Χριστούγεννα στην παλιά Μάνη
Οι γιορτές των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων στα χωριά
της Μάνης, ήταν απόλυτα συνδεδεμένες στον σκληρό, λιτό τρόπο ζωής των
Μανιατών, στον οποίο ειχαν εντάξει όλες τις συνήθειες και όλα τα παραδοσιακά
έθιμά τους.
Λιτές λοιπόν οι γιορτές, άλλωστε αυτόν τον καιρό όλοι στη Μάνη ασχολούνται με
το λιομάζωμα... για αυτό άλλωστε και οι τηγανίδες και τα λαλάγγια που φέρνει
το νέο, φρέσκο λάδι της νέας σοδειάς...
Ετσι λοιπόν στα παραδοσιακά έθιμα των γιορτών καθιερώθηκαν οι τηγανίδες και
τα χριστόψωμα...-όπως θα δούμε στη συνέχεια...
Οι μανιάτικες...δίπλες
Οι δίπλες αναπαριστούν το «δίπλωμα» του Χριστού μέσα στα σπάργανα...
Οι μανιάτισσες τις έφτιαχναν και τα Χριστούγεννα – πέρα από τις μεγάλες γιορτές,
όπως στους αρραβώνες, στους γάμους και τα γεννητούρια.
Ευχόντουσαν να «διπλιάσει» η χαρά, μόνο αν το παιδί ήταν «σερνικό» (αρσενικό).
Για τα θηλυκά έλεγαν απλά «να ζήσει».
Οι δίπλες αναπαριστούν το «δίπλωμα» του Χριστού μέσα στα σπάργανα...
Οι μανιάτισσες τις έφτιαχναν και τα Χριστούγεννα – πέρα από τις μεγάλες γιορτές,
όπως στους αρραβώνες, στους γάμους και τα γεννητούρια.
Ευχόντουσαν να «διπλιάσει» η χαρά, μόνο αν το παιδί ήταν «σερνικό» (αρσενικό).
Για τα θηλυκά έλεγαν απλά «να ζήσει».
“Του Χριστού χριστόψωμα,
τα Φώτα τηγανίδες
και τη Λαμπρή τυρόπιτες,
τ’Άγιου Πετριού κουλούρες”
λέει παλιά παροιμία στη Μάνη...
τα Φώτα τηγανίδες
και τη Λαμπρή τυρόπιτες,
τ’Άγιου Πετριού κουλούρες”
λέει παλιά παροιμία στη Μάνη...
Τα χοιροσφάγια
Δυο-τρεις μέρες πριν τα Χριστούγεννα, κάθε μανιάτικη οικογένεια έσφαζε το
δικό της χοιρινό (χοιροσφάγια) , που όλο το χρόνο είχε περιποιηθεί με
ιδιαίτερη φροντίδα, όπως εκτροφή με καρπούς μανιάτικης γης λούπινα,
φραγκόσυκα, σύκα και βελανίδια κα.
Η διαδικασία σφαγής ήταν ιεροτελεστία: Ο πατέρας έσφαζε το γουρούνι,η μητέρα αναλάμβανε να φτιάξει τα σύγκλινα, που κάπνιζε σε σπάκα ( φασκόμηλο) το οποίο
αφθονεί στην περιοχή και τους προσδίδει εξαιρετικό άρωμα αλλά και γεύση, αλλά
και τα λουκάνικα με φλούδες από πορτοκάλι.
Στους συγχωριανούς, συγγενείς και φίλους, έστελναν να δοκιμάσουν τους εκλεκτούς
αυτούς μεζέδες .
Το φαγητό των Χριστουγέννων και κάθε νοικοκυρά ετοίμαζε, ήταν χοιρινό κρέας
με σέλινο ή αγριοσέλινο.
Επίσης συνηθίζεται στους πενθούντες οι συγγενείς ή οι φίλοι, να προσφέρουν
τα Χριστούγεννα τηγανίδες ή γλυκίσματα, για να μην τους λείψουν αυτές τις
γιορτινές μέρες.
Όταν κάποια οικογένεια πενθεί, δεν επιτρέπεται να παρασκευάζει γιορτινά.
Δυο-τρεις μέρες πριν τα Χριστούγεννα, κάθε μανιάτικη οικογένεια έσφαζε το
δικό της χοιρινό (χοιροσφάγια) , που όλο το χρόνο είχε περιποιηθεί με
ιδιαίτερη φροντίδα, όπως εκτροφή με καρπούς μανιάτικης γης λούπινα,
φραγκόσυκα, σύκα και βελανίδια κα.
Η διαδικασία σφαγής ήταν ιεροτελεστία: Ο πατέρας έσφαζε το γουρούνι,η μητέρα αναλάμβανε να φτιάξει τα σύγκλινα, που κάπνιζε σε σπάκα ( φασκόμηλο) το οποίο
αφθονεί στην περιοχή και τους προσδίδει εξαιρετικό άρωμα αλλά και γεύση, αλλά
και τα λουκάνικα με φλούδες από πορτοκάλι.
Στους συγχωριανούς, συγγενείς και φίλους, έστελναν να δοκιμάσουν τους εκλεκτούς
αυτούς μεζέδες .
Το φαγητό των Χριστουγέννων και κάθε νοικοκυρά ετοίμαζε, ήταν χοιρινό κρέας
με σέλινο ή αγριοσέλινο.
Επίσης συνηθίζεται στους πενθούντες οι συγγενείς ή οι φίλοι, να προσφέρουν
τα Χριστούγεννα τηγανίδες ή γλυκίσματα, για να μην τους λείψουν αυτές τις
γιορτινές μέρες.
Όταν κάποια οικογένεια πενθεί, δεν επιτρέπεται να παρασκευάζει γιορτινά.
Το κυνήγι για τα Χριστούγεννα (Χωριά Έξω Μάνης)
Κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής τα περισσότερα παιδιά βγαίνανε κυνήγι.
Τα βράδια, όταν έπεφτε το σούρουπο και το κρύο άρχιζε να τσούζει, παίρνανε
το φακό με καινούργια πλάκα ( πλακέ μπαταρία) και γυρίζανε στα χαλάσματα και
στα σπήλια κοντά στο χωριό. Στόχος τους οι ‘’γουργουγιάννηδες’’, τα μικρά
πουλάκια που κούρνιαζαν εκεί. Τα θάμπωναν με το φακό και τα έπιαναν.
Αν ήταν πολύ ψηλά, τα χτυπούσανε με τις λαστιχιέρες (σφεντόνες).
Κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής τα περισσότερα παιδιά βγαίνανε κυνήγι.
Τα βράδια, όταν έπεφτε το σούρουπο και το κρύο άρχιζε να τσούζει, παίρνανε
το φακό με καινούργια πλάκα ( πλακέ μπαταρία) και γυρίζανε στα χαλάσματα και
στα σπήλια κοντά στο χωριό. Στόχος τους οι ‘’γουργουγιάννηδες’’, τα μικρά
πουλάκια που κούρνιαζαν εκεί. Τα θάμπωναν με το φακό και τα έπιαναν.
Αν ήταν πολύ ψηλά, τα χτυπούσανε με τις λαστιχιέρες (σφεντόνες).
Η μάνα ή κάποια μεγάλη αδερφή, μετά από πολλή... γκρίνια τους, τα καθάριζαν
και τα πάστωναν. Τα βάζανε σε πήλινα ή γυάλινα βάζα, για να τα φάνε τα Χριστούγεννα. Πολλά παιδιά μάζευαν είκοσι και περισσότερα πουλάκια και καμάρωναν για τις ...
κυνηγετικές ικανότητες τους και για την σοδειά τους.
Και όταν ζύγωναν οι γιορτές, άρχιζαν οι παραδοσιακές ετοιμασίες.
Το σπίτι έπρεπε να βάλει τα γιορτινά του και όλο το χωριό να καθαριστεί και να
ετοιμαστεί, για να υποδεχτεί τους ξενιτεμένους του που θα έρχονταν να κάνουν
γιορτές με τους δικούς τους.
Στο Δωδεκαήμερο και μέχρι δηλαδή να ολοκληρωθούν οι γιορτές, με την βάπτιση
του Χριστου και την ημέρα των Φώτων, οι νοικοκυρές ετοιμάζονται πυρετωδώς για
τις τηγανίδες και τα χριστόψωμα....
και τα πάστωναν. Τα βάζανε σε πήλινα ή γυάλινα βάζα, για να τα φάνε τα Χριστούγεννα. Πολλά παιδιά μάζευαν είκοσι και περισσότερα πουλάκια και καμάρωναν για τις ...
κυνηγετικές ικανότητες τους και για την σοδειά τους.
Και όταν ζύγωναν οι γιορτές, άρχιζαν οι παραδοσιακές ετοιμασίες.
Το σπίτι έπρεπε να βάλει τα γιορτινά του και όλο το χωριό να καθαριστεί και να
ετοιμαστεί, για να υποδεχτεί τους ξενιτεμένους του που θα έρχονταν να κάνουν
γιορτές με τους δικούς τους.
Στο Δωδεκαήμερο και μέχρι δηλαδή να ολοκληρωθούν οι γιορτές, με την βάπτιση
του Χριστου και την ημέρα των Φώτων, οι νοικοκυρές ετοιμάζονται πυρετωδώς για
τις τηγανίδες και τα χριστόψωμα....
Οι τηγανίδες (Χωριά της Έξω Μάνης)
Σε όλα τα σπίτια, παραμονές Χριστουγέννων θα έπλαθαν και θα έψηναν τις τηγανίδες,
τα μανιάτικα λαλάγγια. Στο σοφρά ή σε κάποιο τραπέζι κοντά στην φωτογονία,
η μητέρα και τα κορίτσια έπλαθαν το έτοιμο ζυμάρι σε χοντρό μακαρόνι, τις τηγανίδες,
και το δίπλωναν τεχνικά στα τέσσερα. Μετά το έριχναν στη μεγάλη τηγάνα που ήταν
γεμάτη καυτό λάδι πάνω στη φωτιά, για να ψηθεί.
Η πρώτη τηγανίδα, μεγάλη και στρογγυλή με σταυρό στη μέση ήταν του Χριστού,
η δεύτερη παρόμοια του σπιτιού κ.λ.π. Τις ψημένες τηγανίδες τις έβαζαν μέσα σε
μπουρέκια (στρογγυλά μπακιρένια ταψιά) και σε λεκάνες.
Όταν στράγγιζαν καλά τις έβαζαν σε κοφίνια και τις κρεμούσαν ψηλά.
Η ποσότητα του ζυμαριού που θα γινόταν τηγανίδες ήταν αρκετή και πάντοτε ανάλογη
με τον πληθυσμό της φαμελιάς. Η φωτιά για τις τηγανίδες έπρεπε να είναι δυνατή
και να έχει διάρκεια. Γι αυτό ο πατέρας είχε σκίσει σκίζες τα χοντρά κούτσουρα.
Ήταν η καλύτερη καύσιμη ύλη για την περίπτωση. Τα παιδιά παρακολουθούσαν
και όλοι, αν δεν ήταν Τετάρτη ή Παρασκευή, δοκίμαζαν και έκαναν τις κρίσεις τους.
τα μανιάτικα λαλάγγια. Στο σοφρά ή σε κάποιο τραπέζι κοντά στην φωτογονία,
η μητέρα και τα κορίτσια έπλαθαν το έτοιμο ζυμάρι σε χοντρό μακαρόνι, τις τηγανίδες,
και το δίπλωναν τεχνικά στα τέσσερα. Μετά το έριχναν στη μεγάλη τηγάνα που ήταν
γεμάτη καυτό λάδι πάνω στη φωτιά, για να ψηθεί.
Η πρώτη τηγανίδα, μεγάλη και στρογγυλή με σταυρό στη μέση ήταν του Χριστού,
η δεύτερη παρόμοια του σπιτιού κ.λ.π. Τις ψημένες τηγανίδες τις έβαζαν μέσα σε
μπουρέκια (στρογγυλά μπακιρένια ταψιά) και σε λεκάνες.
Όταν στράγγιζαν καλά τις έβαζαν σε κοφίνια και τις κρεμούσαν ψηλά.
Η ποσότητα του ζυμαριού που θα γινόταν τηγανίδες ήταν αρκετή και πάντοτε ανάλογη
με τον πληθυσμό της φαμελιάς. Η φωτιά για τις τηγανίδες έπρεπε να είναι δυνατή
και να έχει διάρκεια. Γι αυτό ο πατέρας είχε σκίσει σκίζες τα χοντρά κούτσουρα.
Ήταν η καλύτερη καύσιμη ύλη για την περίπτωση. Τα παιδιά παρακολουθούσαν
και όλοι, αν δεν ήταν Τετάρτη ή Παρασκευή, δοκίμαζαν και έκαναν τις κρίσεις τους.
Και κάθε χρόνο σχεδόν εύρισκαν τα ίδια ελαττώματα στο πλάσιμο και το ψήσιμο,
όταν μάλιστα κάποιος ήθελε να πιει νερό του έλεγαν να γυρίσει την πλάτη προς
το τηγάνι για να μην ...τον βλέπουν οι τηγανίδες και ρουφάνε το λάδι.
Οι -λυπημένοι-, που είχαν πρόσφατο θάνατο, δεν έψηναν τηγανίδες, τους πήγαιναν
όμως συγγενείς και φίλοι. Άλλα γλυκά που έφτιαχναν στο σπίτι την περίοδο αυτή
ήταν οι κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα.
Χριστόψωμα...
Κάθε οικογένεια «ρίχνει» στο φούρνο του σπιτιού τα χριστόψωμα, για να τα κόψει
στο τραπέζι των Χριστουγέννων ο οικοδεσπότης σταυρώνοντάς τα, και ευχόμενος
«Χρόνια πολλά και του χρόνου». Τα χριστόψωμα κατασκευάζονται όπως το ψωμί,
αλλά στολίζονται με σταυρούς και ποικίλα στολίδια ανάλογα με την καλαισθησία
κάθε νοικοκυράς.
όταν μάλιστα κάποιος ήθελε να πιει νερό του έλεγαν να γυρίσει την πλάτη προς
το τηγάνι για να μην ...τον βλέπουν οι τηγανίδες και ρουφάνε το λάδι.
Οι -λυπημένοι-, που είχαν πρόσφατο θάνατο, δεν έψηναν τηγανίδες, τους πήγαιναν
όμως συγγενείς και φίλοι. Άλλα γλυκά που έφτιαχναν στο σπίτι την περίοδο αυτή
ήταν οι κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα.
Χριστόψωμα...
Κάθε οικογένεια «ρίχνει» στο φούρνο του σπιτιού τα χριστόψωμα, για να τα κόψει
στο τραπέζι των Χριστουγέννων ο οικοδεσπότης σταυρώνοντάς τα, και ευχόμενος
«Χρόνια πολλά και του χρόνου». Τα χριστόψωμα κατασκευάζονται όπως το ψωμί,
αλλά στολίζονται με σταυρούς και ποικίλα στολίδια ανάλογα με την καλαισθησία
κάθε νοικοκυράς.
«Καληνεσπέρα» (Χωριὰ τῆς Ἔξω Μάνης)
Τὴν παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων, μὲ τὸ ἡλιοβασίλεμα τα παιδιά έβγαιναν στὴν “Καληνεσπέρα”. Ειχαν φτιάξει τὶς παρέες τους, είχαν σχηματίσει ὁμαδοῦλες καὶ είχαν ἑτοιμαστει γιὰ τὰ κάλαντα μὲ πολλὲς πρόβες.
Τὴν παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων, μὲ τὸ ἡλιοβασίλεμα τα παιδιά έβγαιναν στὴν “Καληνεσπέρα”. Ειχαν φτιάξει τὶς παρέες τους, είχαν σχηματίσει ὁμαδοῦλες καὶ είχαν ἑτοιμαστει γιὰ τὰ κάλαντα μὲ πολλὲς πρόβες.
Έπαιναν στὰ σπίτια, ποὺ ἦταν ὅλα ἀνοιχτὰ καὶ περίμεναν, καὶ ἀφοῦ
χαιρετούσαν ρώταγαν:
- Νὰ τὰ ποῦμε; νὰ τὰ ποῦμε;
- Πέστε τα.
Ἦταν πάντοτε καταφατικὴ ἡ ἀπάντηση. Ἀρχίζαν τότε δυνατὰ καὶ πολλὲς φορὲς
παράτονα “Καλὴν ἑσπέρα ἄρχοντες…” καὶ τελειώναν: “σ’ αὐτὸ τὸ σπίτι ποῦ ‘ρθαμε
πέτρα νὰ μὴ ραγίσει…”. Οἱ νοικοκυρὲς εὔχονταν “καὶ τοῦ χρόνου” καὶ ἔδιναν χρήματα ή ἔριχναν ἀπὸ τὸ ρογὶ τοῦ σπιτιοῦ, λάδι στὸ ντενεκάκι ποὺ κάποιος κρατοῦσε…
Φυσικὰ τὸ ὕψος τῆς ἀμοιβῆς ἦταν πάντα σχετικὸ μὲ τὴν οἰκονομικὴ κατάσταση καὶ τὴν… τσιγκουνιὰ τοῦ καθενός. Στὰ λυπημένα σπίτια δὲν λέγαμε τὰ κάλαντα.
Ὅταν τελείωνε ἡ γύρα καὶ περνούσαν ὅλα τὰ σπίτια τοῦ Χωριοῦ, πήγαιναν καὶ πούλαγαν
τὸ λάδι στὸν μπακάλη καὶ έκαναν δίκαιη μοιρασιὰ σὲ ὅλα τὰ ἔσοδα.
χαιρετούσαν ρώταγαν:
- Νὰ τὰ ποῦμε; νὰ τὰ ποῦμε;
- Πέστε τα.
Ἦταν πάντοτε καταφατικὴ ἡ ἀπάντηση. Ἀρχίζαν τότε δυνατὰ καὶ πολλὲς φορὲς
παράτονα “Καλὴν ἑσπέρα ἄρχοντες…” καὶ τελειώναν: “σ’ αὐτὸ τὸ σπίτι ποῦ ‘ρθαμε
πέτρα νὰ μὴ ραγίσει…”. Οἱ νοικοκυρὲς εὔχονταν “καὶ τοῦ χρόνου” καὶ ἔδιναν χρήματα ή ἔριχναν ἀπὸ τὸ ρογὶ τοῦ σπιτιοῦ, λάδι στὸ ντενεκάκι ποὺ κάποιος κρατοῦσε…
Φυσικὰ τὸ ὕψος τῆς ἀμοιβῆς ἦταν πάντα σχετικὸ μὲ τὴν οἰκονομικὴ κατάσταση καὶ τὴν… τσιγκουνιὰ τοῦ καθενός. Στὰ λυπημένα σπίτια δὲν λέγαμε τὰ κάλαντα.
Ὅταν τελείωνε ἡ γύρα καὶ περνούσαν ὅλα τὰ σπίτια τοῦ Χωριοῦ, πήγαιναν καὶ πούλαγαν
τὸ λάδι στὸν μπακάλη καὶ έκαναν δίκαιη μοιρασιὰ σὲ ὅλα τὰ ἔσοδα.
Οι Καλλικαντζάροι, τα Τσιλικρωτά και
τα καρκατζόλια στα χωριά της Έξω Μάνης
«Τις λιγοστές ώρες που μέναμε το βράδυ στο μαγερειό, κοντά στην αναμμένη
φωτογονία, πνιγμένοι στον καπνό, ακούγαμε τις κυράδες μας, να μας λένε για
τα καρκατζόλια (καλλικαν-τζάρους), που ήταν λέει κάτι μαγαρισμένα δαιμονικά.
Όλο το χρόνο ζούσαν κάτω από τη Γη και προσπαθούσαν να κόψουν το τεράστιο
δέντρο που την κράταγε με όλες τις πολιτείες και τα Χωριά της. Ήθελαν να την δουν
να γκρεμίζεται στο χάος και να γελάνε. Παραμονές όμως Χριστουγέννων άφηναν
το κόψιμο του δέντρου και ανέβαιναν πάνω στη Γη, για να πειράξουν τους ανθρώπους, γιορτές μέρες που έρχονταν, μαγαρίζοντας τα φαγητά και τα γλυκά τους.
Έμεναν μέχρι την Πρωτάγιαση, που αγιάζονταν τα νερά. Τότε έλεγαν γεμάτα τρόμο:
"Φύγετε να φύγουμε, γιατί έρχετ' ο τουρλόπαπας με την αγιαστούρα του και με τη
βρεχτούρα του", και έφευγαν. Στο μεταξύ το μισοκομμένο δέντρο είχε θρέψει,
και οι κουτούτσικοι καλλικάντζαροι πολέμαγαν πάλι από την αρχή και πάλι το
άφηναν μισοκομμένο τα ερχόμενα Χριστούγεννα.
Έτσι η γη έμενε και θα μένει στη θέση της.»
τα καρκατζόλια στα χωριά της Έξω Μάνης
«Τις λιγοστές ώρες που μέναμε το βράδυ στο μαγερειό, κοντά στην αναμμένη
φωτογονία, πνιγμένοι στον καπνό, ακούγαμε τις κυράδες μας, να μας λένε για
τα καρκατζόλια (καλλικαν-τζάρους), που ήταν λέει κάτι μαγαρισμένα δαιμονικά.
Όλο το χρόνο ζούσαν κάτω από τη Γη και προσπαθούσαν να κόψουν το τεράστιο
δέντρο που την κράταγε με όλες τις πολιτείες και τα Χωριά της. Ήθελαν να την δουν
να γκρεμίζεται στο χάος και να γελάνε. Παραμονές όμως Χριστουγέννων άφηναν
το κόψιμο του δέντρου και ανέβαιναν πάνω στη Γη, για να πειράξουν τους ανθρώπους, γιορτές μέρες που έρχονταν, μαγαρίζοντας τα φαγητά και τα γλυκά τους.
Έμεναν μέχρι την Πρωτάγιαση, που αγιάζονταν τα νερά. Τότε έλεγαν γεμάτα τρόμο:
"Φύγετε να φύγουμε, γιατί έρχετ' ο τουρλόπαπας με την αγιαστούρα του και με τη
βρεχτούρα του", και έφευγαν. Στο μεταξύ το μισοκομμένο δέντρο είχε θρέψει,
και οι κουτούτσικοι καλλικάντζαροι πολέμαγαν πάλι από την αρχή και πάλι το
άφηναν μισοκομμένο τα ερχόμενα Χριστούγεννα.
Έτσι η γη έμενε και θα μένει στη θέση της.»
Τα Τσιλικρωτά (Δυτική Μάνη)
Και στη Μάνη ακούγονται δοξασίες για τα δαιμονικά και άλλα υπερφυσικά όντα,
που βγαίνουν τα δωδεκαήμερα από του Χριστού ως τα Φώτα. Πρόκειται για τους Καλικάντζαρους. Πολλοί λαογράφοι υποστηρίζουν πως είναι οι Καλικάντζαροι
απόγονοι του τραγοπόδη θεού Πάνα ή των Σατύρων, που πηδήσανε από την
μυθολογία στη χριστιανική ζωή . Ο πατέρας της Ελληνικής Λαογραφίας,
μεσσήνιος Νικ. Γ. Πολίτης στις «Παραδόσεις» του αναφέρεται σε Λυκοκατζαραίους, Σκαλικαντζέρια, Καρκαντζέλια, Κωλοβελώνηδες, Πλανηταρούδια, Κάηδες, Παγανά.
Στην περιοχή της Αντρούβιτσας (Δ. Μάνη) ονομάζουν τους Καλικάντζαρους Τσιλικρωτά.
Τους Καλικάντζαρους που μπαίνουν στα σπίτια από τις καπνοδόχους, γιατί τους
προσελκύει η μυρωδιά του λαδιού από τις τηγανίδες, ο λαός τους έχει πλάσει ψηλούς, μαυριδερούς, ισχνούς, άσχημους με κόκκινα άγρια μάτια και τριχωτό όλο το σώμα .
Θεωρούνται «μαγαρισμένοι» και σιχαμεροί, κάνουν ζημιές όπως: σβήνουν τη φωτιά, μαγαρίζουν τα εδέσματα, παρενοχλούν τους ανθρώπους, κυρίως τα παιδιά και τις
γριές και χοροπηδάνε στους δρόμους. Τρώνε βατράχους, χελώνες, φίδια, σκουλήκια κ.ά.
Οι άνθρωποι προσπαθούν να εξολοθρεύσουν τις βλαπτικές τους ενέργειες με εξορκισμούς
ή προσφορά γλυκισμάτων, τηγανίδων κ.τ.λ. Στη Μάνη ακούγονται και στην εποχή μας
κάποια λαϊκά στιχουργήματα για τους Καλικάντζαρους
:
Αρορίτες είμαστε,
αραρά γυρεύουμε
τηγανίδες θέλομε
τα παιδιά τα παίρνουμε
ή το (γ)κούρο ή τη (γ)κότα
ή θα σπάσαμε τη (μ)πόρτα.
Φοβούνται τον αγιασμό, γιατί, όποιος βραχεί με αγιασμένο νερό, αφανίζεται.
Όταν βλέπουν τον παπά που αγιάζει, τρέχουν φωνάζοντας:
Φεύγετε να φεύγουμε
τι έφτασε ο σκυλόπαπας
με την αγιαστούρα του
Και στη Μάνη ακούγονται δοξασίες για τα δαιμονικά και άλλα υπερφυσικά όντα,
που βγαίνουν τα δωδεκαήμερα από του Χριστού ως τα Φώτα. Πρόκειται για τους Καλικάντζαρους. Πολλοί λαογράφοι υποστηρίζουν πως είναι οι Καλικάντζαροι
απόγονοι του τραγοπόδη θεού Πάνα ή των Σατύρων, που πηδήσανε από την
μυθολογία στη χριστιανική ζωή . Ο πατέρας της Ελληνικής Λαογραφίας,
μεσσήνιος Νικ. Γ. Πολίτης στις «Παραδόσεις» του αναφέρεται σε Λυκοκατζαραίους, Σκαλικαντζέρια, Καρκαντζέλια, Κωλοβελώνηδες, Πλανηταρούδια, Κάηδες, Παγανά.
Στην περιοχή της Αντρούβιτσας (Δ. Μάνη) ονομάζουν τους Καλικάντζαρους Τσιλικρωτά.
Τους Καλικάντζαρους που μπαίνουν στα σπίτια από τις καπνοδόχους, γιατί τους
προσελκύει η μυρωδιά του λαδιού από τις τηγανίδες, ο λαός τους έχει πλάσει ψηλούς, μαυριδερούς, ισχνούς, άσχημους με κόκκινα άγρια μάτια και τριχωτό όλο το σώμα .
Θεωρούνται «μαγαρισμένοι» και σιχαμεροί, κάνουν ζημιές όπως: σβήνουν τη φωτιά, μαγαρίζουν τα εδέσματα, παρενοχλούν τους ανθρώπους, κυρίως τα παιδιά και τις
γριές και χοροπηδάνε στους δρόμους. Τρώνε βατράχους, χελώνες, φίδια, σκουλήκια κ.ά.
Οι άνθρωποι προσπαθούν να εξολοθρεύσουν τις βλαπτικές τους ενέργειες με εξορκισμούς
ή προσφορά γλυκισμάτων, τηγανίδων κ.τ.λ. Στη Μάνη ακούγονται και στην εποχή μας
κάποια λαϊκά στιχουργήματα για τους Καλικάντζαρους
:
Αρορίτες είμαστε,
αραρά γυρεύουμε
τηγανίδες θέλομε
τα παιδιά τα παίρνουμε
ή το (γ)κούρο ή τη (γ)κότα
ή θα σπάσαμε τη (μ)πόρτα.
Φοβούνται τον αγιασμό, γιατί, όποιος βραχεί με αγιασμένο νερό, αφανίζεται.
Όταν βλέπουν τον παπά που αγιάζει, τρέχουν φωνάζοντας:
Φεύγετε να φεύγουμε
τι έφτασε ο σκυλόπαπας
με την αγιαστούρα του
Τα λαλάγγια ή τηγανίτες
Τα λαλάγγια ή τηγανίτες όπως τα έλεγαν στη Μάνη, αποτελούσαν εθνική παράδοση
για την περιοχή και δεν έλειπαν από κανένα σπίτι κατά την διάρκεια των μεγάλων θρησκευτικών εορτών.
για την περιοχή και δεν έλειπαν από κανένα σπίτι κατά την διάρκεια των μεγάλων θρησκευτικών εορτών.
Την παραμονή, όλες οι νοικοκυρές άφηναν κάθε άλλη ασχολία και έδιναν
προτεραιότητα στην παρασκευή των τηγανίδων. Οι ποσότητες ήταν μεγάλες, διότι
οι οικογένειες είχαν πολλά μέλη και διότι έπρεπε να φιλέψουν όσους ήταν ανήμποροι
να τις παρασκευάσουν καθώς και αυτούς που πενθούσαν. Ειδικότερα, την παραμονή
των Χριστουγέννων, έδιναν μεγαλύτερη σημασία στην ετοιμασία τους.
Γέμιζαν ολόκληρα καλάθια με αυτές πλασμένες όχι μόνο με το κλασσικό σχήμα,
αλλά και με Χριστουγεννιάτικα θέματα, όπως αστεράκια, σταυρούς κ.λ.π.
Η πρώτη και μεγαλύτερη τηγανίδα ήταν του Χριστού.
Σήμερα σε αρκετά σπίτια διατηρείται η παράδοση των λαλαγγιών, αλλά και οι
κατά τόπους Σύλλογοι κατά την διάρκεια των εκδηλώσεών τους ξαφνιάζουν
ευχάριστα τους επισκέπτες τους προσφέροντας τηγανίδες.
προτεραιότητα στην παρασκευή των τηγανίδων. Οι ποσότητες ήταν μεγάλες, διότι
οι οικογένειες είχαν πολλά μέλη και διότι έπρεπε να φιλέψουν όσους ήταν ανήμποροι
να τις παρασκευάσουν καθώς και αυτούς που πενθούσαν. Ειδικότερα, την παραμονή
των Χριστουγέννων, έδιναν μεγαλύτερη σημασία στην ετοιμασία τους.
Γέμιζαν ολόκληρα καλάθια με αυτές πλασμένες όχι μόνο με το κλασσικό σχήμα,
αλλά και με Χριστουγεννιάτικα θέματα, όπως αστεράκια, σταυρούς κ.λ.π.
Η πρώτη και μεγαλύτερη τηγανίδα ήταν του Χριστού.
Σήμερα σε αρκετά σπίτια διατηρείται η παράδοση των λαλαγγιών, αλλά και οι
κατά τόπους Σύλλογοι κατά την διάρκεια των εκδηλώσεών τους ξαφνιάζουν
ευχάριστα τους επισκέπτες τους προσφέροντας τηγανίδες.
Για την παρασκευή τους :
1 κιλό αλεύρι,
3/4 της κούπας λάδι,
1 κουταλάκι αλάτι,
1 κουταλάκι κανέλα,
1 κουταλάκι γαρύφαλλο τριμμένο,
4 κουταλιές σουσάμι,
1 φακελάκι ξηρή μαγιά ή 100 γρ. προζύμι από τον φούρνο,
2-3 κούπες χλιαρό νερό,
λάδι για το τηγάνισμα.
1 κιλό αλεύρι,
3/4 της κούπας λάδι,
1 κουταλάκι αλάτι,
1 κουταλάκι κανέλα,
1 κουταλάκι γαρύφαλλο τριμμένο,
4 κουταλιές σουσάμι,
1 φακελάκι ξηρή μαγιά ή 100 γρ. προζύμι από τον φούρνο,
2-3 κούπες χλιαρό νερό,
λάδι για το τηγάνισμα.
Βάζουμε το αλεύρι σε μια λεκάνη μαζί με το λάδι και το τρίβουμε με τις παλάμες μας
να υγρανθεί ομοιόμορφα. (Για μεγαλύτερη επιτυχία αυτή την διαδικασία την κάνουμε
αρκετές ώρες πριν το ζύμωμα, κοσκινίζοντας μάλιστα το λαδωμένο με ζεστό λάδι αλεύρι).
να υγρανθεί ομοιόμορφα. (Για μεγαλύτερη επιτυχία αυτή την διαδικασία την κάνουμε
αρκετές ώρες πριν το ζύμωμα, κοσκινίζοντας μάλιστα το λαδωμένο με ζεστό λάδι αλεύρι).
Προσθέτουμε τα υπόλοιπα υλικά, τα ανακατεύουμε καλά και ρίχνουμε σιγά - σιγά
το χλιαρό νερό. Ζυμώνουμε μια ζύμη μέτρια, λαδώνοντας συχνά τα χέρια μας.
Σκεπάζουμε το ζυμάρι μέχρι να φουσκώσει. Αν έχουμε χρησιμοποιήσει προζύμι
θα αργήσει περισσότερο να φουσκώσει.
το χλιαρό νερό. Ζυμώνουμε μια ζύμη μέτρια, λαδώνοντας συχνά τα χέρια μας.
Σκεπάζουμε το ζυμάρι μέχρι να φουσκώσει. Αν έχουμε χρησιμοποιήσει προζύμι
θα αργήσει περισσότερο να φουσκώσει.
Τέλος πλάθουμε το ζυμάρι λεπτά και μακριά κορδόνια και αρχίζουμε να τα ψήνουμε ρίχνοντας τα διπλωμένα στα τέσσερα σε βαθύ σκεύος με καυτό λαδί, μέχρι να
ροδίσουν καλά. Τα βγάζουμε σε τρυπητό να στραγγίσουν και τα φυλάμε
για αρκετές μέρες. Συνοδεύονται θαυμάσια με τυρί.
ροδίσουν καλά. Τα βγάζουμε σε τρυπητό να στραγγίσουν και τα φυλάμε
για αρκετές μέρες. Συνοδεύονται θαυμάσια με τυρί.
(της Κατερίνας Εξαρχουλέα - Γεωργιλέα)
Δημοσίευση στο περιοδικό "ΜΑΝΗ χθες, σήμερα, αύριο",
T. 2 Ιανουάριος - Φεβρουάριος 2002.
Δημοσίευση στο περιοδικό "ΜΑΝΗ χθες, σήμερα, αύριο",
T. 2 Ιανουάριος - Φεβρουάριος 2002.
Δίπλες: το γλυκό των Χριστουγέννων (και των μεγάλων γιορτών)
Η ιστορία τους χάνεται πίσω στον χρόνο, τόσο πίσω που λέγεται ότι όταν τα αυγά
ήταν δυσεύρετα στη Μάνη, οι νοικοκυρές έκαναν το ζυμάρι τους με σκέτο
νερό και αλεύρι. Πριν ξεκινήσει κανείς την παρασκευή τους για πρώτη φορά,
καλό θα ήταν να παρακολουθήσει για μια τουλάχιστον φορά, τις ντόπιες γυναίκες
που έχουν εξειδικευθεί σ’ αυτό το έργο.
Για 60 περίπου κομμάτια δίπλες θα χρειασθούμε:
10 αυγά χωριάτικα. περίπου
1½ κιλό αλεύρι για όλες τις χρήσεις,
1 κουταλάκι αλάτι,
4 κουταλιές της σούπας ζάχαρη,
3 βανίλλιες και καλό λάδι για το τηγάνισμα.
Επίσης 1 κιλό μέλι για το μέλωμα, καρύδι και κανέλλα.
-Πρώτα-πρώτα κτυπάμε πολύ καλά τ’ ασπράδια και προσθέταμε σε αυτά
τους κρόκους κτυπημένους με την ζάχαρη.
-Εν συνεχεία προσθέταμε το αλάτι, τις βανίλλιες και λίγο-λίγο το αλεύρι,
ανακατεύοντας με το χέρι.
Θέλει προσοχή, διότι η ζύμη σφίγγει πολύ εύκολα.
Πρέπει να είναι μέτρια προς το σκληρό.
Αφού ζυμώσωμε πολύ καλά το ζυμάρι, λαδώνοντας τα χέρια μας συχνά για
να μην κολλάνε, αρχίζαμε ν’ ανοίγωμε τα φύλλα με τον πλάστη ή με το ειδικό μηχάνημα.
Τα φύλλα πρέπει να είναι λεπτά και να απλωθούν ένα-ένα σε επιφάνεια στρωμένη
με ύφασμα για να μην κολλήσουν.
Για το τηγάνισμα, θα χρειαστούμε ένα βαθύ και μεγάλο τηγάνι, με μπόλικο ελαιόλαδο.
Η φωτιά μας θα πρέπει να είναι δυνατή, αλλά να μην καπνίζει το λάδι.
Κόβομε τα φύλλα της ζύμης, τετράγωνα κομμάτια περίπου 8Χ8 εκατ. ή λωρίδες και
τα ψήνομε, διπλώνοντας τα σε διάφορα σχήματα.
Το κλασικό σχήμα είναι ο κύλινδρος αλλά και τα μαντηλάκια, οι φιόγκοι και
τα γαρύφαλλα. Ένα-ένα κομμάτι που ψήνεται το βγάζομε σε ένα σουρωτήρι για να στραγγίζουν τα λάδια του.
-Για το μέλωμα, ετοιμάζαμε ένα ζεστό σιρόπι από
1 κιλό μέλι + 3/4 ποτηριού νερό (να βράσουν 2′).
-Βουτάμε μια-μια τις δίπλες στο σιρόπι και τις βάζομε ξανά σε τρυπητό να στραγγίσουν.
Τις στολίζαμε με ψιλοκομμένο καρύδι και κανέλλα και τις παρουσιάζαμε μέσα σε
μεγάλους δίσκους ή καλαθάκια.
Πρέπει να είναι μέτρια προς το σκληρό.
Αφού ζυμώσωμε πολύ καλά το ζυμάρι, λαδώνοντας τα χέρια μας συχνά για
να μην κολλάνε, αρχίζαμε ν’ ανοίγωμε τα φύλλα με τον πλάστη ή με το ειδικό μηχάνημα.
Τα φύλλα πρέπει να είναι λεπτά και να απλωθούν ένα-ένα σε επιφάνεια στρωμένη
με ύφασμα για να μην κολλήσουν.
Για το τηγάνισμα, θα χρειαστούμε ένα βαθύ και μεγάλο τηγάνι, με μπόλικο ελαιόλαδο.
Η φωτιά μας θα πρέπει να είναι δυνατή, αλλά να μην καπνίζει το λάδι.
Κόβομε τα φύλλα της ζύμης, τετράγωνα κομμάτια περίπου 8Χ8 εκατ. ή λωρίδες και
τα ψήνομε, διπλώνοντας τα σε διάφορα σχήματα.
Το κλασικό σχήμα είναι ο κύλινδρος αλλά και τα μαντηλάκια, οι φιόγκοι και
τα γαρύφαλλα. Ένα-ένα κομμάτι που ψήνεται το βγάζομε σε ένα σουρωτήρι για να στραγγίζουν τα λάδια του.
-Για το μέλωμα, ετοιμάζαμε ένα ζεστό σιρόπι από
1 κιλό μέλι + 3/4 ποτηριού νερό (να βράσουν 2′).
-Βουτάμε μια-μια τις δίπλες στο σιρόπι και τις βάζομε ξανά σε τρυπητό να στραγγίσουν.
Τις στολίζαμε με ψιλοκομμένο καρύδι και κανέλλα και τις παρουσιάζαμε μέσα σε
μεγάλους δίσκους ή καλαθάκια.
Οι Μανιάτικοι κουραμπιέδες
Το κατεξοχήν γλυκό που έφτιαχναν οι Μανιάτισσες τον παλιό καιρό σε γιορτές
και χαρές ήταν οι Μανιάτικες δίπλες, το «εθνικό γλυκό της Μάνης», αλλά τα
τελευταία χρόνια ιδιαίτερα γνωστοί έγιναν και οι Μανιάτικοι κουραμπιέδες
ιδιαίτερα κατά την περίοδο των Χριστουγέννων και της πρωτοχρονιάς
Οι Μανιάτισσες το προτιμούν αυτό το γλυκό διότι είναι εύκολο γευστικό και
το διατηρούν αρκετό καιρό στο ντουλάπι για οικογενειακή κατανάλωση αλλά
και για κέρασμα του επισκέπτη.
Την νοστιμιά τους την οφείλουν στο γεγονός ότι είναι
φτιαγμένοι με ελαιόλαδο
και όχι με βούτυρο όπως οι κλασσικοί κουραμπιέδες.
Το κατεξοχήν γλυκό που έφτιαχναν οι Μανιάτισσες τον παλιό καιρό σε γιορτές
και χαρές ήταν οι Μανιάτικες δίπλες, το «εθνικό γλυκό της Μάνης», αλλά τα
τελευταία χρόνια ιδιαίτερα γνωστοί έγιναν και οι Μανιάτικοι κουραμπιέδες
ιδιαίτερα κατά την περίοδο των Χριστουγέννων και της πρωτοχρονιάς
Οι Μανιάτισσες το προτιμούν αυτό το γλυκό διότι είναι εύκολο γευστικό και
το διατηρούν αρκετό καιρό στο ντουλάπι για οικογενειακή κατανάλωση αλλά
και για κέρασμα του επισκέπτη.
Την νοστιμιά τους την οφείλουν στο γεγονός ότι είναι
φτιαγμένοι με ελαιόλαδο
και όχι με βούτυρο όπως οι κλασσικοί κουραμπιέδες.
ΥΛΙΚΑ
• 2 ποτήρια λάδι
• 1/2 ποτήρι πορτοκάλι
• 2/3 ποτηριού ζάχαρη άχνη
• 1 κουταλάκι σόδα
• 1 αυγό
• 300 γρμ. αμύγδαλα
ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Ανακατεύουμε μέσα σε μια λεκάνη το λάδι, το αυγό, τη ζάχαρη, και το πορτοκάλι,
μέσα στο οποίο έχουμε διαλύσει τη σόδα, για πέντε περίπου λεπτά.
Προσθέτουμε ψιλοκομμένα τα αμύγδαλα και ρίχνουμε αλεύρι όσο πάρει,
ώστε να γίνει η ζύμη τόσο μαλακή, όσο να πλάθεται.
Τη σκεπάζουμε και την αφήνουμε 45 λεπτά να ξεκουραστεί, πλάθουμε τους
κουραμπιέδες και τους ψήνουμε σε φούρνο προθερμασμένο στους
170 οC για μισή ώρα.
Όταν κρυώσουν τους πασπαλίζουμε με ζάχαρη άχνη.
ΠΗΓΗ: Βούλα Κυριακέα, «Συνταγές Μάνης»
• 2 ποτήρια λάδι
• 1/2 ποτήρι πορτοκάλι
• 2/3 ποτηριού ζάχαρη άχνη
• 1 κουταλάκι σόδα
• 1 αυγό
• 300 γρμ. αμύγδαλα
ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Ανακατεύουμε μέσα σε μια λεκάνη το λάδι, το αυγό, τη ζάχαρη, και το πορτοκάλι,
μέσα στο οποίο έχουμε διαλύσει τη σόδα, για πέντε περίπου λεπτά.
Προσθέτουμε ψιλοκομμένα τα αμύγδαλα και ρίχνουμε αλεύρι όσο πάρει,
ώστε να γίνει η ζύμη τόσο μαλακή, όσο να πλάθεται.
Τη σκεπάζουμε και την αφήνουμε 45 λεπτά να ξεκουραστεί, πλάθουμε τους
κουραμπιέδες και τους ψήνουμε σε φούρνο προθερμασμένο στους
170 οC για μισή ώρα.
Όταν κρυώσουν τους πασπαλίζουμε με ζάχαρη άχνη.
ΠΗΓΗ: Βούλα Κυριακέα, «Συνταγές Μάνης»
Χοιρινό με σέλινο
Το Χριστουγεννιάτικο φαγητό στη Μάνη
Υλικά
1 κιλό χοιρινό
1 κιλό σελινόριζες
κρεμμύδια φρέσκα και ξερά
αλάτι πιπέρι
αυγά και λεμόνι για να αυγοκόψουμε το φαγητό
Το Χριστουγεννιάτικο φαγητό στη Μάνη
Υλικά
1 κιλό χοιρινό
1 κιλό σελινόριζες
κρεμμύδια φρέσκα και ξερά
αλάτι πιπέρι
αυγά και λεμόνι για να αυγοκόψουμε το φαγητό
Εκτέλεση
Σοτάρουμε το χοιρινό, κομμένο σε μερίδες ή μπουκιές με το κρεμμύδι
και το σκόρδο σε μια κατσαρόλα με καυτό λάδι.
Προσθέτουμε λίγο χλιαρό νερό και αφήνουμε να σιγοβράσει.
Βράζουμε σε άλλη κατσαρόλα το σέλινο, αφού το έχουμε βέβαια πρώτα ξενευρίσει.
Όταν το κρέας έχει σχεδόν γίνει, προσθέτουμε και το σέλινο.
Αυγοκόβουμε και αφήνουμε για περίπου δέκα λεπτά ώστε να ενωθούν τα υλικά.
Σβήνουμε τη φωτιά και το αφήνουμε, για πάνω από μισή ώρα.
Χρόνος ετοιμασίας: 1 ½ ώρα περίπου
Μερίδες: 4-5
Μέχρι και σήμερα, οι περισσότερες οικογένειες στο τόπο μας,
την ημέρα των Χριστουγέννων, προτιμούν αυτό το φαγητό.
Σοτάρουμε το χοιρινό, κομμένο σε μερίδες ή μπουκιές με το κρεμμύδι
και το σκόρδο σε μια κατσαρόλα με καυτό λάδι.
Προσθέτουμε λίγο χλιαρό νερό και αφήνουμε να σιγοβράσει.
Βράζουμε σε άλλη κατσαρόλα το σέλινο, αφού το έχουμε βέβαια πρώτα ξενευρίσει.
Όταν το κρέας έχει σχεδόν γίνει, προσθέτουμε και το σέλινο.
Αυγοκόβουμε και αφήνουμε για περίπου δέκα λεπτά ώστε να ενωθούν τα υλικά.
Σβήνουμε τη φωτιά και το αφήνουμε, για πάνω από μισή ώρα.
Χρόνος ετοιμασίας: 1 ½ ώρα περίπου
Μερίδες: 4-5
Μέχρι και σήμερα, οι περισσότερες οικογένειες στο τόπο μας,
την ημέρα των Χριστουγέννων, προτιμούν αυτό το φαγητό.
Πηγή: Βούλα Κυριακέα, «Συνταγές Μάνης»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου