"Τα Κάλαντα ή "ο Τυμπανιστής" (συλλογή Σερπιέρη), είναι το γνωστό έργο (1872)
του Νικηφόρου Λύτρα, ενός από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους
της σχολής του Μονάχου στη νεοελληνική ζωγραφική.
Ιδιαίτερο έργο, που ξεπερνάει την απλή απεικόνιση ενός εθίμου, έχει προκαλέσει
του Νικηφόρου Λύτρα, ενός από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους
της σχολής του Μονάχου στη νεοελληνική ζωγραφική.
Ιδιαίτερο έργο, που ξεπερνάει την απλή απεικόνιση ενός εθίμου, έχει προκαλέσει
πολλές συζητήσεις για τους συμβολισμούς του
(Με την πρώτη ματιά π.χ., είναι εμφανής η διαφορετική προέλευση των παιδιών, λόγω
της ενδυμασίας, αλλά και η πιθανή διαφορετική φυλετική καταγωγή
του τυμπανιστή...
υπάρχει επίσης στην άκρη, ένα αρχαίο γλυπτό, που ίσως παραπέμπει στη συνέχεια
του Ελληνισμού....).
Ο πίνακας που ζωγράφισε το 1872 ο Νικηφόρος Λύτρας αποτυπώνοντας
μια ομάδα παιδιών διαφόρων εθνικοτήτων να λένε τα
χριστουγεννιάτικα κάλαντα.
Αρκούσε αυτό το έργο για να αποδοθεί στον κορυφαίο Έλληνα καλλιτέχνη
ο τίτλος "ο ζωγράφος των Χριστουγέννων".
Το έργο αυτό θεωρείται ως η κορυφαία στιγμή στην ηθογραφική ζωγραφική
της Ελλάδας.
μια ομάδα παιδιών διαφόρων εθνικοτήτων να λένε τα
χριστουγεννιάτικα κάλαντα.
Αρκούσε αυτό το έργο για να αποδοθεί στον κορυφαίο Έλληνα καλλιτέχνη
ο τίτλος "ο ζωγράφος των Χριστουγέννων".
Το έργο αυτό θεωρείται ως η κορυφαία στιγμή στην ηθογραφική ζωγραφική
της Ελλάδας.
ζωγραφικής. Την εποχή που ζωγραφίστηκε ο πίνακας, τα παιδιά έψαλλαν τα κάλαντα
μετά τη δύση του ηλίου- κάτι που επιβιώνει ακόμη και σήμερα σε πολλές περιοχές
της Ελλάδας- και η ανταμοιβή ήταν κυρίως ξηροί καρποί και φρούτα.
- Από τις περιπτώσεις εκείνες που μια εικόνα μιλάει όσο χίλιες λέξεις -
τα "Κάλαντα" συνιστούν παράθυρο σε μια άλλη εποχή και έχουν συζητηθεί όσο
λίγοι πίνακες ζωγραφικής στη χώρα μας.
Το έργο ξεχωρίζει όχι μόνο για το φανερό του μέρος και την απεικόνιση
μιας παλιάς αυλής και των 5 παιδιών διαφορετικής εθνικότητας
και καταγωγής που λένε τα κάλαντα... μα και για τους συμβολισμούς
που εμπεριέχει.
τα "Κάλαντα" συνιστούν παράθυρο σε μια άλλη εποχή και έχουν συζητηθεί όσο
λίγοι πίνακες ζωγραφικής στη χώρα μας.
Το έργο ξεχωρίζει όχι μόνο για το φανερό του μέρος και την απεικόνιση
μιας παλιάς αυλής και των 5 παιδιών διαφορετικής εθνικότητας
και καταγωγής που λένε τα κάλαντα... μα και για τους συμβολισμούς
που εμπεριέχει.
Όλο το έργο είναι σκηνικό και παράσταση μαζί με την πολυμορφία των ενδυμασιών
και την αφηγηματική ανάπτυξη της σύνθεσης.
Η κάπα και το σκούρο δέρμα του τυμπανιστή, οι "χορωδοί" με τη φυλλάδα και
ο "μονωδός" στο κέντρο δημιουργούν ένα ιδιότυπο σύνολο.
Καθώς το βλέμμα οδηγείται προς τον αποδέκτη όλης αυτής της προσφοράς,
τη γυναίκα με το παιδί στην αγκαλιά που τους παρακολουθεί, δημιουργείται
η εντύπωση μιας θεαματικής μείξης- χορωδίας αγγέλλων και προσκύνησης ποιμένων
προς τη Βρεφοκρατούσα Παναγιά τη νύχτα των Χριστουγέννων.
Οι ενδυμασίες αλλά και το χρώμα ενός παιδιού , ενισχύουν την εντύπωση αυτής
της συμβολικής πολυφωνίας που ενώνει το ανθρώπινο γένος στη δοξολογία του Θεού
που γεννιέται εκείνη την Άγια Νύχτα και καταργεί τα "'παλαιά βασίλεια''
- συμβολική τους υπόμνηση είναι πιθανώς το ακέφαλο κλασικό άγαλμα.
και την αφηγηματική ανάπτυξη της σύνθεσης.
Η κάπα και το σκούρο δέρμα του τυμπανιστή, οι "χορωδοί" με τη φυλλάδα και
ο "μονωδός" στο κέντρο δημιουργούν ένα ιδιότυπο σύνολο.
Καθώς το βλέμμα οδηγείται προς τον αποδέκτη όλης αυτής της προσφοράς,
τη γυναίκα με το παιδί στην αγκαλιά που τους παρακολουθεί, δημιουργείται
η εντύπωση μιας θεαματικής μείξης- χορωδίας αγγέλλων και προσκύνησης ποιμένων
προς τη Βρεφοκρατούσα Παναγιά τη νύχτα των Χριστουγέννων.
Οι ενδυμασίες αλλά και το χρώμα ενός παιδιού , ενισχύουν την εντύπωση αυτής
της συμβολικής πολυφωνίας που ενώνει το ανθρώπινο γένος στη δοξολογία του Θεού
που γεννιέται εκείνη την Άγια Νύχτα και καταργεί τα "'παλαιά βασίλεια''
- συμβολική τους υπόμνηση είναι πιθανώς το ακέφαλο κλασικό άγαλμα.
Η σκούπα στη μια μεριά της πόρτας και το αδειανό δοχείο του νερού κοντά
στο πηγάδι υποδηλώνουν συμβολικά τον παλιό χρόνο που τελείωσε, ενώ τα γαρύφαλλα
στη γλάστρα και τα ρόδια που κρατάει η γυναίκα, σύμβολα αναγέννησης της φύσης
και γονιμότητας, συνδέονται και αυτά με έθιμα του Δωδεκαημέρου.
στο πηγάδι υποδηλώνουν συμβολικά τον παλιό χρόνο που τελείωσε, ενώ τα γαρύφαλλα
στη γλάστρα και τα ρόδια που κρατάει η γυναίκα, σύμβολα αναγέννησης της φύσης
και γονιμότητας, συνδέονται και αυτά με έθιμα του Δωδεκαημέρου.
Ενδιαφέρουσα η ανάλυση της επιμελήτριας της Εθνικής Πινακοθήκης,
Μαριλένας Κασιμάτη:
"Τα ποιητικώτατα Κάλαντα διαφεύγουν με την εσωτερικότητα και την επινόηση
του χρόνου στην ελληνικότατη ηθογραφική αυτή σκηνή, από κάθε κοινοτοπία.
Τα σύμβολα που εισάγει, χωρίς τυμπανοκρουσίες -το μαρμάρινο θωράκιο της Νίκης,
που δένει το σανδάλι της, αλλά ειρωνικά σχεδόν, βαλμένο δίπλα σε μια χορταρένια
σκούπα, το γυάλινο ποτήρι με το νερό, που παραπέμπει στην κάθαρση που έρχεται
από τα Ελληνόπουλα, που δεν εμφανίζονται ως γραφικά δείγματα μιας γνωστής
τυπολογίας φορεσιών, το ξερό, άνυδρο δέντρο που δηλώνει την υφέρπουσα φτώχεια
στο πρόσωπο της σκοτεινής μορφής, που μόλις φαίνεται πίσω από τον τοίχο".
- Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν έχει σημασία ποιας παραμονής κάλαντα είναι Χριστουγέννων ή Πρωτοχρονιάς αφού αυτό που τονίζεται διάχυτα είναι η παραμονή
του γεγονότος, η επικείμενη έλευση που θα καταργήσει το παλιό και θα δώσει
την ελπίδα για το μέλλον...
~*~
Ο Νικηφόρος Λύτρας γεννήθηκε το 1832 στο χωριό Πύργος της Τήνου
και από παιδί αγάπησε την τέχνη αφού ο πατέρας του ήταν μαρμαρογλύπτης.
Το 1850 κατόρθωσε να μπει στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα όπου και φοίτησε
για έξι χρόνια κατορθώνοντας αμέσως να ξεχωρίσει και να συγκεντρώσει διακρίσεις.
Με την αποφοίτησή του το 1860 αναχωρεί για Μόναχο με μία κρατική υποτροφία
από την Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών, το κέντρο της ευρωπαϊκής καλλιτεχνικής
ζωής εκείνη την εποχή.
Το 1865 επιστρέφει στην Αθήνα και διορίζεται καθηγητής στην έδρα
της Ανώτατης Ζωγραφικής της Σχολής Καλών τεχνών του Πολυτεχνείου,
όπου θα διδάξει για 38 ολόκληρα χρόνια έως και την χρονιά του θανάτου του το 1904.
Ο Νικηφόρος Λύτρας άσκησε καθοριστική επιρροή στην
ελληνική ζωγραφική. Περισσότεροι από μία γενιά ζωγράφοι πέρασαν από το
εργαστήριό του. Ο Πανταζής, ο Λεμπέσης, ο Αλταμούρας, ο Ιακωβίδης, ο Βώκος,
ο Ροϊλός, ο Γερανιώτης, ο Μαθιώπουλος, ο Οθωναίος, ο Βικάτος, ο Αργυρός,
και αμέτρητοι άλλοι.
Ακόμα και ο Μπουζιάνης πιθανολογείται πως για μία περίοδο μαθήτευσε κοντά
στον μεγάλο δάσκαλο της ελληνικής ζωγραφικής.
Ήταν ο πρώτος που παρουσίασε έργα εμπνευσμένα από την ζωή και τα έθιμα
του τόπου με ιδιαίτερη ειλικρίνεια, ευαισθησία και απλότητα.
Εξελίχθηκε από νωρίς σε επίσημος προσωπογράφος της υψηλής κοινωνίας
της Αθήνας, φιλοτεχνώντας ολόσωμα μνημειακά πορτρέτα μελών των
οικογενειών Σερπιέρη, Καυτατζόγλου, διευθυντών της Εθνικής Τράπεζας
και άλλων επιφανών Αθηναίων, έργα που συγκαταλέγονται στα πιο σημαντικά
δείγματα της ελληνικής ζωγραφικής του 19ου αιώνα.
Εκπροσώπησε της Ελλάδα, μαζί με τους διάσημους συναδέλφους του,
στις Παγκόσμιες Εκθέσεις του Παρισιού του 1855, 1867, 1878 και της Βιέννης του
1873, ενώ παρασημοφορήθηκε με το Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος το 1903.
ελληνική ζωγραφική. Περισσότεροι από μία γενιά ζωγράφοι πέρασαν από το
εργαστήριό του. Ο Πανταζής, ο Λεμπέσης, ο Αλταμούρας, ο Ιακωβίδης, ο Βώκος,
ο Ροϊλός, ο Γερανιώτης, ο Μαθιώπουλος, ο Οθωναίος, ο Βικάτος, ο Αργυρός,
και αμέτρητοι άλλοι.
Ακόμα και ο Μπουζιάνης πιθανολογείται πως για μία περίοδο μαθήτευσε κοντά
στον μεγάλο δάσκαλο της ελληνικής ζωγραφικής.
Ήταν ο πρώτος που παρουσίασε έργα εμπνευσμένα από την ζωή και τα έθιμα
του τόπου με ιδιαίτερη ειλικρίνεια, ευαισθησία και απλότητα.
Εξελίχθηκε από νωρίς σε επίσημος προσωπογράφος της υψηλής κοινωνίας
της Αθήνας, φιλοτεχνώντας ολόσωμα μνημειακά πορτρέτα μελών των
οικογενειών Σερπιέρη, Καυτατζόγλου, διευθυντών της Εθνικής Τράπεζας
και άλλων επιφανών Αθηναίων, έργα που συγκαταλέγονται στα πιο σημαντικά
δείγματα της ελληνικής ζωγραφικής του 19ου αιώνα.
Εκπροσώπησε της Ελλάδα, μαζί με τους διάσημους συναδέλφους του,
στις Παγκόσμιες Εκθέσεις του Παρισιού του 1855, 1867, 1878 και της Βιέννης του
1873, ενώ παρασημοφορήθηκε με το Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος το 1903.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου