από : Dimitrios Mamaloukas
Ο Am κι ο Stel έπεσαν σε μια τρομερή βροχή μετεωριτών.
Το διαστημόπλοιό τους έγινε κόσκινο κι οι προωθητικές του μηχανές έπαψαν να λειτουργούν.
Το σκάφος τους, ακυβέρνητο πια, μπήκε στην ατμόσφαιρα ενός άγνωστου πλανήτη και λίγα λεπτά αργότερα,
μέσα σε μια πολύ σκοτεινή νύχτα,
κατέπεσε ακριβώς πάνω σ’ ένα ψηλό ξύλινο κτίριο, δίπλα σ’ ένα μεγάλο
χωράφι.
Ο Am κι ο Stel βγήκαν από τα συντρίμμια του σκάφους τους
και με έκπληξη διαπίστωσαν
ότι μπορούσαν να λειτουργούν κανονικά στο
περιβάλλον αυτού του άγνωστου πλανήτη.
Όταν κοίταξαν αριστερά
δεξιά,
διαπίστωσαν ότι ένας άγνωστος, ένας ξένος,
που καθόταν σε μια ψάθινη πολυθρόνα τούς κοιτούσε απορημένος με ήσυχο,
ψύχραιμο βλέμμα.
Ακριβώς δίπλα του υπήρχαν ένα μεγάλο καζάνι και πολλά μπουκάλια.
Ο ξένος
κρατούσε ένα από αυτά και το έφερνε στο στόμα πίνοντας με μεγάλες
γουλιές το περιεχόμενο.
Ο Am κι ο
Stel σήκωσαν τα χέρια για χαιρετισμό κι ο ξένος σήκωσε το μπουκάλι.
Δεν
κατάφεραν να συνεννοηθούν αμέσως,
αλλά όταν ο ξένος τους έδωσε από ένα
μπουκάλι κι εκείνοι το έφεραν στο στόμα,
ένιωσαν να κυλάει μέσα τους ένα
υπέροχο όσο και τραχύ ποτό που τους τόνωσε στη στιγμή.
Ο ξένος τους
έδειξε το καζάνι.
Ο Am κατάλαβε ότι ήταν γεμάτο από το ίδιο θαυματουργό
υγρό.
Όταν γύρισε να το πει στον Stel είδε ότι εκείνος είχε αδειάσει το
μπουκάλι του. Κι έδειχνε ευτυχισμένος…
Έτσι άρχισαν όλα.
Ο Am κι ο
Stel δεν μπόρεσαν ποτέ να φτιάξουν το διαστημόπλοιό τους.
Έμειναν μαζί
με τον ηλικιωμένο γήινο αφού επιδιόρθωσαν τη στέγη του αχυρώνα του.
Ο
γέρος τους έμαθε τη γλώσσα του και το μυστικό να φτιάχνουν υπέροχη
μπίρα.
Κι όταν εκείνος χάθηκε,
ο Am κι ο Stel συνέχιζαν να τη φτιάχνουν
όλο και πιο καλά,
και στη συνέχεια να τη διαθέτουν στους κατοίκους του
διπλανού χωριού
κι έπειτα της διπλανής πόλης μέχρι που μερικά χρόνια
αργότερα όλη η χώρα
είχε μάθει πια την εξαίρετη μπίρα του Αμ και του
Στελ και για συντομία την μπίρα των Άμστελ,
ή την μπίρα Άμστελ, με μια
λέξη, την Άμστελ.
Έτσι άρχισαν όλα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου