Σελίδες

Παρασκευή 16 Αυγούστου 2019

Τι νομίζω, ότι θέλει να πει ο ποιητής Νίκος Καββαδίας


Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.



...όταν ρωτήθηκε ο Ν. Καββαδίας 
τί "θέλει να πει" σε κάποιο ποίημα του, απάντησε ότι άλλο ήθελε να πει τότε που το έγραφε αλλά και κάθε φορά που το ξαναπαγγέλει κάτι άλλο σκέφτεται.
Ο Ν. Καββαδίας, εξάλλου ως ποιητής λόγω, λίγο των ναυτικών όρων λίγο των πολλών περιοχών με την αντίστοιχη ιστορία της κάθε περιοχής και σύνδεσης αυτής της ιστορίας με τους "πρωταγωνιστές" του ποιήματος... μια πρώτη προσπάθεια καταγραφής αυτών των σημείων είναι απαραίτητη για μια αρχική κατανόηση, σχεδόν επιφανειακή.

Παραδείγματα, σε κάποιο άλλο ποίημα του, είναι βασικό να ξέρει ο αναγνώστης 
τι σημαίνει το... (φούντο τις δυο και πρίμα βρέξε το πινέλο) ή παρακάτω γιατί... (χρόνια προσμένω τη στεριά να ζαλιστώ).
ΟΙ ΕΦΤΑ ΝΑΝΟΙ ΣΤΟ S/S CYRENIA
Colombo 1951.
Νίκος Καββαδίας
Τι νομίζω, ότι θέλει να πει ο ποιητής Νίκος Καββαδίας
Παλιά, αρκετά παλιά, όταν πρωτάκουσα το συγκεκριμένο μελοποιημένο ποίημα του Νίκου Καββαδία…περίμενα πίσω απ’ τους 7 νάνους να βρω την Χιονάτη…πλάνην οικτράν…
«S/S Cyrenia»
Από το 1949 έως το 1951 ο Νίκος Καββαδίας ταξιδεύει με το Steamer Ship (ατμόπλοιο) Κυρήνεια, της εταιρίας ΕΛΜΕΣ (Ελληνικές Μεσογειακές Γραμμές) των Κεφαλλονιτών αδερφών Γιαννουλάτων, το μέγαρο της εταιρίας υπάρχει ακόμη στην ακτή Τσελέπη στον Πειραιά.
Το S/S Cyrenia, έχοντας συμμετάσχει στους δυο παγκοσμίους πολέμους θα 

γίνει το πλοίο της μετανάστευσης, της ελπίδας, κάνοντας το ταξίδι Γένοβα - Πόρτο - Άντεν – Κόλομπο – Φριμάν - Μελβούρνη, με περίπου 200 επιβάτες διαφόρων εθνικοτήτων αφού οι ανακοινώσεις κατά την διάρκεια του ταξιδιού γινόταν σε πέντε γλώσσες, πολλοί δε από τους επιβάτες είχαν “νούμερο” κ στρατοπέδου συγκέντρωσης χτυπημένο στα χέρια τους. 
Το δε πλοίο το ταξίδι της επιστροφής στην πατρίδα το ’κανε μόνο και γύριζε άδειο.
Σαν το καράβι και τον ποιητή κι οι επιβάτες … πολέμους πέρασαν και ψάχνουν την ελπίδα μακριά, με μέσον την θάλασσα σε ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή…
Αγαπημένο καράβι του Νίκου Καββαδία καθώς το ταξίδι διαρκούσε περίπου 

33 μέρες, με αρκετές ενδιάμεσες στάσεις. Σ’ αυτό το καράβι θα γράψει το 
πεζό ‘Βάρδια’.
«Στην Έλγκα»
Το ποίημα είναι αφιερωμένο στην ανιψιά του Έλγκα, η οποία σ’ ένα γράμμα της, του ζητάει να της γράψει ένα ποίημα για τους Εφτά Νυχτοπερπατητές, που διάβασε στο βιβλίο «Quentin Durward» (1823), του Σκοτσέζου Sir Walter Scott (1771 – 1832). Μια ιστορία για έναν Σκοτσέζο τοξότη του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΑ΄, εκεί αναφέρονται οι Εφτά Νυχτοπερπατητές, δαιμόνια που καταδικάζουν τους επίορκους κατά την διάρκεια της νύχτας.
Αρχικά το ποίημα είχε τίτλο «Έξοδος» και ανέφερε …και από Χαρράν κατήλθον εις γη Χαναάν…είναι η έξοδος του Αβράμ (στη γη Χαναάν θα μετονομαστεί σε Αβραάμ και η Σάρα σε Σαάρα, Αβράμ ο υπέροχος πατέρας σε Αβραάμ ο 
πατέρας των εθνών, γενάρχης) από τη γη Χαρράν προς το νότο στη γη Χαναάν…συχνά ο Νίκος Καββαδίας αναφέρει το νότο ως φυγή και αναζήτηση της γης 
της επαγγελίας (Πρώτο ταξίδι έτυχε ναύλος για το Νότο…από το ποίημα του 
Kuro Siwo).
Αυτή η κάθοδος προς το Νότο, όπως επιστροφή στη γη Χαναάν που βρίσκεται νότια της Χαρράν, αλλά και ο Νότος είναι αγαπημένος ναυτικός προορισμός 

για μας του βορείου ημισφαιρίου καθώς απέχει πολλά μίλια αλλά έχει και μια εξωτική ομορφιά αλλά και οι άνθρωποι του μια διαφορετική στάση ζωής.
Εκεί στη γη Χαναάν σε ηλικία 86 ετών θα γεννήσει με την δούλα του Άγαρ 

τον Ισμαήλ και σε ηλικία και μετά από 25 χρόνια με την Σάρρα τον Ισαάκ, 
θα δεχτεί την φιλοξενία των Αγγέλων, αλλά θα γίνει και η εκδίωξη του Ισμαήλ και της Άγαρ και απ’αυτό θα δανειστεί ο Χέρμαν Μέλβιλ το 1851στο βιβλίο του «Μπόμπι Ντικ» και θα δώσει το όνομα Ισμαήλ στο αφηγητή της περιπέτειας 
και μαζί με το όνομα στις πρώτες λέξεις του βιβλίου (Call me Ishmael…) με 
τα χαρακτηριστικά του περιπλανώμενου, του εξόριστου αλλά και το νομαδικού επιζώντα του Pequod.
Και έτσι ο Νίκος Καββαδίας για να γράψει το ποίημα στη αγαπημένη του ανιψιά, θα φτάσει αρκετά πίσω στη Γένεσις, κοντά στο προπατορικό αμάρτημα καθώς 

στη γη Χαναάν πήγε ο Αδάμ με την Έυα μετά τον διωγμό τους απ’ τον παράδεισο.
«Εφτά. Σε παίρνει αριστερά, μην το ζορίζεις.
Μάτσο χωράνε σε μια κούφια απαλάμη.»
Εφτά νάνοι…ίσως σαν τους “εφτά γέρους”, ένα ποίημα του Κ. Μπωντλαίρ στη 
του αφιερωμένο στον Β. Ουγκώ. Ο Κ. Μπωντλαίρ, Γάλλος ποιητής με πολλά κοινά με τον Νίκο Καββαδία, 20 χρονών ο Κ. Μπωντλαίρ φεύγει για την Καλκούτα και υπόσχεται στην μητέρα του να τις στείλει τα άνθη, 
«Τα άνθη του κακού», τα άνθη του λωτού μέσα από τον βούρκο της λίμνης.
Ο Κ. Μπωντλαίρ τα άλμπατρος ο Νίκος Καββαδίας τα μαραμπού.
Εδώ ο ποιητής μόλις στην αρχή του ποιήματος κάνει μια μεταπήδηση από την αφήγηση του στο παρόν, στον ακροατή του, προφανώς στον τιμονιέρη που 
του κάνει συντροφιά.
Για καλύτερη κατανόηση το πρώτο αυτό δίστιχο θα χωριστεί σε δυο προτάσεις, 

η μια «Εφτά (νάνοι) μάτσο (όλοι μαζί) χωράνε σε μια κούφια απαλάμη (κάνει βαθούλωμα στη μια του παλάμη) για να μπουν οι εφτά νάνοι, η δεύτερη 
πρόταση προς τον τιμονιέρη – ακροατή όπου το τιμόνι «τον παίρνει (τραβάει) αριστερά» με την μόνιμη συμβουλή προς τους τιμονιέρηδες ότι το τιμόνι δεν θέλει ζόρι αλλά χαλαρές για να αισθάνεσαι προς τα πού σε τραβάει,και ήρεμες κινήσεις με μικρές διορθώσεις της πορείας… το τιμόνεμα θέλει εμπειρία αλλά 
και ‘χέρι’.
“Την θάλασσα έλεγε δεν πρέπει να την κοντραστάρεις. Θέλει στιμάρισμα. 

Και να την προλαβαίνεις“ γράφει στη “Βάρδια”.
Οι κακοί ήρωες των παραμυθιών, όπως εδώ οι Εφτά Νυχτοπερπατητές, δημιουργούν έναν εύλογο φόβο στα μικρά παιδιά ,όπως η ανιψιά του,και 
η φαντασία τους μεγαλοποιεί ακόμη σε στο φυσικό πεδίο…έτσι ο ποιητής βάζοντας τους και τους εφτά σε και κούφια απαλάμη, τους ελαχιστοποιεί 
και τους ελέγχει εύκολα, αν και το ποίημα του τους κατεβάζει ξανά στο 
καράβι στα πόστα τους. Ταυτόχρονα τους βάζει στο πιο κοντινό σημείο 
να τους παρατηρήσει, να τους περιγράψει, να τους κάνει ποίημα.
«Θυμίζεις κάμαρες κλειστές, στεριά μυρίζεις.
Ο πιο μικρός αχολογάει μ΄ ένα καλάμι»
Συνεχίζει σ΄αυτό το δίστιχο , με τα ρήματα, θυμίζεις και μυρίζεις, να 
αναφέρεται στον τιμονιέρη – ακροατή του, μάλλον το ταξίδι είναι στην 
αρχή του, όπως και το ποίημα, και ο τιμονιέρης έχει στο πρόσωπο αλλά 
και στη μυρωδιά του ακόμη τη στεριά και την αρώματα από του λιμανιού 
τα μπαρ και τους οίκους ανοχής.Μέχρι και στο γέλιο,γράφει ο Νίκος Καββαδίας, φτάνει η μυρωδιά όπως κάποιου που μύριζε – βρωμούσε νηστεία και φώσφορο.
«Ο πιο μικρός αχολογάει μ΄ ένα καλάμι»
Εφτά οι νάνοι, ξεκινάει με τον Βενιαμίν τον πιο μικρό που με ένα καλάμι, 
ίσως και αυτοσχέδιο αυλό, κάνει έναν ήχο ακαθόριστο, υπόκωφο ή έναν αντίλαλο, χτυπώντας το σε κάτι…επειδή όμως στην συνέχεια του ποιήματος του όταν αναφέρει κάποιον νάνο βάζει πριν και το όνομα του μάλλον πρόκειται για κάποιον δεύτερο ακροατή ίσως και περισσότερους γι΄αυτό και η σύγκριση ο 
«πιο μικρός».
Στην περιγραφή των νάνων που ακολουθεί, παρατηρώ, να έχει ξεκινήσει, σχεδόν, από κάτω προς τα πάνω, ο Σημ στη μηχανή στο πιο χαμηλό σημείο 
του καραβιού, ο Ρεκ στο τιμόνι ίσως στο μέρη του τιμονιού κάτω από την 
ίσαλο γραμμή, ο Γκόμπυ ξορκίζει τη μαλάρια μάλλον σε κάποιο σκοτεινό 
σημείο του καραβιού, ο Χάραμ ζυμώνει λίγο πιο ψηλά σε κάποιο σημείο με αερισμό, ο Ραμάν που λύνει μάγια κάπου στο ημίφως, ο Τοτ γνέθει σε κάποια καμπίνα με αρκετό φως, και τέλος ο Σάλαχ βγαίνει στο φως και σαρώνει το κατάστρωμα.
Ο Δάντης Αλιγκιέρι (Dante Alighieri 1265-1321) στο έργο του Θεία Κωμωδία, 
ένα από τα σημαντικότερα βιβλία της παγκόσμιας λογοτεχνίας γραμμένο τον μεσαίωνα, προάγγελος της αναγέννησης, που πάντα ακολουθεί, ακολουθεί 
αυτή τη πορεία από το σκοτάδι στο φως από την Κόλαση στο Καθαρτήριο και τέλος στον Παράδεισο. Αλλά και μέσα σε καθένα από αυτά τα τρία βιβλία του πάντα φτάνει στο φως στα άστρα, αφού στο πρώτο βιβλίο Κόλαση ο τελευταίος στίχος είναι «Εβγήκαμε, να ξαναδούμε τ΄ άστρα»
στο Καθαρτήριο «Πανέτοιμος κι αγνός ν΄ ανέβω στ΄ άστρα.»
και τέλος στον Παράδεισο «Τον ήλιο που γυρνάει και άλλα τα άστρα»…
μια πορεία με τελικό προορισμό το φως τ΄ άστρα.
Στο βιβλίο του “Βάρδια“ με αφορμή μια του επίσκεψη σε έναν Κινέζο γιατρό διαλέγοντας τυχαία ένα βιβλίο ανοίγοντας το πέφτει πάνω στην “Θεία Κωμωδία“ του Δάντη Αλιγκιέρι , και γράφει στα ιταλικά μερικούς στίχους…γνώστης επομένως του Δάντη ο Νίκος Καββαδίας.
Έτσι κι εδώ ο Νίκος Καββαδίας βάζει τους νάνους σε μια νομοτελειακή ή αναγκαστική πορεία κάθαρσης, αυτοκάθαρσης και αίσιου τέλους του ταξιδιού 
στη Γη της Επαγγελίας, όπως ο Αβραάμ, με μια πιθανή ελπίδα η νομοτέλεια 
της αυτοκάθαρσης να περιλάβει και τον ίδιον.
«Γυαλίζει ο Σημ της μηχανής τα δύο ποδάρια.
Ο Ρεκ λαδώνει στην ανάγκη το τιμόνι.»
Ο πρώτος νάνος, ο Σημ, αρχέγονος και προκατακλυσμιαίος, γιος του Νώε γεννήθηκε στηνπόλη Ούρ του Ευφράτη ποταμού, 20 χιλιόμετρα από το κήπο 
της Εδέμ, μια ειδωλολατρική πόλη αφιερωμένη στον Σιν Νανάρ, θεό της σελήνης. Στην Ούρ ο Σημ έζησε μαζί με τον Αβράμ και αυτός το μύησε στον αληθινό θεό περιγράφοντας του την περιπέτεια στο μεγάλο κατακλυσμό.
Η κιβωτός του Νώε, ένα καράβι γίνεται η αφορμή για την λύτρωση και για την "γνωριμία" με τον αληθινό θεό.
Στα έγκατα του καραβιού στη μηχανή θα βάλει ο Νίκος Καββαδίας τον Σημ 

αλλά και ταυτόχρονα στο πιο σημαντικό πόστο στη μηχανή να γυαλίζει τα 
δύο ποδάρια.
Προσεχώς, σε τρία τέρμινα, η συνέχεια…
Αφιερωμένο για ‘σένα… και για όσους αυτό τον καιρό ετοιμάζονται να ανοίξουν πανιά, και λυσσομανάει ένα αεράκι σήμερα….

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου