... η φωτογραφία αυτή, μαζί με μερικές ακόμη,
έπεσε στα χέρια μου μέσα στο κατακαλόκαιρο.
Η θερινή αμεριμνησία ράγισε προς στιγμήν.
Ζήτησα κι έμαθα λεπτομέρειες, ασχολήθηκα μερικές μέρες με τα τι και τα πώς,
αλλά τελικά η ανάγκη να ξεφύγω αποδείχτηκε πιο ισχυρή
ξελογιάστηκα και την έβαλα στο πλάι.
Τώρα που φθινοπώριασε, που ο καιρός έσφιξε κι άρχισε να βρέχει,
τώρα που οι γιορτές και τα πανηγύρια της εθνικής ευφορίας στην πόλη τέλειωσαν,
την ανέσυρα απ’ το συρτάρι μου.
Είναι η θλίψη του δύσκολου χειμώνα που έρχεται.
Βαραίνει τη διάθεση και ανασκαλεύει τις ενοχές.
=Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη στο κέντρο της Θεσσαλονίκης,
σ’ ένα τσιμεντένιο κουφάρι το οποίο κάποτε έσφυζε από ζωή.
Σήμερα είναι νεκρό –ή καλύτερα, σχεδόν νεκρό.
Στο ισόγειο έμαθα ότι λειτουργεί ένα parking με φύλαξη, γεγονός που,
προφανώς, αποτρέπει τις ελάχιστες κυνηγημένες ψυχές που, χρόνια τώρα,
κινούνται σα σκιές στους δρόμους της πόλης, να βρουν σ’ αυτό καταφύγιο.
Ούτε σημάδια μαζικής στέγασης μεταναστών υπάρχουν πουθενά, όπως μου είπαν.
Όλα δείχνουν ότι ελάχιστοι «επιλεγμένοι» άνθρωποι καταφέρνουν
να στεγάσουν την αξιοπρέπειά τους στο έρημο αυτό κτίριο.
Μάλλον κάποιοι που κρίνονται «ακίνδυνοι», «ανώδυνοι»…
Δεν νομίζω πως είναι ιδέα μου.
Όσο παρατηρώ τη φωτογραφία, στις λεπτομέρειες αναγνωρίζω
μια ζωή που κατέρρευσε απροσδόκητα και συγχρόνως μια αγωνιώδη προσπάθεια
να μην καταρρεύσει και η αξιοπρέπεια.
Στα σημάδια της βλέπω το ίχνος μιας γυναίκας που προσπαθεί να συντηρήσει
μια κανονικότητα για να ξεγελάει την αγριότητα αυτού που της συμβαίνει,
για να μην ηττηθεί.
Το ίχνος μιας γυναίκας που αναγκάστηκε να στήσει ένα μικρό,
νοικοκυρεμένο δωματιάκι σε ένα αχανές εγκαταλειμμένο μέγαρο
προκειμένου να συνεχίσει μια καθημερινότητα που, για κάποιο λόγο, σταμάτησε βιαίως.
Οριοθέτησε με μια κουβέρτα, σαν το χαλάκι που είχε στρωμένο στο σπίτι της,
τον καθαρό και συμμαζεμένο προσωπικό της χώρο.
Έφτιαξε στρώμα για να κοιμάται σε συνθήκες ανθρώπινες.
Έβαλε κλαρωτές μαξιλάρες με χαρούμενα χρώματα για να το στολίσει,
για να «σπάσει» την ασχήμια.
Τακτοποίησε τα λιγοστά της πράγματα στη γωνιά.
Φρόντισε να δημιουργήσει μια αίσθηση σπιτιού, μια ατμόσφαιρα ζεστασιάς
στο άγριο τσιμέντο και στα γυμνά τούβλα.
Και άφησε, φεύγοντας το πρωί, τις σαγιονάρες της τακτικά δίπλα
στο υποτυπώδες κρεβάτι.
Φεύγοντας για πού άραγε;
Αναζητώντας τι;
Και οι υπόλοιπες φωτογραφίες από το ίδιο κτίριο αποπνέουν την ίδια αγωνία
κάποιων ανθρώπων να μην ηττηθούν, να αντισταθούν.
Δείχνουν μικρά «δωμάτια» στημένα εκ των ενόντων με παραπεταμένα υλικά.
Κατασκευές της ανάγκης και της αξιοπρέπειας.
Έχω την εντύπωση πως τις κατασκευές αυτές τις μηχανεύτηκαν άνθρωποι
που αγωνίζονται να προσαρμόσουν τις συνήθειες μιας ολόκληρης ζωής
σε δυο-τρία τετραγωνικά, κρατώντας αγωνιώδεις ισορροπίες
ανάμεσα στη συντριβή και στην αξιοπρέπεια.
Άνθρωποι που ενδεχομένως βρέθηκαν στο δρόμο ξαφνικά.
Ίσως να κάνω λάθος, όμως μοιάζουν άνθρωποι που αισθάνονται
την ανάγκη να προστατεύουν την ιδιωτικότητα και τον προσωπικό τους χώρο
γιατί έτσι είχαν συνηθίσει.
Και ίσως μέσα σ’ αυτόν καταφέρνουν τώρα να δημιουργούν ανακουφιστικές
ψευδαισθήσεις, να συντηρούν αναμνήσεις, να αμβλύνουν το άλγος αυτού που υφίστανται.
-Παρατηρώντας αυτά τα «δωμάτια» στις φωτογραφίες,
νιώθω πως για ανθρώπους σαν αυτούς είναι σημαντικό ακόμα
και το να προστατέψουν το σώμα και τις απλές καθημερινές τους συνήθειες
από το βλέμμα των άλλων –έστω κι αν «οι άλλοι»
... βρίσκονται στην ίδια θλιβερή κατάσταση.
Είναι μόνο μερικές φωτογραφίες –το ξέρω.
Και αυτές είναι οι γλυκερές, φανταστικές μικρές ιστορίες μου.
Καλύτερες ή χειρότερες από την πραγματικότητα μικρή σημασία έχει...
Όμως έτσι ήσυχα κι αθόρυβα, χωρίς να το παίρνουμε χαμπάρι,
άνθρωποι σαν όλους εμάς, με ζωές στρωμένες «γλιστρούν», από τη μια μέρα στην άλλη,
στη σκοτεινή αυτή πλευρά της ζωής.
Κεραυνοβολημένοι, ανέτοιμοι, ευάλωτοι.
Όλο και πιο συχνά συναντάς πια ενοχικές, σχεδόν λιπόσαρκες φιγούρες
που κρατούν ένα μικρό μπόγο με τα χρειαζούμενα να ξεφυτρώνουν
καθώς σκοτεινιάζει και να ζαρώνουν στα παγκάκια των πάρκων, σε γιαπιά,
σε μισογκρεμισμένα χαλάσματα στις γειτονιές του κέντρου.
Ραγίζει τις νύχτες η εικόνα της πόλης.
Κάποιοι καταρρέουν δεν το αντέχουν.
Κάποιοι άλλοι, ίσως οι λιγότεροι, προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους,
να οργανώσουν τις αντιστάσεις της αξιοπρέπειάς τους και να παλέψουν για να μην ηττηθούν.
Κι όλα αυτά συμβαίνουν σε μια πόλη που κι αυτή καταρρέει.
Και που, παρ’ όλα αυτά, κρατάει αντιστάσεις υπερφίαλης αλαζονείας απέναντι
στα προβλήματα των αδύναμων.
Γι αυτό είναι σκληρή και ανάλγητη και, δυστυχώς, παραμένει αδικαιολόγητα απροετοίμαστη.
Τα αντανακλαστικά της είναι αργά και οι ελάχιστοι πυρήνες ευαισθησίας
και αυτό-οργάνωσης ίσως θα αποδειχθούν και φέτος ανεπαρκείς
μπροστά στο μεγάλο πρόβλημα που γιγαντώνεται.
Όπως όλα δείχνουν, ο χειμώνας αυτός, ο σκληρότερος της κρίσης, δεν θα είναι εύκολος.
Και όσοι ξέρουν λένε πως θα ‘ναι πολλοί αυτοί που φέτος θα «γλιστρούν»
αθόρυβα και επώδυνα στη σκοτεινή πλευρά.
Τουλάχιστον ας προσπαθούμε να το παίρνουμε χαμπάρι.
Να έχουμε το νου μας.
Να είμαστε εκεί.
Όπως μπορεί ο καθένας…
*Η Γκέλη Δούμπη είναι Σύμβουλος marketing & Επικοινωνίας
ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ & ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ parallaximag.gr
το διάβασα εδώ :
http://www.parallaximag.gr
http://www.kolivas.de
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου