Σελίδες

Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2019

Δάφνις και Χλόη...βουκολικό μυθιστόρημα,με εκλεπτυσμένη περιγραφή του έρωτα και της φύσης...

Αποτέλεσμα εικόνας για Δάφνις και Χλόη














Οι Έλληνες δεν έχουν ανάγκη ξενόφερτων δήθεν αγίων για να υμνήσουν την ουσία 
της υπάρξεως!
Το Δάφνις και Χλόη είναι ένα υπέροχο ερωτικό μυθιστόρημα του Λογγου(3ος μ. Χ) όπου αυτό που κυριαρχεί στην αφήγηση είναι η ιστορία δύο ωραίων παιδιών, που μέσα σε μια μαγευτική φύση ανακαλύπτουν σιγά σιγά τα μυστήρια του έρωτα.
 «Δάφνης και Χλόη»... ένας έρωτας ανθεί στις παραλίες της Λέσβου 
τον 3ο μ.Χ. αι.
Η εικόνα ίσως περιέχει: 2 άτομα, κείμενο
- Μια θαυμάσια ιστορία αγάπης είναι ο Δάφνης και Χλόη, που 

έγραψε ο πρώτος μυθιστοριογράφος του κόσμου ο Έλληνας 
Λόγγος, συγγραφέας του 3ου μ.Χ. αιώνα. 
Άλλα έργα του Λόγγου δεν διασώθηκαν δυστυχώς, αλλά το 
«Δάφνης και Χλόη» διασώθηκε πλήρες κι αποτελείται από 
4 βιβλία.
- Το έργο αυτό ήταν γνωστό από την περίοδο της Αναγέννησης στην 
Κεντρική Ευρώπη. Πριν όμως γίνει γνωστό στην Ευρώπη, αγαπήθηκε 
και διασκέδαζε τις δέσποινες και τις αρχόντισσες της Μήθυμνας,από 
τον 3ο μ.Χ. αιώνα.
Στο βουκολικό αυτό μυθιστόρημα η φύση, οι ήρωες του και ο ταπεινός 

κόσμος των αγροτών και των δούλων που τους περιβάλλει εξιδανικεύονται 
από τον συγγραφέα. Το ύφος του έργου είναι μοναδικό για την εκλεπτυσμένη περιγραφή του έρωτα και της φύσης. Τίποτα δεν καλύπτεται με πέπλο κι όμως 
το κάθε τι είναι γεμάτο μυστήριο.
- Η υπόθεση διαδραματίζεται σε μία παραλία της Λέσβου, ανάμεσα 

στη Μήθυμνα και τη Μυτιλήνη, όπου οι δύο βοσκοί Λάμων και Δρύας βρίσκουν, υιοθετούν κι ανατρέφουν μαζί δύο έκθετα παιδιά, ένα αγόρι 
κι ένα κορίτσι. Τα παιδιά φορούν πολλά κοσμήματα, δείγμα της καταγωγής τους. Οι θετοί τους γονείς, οι βοσκοί Λάμων και Δρύας, 
τους δίνουν τα ονόματα Δάφνης και Χλόη.
- Όταν μεγαλώνουν τα παιδιά, αναλαμβάνουν τη βοσκή των κοπαδιών (κατσικιών και προβάτων) από τους θετούς γονείς τους, ενώ η φλόγα της 

αγάπης αρχίζει να διαφαίνεται στις νεανικές τους καρδιές.
Ένας άλλος νεαρός βοσκός, ο Δόοκων είναι επίσης ερωτευμένος με τη Χλόη. 

Οι δύο νέοι διαγωνίζονται με τα τραγούδια τους για το ποιος θα την κερδίσει 
και η Χλόη πέφτει στην αγκαλιά του Δάφνη χαρίζοντας του τη νίκη. 
Γίνονται έπειτα θύματα απαγωγών, τελικά όμως απελευθερώνονται κι ανταλλάσσουν όρκους αιώνιας αφοσίωσης.
- Τα κριάρια και οι τράγοι που ζευγαρώνουν μέσα στη φύση, μεταδίδουν 

στα παιδιά την άποψη της ζωής. Έτσι όταν ο Δάφνης έδειχνε στη Χλόη το ζευγάρωμα των ζώων, εκείνη του απαντούσε: 
«Μα δεν βλέπεις ότι τα ζώα, ότι κάνουν το κάνουν όρθια, εσύ όμως θέλεις 
να με πλαγιάσεις κάτω και μάλιστα γυμνή, παρ' όλο που αυτά είναι 
καλυμμένα με χοντρό μαλλί;»
- Ο Λόγγος στο έργο του αποφεύγει την περιγραφή του μόχθου της 

εργασίας, αντίθετα κυριαρχεί η ομορφιά της φύσης κι η χαρά της ζωής.
Μέσα στο έργο ακούγεται η φωνή ενός γέροντα να λέει στο Δάφνη και 

τη Χλόη πως ενάντια στον έρωτα δεν υπάρχει κανένα φάρμακο. 
Ούτε το κρασί, ούτε άλλες απολαύσεις ούτε κανένας θαυματοποιός. 
Το μόνο που βοηθάει είναι το φιλί, η αγκαλιά και τα γυμνά σώματα.
Μια παντρεμένη γυναίκα μυεί τον Δάφνη στα μυστικά του έρωτα και 

κείνος σπεύδει να τα εφαρμόσει στην αγαπημένη του.
- Το έργο μάς προσφέρει ακόμα και πολυάριθμα στοιχεία για την 

καθημερινή ζωή της αρχαιότητας: 
Οι κρασομαντείες περιγράφονται επακριβώς, το πώς έπιαναν τα πουλιά, 
οι συνήθειες του φαγητού και του ποτού, πώς δηλαδή ανακάτευαν το κρασί 
με το γάλα, πώς έψηναν το ψωμί στη σούβλα. Ακόμη μαθαίνει κανείς πώς 
έθαβαν τους νεκρούς και πώς διασκέδαζαν οι πλούσιοι.
- Με αυτονόητο τρόπο ο Λόγγος, χωρίς πάθος και διάθεση κριτικής περιγράφει 

τα χαρακτηριστικά του σώματος και των ανθρώπων. Το έργο τελειώνει με την αναγνώριση του Δάφνη και της Χλόης από τους πραγματικούς τους γονείς, 
τον γάμο τους στην εξοχή, όπου έζησαν ευτυχισμένοι με τα παιδιά τους Φιλοποίμενα και Αγέλη.
- Στον πρόλογο του έργου ο Λόγγος αναφέρει ότι εμπνεύστηκε το έργο αυτό 

από μια ζωγραφιά, μ' ένα λεσβιακό τοπίο όπου πρωταγωνιστούσαν οι Νύμφες.
Η μαεστρία του ζωγράφου έδειχνε τη χώρα του έρωτα. 

Στον Λόγγο γεννήθηκε η επιθυμία, να συνεχίσει πέρα απ' το πινέλο του ζωγράφου και τα κατάφερε με τον καλύτερο τρόπο.
- Το έργο είναι γραμμένο σε ρυθμικό πεζό λόγο και χρησίμευσε ως πρότυπο 

στα βουκολικά μυθιστορήματα της τελευταίας περιόδου της Αναγέννησης 
και της περιόδου του Διαφωτισμού.
- Το έργο κατηγορήθηκε από πολλούς για την τολμηρότητα 

του θέματος, αλλά παρ' όλα αυτά, η ποιητική και λογοτεχνική 
αξία του είναι μεγάλη. Η ζωηρότητα της περιγραφής, οι ζωντανές 
εικόνες των προσώπων και της υπαίθρου και η χάρη της αφήγησης 
το κατατάσσουν ανάμεσα στα ωραιότερα ερωτικά κείμενα της εποχής.
Αποτέλεσμα εικόνας για Marc Chagall από την έκδοση του οίκου PRESTEL – VERLAG Î‘ποτέλεσμα εικόνας για βιβλίο του Φαίδωνα Θεοφίλου Η Μήθυμνα στο Φως της Ιστορίας
- Αυτό το τόσο θελκτικό αλλά άγνωστο στους περισσότερους σημερινούς 

Έλληνες μυθιστόρημα,ενέπνευσε μεγάλους ζωγράφους, όπως 
ο Μπουρντόν (Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου), ο Ζεράρ (Μουσείο Λούβρο), 
ο Μαρκ Σαγκάλ, γλύπτες όπως ο Νταλού και ο Κορτό (Μουσείο Λούβρου). 
Γνωστή είναι και η ομώνυμη χορογραφική συμφωνία του Μωρίς Ραβέλ 
σε 3 μέρη με χορικά.
- Το μυθιστόρημα πρώτο-μεταφράστηκε στα Γαλλικά από τον επίσκοπο Ωξέρ Αμνώ 
το 1551 και η πρώτη ολοκληρωμένη έκδοση έγινε το 1810 από τον Πωλ-Λουΐ Κουριέ.
- Ακολούθησαν πολλές εκδόσεις με σχόλια και διορθώσεις.
Στα Γερμανικά η καλύτερη έκδοση είναι του εκδοτικού οίκου PRESTEL – VERLAG (1994) εμπλουτισμένη με 42 λιθογραφίες του Marc Chagall.
Το έργο του Λόγγου παραμένει και σήμερα εξαιρετικά 

ενδιαφέρον για τον αναγνώστη.
Daphnis Chloe Cortot Louvre CC171.jpg
Έρωτος έργα
«Σήμερα λοιπόν, καθώς μπαίνω προς το μεσημέρι, βλέπω κάτω απ᾽τις ροδιές και τις μυρτιές ένα παιδί να βαστάει ρόδια και μυρτόκλαδα. Ήταν άσπρο σαν το γάλα και πυρρόξανθο σαν τη φωτιά, κι άστραφτε 
σα να ᾽χε μόλις λουστεί.Γυμνό κι ολομόναχο,έπαιζε λες κι ήταν 
δικός του ο κήπος να τον καρπολογάει.Εγώ χύμηξα πάνω του να τον πιάσω, από φόβο μήπως ο ξετσίπωτος μου σπάσει τις μυρτιές και τις ροδιές. Αυτός ωστόσο, ευκίνητος, μου ξέφευγε δίχως δυσκολία -πότε έτρεχε ανάμεσα στις τριανταφυλλιές, πότε χωνόταν στις παπαρούνες, σαν περδικούλα. Πολλές φορές έχω δυσκολευτεί κυνηγώντας κατσίκια 
του γάλακτος, κι άλλες φορές μ᾽ έχουν κουράσει νιογέννητα μοσχάρια 
-αλλά τούτο το πονηρό πλάσμα ήταν άπιαστο. Όταν απόκαμα πια, 
γέρος καθώς είμαι, στηρίχτηκα στο ραβδί μου και προσέχοντας μην ξεφύγει τον ρώτησα ποιανού γείτονα παιδί είναι και τι δουλειά 
έχει να καρπολογάει ξένον κήπο. Εκείνος δε μου᾽ δωσε καμιάν απόκριση, παρά στάθηκε κοντά μου και γελώντας πολύ γλυκά 
μου᾽ριχνε μυρτόκλαδα -και δεν ξέρω πώς με ξελόγιασε και μου 
πέρασε ο θυμός.Τον παρακάλεσα λοιπόν νά᾽ρθει στην αγκαλιά μου 
δίχως φόβο πια, παίρνοντας όρκο στις μυρτιές μου ότι θα τον 
άφηνα ξανά και θα του ᾽δινα και μήλα και ρόδα -κι αν μου χάριζε 
ένα μόνο φιλί θα ᾽χε παντοτινά την άδεια να καρπολογάει τα δέντρα και να κόβει λουλούδια.
Τότε έσκασε στα γέλια κι είπε με μια φωνή,που μήτε χελιδόνι 

βγάζει μήτ᾽αηδόνι,μήτε και κύκνος φτασμένος στα δικά μου χρόνια: "Καθόλου δε με πειράζει να με φιλήσεις,Φιλητά,γιατί μ᾽ αρέσει να 
με φιλάνε πιο πολύ κι απ᾽ ό,τι θα σου άρεσε εσένα να ξανανιώσεις. Σκέψου ωστόσο, αν ταιριάζει τέτοιο δώρο στα χρόνια σου - γιατί 
όσο γέρος κι αν είσαι, άμα με φιλήσεις μια φορά δε θα πάψεις να 
με κυνηγάς.Κι εμένα δε με πιάνει ούτε γεράκι,ούτε αετός, ούτε 
και πουλί πιο γοργόφτερο κι από κείνα, αν υπάρχει. 
Γιατί εγώ παιδί δεν είμαι, κι ας μοιάζω για παιδί. 
Είμαι πιο γέρος κι από τον Κρόνο,κι από τον ίδιο τον αιώνιο Χρόνο. Σε ξέρω από τότε που ήσουν νέο παλικάρι κι έβοσκες το κοπάδι σου σκορπισμένο σ᾽ εκείνα τα βαλτολίβαδα. Στο πλάι σου ήμουν όταν καθόσουν σ᾽εκείνες τις βελανιδιές κι έπαιζες φλογέρα,τον καιρό 
που ήσουν ερωτευμένος με την Αμαρυλλίδα3 -όμως εσύ δε μ᾽ έβλεπες, 
κι ας στεκόμουνα πολύ κοντά στο κορίτσι. Να που σου την έδωσα γυναίκα, και σου ᾽κανε παιδιά που γίνανε καλοί ζευγάδες και γελαδάρηδες. Τώρα φροντίζω σα βοσκός τον Δάφνη και τη Χλόη, 
κι ευθύς ως τους φέρω τον ένα κοντά στον άλλον, τα ξημερώματα, έρχομαι στον κήπο σου όπου χαίρομαι τα λουλούδια και τα δέντρα 
και λούζομαι σε τούτες τις πηγές. Να γιατί είν᾽ όμορφα τα 
λουλούδια και τα δέντρα -γιατί ποτίζονται με το νερό που 
με λούζει. Κοίτα να δεις αν έσπασε κανένα από τα δέντρα σου, 
αν λείπει καρπός, αν πατήθηκε ρίζα από λουλούδι,αν θόλωσε καμιά πηγή! Και να χαίρεσαι, γιατί είσαι ο μόνος άνθρωπος που του 
δόθηκε στα γεράματα να δει τούτο το παιδί!"
Μ᾽ αυτά τα λόγια πήδηξε σαν αηδονάκι πάνω στις μυρτιές, και σκαρφαλώνοντας από κλαρί σε κλαρί μέσα από τα φύλλα ανέβηκε 

στην κορφή. Είδα πως είχε και φτερά στους ώμους, κι ανάμεσα 
στους ώμους και στα φτερά μικρό δοξάρι-κι ύστερα χάθηκαν κι αυτά 
κι ο ίδιος. Κι εξόν αν του κάκου έχουν ασπρίσει τα μαλλιά μου, 
ή αν λιγόστεψαν τα λογικά μου με τα χρόνια, στον Έρωτα είστε αφιερωμένοι, παιδιά μου, κι ο Έρωτας σας φροντίζει».
Τα παιδιά καταδιασκέδασαν,λες κι άκουγαν παραμύθι κι όχι σοβαρή κουβέντα, και γύρεψαν να μάθουν τι λογής πλάσμα είν᾽ ο Έρωτας, 

παιδί ή πουλί, και ποια η δύναμή του. 
Πάλι λοιπόν μίλησεν ο Φιλητάς: «Θεός είν᾽ ο Έρωτας,παιδιά μου, 
νέος κι όμορφος και φτερωτός. Γι᾽ αυτό και χαίρεται τα νιάτα, κυνηγάει την ομορφιά και φτερώνει τις ψυχές.Η δύναμή του είναι 
πιο τρανή κι από του Δία:κυβερνάει τα στοιχεία,κυβερνάει τ᾽άστρα, κυβερνάει και τους άλλους θεούς. Ούτε και σεις δεν έχετε τόσην εξουσία πάνω στα γιδοπρόβατά σας.Όλα τα λουλούδια είναι φτιαγμένα από τον Έρωτα, δικό του έργο είναι τούτα τα δέντρα. 
Αυτός κάνει τα ποτάμια να κυλάνε, τους ανέμους να φυσάνε. 
Έχω δει ταύρο να ερωτεύεται και να μουγκρίζει σαν να τον 
τσίμπησε αλογόμυγα -και τράγο ν᾽ αγαπάει γίδα και να την 
ακολουθάει παντού. Αλλά κι εγώ ο ίδιος ήμουν κάποτε νέος κι ερωτεύθηκα την Αμαρυλλίδα, και μήτε φαγί σκεφτόμουν μήτε ποτό 
άγγιζα μήτε ύπνο έβρισκα.
Πονούσε η ψυχή μου, χτυπούσε η καρδιά μου,μ᾽ έπιανε σύγκρυο 

στο κορμί. Φώναζα σα να με χτυπούσαν, σώπαινα σα νεκρός, 
βουτούσα στα ποτάμια σα να καιγόμουν. 
Γύρευα βοήθεια από τον Πάνα,μιας κι ο ίδιος είχε αγαπήσει την Κουκουναριά. Μου άρεσε η Ηχώ,γιατί επαναλάβαινε τ᾽ όνομα της Αμαρυλλίδας ύστερα από μένα. Έκανα κομμάτια τις φλογέρες,που 
γήτευαν τις αγελάδες αλλά δεν μου φέρναν την Αμαρυλλίδα.
Για τον έρωτα δεν υπάρχει φάρμακο που να πίνεται,μήτε που να τρώγεται,μήτε που ν᾽ απαγγέλνεται με ξόρκια - παρά μόνο το 
φιλί και τ᾽ αγκάλιασμα και το πλάγιασμα κοντά κοντά με τα 
κορμιά γυμνά».
*ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου