότε». Ο άντρας της, όπως εξηγεί η ίδια, έπασχε επί χρόνια από κατάθλιψη και διπολική διαταραχή.
Η βοήθεια
Κυριάκος Κατσαδώρος: «Ο θυμός είναι το πρώτο που βγαίνει και μετά αρχίζουν τα κομμάτια της θλίψης».
Και οι δύο γυναίκες ζήτησαν βοήθεια από τη μη κυβερνητική οργάνωση Κλίμακα, στην οποία λειτουργεί από το 2007 η 24ωρη εθνική γραμμή παρέμβασης για την αυτοκτονία στο νούμερο 1018 . «Ο θυμός είναι το πρώτο που βγαίνει και μετά αρχίζουν τα κομμάτια της θλίψης, της προσέγγισης με την πραγματικότητα και εμείς προσπαθούμε να τα μαλακώσουμε και να τα βάλουμε σε τάξη», λέει ο ψυχίατρος και πρόεδρος της Κλίμακας, Κυριάκος Κατσαδώρος.
Και οι δύο γυναίκες ζήτησαν βοήθεια από τη μη κυβερνητική οργάνωση Κλίμακα, στην οποία λειτουργεί από το 2007 η 24ωρη εθνική γραμμή παρέμβασης για την αυτοκτονία στο νούμερο 1018 . «Ο θυμός είναι το πρώτο που βγαίνει και μετά αρχίζουν τα κομμάτια της θλίψης, της προσέγγισης με την πραγματικότητα και εμείς προσπαθούμε να τα μαλακώσουμε και να τα βάλουμε σε τάξη», λέει ο ψυχίατρος και πρόεδρος της Κλίμακας, Κυριάκος Κατσαδώρος.
Περισσότερα από 280 άτομα, συγγενείς αυτοχείρων όπως σύζυγοι, τέκνα και αδέρφια, έχουν λάβει υπηρεσίες από το Κέντρο για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας, που λειτουργεί στην Κλίμακα με την υποστήριξη του υπουργείου Υγείας. Η ομάδα των «survivors», όπως αποκαλούνται, έχει περιοδικές συναντήσεις στις οποίες παίρνουν μέρος, εναλλασσόμενα, έως και 12 άτομα. Από τις κλήσεις που δέχεται η γραμμή 1018 το 30%-35% προέρχεται από έμμεσα ενδιαφερόμενους, δηλαδή από άτομα που τηλεφωνούν για κάποιον δικό τους.
Το στίγμα
Ο διευθυντής της Β΄ Ψυχιατρικής Κλινικής του νοσοκομείου «Αττικόν», Αθανάσιος Δουζένης, εξηγεί στην «Κ» ότι οι οικείοι των αυτοχείρων βιώνουν βαρύ πένθος, ενώ μπορεί να εγκλωβιστούν σε έναν φαύλο κύκλο τύψεων που επιδεινώνουν το τραύμα. Δεν τους είναι πάντοτε εύκολο να μοιραστούν την ιστορία τους λόγω του στίγματος που τους ακολουθεί.
Ο διευθυντής της Β΄ Ψυχιατρικής Κλινικής του νοσοκομείου «Αττικόν», Αθανάσιος Δουζένης, εξηγεί στην «Κ» ότι οι οικείοι των αυτοχείρων βιώνουν βαρύ πένθος, ενώ μπορεί να εγκλωβιστούν σε έναν φαύλο κύκλο τύψεων που επιδεινώνουν το τραύμα. Δεν τους είναι πάντοτε εύκολο να μοιραστούν την ιστορία τους λόγω του στίγματος που τους ακολουθεί.
Σε ορισμένες περιπτώσεις δέχονται αφόρητη πίεση, όπως συνέβη σε οικογένεια που μίλησε στην «Κ» για την εμπειρία της, ζητώντας πλήρη ανωνυμία. Όσο διάστημα αγνοούνταν το συγγενικό τους πρόσωπο, δέχονταν επίμονες κλήσεις από τηλεοπτικές εκπομπές. Παρά τις αρνήσεις τους, ακόμη κι όταν βρέθηκε η σορός, διαπιστώθηκε η αυτοκτονία και κλήθηκαν για αναγνώριση προσωπικών αντικειμένων, τους περίμενε έξω από το αστυνομικό τμήμα τηλεοπτικό συνεργείο με κάμερα για να τους αποσπάσει μια δήλωση.
«Για μεγάλο χρονικό διάστημα, με εξαίρεση ορισμένα συγγενικά πρόσωπα, δεν το λέγαμε. Το στίγμα το δημιουργούσαμε σε ένα βαθμό και οι ίδιοι», λέει ο 31χρονος Κώστας. Η οικογένειά του έχει ιστορικό αυτοχειρίας. Πριν από δεκαετίες αυτοκτόνησε ο θείος του και ακολούθησε το 2013 ο πατέρας του.
Αποφάσισε και αυτός να απευθυνθεί στην Κλίμακα. Εκεί συναντήθηκε και με άλλους συγγενείς. «Με κάποιους “survivors” υπάρχει ένα είδος φιλίας. Αισθάνθηκα ότι δεν είμαι μόνος, ότι βρίσκεται εκεί έξω και κάποιος άλλος με το ίδιο φορτίο», λέει.
Η γραφειοκρατία
Μετά την αυτοκτονία του πατέρα του ο Κώστας δεν είχε να διαχειριστεί μόνο το πένθος του, αλλά και τις βασανιστικές καθυστερήσεις του κρατικού μηχανισμού. Λήφθηκαν, όπως προβλέπεται, λεπτομερείς καταθέσεις από τον ίδιο και από συγγενείς του προκειμένου να αποκλειστεί το ενδεχόμενο εγκληματικής ενέργειας. Η διαδικασία όμως που ακολούθησε ήταν χρονοβόρα.
Μετά την αυτοκτονία του πατέρα του ο Κώστας δεν είχε να διαχειριστεί μόνο το πένθος του, αλλά και τις βασανιστικές καθυστερήσεις του κρατικού μηχανισμού. Λήφθηκαν, όπως προβλέπεται, λεπτομερείς καταθέσεις από τον ίδιο και από συγγενείς του προκειμένου να αποκλειστεί το ενδεχόμενο εγκληματικής ενέργειας. Η διαδικασία όμως που ακολούθησε ήταν χρονοβόρα.
«Νόμιζες ότι η δικογραφία ταξίδευε με ταχυδρομική άμαξα», λέει. Για περισσότερο από ενάμιση χρόνο, μέχρι να κλείσει τον φάκελο η εισαγγελία, το σπίτι του θανόντος παρέμενε σφραγισμένο από την αστυνομία. Δεν επιτρεπόταν σε κανέναν να εισέλθει.
Ώσπου το αστυνομικό τμήμα της περιοχής ενημέρωσε τον Κώστα ότι άγνωστοι είχαν διαρρήξει το πατρικό του. «Είδαν ότι ήταν για καιρό ερημωμένο και μπήκαν. Έκλεψαν αγροτικά μηχανήματα που είχε φυλάξει εκεί ο πατέρας μου», λέει.
Κάποιες οικογένειες έρχονται αντιμέτωπες και με δυσκολίες στο θέμα της ταφής. Όπως λένε συγγενείς αυτοχείρων σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρξαν ιερείς που είτε ζητούσαν κάποια ιατρική γνωμάτευση που να δείχνει ότι ο θανών ήταν ασθενής, είτε ήθελαν χρήματα προκειμένου να ψάλουν στην κηδεία.
Για την κ. Μαρία που έχασε πρόσφατα τον σύζυγό της, η επίσημη πολιτεία θα έπρεπε να μεριμνήσει για τους πενθούντες. «Όποτε συνέβαινε κάτι παρόμοιο, πέρα από την αστυνομία και το εγκληματολογικό θα έπρεπε να ερχόταν στα σπίτια των αυτοχείρων και κάποιος ειδικός για να δει τους γονείς, τη σύζυγο, τα παιδιά», λέει.
Ο καιρός που θα μεσολαβήσει μέχρις ότου κάποιος κοντινός συγγενής καταφέρει να σταθεί ξανά στα πόδια του ποικίλλει. Οπως λέει ο κ. Κατσαδώρος, υπάρχουν σπίτια που επί χρόνια μένουν ξενοίκιαστα, δωμάτια που δεν άνοιξαν ξανά και έπιπλα που δεν μετακινήθηκαν σε μέρη όπου σημειώθηκαν αυτοκτονίες. Κάποιοι συγγενείς μπορεί να χρειαστούν μήνες μέχρι να μπορέσουν να διαβάσουν ολόκληρο το τελευταίο σημείωμα του θανόντος, άλλοι εξακολουθούν χρόνια μετά να κουβεντιάζουν τις νύχτες με μια άδεια καρέκλα στο σαλόνι τους.
Πίσω από κάθε αυτοκτονία είναι πιθανόν να υπάρχει κάποιο ψυχικό νόσημα, όπως κατάθλιψη. Οπως εξηγούν όμως ειδικοί, αντιμέτωποι με το φάσμα της κατάθλιψης μπορεί να βρεθούν και οι συγγενείς των αυτοχείρων. Αυτό συνέβη και με όσους μίλησαν στην «Κ». Η κ. Μαρία θυμάται ότι για κάποιο διάστημα μετά την απώλεια του συζύγου της δεν ήταν ο εαυτός της. Απέφευγε να ασχοληθεί με το σπίτι ή την προσωπική της υγιεινή, περνούσε ώρες ξαπλωμένη στο κρεβάτι. Αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια έπειτα από την παρέμβαση των παιδιών της.
«Δεν μπορείς χωρίς βοήθεια, είναι θολή η σκέψη», λέει. «Θα ήθελα να πω και σε άλλες οικογένειες να μην περιμένουν να παρέμβει ο χρόνος. Να απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό, γιατί είναι μεγάλο και βαρύ το φορτίο, δεν σηκώνεται η απώλεια».
Πλέον, παρακολουθεί συνεδρίες ψυχοθεραπείας μία φορά την εβδομάδα. «Εκεί εκτονώνομαι. Δεν μπορώ να κρύψω κανένα συναίσθημα, τη νευρικότητα, την αμηχανία μου, νιώθω ότι δεν μπορώ να πω ψέματα. Το συναίσθημα δεν γίνεται να το κρύβεις. Σε κατακλύζει και κάποια στιγμή κάνει κακό», λέει.
Η διέξοδος
Για την κ. Μορφονιού η εθελοντική εργασία αποδείχτηκε η καλύτερη διέξοδος. Πλέον ελάχιστος ελεύθερος χρόνος περισσεύει στην καθημερινότητά της. Μεταξύ άλλων ασχολιών, επιμελείται και μια εκπομπή στο διαδικτυακό ραδιόφωνο Κλίμαξ Plus Radiο.
Ώσπου το αστυνομικό τμήμα της περιοχής ενημέρωσε τον Κώστα ότι άγνωστοι είχαν διαρρήξει το πατρικό του. «Είδαν ότι ήταν για καιρό ερημωμένο και μπήκαν. Έκλεψαν αγροτικά μηχανήματα που είχε φυλάξει εκεί ο πατέρας μου», λέει.
Κάποιες οικογένειες έρχονται αντιμέτωπες και με δυσκολίες στο θέμα της ταφής. Όπως λένε συγγενείς αυτοχείρων σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρξαν ιερείς που είτε ζητούσαν κάποια ιατρική γνωμάτευση που να δείχνει ότι ο θανών ήταν ασθενής, είτε ήθελαν χρήματα προκειμένου να ψάλουν στην κηδεία.
Για την κ. Μαρία που έχασε πρόσφατα τον σύζυγό της, η επίσημη πολιτεία θα έπρεπε να μεριμνήσει για τους πενθούντες. «Όποτε συνέβαινε κάτι παρόμοιο, πέρα από την αστυνομία και το εγκληματολογικό θα έπρεπε να ερχόταν στα σπίτια των αυτοχείρων και κάποιος ειδικός για να δει τους γονείς, τη σύζυγο, τα παιδιά», λέει.
Ο καιρός που θα μεσολαβήσει μέχρις ότου κάποιος κοντινός συγγενής καταφέρει να σταθεί ξανά στα πόδια του ποικίλλει. Οπως λέει ο κ. Κατσαδώρος, υπάρχουν σπίτια που επί χρόνια μένουν ξενοίκιαστα, δωμάτια που δεν άνοιξαν ξανά και έπιπλα που δεν μετακινήθηκαν σε μέρη όπου σημειώθηκαν αυτοκτονίες. Κάποιοι συγγενείς μπορεί να χρειαστούν μήνες μέχρι να μπορέσουν να διαβάσουν ολόκληρο το τελευταίο σημείωμα του θανόντος, άλλοι εξακολουθούν χρόνια μετά να κουβεντιάζουν τις νύχτες με μια άδεια καρέκλα στο σαλόνι τους.
Πίσω από κάθε αυτοκτονία είναι πιθανόν να υπάρχει κάποιο ψυχικό νόσημα, όπως κατάθλιψη. Οπως εξηγούν όμως ειδικοί, αντιμέτωποι με το φάσμα της κατάθλιψης μπορεί να βρεθούν και οι συγγενείς των αυτοχείρων. Αυτό συνέβη και με όσους μίλησαν στην «Κ». Η κ. Μαρία θυμάται ότι για κάποιο διάστημα μετά την απώλεια του συζύγου της δεν ήταν ο εαυτός της. Απέφευγε να ασχοληθεί με το σπίτι ή την προσωπική της υγιεινή, περνούσε ώρες ξαπλωμένη στο κρεβάτι. Αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια έπειτα από την παρέμβαση των παιδιών της.
«Δεν μπορείς χωρίς βοήθεια, είναι θολή η σκέψη», λέει. «Θα ήθελα να πω και σε άλλες οικογένειες να μην περιμένουν να παρέμβει ο χρόνος. Να απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό, γιατί είναι μεγάλο και βαρύ το φορτίο, δεν σηκώνεται η απώλεια».
Πλέον, παρακολουθεί συνεδρίες ψυχοθεραπείας μία φορά την εβδομάδα. «Εκεί εκτονώνομαι. Δεν μπορώ να κρύψω κανένα συναίσθημα, τη νευρικότητα, την αμηχανία μου, νιώθω ότι δεν μπορώ να πω ψέματα. Το συναίσθημα δεν γίνεται να το κρύβεις. Σε κατακλύζει και κάποια στιγμή κάνει κακό», λέει.
Η διέξοδος
Για την κ. Μορφονιού η εθελοντική εργασία αποδείχτηκε η καλύτερη διέξοδος. Πλέον ελάχιστος ελεύθερος χρόνος περισσεύει στην καθημερινότητά της. Μεταξύ άλλων ασχολιών, επιμελείται και μια εκπομπή στο διαδικτυακό ραδιόφωνο Κλίμαξ Plus Radiο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου