Εκείνη τη χρονιά έπεσε Κυριακή, η πιο μαύρη Κυριακή που θυμάμαι μέχρι σήμερα.
Η ΕΠΟΝ του Βύρωνα - Ν. Ελβετίας ήταν από το πρωί στην οδό Κρυστάλλη,
συγκεντρωμένη σ’ ένα μαγαζί που.........
το είχε νοικιάσει η Αρχιεπισκοπή Αθηνών,
γιατί σ’ αυτό το χώρο έφερναν μαγειρεμένο φαγητό για παιδιά της περιοχής
της Ν. Ελβετίας και Ζωοδόχου Πηγής.
Αυτόν όμως το χώρο οι Επονίτες τον χρησιμοποιούσαν για τόπο συγκέντρωσης, σαν παράνομη γιάφκα κάτω από τα μάτια των εχθρών. Εκείνο το πρωί κατέβασαν τα ρολά κι έφυγαν έντρομοι από το άκουσμα των πρώτων ριπών πολυβόλου από το Σκοπευτήριο της Καισαριανής.
Συννέφιασε μεμιάς ουρανός και σκέψη.
Δυο παιδιά έφτασαν στον περίβολο της Ανάληψης για να πληροφορήσουν τον κόσμο.
Συνάντησαν το Γιάννη το «Ροδίτη», οργανωμένο στον ΕΛΑΣ Παγκρατίου, τον Βυζανιάρη τον Καισαριανιώτη, τον Μανόλη Τζουλιαδάκη, τον Νικ. Νικηφορίδη και τον γράφοντα, που ήταν οργανωμένοι στον Βύρωνα της Αγίας Τριάδας. Φτάσαμε όσο μπορούσαμε προσεκτικά μέχρι το ύψωμα του Αράπη και είδαμε τις ομαδικές εκτελέσεις των Ελλήνων Πατριωτών, που οι περισσότεροι ήταν κρατούμενοι κομμουνιστές από το καθεστώς του Μεταξά. Κάτσαμε να σκεφτούμε τι μπορούσαμε εμείς, τα παιδιά της εποχής εκείνης, να κάμουμε.
Από ψηλά, από Καισαριανή μεριά, ακούστηκαν καμπάνες. Αμέσως πήραμε μια απόφαση να χτυπήσουμε πένθιμα τις καμπάνες της Ανάληψης.
Πήγαμε στο γέρο της Ανάληψης, τον Άγιο Ηγούμενο, του είπαμε τη σκέψη μας, μας ευλόγησε και έφυγε για το κελί του.
Ανεβήκαμε στο καμπαναριό και χτυπούσαμε πένθιμα τις καμπάνες. Σε λίγο όλες οι καμπάνες της Καισαριανής και του Βύρωνα κάνανε εκείνη την ημέρα Μεγάλη Παρασκευή και ξεσήκωσαν τον κόσμο. Και σήμερα ακόμα κάθε Πρωτομαγιά στα αυτιά μου ακούω καμπάνες και ριπές πολυβόλου!
Μετά από το φρικιαστικό έγκλημα του φασισμού, τους φόρτωσαν στα ίδια τα καμιόνια και περνώντας από τους δρόμους Φορμίωνος και Υμηττού τούς έθαψαν ομαδικά στο νεκροταφείο της Κοκκινιάς.
Από το πρωί της άλλης μέρας με χειρόγραφες προκηρύξεις έγραφαν για το μεγάλο έγκλημα του ναζισμού. Με προκηρύξεις πιάσανε τον Ι. Πρέκκα, που τον βασάνισαν απάνθρωπα Γερμανοί και ταγματασφαλίτες στο άντρο της ειδικής ασφάλειας, με τέτοια μαρτύρια, απ’ τα οποία και μέχρι σήμερα υποφέρει.
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε... Νέοι με ρωτούν «και τι κάνατε εσείς, γιατί δε χτυπήσατε τους Γερμανούς για να τους απελευθερώσετε, μια και μαθαίνουμε πως ο ΕΛΑΣ είχε μεγάλη ένοπλη δύναμη σε μαχητές και σε οπλισμό;».
Για εδώ στο Βύρωνα έχω να τους πω: Μια κατοχική Κυριακή του Ιουνίου κάναμε μια παρέλαση στην πλατεία Αγίου Λαζάρου και ακούστε τον οπλισμό σε δύναμη και σε μαχητές ΕπονοΕλασίτες: 4 αραβίδες ιταλικές, 3 μακρύκαννα τουφέκια γερμανικά (μάλιχερ), 1 αυτόματη μπερέτα, 1 στεν και ο δέκατος της παρέλασης, ο Φώσκολος, κρατούσε ένα βλήμα ιταλικού όλμου και μερικοί πολιτοφύλακες ήταν με τα περίστροφά τους. Μόνο όταν το 34ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ ήταν πλέον στα Δερβενοχώρια, στο Νομό Αττικής, τότε πια ο ΕΛΑΣ των πόλεων άρχισε να οπλίζεται. Και τώρα κάθε Πρωτομαγιά στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, εκεί γίνεται ο μεγάλος ανταγωνισμός από «πράσινους» και «κόκκινους», που οι μεν πρώτοι φωνάζουν «ο αγώνας τώρα δικαιώνεται» και οι πολλοί «ο αγώνας τώρα συνεχίζεται».
Ναι! Ο αγώνας συνεχίζεται με κάθε μορφή πάλης. Για την ανεργία, για την εθνική αξιοπρέπεια, για τα όνειρα των νέων, για την ασφάλεια των ηλικιωμένων. Και ακόμα απαιτείται ένα μνημείο που οι νεκροί το ζητούν.
Δήμαρχοι Καισαριανής και Βύρωνα, εσείς τουλάχιστον δεν πρέπει να ξεχνάτε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου