Σελίδες

Πέμπτη 16 Μαΐου 2019

Ρωξάνδρα Σ. Στούρτζα – Η Αγαπημένη του Ιωάννη Καποδίστρια


Ρωξάνδρα Στούρτζα – Edling Λιθογραφία. 
Από την συλλογή του Πρίγκιπος Anatole Gagarine
«Ιωάννη, δεν ξέχασα ποτέ τον όρκο που κάναμε μαζί εκείνη την οδυνηρή 
ώρα της ζωής μας… Τον τήρησα, στην ουσία. Η αθέτησή μου ήταν αναγκαστική. 
Το ξέρεις. Ήταν ακόμη μια θυσία για σένα. Αν δεν δεχόμουν να παντρευτώ 
τον εξάδελφο της αυτοκράτειρας, θα σου προκαλούσα προβλήματα στο 
ύψιστο και υπεύθυνο αξίωμα που σου προσέφερε ο τσάρος.
Ήταν μια αναγνώριση της αξίας σου. 
Η τιμή ήταν για εκείνον, που την αξιοποίησε για το καλό της χώρας του… 
Για μένα όμως ήταν μεγάλη θυσία!..», έγραφε η Ρωξάνδρα σε ένα από τα «σκόρπια φύλλα» του ημερολογίου της. Ο όρκος που είχαν πάρει, τη στιγμή 
που αποφάσιζαν να μη δικαιώσουν την αγάπη και την απέραντη εκτίμηση που τους συνέδεε με ένα γάμο, γιατί εκείνος είχε αποφασίσει να αφιερώσει όλες του τις ενέργειες για την απελευθέρωση και την ανοικοδόμηση της Ελλάδας, ήταν 
να αφιερώσουν τη ζωή τους «στη μόρφωση των Ελληνοπαίδων και στην απελευθέρωση της Πατρίδας». [1]
Κόρη του Σκαρλάτου Στούρτζα, πάμπλουτου Έλληνα από το Ιάσιο της Μολδαβίας, και της Σουλτάνας Μουρούζη, κόρης του ηγεμόνα της Μολδαβίας, πρίγκιπα Κωνσταντίνου Μουρούζη, η Ρωξάνδρα γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 22 Οκτωβρίου 1786. Σύντομα ο Σκαρλάτος Στούρτζας αποφάσισε να εγκαταλείψει το Ιάσιο και να εγκατασταθεί στη Λευκορωσία, σε πύργο που έκτισε για την πολυμελή οικογένειά του, μέσα σε τεράστια εδαφική έκταση. Όταν τα πέντε του παιδιά μεγάλωσαν αρκετά, εγκαταστάθηκε οριστικά στην Πετρούπολη, ώστε να μπορέσουν να τελειοποιήσουν τις σπουδές τους. 
Ο ίδιος διορίστηκε στη θέση του συμβούλου Επικράτειας στην Αυλή του αυτοκράτορα Αλεξάνδρου Α’. Όταν η Ρωξάνδρα έκλεισε τα 19 της χρόνια, 
ο πατέρας της τη σύστησε στην αυτοκρατορική Αυλή του Αλεξάνδρου και της Γερμανίδας συζύγου του Ελισάβετ. Η συγκροτημένη προσωπικότητά της και η ευγένεια του χαρακτήρα της κέρδισαν αμέσως την εκτίμηση όλων των αυλικών. «Στους υψηλούς κύκλους της Αυτοκρατορικής Αυλής… Πρίγκιπες και Δούκες και αξιωματούχοι και σοφοί ζητούσαν τη γνώμη της και τη φιλία της… Έλεγαν ότι κατείχε ένα μυστηριώδες κλειδί, που άνοιγε όλων τις καρδιές και ότι η εμπιστοσύνη που ενέπνεε επάξια τη δικαίωνε στην εκτίμηση όλων…», έγραφε 
ο κατά πέντε χρόνια νεότερος αδελφός της Αλέξανδρος στις αναμνήσεις του 
για την αδελφή του Ρωξάνδρα. Η κόμισσα Λίβεν (Lieven) επισήμανε αμέσως την αξία της Ρωξάνδρας και εισηγήθηκε να προσληφθεί ως κυρία επί των τιμών στα ανάκτορα.
Κατόπιν προσκλήσεως του αυτοκράτορα Αλεξάνδρου, ο οποίος εκτιμούσε τις σπάνιες διπλωματικές του ικανότητες, έφτασε το 1809, για πρώτη φορά στην Πετρούπολη, ο Κερκυραίος κόμης 
Ιωάννης Καποδίστριας.  Ο τσάρος τον διόρισε αμέσως στο υπουργείο Εξωτερικών. Την ίδια χρονιά, ο Καποδίστριας γνώρισε τη Ρωξάνδρα. Η οικογένεια Στούρτζα παρέθετε, στο μέγαρό τους στην Πετρούπολη, δύο επίσημα γεύματα την εβδομάδα, στα οποία συχνά παραβρισκόταν και ο Καποδίστριας. Το ίδιο συχνά φιλοξενούνταν και στους ξενώνες του μεγάρου μαζί με άλλους φιλοξενούμενους. 
Η Ρω­ξάνδρα ερωτεύθηκε αμέσως το νεαρό Έλληνα διπλωμάτη με τη 
μελαγχολική έκφραση και την απόμακρη συμπεριφορά. Τον θεωρούσε όμως 
τόσο ανώτερό της, ώστε δεν τόλμησε ποτέ να του εκφράσει τα συναισθήματά της. «Ο κόμης Καποδίστριας», έγραφε στα Απομνημονεύματά της, [2] «ανήκει στους σπάνιους ανθρώπους, των οποίων η γνωριμία σημειώνει σταθμό στη ζωή εκείνων που τον γνωρίζουν». [3] 
Επί τρία ολόκληρα χρόνια οι δύο νέοι έκαναν μακρές συζητήσεις και 
γνωρίζονταν όλο και καλύτερα. Η σχέση τους όμως δεν ξεπέρασε τα όρια 
μιας βαθιάς φιλίας και μιας ακόμη βαθύτερης αλληλοεκτίμησης. Ο νεαρός Καποδίστριας είχε αποφασίσει να αφιερώσει τη ζωή του στην Ελλάδα, όπως φαίνεται από ένα γράμμα προς τον πατέρα του, όπου γράφει ότι δεν θα ήθελε 
να ζήσει και να πεθάνει στη Ρωσία, αλλά να υπηρετήσει τα συμφέροντα της πατρίδας του. Το Σεπτέμβριο του 1811 ο Καποδίστριας διορίστηκε στη ρωσική πρεσβεία στη Βιέννη και το Μάρτιο του 1812 διευθυντής της Γραμματείας του Διπλωματικού Τμήματος στο Βουκουρέστι. 
Μετά τη μάχη της Λιψίας τον Οκτώβριο του 1813, ο τσάρος τον 
διόρισε υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας και του ανέθεσε να λύσει 
το πρόβλημα της πολιτικής ενοποίησης της Ελβετίας, ένα πρόβλημα 
που δεν είχαν κατορθώσει να λύσουν όλοι οι άλλοι Ευρωπαίοι διπλωμάτες. [4]
Μετά την αναχώρηση του Καποδίστρια από την Πετρούπολη, η Ρωξάνδρα ένιωθε «απέραντη μοναξιά… Εκείνος, ο Ένας, ο Μόνος είναι τόσο μακριά μου…» έγραφε στα Απομνημονεύματά της. Ένιωθε την ανάγκη να φύγει από την πνιγηρή ατμόσφαιρα της Αυλής, να ταξιδέψει στην Ευρώπη, να Βρεθεί κοντύτερα στον αγαπημένο της, να τον ιδεί ακόμη μία φορά. Σύντομα ο πόθος της πραγματοποιήθηκε, όταν συνόδευσε την αυτοκράτειρα Ελισάβετ στο ταξίδι της στη Γερμανία για να συναντήσει την οικογένειά της. Στην πόλη Brouchsal η Ρωξάνδρα έλαβε το πρώτο γράμμα από τον Καποδίστρια, έπειτα από το μακρόχρονο χωρισμό τους, θα ακολουθούσαν και άλλα. 
Το φθινόπωρο του 1814 θα άρχιζε στη Βιέννη το Συνέδριο για την τύχη της μεταναπολεόντειας Ευρώπης. Εκεί, της είχε γράψει, θα τη συναντούσε. 
Η Ρω­ξάνδρα έφτασε πρώτη στη Βιέννη, όπου συναντήθηκε με τους γονείς της. Στο μέγαρο της οικογένειας Στούρτζα τη συνάντησε ο Καποδίστριας. 
Εκεί γράφτηκε ο δραματικός επίλογος της ανεκπλήρωτης αγάπης τους: 
η συμφωνία τους να μείνουν πάντα φίλοι, να συνεχίσουν τους αγώνες τους για την απελευθέρωση της πατρίδας και για τη μόρφωση των Ελληνοπαίδων, να προετοιμάσουν το μορφωμένο ανθρώπινο δυναμικό που θα επάνδρωνε το ελληνικό κράτος μετά την απελευθέρωση. Εκείνος τη βεβαίωσε ότι δεν θα παντρευόταν ποτέ καμία άλλη γυναίκα, γιατί πίστευε ότι έπρεπε μόνος να 
βαδίσει το δρόμο «της προσφοράς και της θυσίας προς την Πατρίδα», έγραφε 
η Ρωξάνδρα στα Απο­μνημονεύματά της. [5] 
Εκείνη όμως έπρεπε να παντρευτεί. «Απόφαση αβάσταχτης θυσίας» από τη 
δική της πλευρά. Παντρεύτηκε τον κόμητα Εντλινγκ (Edling), εξάδελφο 
της τσαρίνας, υπουργό των Εξωτερικών στην Αυλή της Βαϊμάρης, έναν 
άνθρωπο που δεν αγάπησε ποτέ της. Έπεισε το σύζυ­γό της να εγκατασταθούν στη Λευκορωσία, όπου βρίσκονταν τα πατρικά της κτήματα, μακριά από την Πετρούπολη, τη γεμάτη με τις αναμνήσεις του αγαπημένου της Ιωάννη.
Όσο διάστημα έμενε στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, η Ρωξάνδρα συνεργάστηκε με τον Καποδίστρια, δημιουργικά και αποτελεσματικά, για την πραγμάτωση 

του όρκου τους που αφορούσε την εκπαίδευση των Ελληνοπαίδων. 
Η Ρωξάνδρα έγινε από τα ενεργά και δραστήρια μέλη της «Φιλομούσου Εταιρείας» της Βιέννης, την οποία είχε ιδρύσει ο Καποδίστριας το 1815, με 
κύριο στόχο την εκπαίδευση των Ελληνοπαίδων και την απελευθέρωση της πατρίδας με τη διεθνοποίηση του ελληνικού προβλήματος, που οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες προσπαθούσαν να παραμερίσουν για να μη συγκρουστούν με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Ρωξάνδρα έγινε η στοργική μητέρα όλων των Ελλήνων που σπούδαζαν με χορηγίες του Καποδίστρια και της «Φιλομούσου Εταιρείας» σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Το μέγαρό της στη Βαϊμάρη έγινε 
κέντρο συγκέντρωσης των Ελλήνων σπουδαστών. 
Φρόντιζε για τη διαμονή τους και τις σπουδές τους, για την υγεία τους και τη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους. Ενδεικτικό παράδειγμα της δραστηριότητας αυτής είναι η ιστορία του σπουδαστή Ιωάννη Παπαδόπουλου. Όταν ο νέος μετέφρασε από τα γερμανικά στα ελληνικά το έργο του Γκέτε Ιφιγένεια η εν Ταύροις, το 1818, η Ρωξάνδρα χορήγησε την έκδο­σή του, και όταν τον 
επόμενο χρόνο ο νέος αρρώστησε από φυματίωση, τον φρόντισε και του 
παρείχε όλα τα μέσα θεραπείας. 
Ο θάνατός του τη συγκλόνισε σαν μητέρα, εκείνη που δεν βίωσε ποτέ τη μητρότητα σε προσωπικό επίπεδο. [6]
Μετά το γάμο της, με εισήγηση του Ιωάννη Καποδίστρια,ο τσάρος Αλέξανδρος παραχώρησε στη Ρωξάνδρα Στούρτζα – Εντλινγκ δέκα χιλιάδες ρωσικές 
δεκατίνες (100 χιλιάδες στρέμματα) «ερήμου και ακάρπου» γης, πέρα από 
τις κοιλάδες του Δνείπερου ποταμού, στη Βεσσαραβία, όπου κατοικούσαν νομάδες λαοί και σκηνίτες Τάρταροι σε πρωτόγονες συνθήκες ζωής, ως «ανταμοιβήν των υψηλών υπηρεσιών της στην αυτοκρατορικήν Αυλήν». 
Σε αυτή την άγονη έκταση, στην οποία προστέθηκαν ακόμη 60 χιλιάδες στρέμματα, τα οποία ο τσάρος είχε παραχωρήσει στον αδελφό της Αλέξανδρο 
και τα οποία η ίδια είχε αγοράσει, αφιέρωσε η Ρωξάνδρα τις ενέργειές της και μετέτρεψε «τον πόνο της καρδιάς της… σε έργο αγάπης για τους συνανθρώπους της…», έγραφε ο αδελφός της. Πράγματι, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, 
«η μεγαλεπήβολος εκείνη ψυχή» μετέτρεψε την άγονη εκείνη γη σε ένα εύφορο και προσοδοφόρο κτήμα, γνωστό με το όνομα Μανζύριο. 
Τεράστιες φυτείες με οπωροφόρα δένδρα, αμπελώνες, λαχανόκηποι, 
καλλιέργειες με σιτάρια και όσπρια, μελισσοκομεία, λιβάδια, όπου έβοσκαν χιλιάδες αιγοπρόβατα και αγελάδες, άλλαξαν το πρόσωπο της έρημης εκείνης γης. «Εκχέρσωσε ακαλλιέργητες εκτάσεις, έφερε νερό στην ακατοίκητη περιοχή, έκτισε κατοικίες στις κοιλάδες, ανάμεσα στους λόφους, και εγκατέστησε στις εκτάσεις αυτές πλήθος από οικογένειες εργατών, που τους πλήρωνε, γεωργούς, κτηνοτρόφους, φυτοκόμους, ποιμένες, εργάτες, οικοδόμους, τεχνίτες και άλλους παντοίας φυλής και γλώσσης κατοίκους και την ανέδειξεν καλήν αποικία», έγραφε για τη Ρωξάνδρα ο βιογράφος του αδελφού της Κωνσταντίνος ο εξ Οικονόμων. [7] 
Μέσα σ’ αυτή την αποικία, η Ρωξάνδρα έκτισε ορθόδοξο ναό 
για τον εκκλησιασμό των οικογενειών του κτήματος και των κατοίκων από τα γύρω χωριά της Βεσσαραβίας. Νοσοκομείο με γιατρούς και φαρμακείο, στο 
οποίο νοσηλεύονταν δωρεάν οι ένοικοι του Μανζυρίου και οι περίοικοι, σχολείο, όπου φοιτούσαν δωρεάν αγόρια και κορίτσια, ξενώνα, πτωχοκομείο και γηροκομείο, όλα ανοικτά για ασθενείς, ανάπηρους και πτωχούς.
Όταν η ελληνική Επανάσταση κηρύχθηκε, η Ρωξάνδρα περίμενε με αγωνία τα γράμματα του Ιωάννη και του αδελφού της που την πληροφορούσαν για τις εξελίξεις. Όταν, περί τα μέσα του 1822, η είδηση ότι πρόσφυγες από την Ελλάδα είχαν αρχίσει να καταφθάνουν στην Οδησσό έφτασε στο Μανζύριο, η Ρωξάνδρα δεν δίστασε στιγμή. Εγκαταστάθηκε στην Οδησσό και οργάνωσε την περίθαλψη των προσφύγων. Με τη βοήθεια του αδελφού της Αλεξάνδρου, η Ρωξάνδρα μεθόδευσε το γιγάντιο έργο της διατροφής των προσφύγων με κρέατα και τρόφιμα που έρχονταν από το κτήμα της. Φρόντιζε για τη διαμονή τους, την εξεύρεση εργασίας για τους δυναμένους να εργαστούν, την περίθαλψη των γερόντων και την εκπαίδευση των παιδιών. Με φλογερά γράμματα επιχειρούσε να κινητοποιήσει τις υψηλές γνωριμίες της για συμπαράσταση στον αγώνα των Ελλήνων. Με την πρωτοβουλία του υπουργού της Παιδείας διενεργήθη έρανος, 
ο οποίος απέδωσε ένα εκατομμύριο ρούβλια για τη μονιμότερη περίθαλψη των προσφύγων και την εξαγορά από τη φοβερή αιχμαλωσία στην Αίγυπτο χιλιάδων Ελλήνων, κυρίως Χιωτών και Κρητικών. Με την προτροπή της Ρωξάνδρας, οι κυρίες της ανώτερης τάξης στη Μόσχα ίδρυσαν την «Ευεργετικήν Εταιρείαν», 
την προεδρία της οποίας ανέλαβε η ίδια. Η Εταιρεία συγκέντρωσε σημαντικά ποσά, με χα οποία έκτισαν ορφανοτροφείο για τα ορφανά Ελληνόπουλα σε προάστιο της Μόσχας. Μέσα στο χώρο του ορφανοτροφείου λειτουργούσε σχολείο για την εκπαίδευση των ορφανών. [8] 
Με δική της χορηγία και τη συμπαράσταση της «Ευεργετικής Εταιρείας» 
χτίσθηκε γυναικείο μοναστήρι, κοντά στον ελληνορθόδοξο ναό του 
Αρχαγγέλου Μιχαήλ στη Μόσχα, μέσα στο οποίο λειτουργούσε παρθεναγωγείο για τις κόρες των ορθοδόξων ιερέων, Ελλήνων και Ρώσων. Τα κορίτσια αυτά 
θα παντρεύονταν όσους από τους σπουδαστές των Εκκλησιαστικών Φροντιστηρίων της Οδησσού θα ακολουθούσαν το ιερατικό στάδιο. 
Με δική της πρωτοβουλία χτίστηκε σε προάστιο της Οδησσού, σε έκταση 100 στρεμμάτων, που η ίδια είχε αγοράσει, κοιμητήριο, στο οποίο ενταφιάστηκε και 
η ίδια, όταν πέθανε στις 16 Ιανουάριου 1844.
Εμπνευσμένη από το θάρρος του Καποδίστρια, ο οποίος τον προηγούμενο χρόνο είχε συμπαρασταθεί στα θύματα της πανούκλας, που τα στρατεύματα του Ιμπραήμ είχαν μεταδώσει στην  Πελοπόννησο  και τα νησιά του Σαρωνικού, η Ρωξάνδρα έμεινε κοντά στους κατοίκους του Μανζυρίου, όταν ξέσπασε και εκεί πανούκλα το 1829. Την ίδια γενναία στάση έδειξε και όταν ξέσπασε επιδημία χολέρας στην Οδησσό. Με την παρουσία της και την ενθάρρυν­σή της, μα πάνω απ’ όλα με την οργάνωση συνεργείου περιθάλψεως των ασθενών και την ενημέρωση, η Ρωξάνδρα κατάφερε να εμψυχώσει τον κόσμο να αντιμετωπίσει την επιδημία. «Σε ολόκληρη την περιοχή του Μανζυρίου και σε όλη την επαρχία της Οδησσού, το όνομα της κόμισσας Ρωξάνδρας Στούρτζα – Εντλινγκ βρισκόταν στα χείλη όλων των ανθρώπων. Το πρόφεραν με αγάπη αληθινή, με σεβασμό και με το αίσθημα της εμπιστοσύνης και της ασφάλειας» γράφουν οι βιογράφοι της. [9]
Λίγους μήνες πριν από το θάνατό της, που διαισθανόταν να έρχεται, η Ρωξάνδρα έγραψε μια σύντομη βιογραφία της μητέρας της (Vie de ma mere) και ελάχιστα σκόρπια σημειώματα. Σε κάποιο από αυτά σημείωσε με τρεμάμενο χέρι: 

«Ιωάννη! Δεν υπήρξες ποτέ εραστής μου!.. Τώρα, όμως, που η ζωή μου τελειώνει, μπορώ να σου ειπώ: Είσαι ο μοναδικός Άνδρας, που αγάπησα βαθιά και αιώνια. Ποτέ δεν αγάπησα άλλον, σε όλη μου τη ζωή!..». [10]
Υποσημειώσεις
[1] Ελένη Ε. Κούκου, Ιωάννης Α. Καποδίστριας Ρωξάνδρα Σ. Στούρτζα. 

Ιστορική Βιογραφία, Εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2002, σ. 404.
[2] Memoires de la Comtesse R. Edling, Μόσχα 1888.
[3] Περισσότερα για τα όσα γράφει η Ρωξ. Στούρτζα για τον Καποδίστρια, 

Βλ. Ελένης Κούκου, Ιωάννης Α. Καποδίστριας- Ρωξάνδρα Σ. Στούρτζα, 
Ιστορική Βιογραφία, ό.π., σ. 82 κ.ε.
[4] Για 10 τεράστιο διπλωματικό έργο του Καποδίστρια στη Βιέννη, στο Βουκουρέστι 

και στην Ελβετία, βλ. Ελένης Ε. Κούκου, Ιωάννης Καποδίστριας, 
ο Άνθρωπος- ο Διπλωμάτης (1800-1828), Αθήνα 2001, σ. 39 κ.ε.
[5] Για λεπτομέρειες, βλ. Ελένης Ε. Κούκου, 

Ιωάννης Α. Καποδίστριας – Ρωξάνδρα Σ. Στούρτζα, ό.π., σ. 130-180.
[6] Για την τεράστια προσφορά του Καποδίστρια και της Ρωζάνδρας Στούρτζα προς 

τους Έλληνες σπουδαστές, βλ. Ελένης Ε. Κούκου, Ο Καποδίστριας και η Παιδεία, Α’ : 
Η Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης, Αθήνα 1958.
[7] Ελένη Ε. Κούκου, Ιωάννης Α. Καποδίστριας-Ρωξάνδρα Σ. Στρούτζα, ό.π., σ. 403.
[8] Όσα από αυτά τα παιδιά είχαν έφεση στα γράμματα αποστέλλονταν αργότερα στην Ελληνοεμπορική Σχολή Οδησσού.
[9] Βλ. Ελένη Ε. Κούκου, Ιωάννης Α. Καποδίστριας – Ρωξάνδρα Σ. Στρούτζα, 

ό.π., σ. 411.
[10] Στο ίδιο, σ. 628.
-Δρ. Μαρία Αναστασοπούλου
Καθηγήτρια Αγγλικής και Συγκριτικής Λογοτεχνίας
Πανεπιστημίου Αθηνών και Μέριλαντ.
-Ελευθεροτυπία, Περιοδικό Ιστορικά, «Γυναίκες φιλέλληνες», 

τεύχος 228, 18 Μαρτίου 2004.
https://argolikivivliothiki.gr/2018/01/29/roksandra-sturdza/?fbclid=IwAR3pV0KtuTNvoy_13G4h4Byvh7IN4q
AmEH50xRmgrfcC1t84ZrldRr1f6YE

Για ένα χρονικό διάστημα τριών ετών οι δύο τους σχετίζονταν σε ένα επίπεδο βαθιάς φιλίας και αμοιβαίας εκτίμησης που δεν εξελίχθηκε σε κάποιον ερωτικό δεσμό.
Οι λόγοι της μη εκδήλωσης των βαθύτερων συναισθημάτων του Καποδίστρια προς την Ρωξάνδρα ανιχνεύονται στην αλληλογραφία που διατηρούσε με τον πατέρα του, αλλά και στα απομνημονεύματα της Ρωξάνδρας Στούρτζα.
Επεδίωκε την εξασφάλιση της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας και ανεξαρτησίας κι όχι μια ασύμμετρη σχέση -προϊόν συνοικεσίου- οικονομικά 

και κοινωνικά με μία σύζυγο πιο εύπορη από τον ίδιο. Ακόμα, η δημιουργία 
μιας οικογένειας ως αυτοσκοπού στη Ρωσία, μακριά από την πατρική του οικογένεια δεν τον ικανοποιούσε. Τέλος η προσήλωσή του στην Ελληνική υπόθεση ήταν ένας ακόμα λόγος που τον έκανε να απορρίπτει την προοπτική 
του γάμου.
Από το 1811 έως το 1814 χωρίστηκαν οι δρόμοι τους. Το 1813 ο πατέρας της αρρώστησε από ημιπληγία.
Η επικοινωνία τους θα διακοπεί απότομα με τη δολοφονία του Καποδίστρια το 1831. Τα μετέπειτα προσωπικά κείμενα της 

Ρωξάνδρας Στούρτζα συνιστούν έναν τραγικό μονόλογο.
Το τελευταίο γράμμα :
«Αγαπητή μου φίλη Ρωξάνδρα,
Μη με ξεχνάς ποτέ στις προσευχές σου, τις έχω ανάγκη! Θέρμαινε και ενίσχυε 

με αυτές τη θέση που κατέχω στη σκέψη σου και στην καρδιά σου, όπως και 
εγώ θερμαίνω με τις δικές μου προσευχές τη θέση που κατέχεις και εσύ μέσα 
στη δική μου σκέψη και στη δική μου καρδιά. Αν ημπορούσα να σου ειπώ πόσο θα ήθελα να σε είχα κοντά μου, πόσο νοιώθω την απουσία σου, ιδιαίτερα τώρα που με κυκλώνουν τόσες αγωνίες.
Σε χαιρετώ, αγαπητή μου φίλη. Αραγε πότε θα ξανασυναντηθούμε;».
Την εποχή εκείνη τα νέα δεν ταξίδευαν γρήγορα. Στην Οδησσό, όπου βρισκόταν η Ροξάνδρα, η πληροφορία για τον θάνατο του έφθασε μετά από δύο μήνες.
Σημειώνει ο αδερφός της Ρωξάνδρας, Αλέξανδρος: «Μόλις η αγαπητή μου αδελφή έμαθε την τραγική είδηση, έπεσε κάτω αναίσθητη! Ουσιαστικά, από εκείνη την ώρα ήταν και εκείνη νεκρή!..». Η Ρωξάνδρα Στούρτζα είχε λάβει, πάντως, το προαναφερθέν τελευταίο γράμμα του Καποδίστρια και μέσα στα σημειώματά της βρέθηκε η απάντησή της:
«Αγαπητέ μου Φίλε!
Μου γράφετε να μη σας ξεχνώ ποτέ στις προσευχές μου. Και να θερμαίνω με αυτές τη θέση που κατέχετε στη σκέψη μου και στην καρδιά μου. Και μου επαναλαμβάνετε ακόμη μία φορά ότι και σεις, με τις δικές σας προσευχές, θερμαίνετε τη θέση που κατέχω και εγώ μέσα στη δική σας σκέψη και στη δική σας καρδιά!.. Θεέ μου, πώς θα ήταν δυνατόν να μη θερμαίνω, να μη φλογίζω με τις ικετήριες εκκλήσεις μου στον Θεό αυτή τη θέση που κατέχετε μέσα στη σκέψη μου και μέσα στην καρδιά μου;..
Αυτή τη θέση που δεν μπόρεσε και δεν θα μπορέσει ποτέ τίποτα στη ζωή μου να τηναλλάξει; Αγωνιώ όμως για σας. Από τα λίγα λόγια που μου γράφατε κατάλαβα τις αγωνίες,τις πικρίες και τους πόνους που δοκιμάζετε, τόσο από τους ξένους όσο και από τους δικούς μας. Η σκέψη ότι ημπορεί κάποιος να σας κάνει κακό 

με αναστατώνει, με γεμίζει με μαύρα σύννεφα αγωνίας, μου βουρκώνει τα μάτια, μου συνθλίβει την ψυχή. Τις περισσότερες ώρες στέκω ή μπροστά στις εικόνες του Χριστού και της Παναγίας και τους ικετεύω να σας προφυλάξουν από τους κινδύνους που σας κυκλώνουν ή μπροστά στην προσωπογραφία σας, όπου και σας μιλώ με τις ώρες και το νοιώθω ότι μου απαντάτε...».
Η ειρωνεία είναι ότι ήδη από την ώρα όπου η επιστολογράφος είχε λάβει το γράμμα του Καποδίστρια εκείνος ήταν νεκρός. Ανάλογη τύχη είχε και η 

τελευταία επιστολή της Ρωξάνδρας.
Η ρομαντική σχέση ανάμεσα στον Καποδίστρια και στη Στούρτζα αποτυπώνεται στο βιβλίο 

της Ελένης Ε.Κούκκου Ιωάννης Καποδίστριας- Ρωξάνδρα Στούρτζα.

Η Ελένη Ε. Κούκκου ήταν ιστορικός, καθηγήτρια στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπήρξε μέλος της πενταμελούς επιτροπής στην οποία 
ανέθεσε το Ιστορικό και Αρχαιολογικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών τη 
μελέτη και την οργάνωση των μεταπτυχιακών του σπουδών. 
Καρπός των πολύχρονων αρχειακών ερευνών της ήταν η συγγραφή και 
έκδοση 92 συγγραμμάτων και μελετών και περισσότερων από 300 άρθρων 
σε επιστημονικά περιοδικά. 

Το σύγγραμμά της 
"Ιωάννης Καποδίστριας: ο άνθρωπος - ο διπλωμάτης, 1800-1828" 
βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών. 
Έλαβε ενεργό μέρος σε διεθνή και πανελλήνια συνέδρια. 
Πέθανε στην Αθήνα τον Μάρτιο του 2007. "Μια μεγάλη και φωτισμένη Ελληνίδα, αρχοντοπούλα της γνώσης, που ήπιε και ξεδίψασε από την πηγή της ιστορίας", 
αποκαλεί την Ελένη Ε. Κούκκου η Ελένη Μπίστικα, σε άρθρο της στην Καθημερινή 
της 10.3.2007. Γνωστότερα έργα της είναι: "Ioannis A. Kapodistrias
The European Diplomat and Statesman of the 19th Century", 
"Θεσμοί και προνόμια του Ελληνισμού μετά την Αλωση", 
"Ιστορία των Επτανήσων από το 1797 μέχρι την αγγλοκρατία", 
"Ιωάννης Α. Καποδίστριας, ανέκδοτη αλληλογραφία", "Ιωάννης Α. Καποδίστριας, Ρωξάνδρα Σ. Στούρτζα, μια ανεκπλήρωτη αγάπη: ιστορική βιογραφία", "Ιωάννης Καποδίστριας, ο άνθρωπος, ο διπλωμάτης, 1800-1828", 
"Νικηφόρος Θεοτόκης 1731-1800", "Το ναυάγιο των Γλυπτών του Παρθενώνα", κ.ά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου