Ο Λακάν στο διάσημο βιβλίο του "Λειτουργία και Πεδίο της Ομιλίας και
της Γλώσσας στην Ψυχανάλυση" επιχειρεί ένα τολμηρό βήμα για την
ψυχανάλυση της εποχής: προσπαθεί να συγκεράσει την εγελιανή
διαλεκτική Κύριου-Δούλου, τον χαϊντεγκεριανό υπαρξισμό και
την χούσερλιανή διυποκειμενικότητα με τον (γλωσσικό) δομισμό του Σωσσύρ
και τον (ανθρωπολογικό) δομισμό του Λεβί Στρως, ανακοινώνοντας ταυτόχρονα
επιστροφή στον Φρόύντ.
Το εγχείρημα δεν θα μπορούσε παρά να καταλήξει βατερλώ, εγκαινιάζει ωστόσο
μία σημαντική στροφή της ψυχανάλυσης στο πεδίο της Ομιλίας και της Γλώσσας και ταυτοχρόνως παρέχει έναν νέο ορισμό του ασυνειδήτου, που θα διατηρηθεί και
στον ώριμο Λακάν - έναν ορισμό του ασυνειδήτου πολύ πιο ρεαλιστικό
από τον φροϋδικό.
Το σημαντικότερο, ίσως, σημείο του λακανικού κειμένου που θα πρέπει να αναφερθεί
είναι η αντινομία Γλώσσας και Ομιλίας που εκφράζει, κατά τον Λακάν, την αντινομία Γλώσσας και Επιθυμίας.
Η Ομιλία αποτελεί έκφραση των επιθυμιών, οι οποίες "χάνονται" μέσα στην Γλώσσα, καταλήγοντας "ασυνείδητο". Πρόκειται για μία ιδιοφυή προσέγγιση.
Ο Λακάν αντιτάσσει στον "υλισμό" του Υπαρξισμού, στο περίφημο δηλαδή
"η ύπαρξη προηγείται της ουσίας", το η "ουσία προηγείται της ύπαρξης",
ενώ ταυτόχρονα αναιρεί την έννοια του υπερβατικού Υποκειμένου ως
προϋπάρχοντος, όπως δηλαδή παρουσιάζεται σε όλους τους ιδεαλιστές από
τον Καρτέσιο μέχρι τον Καντ.
Και εδώ δεν γίνεται να μην μας έρθει η (λακανική) κριτική του Καστοριάδη στο "υπερβατολογικό καντιανό Υποκείμενο" - την γράφω όπως την θυμάμαι απ' έξω:
Όλοι οι Υποκειμενικοί ιδεαλιστές δεν μας εξήγησαν ποτέ πώς και γιατί προηγείται
το Υποκείμενο (Cogito ergo sum), αφού το Υποκείμενο, για να γίνει Υποκείμενο,
θα πρέπει να διαμεσολαβηθεί από την Γλώσσα, η οποία δεν είναι προϊόν
του Υποκειμένου, αλλά συλλογικό προϊόν, κοινωνικό, που προύπάρχει
του Υποκειμένου.
Δηλαδή δεν γεννιέται το παιδί με μία δική του Γλώσσα, την παραλαμβάνει.
Ο Λακάν το ξεκαθαρίζει, ασκώντας κριτική τόσο στους υπαρξιστές όσο και στους υποκειμενικούς ιδεαλιστές: η μετάβαση από το άτομο στο υποκείμενο συντελείται
μέσω της Γλώσσας, η Γλώσσα δημιουργεί το Υποκείμενο και υπό αυτή την έννοια,
η Γλώσσα (και οι καθορισμένες δομές της) προϋπάρχουν του Υποκειμένου.
Το 'Άτομο μετατρέπεται σε Υποκείμενο μέσω της Γλώσσας, την οποία το παιδί παραλαμβάνει από την οικογένεια-κοινότητα σε συγκεκριμένη ηλικία, έτοιμη.
Εμπεριέχει, σίγουρα, αυτή η προσέγγιση κάποια στοιχεία Δομισμού, τίθεται ωστόσο
από τον Λακάν σε μία εντελώς διαφορετική και νέα βάση.
Υποκείμενο σημαίνει Υποκείμενο της Ομιλίας, Υποκείμενο δηλαδή είναι αυτός
που κατέχει Λόγο και, ως εκ τούτου, ταυτότητα.
Το Υποκείμενο της Ομιλίας όμως μ ι λ ι έ τ α ι προτού ακόμη μιλήσει,
με άλλα λόγια Είναι προτού ακόμη υπάρξει, και θα εμμένει στο Είναι ακόμη και
όταν θα έχει πάψει να υπάρχει.
Και εδώ αναδεικνύεται το προνόμιο του ανθρώπου στο ζωικό βασίλειο.
Η Επιθυμία σε Άλλον μετατρέπεται σε Ομιλία, και αυτό είναι το στοιχείο που εντέλει καθορίζει το Υποκείμενο.
Χαρακτηριστικά γράφει: "Η στιγμή κατά την οποία η επιθυμία εξανθρωπίζεται,
είναι η ίδια στιγμή κατά την οποία το Υποκείμενο γεννιέται στη Γλώσσα".
Η Γλώσσα όμως (με εγελιανούς όρους) είναι καθαρή αφαίρεση, καθαρή άρνηση
της πραγματικότητας.
Ο Λακάν εδώ χρησιμοποιεί δύο αφορισμούς, έναν του Έγελου και έναν του Λεβί Στρος:
"Η Λέξη είναι ο φόνος του Πράγματος, Χέγκελ" και "Η Λέξη είναι πιο πραγματική από
το Πράγμα, Λεβί Στρως".
Αυτό που υποστηρίζει ο Λακάν είναι ότι όταν η Επιθυμία μετατρέπεται σε Γλώσσα
τότε ο "άνθρωπος" γίνεται άνθρωπος, τότε γεννιέται το Υποκείμενο, αλλά αυτή
η μετατροπή, που είναι άρνηση, αφαίρεση, αφενός μεν αλλοτριώνει το ίδιο
το Υποκείμενο και αφετέρου επιτρέπει στις Επιθυμίες να "χάνονται" μέσα στην
ίδια την Γλώσσα, με αποτέλεσμα να μην ικανοποιούνται, να καταλήγουν
στο Ασυνείδητο.
Το σύμβολο πράγματι "δολοφονεί" το πράγμα.
Πρόκειται για την απόλυτη υποταγή του πράγματος στο σημαίνον: το έμβιο ον
υποτάσσεται απόλυτα στο Όνομα, ο οργανισμός στο Υποκείμενο και το πράγμα
στην Λέξη.
Η "απώλεια" αυτή είναι συνυφασμένη με την ίδια την Γλωσσική Πράξη, και
αποτελεί, σύμφωνα με τον Λακάν, "τις ίδιες τις υποκειμενικές συμβολικές λειτουργίες
του ανθρώπου".
Η απώλεια αυτή συμβαίνει διότι η Λέξη δεν συναντά ποτέ το Πράγμα, αποτελεί
άρνηση του, είναι επιπλέον ελλειμματική σε σχέση με το Πράγμα, αφού δεν
το εκφράζει στην ολότητα του, και το σημαντικότερο, η σημασία της δεν εξαντλεί
το ίδιο της το νόημα. Το ίδιο το νόημα διαψεύδει την σημασία της.
Το νόημα του μηνύματος εμπεριέχει πάντα την επιθυμιακή προθετικότητα:
"Μου λέει α υ τ ό. Αλλά τί εννοεί; Τί θέλει να μου πεί;" ή, πιο συγκεκριμένα,
"Τί με θέλει;" Πρόκειται για ερμηνεία της επιθυμίας του Άλλου.
Το Εγώ, εντέλει, ως Υποκείμενο, εκφράζει για τον Λακάν μία συγκεκριμένη γλωσσική βαθμίδα και όχι κάποιο "προκαθορισμένο άτομο", όπως υποστηρίζουν οι Υπαρξιστές,
οι συμπεριφοριστές και οι Υποκειμενικοί Ιδεαλιστές.
*ps: προσπάθησα να τα περιγράψω όσο πιο απλά και συμπυκνωμένα
μου επέτρεψε η λακανική γραφή, θα επιστρέψω όμως και με κριτική.
Philippos V. PhiliosΠΕΡΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
https://www.facebook.com/photo.php?fbid=1032160283565508&set=gm.
1037667599665975&type=3&theater
Η "Λειτουργία και πεδίο της ομιλίας και της γλώσσας στην ψυχανάλυση" είναι
το εναρκτήριο κείμενο του λακανισμού. Με αυτό ο Λακάν έγινε ο Λακάν.
Μέχρι το θάνατό του συνέχισε να λέει:
«Είμαι καταρχάς εκείνος που εκφώνησε την Ομιλία της Ρώμης».
Πώς να χαρακτηρίσουμε την προσπάθεια του Λακάν σε αυτό το κείμενο;
Στοχεύει στα θεμέλια της ψυχανάλυσης.
Δεν κάνει μια μερική πολεμική στο τάδε ή στο δείνα σημείο της κλινικής.
Θέτει υπό αμφισβήτηση και την ίδια τη σύλληψη αυτού που δρα στην
ψυχανάλυση και, ταυτόχρονα, τα ίδια της τα θεμέλια.
Προσφέρει έναν νέο ορισμό του ασυνειδήτου και μια νέα θεωρία για
την ψυχαναλυτική θεραπεία.
Με αφετηρία αυτή την αμφισβήτηση των θεμελίων της ψυχανάλυσης δικαιολογεί
το ύφος του, που το χαρακτηρίζει «ειρωνικό».
Γιατί λέει ειρωνικό ύφος; Το αντιδιαστέλλει με το δογματικό ύφος,
που είναι ακριβώς το ύφος που δεν θέτει υπό αμφισβήτηση τα θεμέλια.
Είναι σίγουρα μια αναφορά στην ειρωνεία του Σωκράτη, δηλαδή μια
ειρωνεία βαθιά διαλεκτική, που συνίσταται στο να αναδείξει τις αντιφάσεις
στις οποίες υποπίπτει ο συνομιλητής.
Αυτή είναι η μέθοδος του Λακάν στο εν λόγω κείμενο, το οποίο είναι συνεχώς
πολεμικό και δείχνει ότι δεν κατορθώνουμε να δικαιολογήσουμε τις διαφορετικές
όψεις του έργου του Φρόυντ αν δεν λάβουμε ως βάση τις λειτουργίες της ομιλίας.
*ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
...θεωρήθηκε ως «ο πιο αμφιλεγόμενος ψυχαναλυτής μετά τον Φρόυντ».
Βικιπαίδεια
Ο Ζακ Λακάν
1901-1981
γεννήθηκε, έζησε και εργάστηκε στο Παρίσι.
Στις αρχές της δεκαετίας του 30 δημοσίευσε τη διατριβή του για την παρανοϊκή
ψύχωση, και λίγο αργότερα έγινε δεκτός στη Γαλλική Ψυχαναλυτική Εταιρεία,
όπου παρουσίασε τη θέση του για το λεγόμενο "στάδιο του καθρέφτη".
Η αποφασιστική παρέμβασή του, όμως, στο ψυχαναλυτικό γίγνεσθαι ξεκίνησε
τη δεκαετία του 50 με τη μορφή ενός εβδομαδιαίου σεμιναρίου, το οποίο έγινε
πόλος κατάρτισης και συσπείρωσης για πολλές γενιές ψυχαναλυτών.
Το 1964, απαντώντας στον εξοβελισμό του από τη Διεθνή Ψυχαναλυτική Εταιρεία,
ο Λακάν ίδρυσε τη Φροϊδική Σχολή των Παρισίων (1964-1980), η ακτινοβολία
της οποίας ξεπέρασε κατά πολύ τα γαλλικά σύνορα.
Η τελευταία θεσμική πρωτοβουλία του, η Σχολή του Φροϊδικού Αιτίου (1981),
έμελλε να γίνει το όχημα για τη διάδοση του λακανικού προσανατολισμού
σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το 1966 ο Λακάν συγκέντρωσε σε έναν ογκώδη τόμο τα "Γραπτά" κείμενα του.
Το 2001 κυκλοφόρησαν τα "Άλλα γραπτά" που περιλαμβάνουν όλα τα
μεταγενέστερα κείμενα. Η σταδιακή έκδοση του σεμιναρίου ξεκίνησε στις αρχές
της δεκαετίας του 70 σε μεταγραφή του Ζακ-Αλέν Μιλέρ, και συνεχίζεται
έως σήμερα.
--------
http://tvxs.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου