Ζωγραφικός πίνακας που απεικονίζει Φαρασιώτισσες
στην πατρίδα τους τον Βαρασσό της Καππαδοκίας
...ξημερώματα της 31ης Δεκεμβρίου προς 1η Ιανουαρίου, οι Φαρασιώτες
συνήθιζαν να τελούν την εορταστική πομπή του "Εζ-Βασίλη".
Πιο συγκεκριμένα:
"Την παραμονή το βράδυ, όταν πλέον εσκοτείνιαζε καλά καλά, όλο το χωριό
εσηκώνετο στο πόδι. Παρέες από τις γειτονιές, τα συγγενολόγια, συμπεθεριά,
και φιλικές ομάδες, από μέρες μπροστά ετοίμαζαν τον γιοτασμό αυτόν.
Πρώτα φρόντιζαν να έχουν αρκετές μακριές δάδες, κρασιά και μεζέδες για να
πάνε με πομπή στην μακρυνή παρόχθια σπηλιά που ήτο το παρεκκλήσι
του Αγίου Βασιλείου.
"Χυτάτε να υπάμε σον Ε-Βασίλη" (Τρέξετε να πάμε στον Αγιο Βασίλη).
Μόλις με ντουφεκιές εδίνετο το συνθημα, όλοι σπεύδανε στην πλατεία, το Μισεχώρι.
Οι πρώτοι που ήρχοντο πιάνανε το χορό και τραγουδούσαν το θούριο του
Αγίου "Χυτάτε να υπάμε..." και ρίχνανε τις ομοβροντίες τους με τα ντουφέκια και
τις κουμπούρες τους.
Σαν έφταναν όλοι, ξεκινούσαν με αναμμένες τις δάδες τους σαν λαμπαδοφορίες τραγουδώντας και ντουφεκίζοντας. Ο παπάς και η συνοδεία του επροπορεύοντο.
Πήγαιναν στην μακρυνή σπηλιά που ήτο το παρεκκλήσι του Αγίου Βασιλείου.
Μια ώρα δρόμο.
συνήθιζαν να τελούν την εορταστική πομπή του "Εζ-Βασίλη".
Πιο συγκεκριμένα:
"Την παραμονή το βράδυ, όταν πλέον εσκοτείνιαζε καλά καλά, όλο το χωριό
εσηκώνετο στο πόδι. Παρέες από τις γειτονιές, τα συγγενολόγια, συμπεθεριά,
και φιλικές ομάδες, από μέρες μπροστά ετοίμαζαν τον γιοτασμό αυτόν.
Πρώτα φρόντιζαν να έχουν αρκετές μακριές δάδες, κρασιά και μεζέδες για να
πάνε με πομπή στην μακρυνή παρόχθια σπηλιά που ήτο το παρεκκλήσι
του Αγίου Βασιλείου.
"Χυτάτε να υπάμε σον Ε-Βασίλη" (Τρέξετε να πάμε στον Αγιο Βασίλη).
Μόλις με ντουφεκιές εδίνετο το συνθημα, όλοι σπεύδανε στην πλατεία, το Μισεχώρι.
Οι πρώτοι που ήρχοντο πιάνανε το χορό και τραγουδούσαν το θούριο του
Αγίου "Χυτάτε να υπάμε..." και ρίχνανε τις ομοβροντίες τους με τα ντουφέκια και
τις κουμπούρες τους.
Σαν έφταναν όλοι, ξεκινούσαν με αναμμένες τις δάδες τους σαν λαμπαδοφορίες τραγουδώντας και ντουφεκίζοντας. Ο παπάς και η συνοδεία του επροπορεύοντο.
Πήγαιναν στην μακρυνή σπηλιά που ήτο το παρεκκλήσι του Αγίου Βασιλείου.
Μια ώρα δρόμο.
Στο δρόμο κάμνανε και σταθμό για να χορέψουν.
Στη μέση του δρόμου συνάντούσαν τον Ε-Χαλλά, το παρεκκλήσιο του
Αγίου Χαραλάμπους. Εκεί άναβαν τα κεριά τους και ο παπάς που είχε φτάσει
πιο μπροστά έλεγε το τροπάριο του Αγίου, έκαμνε την δέηση και αφού
προσκυνούσαν όλοι πιάναν μετά στην αυλή τον χορό τους και συνέχιζαν
ύστερα την πορεία τους.
Στον Αγιο Θουμά (Θωμά) δεν σταματούσαν, άναβαν μόνον κεριά γιατί δεν
είχε αυλή, ήτο πάνω σε βράχο, κατέβαιναν και συνέχιζαν.
Στη μέση του δρόμου συνάντούσαν τον Ε-Χαλλά, το παρεκκλήσιο του
Αγίου Χαραλάμπους. Εκεί άναβαν τα κεριά τους και ο παπάς που είχε φτάσει
πιο μπροστά έλεγε το τροπάριο του Αγίου, έκαμνε την δέηση και αφού
προσκυνούσαν όλοι πιάναν μετά στην αυλή τον χορό τους και συνέχιζαν
ύστερα την πορεία τους.
Στον Αγιο Θουμά (Θωμά) δεν σταματούσαν, άναβαν μόνον κεριά γιατί δεν
είχε αυλή, ήτο πάνω σε βράχο, κατέβαιναν και συνέχιζαν.
Οταν πλέον φτάνανε εκεί, ο ιερεύς έλεγε τον ευλογητό, το απολυτίκιο του Αγίου,
την σχετική δέηση, και έψελνε τα εγκώμια, ενώ οι χριστιανοί άναβαν τα κεριά,
προσκυνούσαν και λιβάνιζαν.
Αλλοι ετοίμαζαν τις φωτιές για να στεγνώσουν τα βρεγμένα απ’ τα χιόνια και
τις χιονονυφάδες ρούχα τους και να ζεσταθούν.
Οταν τελείωναν το ιερό χρέος τους άρχιζαν τα κεράσματα απ’ τα κρασιά και
τους πλούσιους μεζέδες και στήνανε το χορό.
Τραγουδώντας και παίζοντας "τ’ Ες-Βασίλη το τραγώδι"
(του Αγίου Βασιλείου το τραγούδι).
την σχετική δέηση, και έψελνε τα εγκώμια, ενώ οι χριστιανοί άναβαν τα κεριά,
προσκυνούσαν και λιβάνιζαν.
Αλλοι ετοίμαζαν τις φωτιές για να στεγνώσουν τα βρεγμένα απ’ τα χιόνια και
τις χιονονυφάδες ρούχα τους και να ζεσταθούν.
Οταν τελείωναν το ιερό χρέος τους άρχιζαν τα κεράσματα απ’ τα κρασιά και
τους πλούσιους μεζέδες και στήνανε το χορό.
Τραγουδώντας και παίζοντας "τ’ Ες-Βασίλη το τραγώδι"
(του Αγίου Βασιλείου το τραγούδι).
1. Χυτάτε να υπάμε σον Ε – Βασίλη,
2. Να κρεμάσωμεν τα κρέτε σο σίδι.
Τρέξετε να πάμε στον Αϊ Βασίλη.
Να κρεμάσωμεν τα κρέατα στην ιτιά.
2. Να κρεμάσωμεν τα κρέτε σο σίδι.
Τρέξετε να πάμε στον Αϊ Βασίλη.
Να κρεμάσωμεν τα κρέατα στην ιτιά.
3. Εσσυρεν δζαι δώδζεν δζαι α γεσίλι
4. Τε χτες την εύϊτσα σον Ε-Βασίλη
Τουφέκισε και βάρεσε ένα ελάφι,
Απ’ τα χτές την αυγή στον Αγιο Βασίλη.
4. Τε χτες την εύϊτσα σον Ε-Βασίλη
Τουφέκισε και βάρεσε ένα ελάφι,
Απ’ τα χτές την αυγή στον Αγιο Βασίλη.
5. Τζάλτσεν δζούβρεν σζαι μασαίρι ν’ τα φσάξη,
6. Εφσαξεν τα σζαι μο τον κοδευτήρι.
Εψαξε να βρη μαχαίρι να το σφάξη και δεν βρήκε,
Και το έσφαξε με το κλαδευτήρι.
....
Πορεία προς τον Αγιο Βασίλειο
6. Εφσαξεν τα σζαι μο τον κοδευτήρι.
Εψαξε να βρη μαχαίρι να το σφάξη και δεν βρήκε,
Και το έσφαξε με το κλαδευτήρι.
....
Πορεία προς τον Αγιο Βασίλειο
Ο ναός του Αγίου Βασιλείου στα Φάρασα ευρίσκετο ανατολικά του Βαρασσού
στην δεξιά όχθη του Ζαμάντη ποταμού (βυζαντ. Ονοπνίκτη) και σε απόσταση
μιας περίπου ώρας δρόμου.
Μόλις συνεκεντρούντο οι γιορτασταί στο Μισεχώρι, ξεκινούσαν για τον Αγιο Βασίλη τραγουδώντας θριαμβευτικά "Τ’ Ες Βασίλη το τραγώδι": "
Χυτάτε να υπάμε σον Ε-Βασίλη" (Σπεύσατε να πάμε στον Αϊ-Βασίλη).
Η πομπή κατέβαινε στον κάτω μαχαλά, περνούσε αριστερά απ’ την πλαγιά του
λόφου του νεκροταφείου, έφτανε στον παραπόταμο Εκβαση,
περνούσε τα γεφύρι του, διέσχιζε την τοποθεσία Παράτσο (Παράδεισο) και
σταματούσε για λίγο στο παρεκκλήσι του Αγίου Χαραλάμπους που ήτο αριστερά
και λίγο πιο ψηλά απ’ τον δρόμο, για να τιμήση τον Αγιο ανάβοντας τα σχετικά
κεριά και ψάλλοντας την δέηση.
Εκεί για λίγο έστηναν τον Αϊβασιλιάτικο χορό. Μετά ακολουθούσαν την αριστερή
διαδρομή και έφταναν σε ένα βράχο που καταλήγοντας στο ποτάμι εμπόδιζε την
διάβαση. Τότε η πομπή με πολλή δυσκολία διάβαινε τη ράχη του βράχου και
κατέβαινε πάλι στην όχθη του ποταμού και προχωρώντας έφτανε στον Άγιο Βασίλειο".
---
Η γιορτή γινόταν σε ανάμνηση της σωτηρίας της πόλης της Καισαρείας από την
καταστροφή που είχε απειλήσει ο Ιουλιανός ο Παραβάτης.
Ο Άγιος Βασίλιεος, απλός ιερέας τότε, και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος, ένωσε τους
πιστούς σε κοινή προσευχή πάνω στο Δίδυμο όρος.
Είδε τότε όνειρο ότι θα τους σώσει ο στρατηλάτης Άγιος Μερκούριος.
Την άλλη μέρα το πρωί είδαν ότι ο τάφος του Αγίου Μερκουρίου ήταν άδειος.
Μετά από λίγες ημέρες έμαθαν ότι ο Ιουλιανός είχε σκοτωθεί και έτσι η πόλη τους
είχε σωθεί.
Ξανανέβηκαν πάλι στο βουνό και γιόρτασαν για τη σωτηρία τους και από τότε
κάθε χρόνο έκαναν το ίδιο προς τιμήν του Αγίου Βασιλείου.
Στα Φάρασα, την παραμονή το βράδυ με αναμένες δάδες ανηφόριζαν προς
τη σπηλιά του Αγίου, περίπου μια ώρα δρόμο, τραγουδώντας αυτό το τραγούδι
και ντουφεκίζοντας χαρούμενα στον αέρα. Όταν έφθαναν, άναβαν φωτιές και μετά
από σχετική δέηση, άρχιζε το γλέντι που κράταγε μέχρι το πρωί.
Πρέπει να υπήρχαν πολλές μουσικές παραλλαγές του τραγουδιού, πάντως μέχρι
τις μέρες μας έφθασαν τρεις. Η πιο ενδιαφέρουσα είναι των Φαράσων που
παρουσιάζουμε. Μια άλλη, που καταγράφει ο Παχτίκος και ο Σωφρονιάδης, μας
την τραγούδησαν πρόσφυγες από το Μιστί. Τέλος μια Τρίτη, πιθανώς από τη
Νίγδη, σήμερα είναι διαδεδομένη στους χορευτικούς συλλόγους.
στην δεξιά όχθη του Ζαμάντη ποταμού (βυζαντ. Ονοπνίκτη) και σε απόσταση
μιας περίπου ώρας δρόμου.
Μόλις συνεκεντρούντο οι γιορτασταί στο Μισεχώρι, ξεκινούσαν για τον Αγιο Βασίλη τραγουδώντας θριαμβευτικά "Τ’ Ες Βασίλη το τραγώδι": "
Χυτάτε να υπάμε σον Ε-Βασίλη" (Σπεύσατε να πάμε στον Αϊ-Βασίλη).
Η πομπή κατέβαινε στον κάτω μαχαλά, περνούσε αριστερά απ’ την πλαγιά του
λόφου του νεκροταφείου, έφτανε στον παραπόταμο Εκβαση,
περνούσε τα γεφύρι του, διέσχιζε την τοποθεσία Παράτσο (Παράδεισο) και
σταματούσε για λίγο στο παρεκκλήσι του Αγίου Χαραλάμπους που ήτο αριστερά
και λίγο πιο ψηλά απ’ τον δρόμο, για να τιμήση τον Αγιο ανάβοντας τα σχετικά
κεριά και ψάλλοντας την δέηση.
Εκεί για λίγο έστηναν τον Αϊβασιλιάτικο χορό. Μετά ακολουθούσαν την αριστερή
διαδρομή και έφταναν σε ένα βράχο που καταλήγοντας στο ποτάμι εμπόδιζε την
διάβαση. Τότε η πομπή με πολλή δυσκολία διάβαινε τη ράχη του βράχου και
κατέβαινε πάλι στην όχθη του ποταμού και προχωρώντας έφτανε στον Άγιο Βασίλειο".
---
Η γιορτή γινόταν σε ανάμνηση της σωτηρίας της πόλης της Καισαρείας από την
καταστροφή που είχε απειλήσει ο Ιουλιανός ο Παραβάτης.
Ο Άγιος Βασίλιεος, απλός ιερέας τότε, και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος, ένωσε τους
πιστούς σε κοινή προσευχή πάνω στο Δίδυμο όρος.
Είδε τότε όνειρο ότι θα τους σώσει ο στρατηλάτης Άγιος Μερκούριος.
Την άλλη μέρα το πρωί είδαν ότι ο τάφος του Αγίου Μερκουρίου ήταν άδειος.
Μετά από λίγες ημέρες έμαθαν ότι ο Ιουλιανός είχε σκοτωθεί και έτσι η πόλη τους
είχε σωθεί.
Ξανανέβηκαν πάλι στο βουνό και γιόρτασαν για τη σωτηρία τους και από τότε
κάθε χρόνο έκαναν το ίδιο προς τιμήν του Αγίου Βασιλείου.
Στα Φάρασα, την παραμονή το βράδυ με αναμένες δάδες ανηφόριζαν προς
τη σπηλιά του Αγίου, περίπου μια ώρα δρόμο, τραγουδώντας αυτό το τραγούδι
και ντουφεκίζοντας χαρούμενα στον αέρα. Όταν έφθαναν, άναβαν φωτιές και μετά
από σχετική δέηση, άρχιζε το γλέντι που κράταγε μέχρι το πρωί.
Πρέπει να υπήρχαν πολλές μουσικές παραλλαγές του τραγουδιού, πάντως μέχρι
τις μέρες μας έφθασαν τρεις. Η πιο ενδιαφέρουσα είναι των Φαράσων που
παρουσιάζουμε. Μια άλλη, που καταγράφει ο Παχτίκος και ο Σωφρονιάδης, μας
την τραγούδησαν πρόσφυγες από το Μιστί. Τέλος μια Τρίτη, πιθανώς από τη
Νίγδη, σήμερα είναι διαδεδομένη στους χορευτικούς συλλόγους.
*Πηγή:
http://www.dance-pandect.gr/pds_cosmos/pop/pop_plhuysmo_gr.php?oid=O-39F8A8F7&ActionP=Play&mode=Med&Obj=T&plh=02.20&aa=6Ιχνηλατώντας τις ρίζες της ελληνικής παράδοσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου