Σελίδες

Κυριακή 10 Ιουνίου 2018

"Γυμναστικές Επιδείξεις" Δημοτικού Σχολείου Επιταλίου. 1963.

Φωτογραφία του Δημήτρης Χίλιος.
Οι Θεατές. Στο τραπέζι των επισήμων αραδιασμένα τα έπαθλα για τους νικητές των αγωνισμάτων. Μαζί με ένα στεφάνι ελιάς.
Ακολουθεί σχετικό απόσπασμα από το μυθιστόρημα "Με το σφύριγμα του τραίνου" (εκδ. Πατάκης).
ΦΕΤΟΣ ΟΙ ΖΕΣΤΕΣ ΦΟΥΝΤΩΣΑΝ ΝΩΡΙΣ, ἀπό τά τέλη τοῦ Μάη. ᾿Aφοῦ καί τά πρώϊμα τά σῦκα γίναν κιόλας.
Τά παιδιά θά γράφαν διαγωνίσματα, οἱ δυό μεγάλες τάξεις δηλαδή, κι ὕστερα θά ἑτοιμάζαν τή γιορτή γιά τό τέλος τῆς σχολικῆς χρονιᾶς 1964-1965.
Ἡ κυρα-Κασσιανή κι ἡ κυρα-Νίκη, οἱ δασκάλες, διαλέγαν προσεκτικά ἐκείνους πού θ’ ἀναθέταν τά ποιήματα καί τά μικρά ἀστεῖα νούμερα. ἔπρεπε νά τά μάθουν ἀπ’ ἔξω, νά κάμουνε καμμιά πρόβα. Σέ εἴκοσι μέρες θά στηνόταν ἡ γιορτή στήν αὐλή μέ τά πεῦκα, τή μαρμαρένια βρύση, τά δυό μικρά σπιτάκια, συρματοπλεγμένα, μέ δυό ζευγάρια κουνέλια, πού τά παιδιά τούς ρίχναν στό διάλειμμα ψωμί, καί τή μεγάλη ξεθωριασμένη ἐπιγραφή.
᾿Οκταθέσιον Δημοτικόν Σχολεῖον Δήμου Βώλακος.
Εἶχε χρόνια πού διαλύθηκε ὁ Δῆμος. Ἡ ἕδρα του –κωμόπολις λέγαν στήν πατριδογνωσία, γενική τῆς κωμοπόλεως– ὑποβιβάστηκε σέ κοινότητα, κοντά τρεῖς-τέσσερις χιλιάδες ψυχές, τά ὑπόλοιπα χωριά ἐπίσης. ῎Ετσι λιγοστέψαν κι οἱ ὑπηρεσίες.
Mά ἡ ἐπιγραφή στό σχολεῖο, ἕνα κακοσυντηρημένο νεοκλασσικό τοῦ Τσίλλερ μέ τριγωνικά ἀετώματα στίς μετῶπες καί κιονόκρανα στίς ἀπολήξεις τῆς στέγης, παρέμενε μαζί μέ ἄλλες στή Λεωφόρο Βασιλέως Παύλου, τόν κεντρικό δρόμο τῆς ἀγορᾶς, ὅπως Συμβολαιογραφεῖον Βώλακος, Ὑποθηκοφυλακεῖον, Εἰρηνοδικεῖον, Τηλεγραφεῖον καί Σταθμός Χωροφυλακῆς. 

Γιά νά θυμίζουν περασμένα μεγαλεῖα.
Τήν Κυριακή παρουσιάστηκαν οἱ Γυμναστικές Ἐπιδείξεις στό προαύλιο, μέ τήν ἐπίβλεψη τοῦ κυρίου Βουδούμπα, τοῦ διευθυντῆ. Τά παιδιά τόν λέγαν ἔτσι γιατ΄ ἦταν κοντός μέ μεγάλο κεφάλι κι ἔδινε κάτι σκαμπίλια ξεγυρισμένα.
Ἡ πρώτη τάξη, ντυμένα λουλουδάκια, τριαντάφυλλα, πανσέδες καί γαρύφαλλα, γύρω ἀπ΄ τήν κυρα-Κάτια χτυπάγαν τά παλαμάκια καί χάναν τά λόγια τοῦ τραγουδιοῦ. Kι ἡ δευτέρα, τραγουδῶντας Tό ναυτάκι τοῦ Αἰγαίου εἶμαι ἐγώ, σχημάτιζε καράβι μέ καπετάνιο καί πλήρωμα πού θαλασσοδερνόταν.
Οἱ μεγαλύτεροι κάναν ἀσκήσεις ἀκριβείας, ἀγῶνες δρόμου, σκυταλοδρομία, πηδῆσαν ἅλμα εἰς μῆκος καί εἰς ὕψος στό προετοιμασμένο σκάμμα. Ἀκόμα καί δρόμο μετ΄ ἐμποδίων διανύσαν πηδῶντας, τυλιγμένοι σέ σακκιά μέχρι τό λαιμό, πού ξεκαρδίστηκε ὁ κόσμος στά γέλια.
Ὁ Ἀνάστος τῆς Λεϊμονιᾶς μέ τήν παρέα του, ὄρθιοι στά πίσω θρανία τά βγαλμένα στήν αὐλή, θυμηθῆκαν τά δικά τους καί γελάσαν. Στό διάλειμμα φίλεψε τήν Τσετσέκω παγωτό χωνάκι, πού τό γιόμιζε ὁ παγωτατζής ἀπό τόν τενεκέ μέσα σ΄ ἕνα λευκό κουτί μέ τριμμένον πάγο, δεμένο σ΄ ἕνα τρίκυκλο μοτοσακό¨ κι ἀνταλλάξαν οἱ δυό τους ἕνα βλέμμα σκέτη φωτιά.
Στό τέλος οἱ ἐπίσημοι, πρίν τήν ὑποστολή τῆς σημαίας, στέψαν μέ κλαρί ἐλιᾶς τούς νικητές τῶν ἀθλημάτων καί τούς ἐπιδῶσαν τά κύπελλα, ἐνῶ ὁ φωτογράφος ὁ Τσιμινῆς τράβαγε ἀβέρτα ἐνσταντανέ, ἀπαθανατίζοντας τίς σκηνές, ἰδιαίτερα σάν τοῦ κάναν νοήματα οἱ μανάδες δείχνοντας ὅλο καμάρι τά βλαστάρια τους.
Ὁ πρόεδρος τῆς κοινότητας, καί κατ’ εὐφημισμόν Δήμαρχος, συνοδευόταν ἀπ΄ τή μοναχοκόρη του τή Σμαρούλα¨ ἡ ἀδυναμία του. Ἡ μάνα της τούς παράτησε νωρίς, μέγα σκάνδαλο τότε. Ἐκείνη τή χρονιά ἔχασε τήν ἐκλογή ῾o πρόεδρος κι ἔκανε δυό τετραετίες νά ξαναβάλει κάλπη.
Ἡ Σμαρούλα, τελειόφοιτη τῆς ὀγδόης ἀπό πέρισυ, ἔψαχνε ἀνυπόμονα τόν καλό γαμπρό, κάτι εἶχε στό νοῦ πού τῆς ὀμόρφαινε τά ὄνειρα, ὁ πατέρας της μονάχα τόν καρτέραγε μετά τήν καλή δουλειά πού θά τῆς ἔβρισκε γιά νά εἶναι ἀντάξιός της. Μιά θυγατέρα Δημάρχου δέ βάνει στό πλάϊ της ὅποιον κι ὅποιονε, ἔτσι τῆς ἔλεγε γιατί εἶχε περί πολλοῦ τό ἀξίωμα τοῦ προέδρου τῆς κοινότητας. Πού ἄλλος δέν καταδέχτηκε νά διεκδικήσει, ἦταν ἡ ἀλήθεια.
Μά ἐκείνη, μελαχροινή σγουρομάλλα μέ στόμα φιλήδονο, βιαζόταν. Καί σήμερα ἡ ἀνήσυχη ματιά της πίσω ἀπό τά σκοῦρα γυαλιά πεταλούδα, ὅλο κατά τά πίσω θρανία ταξίδευε.
ὅσο γιά τά κουνέλια στήν αὐλή τοῦ σχολείου, τά εἶχε ἡ Μπεμπέκα τῆς Ταπίτσας τῆς καθαρίστριας –τί Μπεμπέκα δηλαδή, μιά γυναικάρα μέ τά βυζιά μέχρι κεῖ πέρα– πού ἔδινε τῆς μάνα της ἕνα χέρι στό σκούπισμα κι εἶπε νά μήν πηγαίνουν χαμένα τόσα ψωμιά πού πετάγαν τά παιδιά στό κολατσιό, γιά νά μήν τά γυρίσουν πίσω στό σπίτι καί φᾶνε ξύλο.
Ἡ ἰδέα, πού σιγά μήν ἦταν τῆς χοντρο-Μπεμπέκας, βρῆκε σύμφωνους τούς δασκάλους γιατί βοήθαγε τά παιδιά στή ζωολογία.
...................................................................................
Δημήτρης ΧίλιοςΕΠΙΤΑΛΙΟ - ΑΓΟΥΛΙΝΙΤΣΑ (Ν. Ηλείας)


Παρουσίαση

Έρωτες μυστικοί κι ανομολόγητοι, όπως στο φράχτη το αγιόκλημα κι όπως στην κληματαριά το ροζακί σταφύλι. Στα καφενεία η πολιτική έχει τον πρώτο λόγο. Έκρυθμος η κατάστασις, γράφουν οι εφημερίδες, κι οι τοπικοί βουλευτές άφαντοι. Τι να σου κάμει ο βασιλιάς, παιδάριο! Στον κινηματογράφο « Όασις» πατείς-με-πατώ σε για την «Αλίκη στο Ναυτικό». Οι καυγάδες περισσεύουν, όμως το βράδυ γαργαλιστικές ιστορίες της Κατοχής έρχονται να σπάσουν την πικρίλα. Στο μισοσπασμένο λαϊνι ανθίζουν τα μυριστικά, το καρπούζι κρυώνει στο ψυγείο του πάγου... Φιγούρες αναγνωρίσιμες, αδύναμες, πανούργες, ερωτεύσιμες, έρμαια της μοίρας. Το τραίνο περνά σφυρίζοντας, σηματοδοτεί το χρόνο, μετρά τη ζωή που κυλά και χάνεται... Μέσα της δεκαετίας του '60. Το «Με το σφύριγμα του τραίνου» επιχειρεί να απαθανατίσει την ελληνική επαρχία σε μια κρίσιμη στιγμή, γεμάτη πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις. Όλα δείχνουν ν' αλλάζουν. 
Η Ελλάδα αλλάζει βήμα βήμα, η εξέλιξη έρχεται μέχρι τις εσχατιές της αγνής... ελληνικής υπαίθρου. Η τεχνολογία δίνει τη χαριστική βολή στη μετακατοχική εποχή, μα οι κοινωνικές προκαταλήψεις αντιστέκονται. Δυο γυναίκες, αδικημένες από τη μοίρα μα δυνατές, παλεύουν με νύχια και με δόντια. Την ανέχεια, την εκμετάλλευση, τη μοναξιά, την κοινωνική κατακραυγή. Παλεύουν και με τους ίμερους του κορμιού. 
Θα νικήσουν; 
Παράλληλα εξελίσσονται και άλλες ιστορίες. Έρωτες, αδυναμίες, όνειρα και φοβίες, πόθοι κρυφοί. Κι ο χρόνος. Συχνά καταστρεπτικός, αναπόδραστος. 
Κι όλα «Με το σφύριγμα του τραίνου». Απ' τις μεγάλες αποφάσεις μέχρι την καθημερινότητα. Αγκομαχά η παλιά μηχανή, τα σκονισμένα βαγόνια χάνονται πέρα στο βάθος του ορίζοντα, πάντα σφυρίζοντας. Η επικοινωνία με τον κόσμο. Το ταξίδι, η φυγή, το όνειρο. (...)

*ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου