Ἡ καταγωγή τῆς γλώσσης μας
– Ἡ ὁμιλία τοῦ τ. προέδρου τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν Ἀ. Κουνάδη
– Ἡ ὁμιλία τοῦ τ. προέδρου τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν Ἀ. Κουνάδη
Η ΠΡΟΒΛΗΘΕΙΣΑ τόν 18ο αἰῶνα ἄποψη, ὅτι ἡ Ἑλληνική γλῶσσα ἀνήκει
στήν Ἰνδοευρωπαϊκή οἰκογένεια γλωσσῶν, καθώς καί ἡ ἄποψη ὅτι
τό Ἑλληνικό ἀλφάβητο εἶναι Φοινικοσημιτικῆς προελεύσεως ἀπετέλεσαν ἀντικείμενα συνεχιζομένων μέχρι σήμερα ἐντόνων συζητήσεων καί ἀμφισβητήσεων.
Δύο θέματα, τά ὁποῖα δέν πρέπει νά ἀφήνουν ἀδιάφορο κανένα Ἕλληνα,
ἀφοῦ τό ὑψίστης σημασίας ἀγαθό τῆς πολιτισμικῆς μας κληρονομιᾶς,
ἡ Ἑλληνική γλῶσσα, προφορική καί γραπτή, ἀρρήκτως συνδεδεμένη μέ τήν ταυτότητα, τήν συνέχεια, τήν ἐπιβίωση καί τήν προοπτική τοῦ Ἑλληνισμοῦ,
εἶναι ὑπόθεση ὅλων μας.
Βεβαίως καί τοῦ ὁμιλοῦντος, λόγω τῆς μακρόχρονης ἐνασχόλησής μου
μέ τήν Ἐκπαίδευση καί τήν συναφῆ ἀρθρογραφία μου, μέ τήν ὁποία ἐστηλίτευσα τίς ὀλέθριες νομοθετικές παρεμβάσεις στή γλῶσσα μας,
μέ τόν ψευδεπίγραφο χαρακτηρισμό ὡς Ἐκπαιδευτικῶν Μεταρρυθμίσεων.
Δεδομένου ὅτι τά δύο αὐτά θέματα εἶναι διεπιστημονικοῦ χαρακτῆρα καί μάλιστα ἀντικείμενο πολλῶν διαφορετικῶν ἐπιστημῶν, ἡ ἐν προκειμένω προσπάθειά μου εἶναι νά παρουσιάσω αὐθεντικές γνῶμες γλωσσολόγων, ἀρχαιολόγων, ἱστορικῶν, ἀνθρωπολόγων, παλαιοντολόγων, ὥστε νά χυθεῖ περισσότερο φῶς στά δύο αὐτά περίπλοκα καί σκοτεινά ἀκόμη θέματα, βάσει καί τῶν νεοτέρων εὑρημάτων καί τῶν ἐξελίξεων στήν ἀνθρώπινη ἀρχαιογενετική (αDNA) καί τήν πληθυσμιακή γενετική. Ἐξελίξεων, οἱ ὁποῖες ἀνέτρεψαν ἤ καί ἐπιβεβαίωσαν προγενέστερες ὑποθέσεις.
στήν Ἰνδοευρωπαϊκή οἰκογένεια γλωσσῶν, καθώς καί ἡ ἄποψη ὅτι
τό Ἑλληνικό ἀλφάβητο εἶναι Φοινικοσημιτικῆς προελεύσεως ἀπετέλεσαν ἀντικείμενα συνεχιζομένων μέχρι σήμερα ἐντόνων συζητήσεων καί ἀμφισβητήσεων.
Δύο θέματα, τά ὁποῖα δέν πρέπει νά ἀφήνουν ἀδιάφορο κανένα Ἕλληνα,
ἀφοῦ τό ὑψίστης σημασίας ἀγαθό τῆς πολιτισμικῆς μας κληρονομιᾶς,
ἡ Ἑλληνική γλῶσσα, προφορική καί γραπτή, ἀρρήκτως συνδεδεμένη μέ τήν ταυτότητα, τήν συνέχεια, τήν ἐπιβίωση καί τήν προοπτική τοῦ Ἑλληνισμοῦ,
εἶναι ὑπόθεση ὅλων μας.
Βεβαίως καί τοῦ ὁμιλοῦντος, λόγω τῆς μακρόχρονης ἐνασχόλησής μου
μέ τήν Ἐκπαίδευση καί τήν συναφῆ ἀρθρογραφία μου, μέ τήν ὁποία ἐστηλίτευσα τίς ὀλέθριες νομοθετικές παρεμβάσεις στή γλῶσσα μας,
μέ τόν ψευδεπίγραφο χαρακτηρισμό ὡς Ἐκπαιδευτικῶν Μεταρρυθμίσεων.
Δεδομένου ὅτι τά δύο αὐτά θέματα εἶναι διεπιστημονικοῦ χαρακτῆρα καί μάλιστα ἀντικείμενο πολλῶν διαφορετικῶν ἐπιστημῶν, ἡ ἐν προκειμένω προσπάθειά μου εἶναι νά παρουσιάσω αὐθεντικές γνῶμες γλωσσολόγων, ἀρχαιολόγων, ἱστορικῶν, ἀνθρωπολόγων, παλαιοντολόγων, ὥστε νά χυθεῖ περισσότερο φῶς στά δύο αὐτά περίπλοκα καί σκοτεινά ἀκόμη θέματα, βάσει καί τῶν νεοτέρων εὑρημάτων καί τῶν ἐξελίξεων στήν ἀνθρώπινη ἀρχαιογενετική (αDNA) καί τήν πληθυσμιακή γενετική. Ἐξελίξεων, οἱ ὁποῖες ἀνέτρεψαν ἤ καί ἐπιβεβαίωσαν προγενέστερες ὑποθέσεις.
Στόν Κρατύλο τοῦ Πλάτωνος πού ἀποτελεῖ διάλογο γιά τήν ὀρθότητα τῶν ὀνομάτων μέ συνομιλητές τόν Ἑρμογένη, τόν φιλόσοφο-μαθηματικό Κρατύλο (ἱδρυτή φιλοσοφικῆς σχολῆς τόν 5ο π.X. αἰ.) καί τόν Σωκράτη, βρίσκονται οἱ ἀπαρχές τῆς Συγκριτικῆς Γλωσσολογίας σ’ ὅ,τι ἀφορᾶ ὀνόματα βαρβάρων
(δηλ. ἀλλοεθνῶν) καί τῆς συγκριτικῆς μεθόδου (ὅσον ἀφορᾶ τίς διαλέκτους τῆς Ἑλληνικῆς, π.χ. Αἰολικῆς, Δωρικῆς, Ἰωνικῆς, Ἀττικῆς κ.λπ.), καθώς καί οἱ ἀπαρχές τῆς Ἐτυμολογίας γιά τό πῶς καθορίζεται ἡ ὀρθή ὀνοματοθέτηση (ὀνοματοδοσία) τῶν λέξεων (ὀνομάτων), φύσει ἤ νόμω. Σύμφωνα μέ τόν φύσει καθορισμό (κατά τόν Κρατύλο), ὑπάρχει συμφωνία μεταξύ ὀνόματος (λέξεως) καί τοῦ ἐννοιολογικοῦ περιεχομένου του ἐτυμολογικῶς (δηλ. μεταξύ σημαίνοντος καί σημαινομένου), ἐνῶ σύμφωνα μέ τόν νόμο καθορισμό τῶν ὀνομάτων (λέξεων)
ἡ ὀνοματοθέτηση εἶναι συμβατική.
Ἡ Ἑλληνική γλῶσσα εἶναι κατ’ ἐξοχήν ἐννοιολογική ἤ νοηματική, δηλαδή ὑπάρχει αἰτιώδης σχέση μεταξύ ὀνομάτων-λέξεων καί τῆς ἐτυμολογικῆς σημασίας τους. Κατά τόν Πλάτωνα (Κρατύλος, 435-436) «ὅς ἄν τά ὀνόματα ἐπίσταται, ἐπίσταται καί τά πράγματα». Πρῶτος ὁ Διονύσιος ὁ Ἁλικαρνασσεύς (1ος π.Χ. αἰ.) στό ἔργο του «Περί συνθέσεων ὀνομάτων» θεωρεῖ τόν Πλάτωνα θεμελιωτή τῆς Ἐτυμολογίας γράφοντας:
«Τόν ὑπέρ ἐτυμολογίας λόγον πρῶτος εἰσήγαγε Πλάτων πολλαχῇ μέν καί ἄλλοθι, μάλιστα δέ ἐν τῷ Κρατύλῳ.». Γιά τήν ἀξία τῆς νοηματικῆς ἰδιότητας τῶν ὀνομάτων ὁ Ἀριστοτέλης ἐπισημαίνει: «Ὁ λόγος, ἐάν μή δηλοῖ, οὐ ποιήσει τό ἑαυτοῦ ἔργον.» (Τέχνη ρητορική Γ. 2149), στή συνέχεια δέ ἐξαίρει τήν Ἑλληνική μέ τήν φράσιν: «Τό Ἑλληνίζειν ἐστίν τό ὀρθῶς ὀνομάζειν.» (Τέχνη ρητορική Γ. 4.1407).
(δηλ. ἀλλοεθνῶν) καί τῆς συγκριτικῆς μεθόδου (ὅσον ἀφορᾶ τίς διαλέκτους τῆς Ἑλληνικῆς, π.χ. Αἰολικῆς, Δωρικῆς, Ἰωνικῆς, Ἀττικῆς κ.λπ.), καθώς καί οἱ ἀπαρχές τῆς Ἐτυμολογίας γιά τό πῶς καθορίζεται ἡ ὀρθή ὀνοματοθέτηση (ὀνοματοδοσία) τῶν λέξεων (ὀνομάτων), φύσει ἤ νόμω. Σύμφωνα μέ τόν φύσει καθορισμό (κατά τόν Κρατύλο), ὑπάρχει συμφωνία μεταξύ ὀνόματος (λέξεως) καί τοῦ ἐννοιολογικοῦ περιεχομένου του ἐτυμολογικῶς (δηλ. μεταξύ σημαίνοντος καί σημαινομένου), ἐνῶ σύμφωνα μέ τόν νόμο καθορισμό τῶν ὀνομάτων (λέξεων)
ἡ ὀνοματοθέτηση εἶναι συμβατική.
Ἡ Ἑλληνική γλῶσσα εἶναι κατ’ ἐξοχήν ἐννοιολογική ἤ νοηματική, δηλαδή ὑπάρχει αἰτιώδης σχέση μεταξύ ὀνομάτων-λέξεων καί τῆς ἐτυμολογικῆς σημασίας τους. Κατά τόν Πλάτωνα (Κρατύλος, 435-436) «ὅς ἄν τά ὀνόματα ἐπίσταται, ἐπίσταται καί τά πράγματα». Πρῶτος ὁ Διονύσιος ὁ Ἁλικαρνασσεύς (1ος π.Χ. αἰ.) στό ἔργο του «Περί συνθέσεων ὀνομάτων» θεωρεῖ τόν Πλάτωνα θεμελιωτή τῆς Ἐτυμολογίας γράφοντας:
«Τόν ὑπέρ ἐτυμολογίας λόγον πρῶτος εἰσήγαγε Πλάτων πολλαχῇ μέν καί ἄλλοθι, μάλιστα δέ ἐν τῷ Κρατύλῳ.». Γιά τήν ἀξία τῆς νοηματικῆς ἰδιότητας τῶν ὀνομάτων ὁ Ἀριστοτέλης ἐπισημαίνει: «Ὁ λόγος, ἐάν μή δηλοῖ, οὐ ποιήσει τό ἑαυτοῦ ἔργον.» (Τέχνη ρητορική Γ. 2149), στή συνέχεια δέ ἐξαίρει τήν Ἑλληνική μέ τήν φράσιν: «Τό Ἑλληνίζειν ἐστίν τό ὀρθῶς ὀνομάζειν.» (Τέχνη ρητορική Γ. 4.1407).
Ἀλλά καί στούς νεώτερους χρόνους ὁ Γερμανός φιλόσοφος-φυσικός Βένερ Χάιζενμπεργκ (Βραβεῖο Νομπέλ 1932) εἶχε δηλώσει:
«Ἡ θητεία στήν ἀρχαία Ἑλληνική γλῶσσα ὑπῆρξε ἡ σπουδαιότερη πνευματική μου ἄσκηση. Στή γλῶσσα αὐτή ὑπάρχει ἡ πληρέστερη ἀντιστοιχία ἀνάμεσα στήν λέξη καί τό ἐννοιολογικό περιεχόμενο.». Ἄν τό πρῶτο ἀλφάβητο (ἀκριβέστερα σύστημα γραφῆς) εἶναι Σημιτικοφοινικικό καί ἄν οἱ Φοίνικες (κλάδος σημιτικῆς φυλῆς πού διακρίθηκε στήν ναυτιλία καί στό ἐμπόριο) τό πῆραν ἀπό τούς Ἑβραίους καί τό μετέδωσαν στούς Ἕλληνες, ἔχει γίνει ἀντικείμενο πολλῶν συζητήσεων καί ἀμφισβητήσεων.
Συναφῆ θέματα πρός διερεύνηση εἶναι τό πότε οἱ Φοίνικες μετανάστες ἐγκαταστάθηκαν στή Φοινίκη καί ποιές οἱ ἀρχαιότερες ἐπιγραφές ἤ γραπτά κείμενα τοῦ Φοινικικοῦ πολιτισμοῦ. Γιά τήν ὑπάρχουσα ἄποψη περί τῆς καταγωγῆς τοῦ Ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου ἀπό τά «φοινικικά γράμματα», δηλαδή ἀπό τό φοινικικό οὐσιαστικῶς «Συλλαβάριο», ἀξίζει νά παρατηρηθεῖ ὅτι τήν ἄποψη αὐτή οἱ «Φοινικιστές ἐστήριξαν κυρίως στή γνωστή ρήση τοῦ Ἡροδότου:
«Οἱ Φοίνικες …ἐσήγαγον διδασκάλια ἐς τούς Ἕλληνας καί δή καί γράμματα,
οὐκ ἐόντα πρίν Ἕλλησι, ὡς ἐμοί δοκέειν…».
Δηλαδή ὁ Ἡρόδοτος διατυπώνει τοῦτο μέ ἐπιφύλαξη (ὡς ἐμοί δοκεῖ), ἀναφερόμενος ἀορίστως σέ γράμματα καί ὄχι στά γράμματα συγκεκριμένης γραφῆς. Μέ τήν ἄποψη ὅμως τοῦ Ἡροδότου δέν συμφωνεῖ
ὁ ἱστορικός Διόδωρος ὁ Σικελιώτης (Ε 74), ὁ ὁποῖος διευκρινίζει ὅτι τά λεγόμενα «Φοινίκεια γράμματα» δέν εἶναι ἐφεύρεσις τῶν Φοινίκων ἀλλά διασκευή ἄλλων γραμμάτων, δηλαδή τῶν Ἑλληνικῶν-Κρητικῶν, δηλώνοντας: «φασί τούς Φοίνικας οὐκ ἐξ ἀρχῆς εὑρεῖν, ἀλλά τούς τύπους τῶν γραμμάτων μεταθεῖναι μόνον,…». Ἄς σημειωθεῖ ὅτι οἱ Φοίνικες, ὅπως φαίνεται ἀπό διάφορες ἱστορικές πηγές, ἐγκατεστάθησαν στήν Φοινίκη (σημερινός Λίβανος καί ἐν μέρει Συρία) ἀναμειχθέντες μέ τούς αὐτόχθονες Χαναανίτες μεταξύ 1.200 καί 1.100 π.Χ. Γραπτά κείμενα ἤ ἐπιγραφές γιά τόν Φοινικικό πολιτισμό δέν ἔχουν εὑρεθεῖ
μέχρι σήμερα.
«Ἡ θητεία στήν ἀρχαία Ἑλληνική γλῶσσα ὑπῆρξε ἡ σπουδαιότερη πνευματική μου ἄσκηση. Στή γλῶσσα αὐτή ὑπάρχει ἡ πληρέστερη ἀντιστοιχία ἀνάμεσα στήν λέξη καί τό ἐννοιολογικό περιεχόμενο.». Ἄν τό πρῶτο ἀλφάβητο (ἀκριβέστερα σύστημα γραφῆς) εἶναι Σημιτικοφοινικικό καί ἄν οἱ Φοίνικες (κλάδος σημιτικῆς φυλῆς πού διακρίθηκε στήν ναυτιλία καί στό ἐμπόριο) τό πῆραν ἀπό τούς Ἑβραίους καί τό μετέδωσαν στούς Ἕλληνες, ἔχει γίνει ἀντικείμενο πολλῶν συζητήσεων καί ἀμφισβητήσεων.
Συναφῆ θέματα πρός διερεύνηση εἶναι τό πότε οἱ Φοίνικες μετανάστες ἐγκαταστάθηκαν στή Φοινίκη καί ποιές οἱ ἀρχαιότερες ἐπιγραφές ἤ γραπτά κείμενα τοῦ Φοινικικοῦ πολιτισμοῦ. Γιά τήν ὑπάρχουσα ἄποψη περί τῆς καταγωγῆς τοῦ Ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου ἀπό τά «φοινικικά γράμματα», δηλαδή ἀπό τό φοινικικό οὐσιαστικῶς «Συλλαβάριο», ἀξίζει νά παρατηρηθεῖ ὅτι τήν ἄποψη αὐτή οἱ «Φοινικιστές ἐστήριξαν κυρίως στή γνωστή ρήση τοῦ Ἡροδότου:
«Οἱ Φοίνικες …ἐσήγαγον διδασκάλια ἐς τούς Ἕλληνας καί δή καί γράμματα,
οὐκ ἐόντα πρίν Ἕλλησι, ὡς ἐμοί δοκέειν…».
Δηλαδή ὁ Ἡρόδοτος διατυπώνει τοῦτο μέ ἐπιφύλαξη (ὡς ἐμοί δοκεῖ), ἀναφερόμενος ἀορίστως σέ γράμματα καί ὄχι στά γράμματα συγκεκριμένης γραφῆς. Μέ τήν ἄποψη ὅμως τοῦ Ἡροδότου δέν συμφωνεῖ
ὁ ἱστορικός Διόδωρος ὁ Σικελιώτης (Ε 74), ὁ ὁποῖος διευκρινίζει ὅτι τά λεγόμενα «Φοινίκεια γράμματα» δέν εἶναι ἐφεύρεσις τῶν Φοινίκων ἀλλά διασκευή ἄλλων γραμμάτων, δηλαδή τῶν Ἑλληνικῶν-Κρητικῶν, δηλώνοντας: «φασί τούς Φοίνικας οὐκ ἐξ ἀρχῆς εὑρεῖν, ἀλλά τούς τύπους τῶν γραμμάτων μεταθεῖναι μόνον,…». Ἄς σημειωθεῖ ὅτι οἱ Φοίνικες, ὅπως φαίνεται ἀπό διάφορες ἱστορικές πηγές, ἐγκατεστάθησαν στήν Φοινίκη (σημερινός Λίβανος καί ἐν μέρει Συρία) ἀναμειχθέντες μέ τούς αὐτόχθονες Χαναανίτες μεταξύ 1.200 καί 1.100 π.Χ. Γραπτά κείμενα ἤ ἐπιγραφές γιά τόν Φοινικικό πολιτισμό δέν ἔχουν εὑρεθεῖ
μέχρι σήμερα.
Βάσει ἱστορικῶν δεδομένων, ἐπιγραφῶν καί πολλῶν ἀναφορῶν σέ (γνωστά) κείμενα ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων, ἔχει γίνει δεκτό ἀπό τήν διεθνῆ ἐπιστημονική κοινότητα ὅτι ἡ Ἑλληνική (ἀλφαβητική) γραφή ὑπῆρχε πιθανότατα πρίν ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου. (Δέν ἐννοοῦμε τήν Γραμμική Α΄ ἤ Β΄ οὔτε βεβαίως τήν ἀρχαιότερη Κρητική μέσω ἰδεογραμμάτων ἱερογλυφική γραφή.) Ὡστόσο, ἡ Ἑλληνική (ἀλφαβητική) γραφή φαίνεται ὅτι βάσει ἱστορικῶν πηγῶν ὑπῆρχε πρίν ἀπό τούς χρόνους τοῦ Ὁμήρου. Π.χ. στήν Ἰλιάδα (περιγράφουσα
τόν Τρωικό Πόλεμο) ὁ Ὅμηρος, ἀναφερόμενος στόν Βελλερεφόντη, γράφει «σήματα λυγρά γράψας ἐν πίνακι πτυκτῷ θυμοφθόρα πολλά». (Ἐπιστολή Προίτου πρός τόν πενθερό του, τόν Ἰοβάτη. Ζ 169.) Ἐπίσης ὁ Ὅμηρος κατά τόν φιλόσοφο καί ἱστορικό Πορφύριο (3ος μ.Χ. αἰ.) ἔγραψε τήν Ἰλιάδα
«οὔχ ἅμα, οὐδέ κατά τό συνεχές, καθάπερ σύγκεινται, ἀλλ’ αὐτός μέν ἑκάστην ῥαψῳδίαν γράψας καί ἐπιδειξάμενος ἐν τῷ περινοστεῖν τάς πόλεις τροφῆς ἕνεκεν ἀπέλιπεν…» (Λεξικό Σούδα ἤ Σουίδα).
τόν Τρωικό Πόλεμο) ὁ Ὅμηρος, ἀναφερόμενος στόν Βελλερεφόντη, γράφει «σήματα λυγρά γράψας ἐν πίνακι πτυκτῷ θυμοφθόρα πολλά». (Ἐπιστολή Προίτου πρός τόν πενθερό του, τόν Ἰοβάτη. Ζ 169.) Ἐπίσης ὁ Ὅμηρος κατά τόν φιλόσοφο καί ἱστορικό Πορφύριο (3ος μ.Χ. αἰ.) ἔγραψε τήν Ἰλιάδα
«οὔχ ἅμα, οὐδέ κατά τό συνεχές, καθάπερ σύγκεινται, ἀλλ’ αὐτός μέν ἑκάστην ῥαψῳδίαν γράψας καί ἐπιδειξάμενος ἐν τῷ περινοστεῖν τάς πόλεις τροφῆς ἕνεκεν ἀπέλιπεν…» (Λεξικό Σούδα ἤ Σουίδα).
Ὁ Μιστριώτης ἀναφέρει ὅτι ὁ Ἀπολλόδωρος (180-110 π.Χ.) μᾶς γνωρίζει ὅτι
ὁ Οἴαξ, κατά τόν Τρωϊκό Πόλεμο, ἔγραψε τήν εἴδηση τοῦ θανάτου τοῦ ἀδελφοῦ του, τοῦ Παλαμήδη, ἐπάνω σέ πηδάλιο, τό ὁποῖον τά θαλάσσια κύματα μετέφεραν στόν πατέρα τους τόν Ναύπλιο.
ὁ Οἴαξ, κατά τόν Τρωϊκό Πόλεμο, ἔγραψε τήν εἴδηση τοῦ θανάτου τοῦ ἀδελφοῦ του, τοῦ Παλαμήδη, ἐπάνω σέ πηδάλιο, τό ὁποῖον τά θαλάσσια κύματα μετέφεραν στόν πατέρα τους τόν Ναύπλιο.
Ἐνδιαφέρουσα εἶναι ἡ Ἐπιστημονική Ἀνακοίνωση τῶν Ἑλλήνων ἐρευνητῶν Σταύρου Παπαμαρινόπουλου καί τῶν συνεργατῶν του, τήν ὁποία παρουσίασα στήν Δημόσια Συνεδρία τῆς Ἀκαδημίας (19/10/2017) μέ τίτλο «Ἀστρονομικές Χρονολογήσεις τοῦ τέλους τοῦ Τρωϊκοῦ Πολέμου καί τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ Ὀδυσσέα» (Πρακτικά Ἀκαδημίας, τ. 92 Α΄, 2017). Ἡ Ἀνακοίνωση καταλήγει στό συμπέρασμα ὅτι τό τέλος τοῦ Τρωικοῦ Πολέμου χρονολογεῖται πρό τοῦ 1200 π.Χ. Ἡ χρονολογία αὐτή ὑποδηλοῖ τήν ὕπαρξη γραφῆς κατά τούς χρόνους τοῦ Τρωϊκοῦ Πολέμου, ἐνόψει καί τῶν προεκτεθέντων ἀπό τόν Ὅμηρο περί τοῦ Βελλερεφόντη καί ἀπό τόν Μιστριώτη – Ἀπολλόδωρο γιά ὅσα ἀναφέρουν γιά τόν Οἴακα.
Ἐάν πράγματι ὑπῆρχε γραφή πρίν ἀπό τό 1200 π.Χ., τά ὑποστηριζόμενα ὅτι δῆθεν οἱ Ἕλληνες πῆραν τό σύστημα γραφῆς (Συλλαβάριο) ἀπό τούς Φοίνικες κλονίζονται, στερούμενα ἀξιοπιστίας. Βεβαίως τό ζήτημα αὐτό παραμένει ἀνοικτό ἐλλείψει ἀποδείξεων, διότι οἱ ὑπάρχουσες ἐνδείξεις δέν ἀρκοῦν. Κατά τόν Sir Arthur Evans «ἡ γραφή τῆς Κρήτης εἶναι ἡ μήτηρ τῆς Φοινικικῆς», ἐνῶ κατά τόν Ρενέ Ντυσσώ «Οἱ Φοίνικες εἶχαν παραλάβει πρωιμότατα τό ἀλφάβητόν των παρά τῶν Ἑλλήνων, οἵτινες εἶχαν διαμορφώσει τοῦτο ἐκ τῆς Κρητο-Μυκηναϊκῆς γραφῆς». (Βλ. καί Γκεόργκιεφ, Προβλήματα τῆς Μινωικῆς Γλώσσας, Σόφια 1953.) Τό Φοινικικό δέν εἶναι ἀλφάβητο, ἀλλά «Συλλαβάριο», χωρίς φωνήεντα, μέ 22 σύμφωνα καί χωρίς τά σύμφωνα Ξ, Φ, Ψ τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφάβητου. Ἀλλά καί κατά τό Κέντρο τοῦ Πανεπιστήμιου Irvain TLG (Thesaurus Linguae Graecae),
ὁ Κρητικός ἱστορικός Δωσιάδης (συγγράψας τήν τοπική ἱστορία τῆς Κρήτης) ἀναφέρει ὅτι τό ἀλφάβητο εὑρέθη ἀπό τούς Κρῆτας.
Ἐάν πράγματι ὑπῆρχε γραφή πρίν ἀπό τό 1200 π.Χ., τά ὑποστηριζόμενα ὅτι δῆθεν οἱ Ἕλληνες πῆραν τό σύστημα γραφῆς (Συλλαβάριο) ἀπό τούς Φοίνικες κλονίζονται, στερούμενα ἀξιοπιστίας. Βεβαίως τό ζήτημα αὐτό παραμένει ἀνοικτό ἐλλείψει ἀποδείξεων, διότι οἱ ὑπάρχουσες ἐνδείξεις δέν ἀρκοῦν. Κατά τόν Sir Arthur Evans «ἡ γραφή τῆς Κρήτης εἶναι ἡ μήτηρ τῆς Φοινικικῆς», ἐνῶ κατά τόν Ρενέ Ντυσσώ «Οἱ Φοίνικες εἶχαν παραλάβει πρωιμότατα τό ἀλφάβητόν των παρά τῶν Ἑλλήνων, οἵτινες εἶχαν διαμορφώσει τοῦτο ἐκ τῆς Κρητο-Μυκηναϊκῆς γραφῆς». (Βλ. καί Γκεόργκιεφ, Προβλήματα τῆς Μινωικῆς Γλώσσας, Σόφια 1953.) Τό Φοινικικό δέν εἶναι ἀλφάβητο, ἀλλά «Συλλαβάριο», χωρίς φωνήεντα, μέ 22 σύμφωνα καί χωρίς τά σύμφωνα Ξ, Φ, Ψ τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφάβητου. Ἀλλά καί κατά τό Κέντρο τοῦ Πανεπιστήμιου Irvain TLG (Thesaurus Linguae Graecae),
ὁ Κρητικός ἱστορικός Δωσιάδης (συγγράψας τήν τοπική ἱστορία τῆς Κρήτης) ἀναφέρει ὅτι τό ἀλφάβητο εὑρέθη ἀπό τούς Κρῆτας.
Ὁ Πλούταρχος (Προβλήματα 737) θεωρεῖ ἀφελῆ τήν ἄποψη ὅτι τό γράμμα «ἄλφα» εἶναι Φοινικικό ἐκ τοῦ «Ἄλεφ» πού ὀνόμαζαν τόν βοῦν (θεωρούμενον πρῶτον ἐκ τῶν ἀναγκαίων.) Κατά τό Μέγα Ἐτυμολογικό Λεξικό, το γράμμα «ἄλφα» προέρχεται ἐκ τοῦ ρήματος ἄλφω εὑρίσκω), διότι «πρῶτον γάρ τῶν ἄλλων στοιχείων εὑρέθη.» Ἡ κάθε πόλις-κράτος ἤ περιοχή στόν ἀρχαϊκό ἑλληνικό κόσμο εἶχε τό δικό της ἀλφάβητο, (μέ μικρές παραλλαγές ἀπό ἐκεῖνα τῶν ἄλλων πόλεων.) Τό σημερινό Ἑλληνικό ἀλφάβητο εἶναι τό ἐπικρατῆσαν Ἰωνικό,
μέ 24 γράμματα, ἀπό τό 403 π.Χ. ἐπί ἄρχοντος Εὐκλείδου.
Τό Κορινθιακό, ἐπίσης, διαθέτει 24 γράμματα, τό Κρητικό 21, τῆς Μιλήτου 24,
τό Χαλκιδικό 25, ἀπό τό ὁποῖον προῆλθε τό σημερινό Λατινικό, μετά ἀπό προσαρμογή ἀπό τούς κατοίκους τοῦ Λατίου τῆς Ἰταλίας, (οἱ ὁποῖοι, ὡς φαίνεται, τό παρέλαβαν ἀπό Ἕλληνες τῆς Κύμης.)
Ἀπό τό Ἑλληνικό, ἐπίσης, ἀλφάβητο προῆλθαν τό Ἐτρουσκικό, τό Κυριλλικό,
τό ἀρχαῖο Φρυγικό, τό ἀλφάβητο τῆς Λυκίας, τό Λυδικό, τό Ἀρμενικό,
τό Κοπτικό, τό Γοτθικό κ.λπ.
μέ 24 γράμματα, ἀπό τό 403 π.Χ. ἐπί ἄρχοντος Εὐκλείδου.
Τό Κορινθιακό, ἐπίσης, διαθέτει 24 γράμματα, τό Κρητικό 21, τῆς Μιλήτου 24,
τό Χαλκιδικό 25, ἀπό τό ὁποῖον προῆλθε τό σημερινό Λατινικό, μετά ἀπό προσαρμογή ἀπό τούς κατοίκους τοῦ Λατίου τῆς Ἰταλίας, (οἱ ὁποῖοι, ὡς φαίνεται, τό παρέλαβαν ἀπό Ἕλληνες τῆς Κύμης.)
Ἀπό τό Ἑλληνικό, ἐπίσης, ἀλφάβητο προῆλθαν τό Ἐτρουσκικό, τό Κυριλλικό,
τό ἀρχαῖο Φρυγικό, τό ἀλφάβητο τῆς Λυκίας, τό Λυδικό, τό Ἀρμενικό,
τό Κοπτικό, τό Γοτθικό κ.λπ.
Πηγές γιά τίς ἀπαρχές τῆς Ἑλληνικῆς γραφῆς ὑπάρχουν πολλές,
μεταξύ τῶν ὁποίων:
1) Ἡ πινακίδα τοῦ Δισπηλιοῦ τῆς Καστοριᾶς πού ἔφερε σέ φῶς τό 1993
ὁ καθηγητής Γ. Χουρμουζιάδης, τήν ὁποίαν ἀρχαιομέτρες τόσο ἀπό τό
Ἐρευνητικό Κέντρο «Δημόκριτος» ὅσο καί τοῦ ἐξωτερικοῦ χρονολόγησαν
στό 5250 π.Χ.
2) «Τό Ὄστρακο στήν Ἐρημονησίδα Γιούρα τῶν Σποράδων», τό ὁποῖον εὑρῆκε
ὁ ἀρχαιολόγος Ἀδάμ Σαμψών μέ Ἑλληνική ἐπιγραφή τοῦ 5500 π.Χ., στήν ὁποία διακρίνονται εὐκρινῶς τά γράμματα Α Υ Δ χωρίς βεβαίως νά εἶναι γνωστή
ἡ φωνητική τους ἀξία καί
3) «Τό Ὄστρακο στήν Περιοχή Πιλικάτα τῆς Ἰθάκης», χρονολογούμενο τό 2700 π.Χ., στό ὁποῖον ὑπάρχουν χαραγμένα συμβολικά σχήματα παρόμοια μέ αὐτά
τῶν Γραμμικῶν Γραφῶν Α΄ καί Β΄. Ἐν προκειμένω, εὔλογο τίθεται τό ἐρώτημα πῶς εἶναι δυνατόν χιλιάδες στίχων τῶν Ὁμηρικῶν Ἐπῶν νά διατηροῦνται καί μεταφέρονται ἐπί πολλούς αἰῶνες ἀναλλοίωτοι μέ θαυμαστή ἀκρίβεια.
Γι’ αὐτό καί ὁ Μιστριώτης στό ἔργο του «Ἱστορία τῶν Ὁμηρικῶν Ἐπῶν»
(Τύποις Σακελλαρίου, Ἀθήνα 1903, ἔκδοση Β΄) ἀναφέρει:
«Τό πολύμορφον καί ἡ ἀστασία ἐν τῇ ἐκτάσει καί συστολῇ φωνηέντων,
οὐ δύναταί τις ἀποδοῦναι τῇ ἐλλείψει τῆς γραφῆς.».
Ὁ καθηγητής Τζίλμπερτ Χάιγκετ δηλώνει ὅτι ἕνα ποίημα ὅπως ἡ Ἰλιάδα εἶναι ἀδύνατον νά εἶχε παραδοθεῖ χωρίς γραφή (Ἡ Κλασσική παράδοση, Ἐκδ. ΜΙΕΤ), ἐνῶ ὁ διάσημος συγγραφέας Χόρστ Μπλάνκ (Ἐκδ. Παπαδήμα, σελ. 148) βεβαιώνει ὅτι: «Σήμερα ἕνα μεγάλο μέρος φιλολόγων κλείνει πρός τήν
ὑπόθεση ὅτι ἡ σύνταξη τῶν Ὁμηρικῶν Ἐπῶν εἶχε ἤδη καταστήσει ἀπαραίτητη
τήν γραπτή παγίωση τοῦ κειμένου… οἱ ραψωδοί κουβαλοῦσαν μαζί τους
τό γραπτό χειρόγραφο ἀντίτυπό τους.».
Ἐπίσης, ἡ Γαλλίδα Ἑλληνίστρια Ζακλίν Ντέ Ρομιγύ δηλώνει κατηγορηματικά: «Ὅμηρος καί γραφή συνυπάρχουν.».
(Γιατί ἡ Ἑλλάδα, Ἐκδ. Τό «Ἄστυ», σελ. 28.)
Tό δακτυλικό ἑξάμετρο στά Ὁμηρικά Ἔπη βασίζεται στήν προσωδία
(μακρά καί βραχέα φωνήεντα, διπλά σύμφωνα, δίφθογγοι κ.λπ.).
Ἡ ἄποψη ὅτι οἱ Φοίνικες δάνεισαν κάποια σύμφωνα καί ἀμέσως οἱ Ἕλληνες ἔγραψαν ὀρθογραφημένα τά Ἔπη, δέν ἔχει ἰσχυρά ἐπιχειρήματα, ὅπως
ἀναφέρει τό Λεξικό Σούδα ἤ Σουίδα (βλ. Φοινίκη πόλις).
μεταξύ τῶν ὁποίων:
1) Ἡ πινακίδα τοῦ Δισπηλιοῦ τῆς Καστοριᾶς πού ἔφερε σέ φῶς τό 1993
ὁ καθηγητής Γ. Χουρμουζιάδης, τήν ὁποίαν ἀρχαιομέτρες τόσο ἀπό τό
Ἐρευνητικό Κέντρο «Δημόκριτος» ὅσο καί τοῦ ἐξωτερικοῦ χρονολόγησαν
στό 5250 π.Χ.
2) «Τό Ὄστρακο στήν Ἐρημονησίδα Γιούρα τῶν Σποράδων», τό ὁποῖον εὑρῆκε
ὁ ἀρχαιολόγος Ἀδάμ Σαμψών μέ Ἑλληνική ἐπιγραφή τοῦ 5500 π.Χ., στήν ὁποία διακρίνονται εὐκρινῶς τά γράμματα Α Υ Δ χωρίς βεβαίως νά εἶναι γνωστή
ἡ φωνητική τους ἀξία καί
3) «Τό Ὄστρακο στήν Περιοχή Πιλικάτα τῆς Ἰθάκης», χρονολογούμενο τό 2700 π.Χ., στό ὁποῖον ὑπάρχουν χαραγμένα συμβολικά σχήματα παρόμοια μέ αὐτά
τῶν Γραμμικῶν Γραφῶν Α΄ καί Β΄. Ἐν προκειμένω, εὔλογο τίθεται τό ἐρώτημα πῶς εἶναι δυνατόν χιλιάδες στίχων τῶν Ὁμηρικῶν Ἐπῶν νά διατηροῦνται καί μεταφέρονται ἐπί πολλούς αἰῶνες ἀναλλοίωτοι μέ θαυμαστή ἀκρίβεια.
Γι’ αὐτό καί ὁ Μιστριώτης στό ἔργο του «Ἱστορία τῶν Ὁμηρικῶν Ἐπῶν»
(Τύποις Σακελλαρίου, Ἀθήνα 1903, ἔκδοση Β΄) ἀναφέρει:
«Τό πολύμορφον καί ἡ ἀστασία ἐν τῇ ἐκτάσει καί συστολῇ φωνηέντων,
οὐ δύναταί τις ἀποδοῦναι τῇ ἐλλείψει τῆς γραφῆς.».
Ὁ καθηγητής Τζίλμπερτ Χάιγκετ δηλώνει ὅτι ἕνα ποίημα ὅπως ἡ Ἰλιάδα εἶναι ἀδύνατον νά εἶχε παραδοθεῖ χωρίς γραφή (Ἡ Κλασσική παράδοση, Ἐκδ. ΜΙΕΤ), ἐνῶ ὁ διάσημος συγγραφέας Χόρστ Μπλάνκ (Ἐκδ. Παπαδήμα, σελ. 148) βεβαιώνει ὅτι: «Σήμερα ἕνα μεγάλο μέρος φιλολόγων κλείνει πρός τήν
ὑπόθεση ὅτι ἡ σύνταξη τῶν Ὁμηρικῶν Ἐπῶν εἶχε ἤδη καταστήσει ἀπαραίτητη
τήν γραπτή παγίωση τοῦ κειμένου… οἱ ραψωδοί κουβαλοῦσαν μαζί τους
τό γραπτό χειρόγραφο ἀντίτυπό τους.».
Ἐπίσης, ἡ Γαλλίδα Ἑλληνίστρια Ζακλίν Ντέ Ρομιγύ δηλώνει κατηγορηματικά: «Ὅμηρος καί γραφή συνυπάρχουν.».
(Γιατί ἡ Ἑλλάδα, Ἐκδ. Τό «Ἄστυ», σελ. 28.)
Tό δακτυλικό ἑξάμετρο στά Ὁμηρικά Ἔπη βασίζεται στήν προσωδία
(μακρά καί βραχέα φωνήεντα, διπλά σύμφωνα, δίφθογγοι κ.λπ.).
Ἡ ἄποψη ὅτι οἱ Φοίνικες δάνεισαν κάποια σύμφωνα καί ἀμέσως οἱ Ἕλληνες ἔγραψαν ὀρθογραφημένα τά Ἔπη, δέν ἔχει ἰσχυρά ἐπιχειρήματα, ὅπως
ἀναφέρει τό Λεξικό Σούδα ἤ Σουίδα (βλ. Φοινίκη πόλις).
Χαρακτηριστική εἶναι καί ἡ ἀναφορά τοῦ Ἀμερικανοῦ ἱστορικοῦ/φιλοσόφου, συντάκτη τῆς παγκόσμιας ἱστορίας πολιτισμοῦ, William Durant:
«Οἱ Φοίνικες δέν ἦσαν οἱ ἐφευρέται τοῦ ἀλφαβήτου, τό κυκλοφόρησαν μόνο
ἀπό τόπο σέ τόπο. Τό ἐπῆραν ἀπό τούς Κρῆτες καί τό μετέφεραν στήν Τύρο,
στήν Σιδῶνα, στήν Βύβλο καί ἄλλες πόλεις τῆς Μεσογείου. Ὑπῆρξαν οἱ “γυρολόγοι” καί ὄχι οἱ ἐφευρέται τοῦ ἀλφαβήτου.».
Ὁ ἀρχαιολόγος-ἐπιγραφικός Ἀπόστολος Ἀρβανιτόπουλος εἶχε δηλώσει:
«Τό ἀλφάβητο ἐπενόησαν καί ἐφήρμοσαν οἱ Ἀρχαῖοι Ἕλληνες… ἐδώρισαν δέ
αὐτό εἰς ἅπασαν τήν ἀνθρωπότητα ὡς κοινόν κτῆμα αὐτῆς.».
Ὑπάρχουν ἀρκετές μαρτυρίες μέ κείμενα ἀρχαίων ἱστορικῶν καί συγγραφέων (μεταγενέστερα τῆς ἐποχῆς τοῦ Ὁμήρου), τά ὁποῖα ὑποστηρίζουν ὅτι ὑπῆρχε γραπτή Ἑλληνική γλῶσσα (διάφορος τῆς Γραμμικῆς Β΄) περί τό 1200 π.Χ., δηλαδή πρίν ἀπό τό Φοινικικοσημιτικό Συλλαβάριο. Ὡστόσο, τεκμήρια
(π.χ. ἐπιγραφές) γιά τήν ὕπαρξη Ἑλληνικῆς γραφῆς πού ἀνάγεται σ’ αὐτήν
τήν περίοδο δέν ὑπάρχουν. Γι’ αὐτήν τήν ἀσύγκριτης τελειότητας γλῶσσα πού ἐμεῖς οἱ ἴδιοι κακοποιήσαμε, ἐνῶ γιά τούς ξένους ἑλληνιστές καί γλωσσολόγους ἀποτελεῖ ἀντικείμενο θαυμασμοῦ καί μελέτης, χαρακτηριστική εἶναι ἡ δήλωση
τοῦ διακεκριμένου Ἑλληνιστοῦ καθηγητοῦ στό Πανεπιστήμιο τῆς Ὀξφόρδης Gilbert Murray: «[…] μία σκέψη μπορεῖ νά διατυπωθεῖ μέ ἄνεση καί χάρι στήν Ἑλληνική, ἐνῶ γίνεται δύσκολη καί βαρειά στήν Λατινική, Ἀγγλική, Γαλλική, Γερμανική. Ἡ Ἑλληνική εἶναι ἡ τελειότερη γλῶσσα, ἐπειδή ἐκφράζει τίς σκέψεις τελειοτέρων ἀνθρώπων.». Ὁ διακεκριμένος Ἑλληνιστής καί γλωσσολόγος Ἱσπανός καθηγητής F.R. Adrados, ξένος ἑταῖρος τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, ἔχει ἐπανειλημμένα δηλώσει ὅτι οἱ Δυτικοευρωπαϊκές γλῶσσες εἶναι ἡμιελληνικές
ἤ κρυπτοελληνικές. Ἀξίζει, ἐπίσης, νά σημειωθεῖ ὅτι ὁ Ἀριστοφάνης ὁ Βυζάντιος (2ος π.Χ. αἰ.) θεωρεῖται ὅτι πρῶτος ἐπενόησε καί ἐφήρμοσε τούς τόνους καί
τά πνεύματα.
«Οἱ Φοίνικες δέν ἦσαν οἱ ἐφευρέται τοῦ ἀλφαβήτου, τό κυκλοφόρησαν μόνο
ἀπό τόπο σέ τόπο. Τό ἐπῆραν ἀπό τούς Κρῆτες καί τό μετέφεραν στήν Τύρο,
στήν Σιδῶνα, στήν Βύβλο καί ἄλλες πόλεις τῆς Μεσογείου. Ὑπῆρξαν οἱ “γυρολόγοι” καί ὄχι οἱ ἐφευρέται τοῦ ἀλφαβήτου.».
Ὁ ἀρχαιολόγος-ἐπιγραφικός Ἀπόστολος Ἀρβανιτόπουλος εἶχε δηλώσει:
«Τό ἀλφάβητο ἐπενόησαν καί ἐφήρμοσαν οἱ Ἀρχαῖοι Ἕλληνες… ἐδώρισαν δέ
αὐτό εἰς ἅπασαν τήν ἀνθρωπότητα ὡς κοινόν κτῆμα αὐτῆς.».
Ὑπάρχουν ἀρκετές μαρτυρίες μέ κείμενα ἀρχαίων ἱστορικῶν καί συγγραφέων (μεταγενέστερα τῆς ἐποχῆς τοῦ Ὁμήρου), τά ὁποῖα ὑποστηρίζουν ὅτι ὑπῆρχε γραπτή Ἑλληνική γλῶσσα (διάφορος τῆς Γραμμικῆς Β΄) περί τό 1200 π.Χ., δηλαδή πρίν ἀπό τό Φοινικικοσημιτικό Συλλαβάριο. Ὡστόσο, τεκμήρια
(π.χ. ἐπιγραφές) γιά τήν ὕπαρξη Ἑλληνικῆς γραφῆς πού ἀνάγεται σ’ αὐτήν
τήν περίοδο δέν ὑπάρχουν. Γι’ αὐτήν τήν ἀσύγκριτης τελειότητας γλῶσσα πού ἐμεῖς οἱ ἴδιοι κακοποιήσαμε, ἐνῶ γιά τούς ξένους ἑλληνιστές καί γλωσσολόγους ἀποτελεῖ ἀντικείμενο θαυμασμοῦ καί μελέτης, χαρακτηριστική εἶναι ἡ δήλωση
τοῦ διακεκριμένου Ἑλληνιστοῦ καθηγητοῦ στό Πανεπιστήμιο τῆς Ὀξφόρδης Gilbert Murray: «[…] μία σκέψη μπορεῖ νά διατυπωθεῖ μέ ἄνεση καί χάρι στήν Ἑλληνική, ἐνῶ γίνεται δύσκολη καί βαρειά στήν Λατινική, Ἀγγλική, Γαλλική, Γερμανική. Ἡ Ἑλληνική εἶναι ἡ τελειότερη γλῶσσα, ἐπειδή ἐκφράζει τίς σκέψεις τελειοτέρων ἀνθρώπων.». Ὁ διακεκριμένος Ἑλληνιστής καί γλωσσολόγος Ἱσπανός καθηγητής F.R. Adrados, ξένος ἑταῖρος τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, ἔχει ἐπανειλημμένα δηλώσει ὅτι οἱ Δυτικοευρωπαϊκές γλῶσσες εἶναι ἡμιελληνικές
ἤ κρυπτοελληνικές. Ἀξίζει, ἐπίσης, νά σημειωθεῖ ὅτι ὁ Ἀριστοφάνης ὁ Βυζάντιος (2ος π.Χ. αἰ.) θεωρεῖται ὅτι πρῶτος ἐπενόησε καί ἐφήρμοσε τούς τόνους καί
τά πνεύματα.
«Στόν “δίσκον τῆς Φαιστοῦ” χρονολογούμενον πρό τοῦ 1200 π.Χ. (ὁ ὁποῖος εὑρέθη στήν Κρήτη καί δέν ἔχει ἀποκρυπτογραφηθεῖ μέχρι σήμερα) φαίνονται εὐκρινῶς “τυπωμένα” τά γράμματα Β Γ Λ Υ.
Οἱ Michael Ventris καί John Chadwick ὑπεστήριξαν γιά πρώτη φορά ὅτι οἱ πινακίδες “ἀπό ψημένο πηλό, ἀπό τήν δεύτερη χιλιετία π.Χ., οἱ ὁποῖες
βρέθηκαν στή Πύλο, στήν Κνωσό, στίς Μυκῆνες καί ἄλλα μέρη, περιεῖχαν ἑλληνικά ἔγγραφα πού προέρχονταν ἀπό τά ἀρχαῖα Μυκηναϊκά Βασίλεια”».
Τά Μυκηναϊκά, ὅπως πρόσφατα ἐτόνισε ὁ F.R. Adrados (ἐν συνεχεία ἄλλων),
ἦταν ἑλληνικά, γραμμένα μέ τήν βοήθεια μίας ἀρχαίας συλλαβικῆς γραφῆς
πού στήν συνέχεια ξεχάστηκε. Ἐπίσης, σέ ὁμιλία του στήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν
(8-10 Μαρτίου 2013) ὁ διακεκριμένος Αὐστριακός γλωσσολόγος καί Μυκηνολόγος Osvald Panagl ἀνέφερε ὅτι:
Οἱ ὡς ἄνω πινακίδες (Κνωσοῦ, Πύλου, Μυκηνῶν) ἦταν γραμμένες σέ μία ἀρχέγονη παραλλαγή τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς, 500 χρόνια προγενέστερης τοῦ γλωσσικοῦ ἰδιώματος τῶν Ὁμηρικῶν Ἐπῶν. Συνεπῶς, ἡ χρονολογία τους
ἀνάγεται περί τό 1300 π.Χ. Πρόσφατα στήν Ἴκλαινα τῆς Μεσσηνίας (14 χλμ.
ἀπό τήν Πύλο) ὁ ἀρχαιολόγος Μιχαήλ Κοσμόπουλος, καθηγητής στό Πανεπιστήμιο τοῦ Μιζούρι τῶν ΗΠΑ (ὑπεύθυνος ἀνασκαφῶν ἀπό τό 1998 στό χῶρο αὐτό), βρῆκε «μέσα σέ μπάζα καί σκουπίδια» τήν ἀρχαιότερη μέχρι
σήμερα πήλινη πινακίδα Γραμμικῆς Β΄ χρονολογούμενη μεταξύ 1450 καί 1400 π.Χ., ὅπως μοῦ ἐγνώρισε μέ σχετική ἐπιστολή του.
Πάντως, ἡ ἀρχαιότερη ἀλφαβητική ἐπιγραφή, χαραγμένη σέ πήλινο ἀγγεῖο,
στήν «Οἰνοχόη τοῦ Διπύλου» εἶναι τοῦ Η΄ π.Χ. αἰ.: «ΗΟΣ ΝΥΝ ΟΡΧΕΣΤΟΝ ΠΑΝΤΟΝ ΑΤΑΛΟΤΑΤΑ ΠΑΙΖΕΙ ΤΟΤΟ ΔΕΚΑΝ MΙΝ».
Ὡστόσο, ἐνόψει τῶν προεκτεθέντων, ἡ ἐπιγραφή αὐτή δέν πρέπει νά εἶναι ἡ ἀρχαιότερη. Λαμβάνοντας ὑπόψη ὅτι μέχρι σήμερα ποσοστό μικρότερο
τοῦ 5% τῆς Ἑλληνικῆς Γραμματείας ἔχει γίνει γνωστόν, εἶναι εὔλογο νά
ἀναμένει κανείς ὅτι στό μέλλον νεώτερα εὑρήματα θά φέρει σέ φῶς ἡ ἀρχαιολογική σκαπάνη.
Οἱ Michael Ventris καί John Chadwick ὑπεστήριξαν γιά πρώτη φορά ὅτι οἱ πινακίδες “ἀπό ψημένο πηλό, ἀπό τήν δεύτερη χιλιετία π.Χ., οἱ ὁποῖες
βρέθηκαν στή Πύλο, στήν Κνωσό, στίς Μυκῆνες καί ἄλλα μέρη, περιεῖχαν ἑλληνικά ἔγγραφα πού προέρχονταν ἀπό τά ἀρχαῖα Μυκηναϊκά Βασίλεια”».
Τά Μυκηναϊκά, ὅπως πρόσφατα ἐτόνισε ὁ F.R. Adrados (ἐν συνεχεία ἄλλων),
ἦταν ἑλληνικά, γραμμένα μέ τήν βοήθεια μίας ἀρχαίας συλλαβικῆς γραφῆς
πού στήν συνέχεια ξεχάστηκε. Ἐπίσης, σέ ὁμιλία του στήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν
(8-10 Μαρτίου 2013) ὁ διακεκριμένος Αὐστριακός γλωσσολόγος καί Μυκηνολόγος Osvald Panagl ἀνέφερε ὅτι:
Οἱ ὡς ἄνω πινακίδες (Κνωσοῦ, Πύλου, Μυκηνῶν) ἦταν γραμμένες σέ μία ἀρχέγονη παραλλαγή τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς, 500 χρόνια προγενέστερης τοῦ γλωσσικοῦ ἰδιώματος τῶν Ὁμηρικῶν Ἐπῶν. Συνεπῶς, ἡ χρονολογία τους
ἀνάγεται περί τό 1300 π.Χ. Πρόσφατα στήν Ἴκλαινα τῆς Μεσσηνίας (14 χλμ.
ἀπό τήν Πύλο) ὁ ἀρχαιολόγος Μιχαήλ Κοσμόπουλος, καθηγητής στό Πανεπιστήμιο τοῦ Μιζούρι τῶν ΗΠΑ (ὑπεύθυνος ἀνασκαφῶν ἀπό τό 1998 στό χῶρο αὐτό), βρῆκε «μέσα σέ μπάζα καί σκουπίδια» τήν ἀρχαιότερη μέχρι
σήμερα πήλινη πινακίδα Γραμμικῆς Β΄ χρονολογούμενη μεταξύ 1450 καί 1400 π.Χ., ὅπως μοῦ ἐγνώρισε μέ σχετική ἐπιστολή του.
Πάντως, ἡ ἀρχαιότερη ἀλφαβητική ἐπιγραφή, χαραγμένη σέ πήλινο ἀγγεῖο,
στήν «Οἰνοχόη τοῦ Διπύλου» εἶναι τοῦ Η΄ π.Χ. αἰ.: «ΗΟΣ ΝΥΝ ΟΡΧΕΣΤΟΝ ΠΑΝΤΟΝ ΑΤΑΛΟΤΑΤΑ ΠΑΙΖΕΙ ΤΟΤΟ ΔΕΚΑΝ MΙΝ».
Ὡστόσο, ἐνόψει τῶν προεκτεθέντων, ἡ ἐπιγραφή αὐτή δέν πρέπει νά εἶναι ἡ ἀρχαιότερη. Λαμβάνοντας ὑπόψη ὅτι μέχρι σήμερα ποσοστό μικρότερο
τοῦ 5% τῆς Ἑλληνικῆς Γραμματείας ἔχει γίνει γνωστόν, εἶναι εὔλογο νά
ἀναμένει κανείς ὅτι στό μέλλον νεώτερα εὑρήματα θά φέρει σέ φῶς ἡ ἀρχαιολογική σκαπάνη.
Κατά τόν γλωσσολόγο καθηγητή στό Πανεπιστήμιο Charles Sturt τῆς
Αὐστραλίας Γεώργιο Καναράκη (ἀλλά καί ἄλλους ἐρευνητές), βάσει τῆς ἱστορικοσυγκριτικῆς γλωσσολογίας,
«ἡ ἑλληνική γλῶσσα δέν ἀνήκει σέ καμμία ἀπό τίς γλωσσικές ὁμάδες τῆς Ἰνδοευρωπαϊκῆς οἰκογενείας καί συνεπῶς κατατάσσεται ὡς μεμονωμένη
γλῶσσα (isolate) μέσα στό πλαίσιο τῆς ὁμογλωσσίας αὐτῆς.»
Ὁ ὅρος Ἰνδοευρωπαῖοι εἰσήχθη τό 1813 ἀπό τόν Βρεταννό γλωσσολόγο,
ἰατρό καί φυσικό Thomas Young (1779-1829). Ὁ κορυφαῖος διεθνῶς γλωσσολόγος – ἑλληνιστής F.R. Adrados σέ ἀνακοίνωσή του στήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν εἶπε ὅτι οἱ Μινωίτες «τούς ὁποίους δέν ξέρουμε πῶς νά ὁρίσουμε
μέ ἀκρίβεια, ἀλλά Ἰνδοευρωπαῖοι δέν ἦταν – δέν ἦταν Εὐρωπαῖοι οἱ ἄνθρωποι
πού ἔγραψαν τόν “δίσκο τῆς Φαιστοῦ”, οὔτε αὐτοί πού ἔγραψαν τήν Μυκηναϊκή γραφή.». Ἡ ἐπικρατοῦσα ἄποψη, ἀντίθετη ἐκείνης τοῦ Sir Arthur Evans
(κατά τήν ὁποία Λύβιοι καί Αἰγύπτιοι μετανάστευσαν στή Κρήτη ἀναπτύξαντες
τόν Μινωικό πολιτισμό), εἶναι ὅτι οἱ Μινωίτες δέν ἀνήκουν στούς γλωσσικά Ἰνδοευρωπαϊκούς πληθυσμούς πού ἐποίκησαν τήν Εὐρώπη τήν Νεολιθική ἐποχή. Ὡστόσο, ἡ ἐρευνητική ὁμάδα τοῦ Καθηγητοῦ Γενετικῆς καί Γενετικῆς Ἰατρικῆς
στό Πανεπιστημίου G. Washington Γεωργίου Σταματογιαννόπουλου,
σέ συνεργασία μέ Ἕλληνες καί ξένους ἐπιστήμονες διαφόρων εἰδικοτήτων, ἀπομόνωσε τό αDNA (ancient DNA) ἀπό Μινωικά ὑπολείμματα 4.300 χρόνων
καί καθόρισε τούς πολυμορφισμούς τοῦ μιτοχονδριακοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔχουν τά χαρακτηριστικά τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ. Ἐξαιρετικά ἐνδιαφέρουσα εἶναι πρόσφατη δημοσίευση τοῦ ἴδιου καί συνεργατῶν του μέ τίτλο
«Ἡ Πληθυσμιακή Γενετική καί ἡ Θεωρία Περί Δῆθεν Ἀφανισμοῦ τῶν Ἑλλήνων
τῆς Πελοποννήσου κατά τόν Μεσαίωνα» πού ἀνακοίνωσα στήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν (27/4/2017), μέ τήν ὁποία ἀπεδεικνύετο ὅτι ἡ Πληθυσμιακή Γενετική μπορεῖ νά διευκρινίσει σημαντικά θέματα καταγωγῆς καί ἱστορίας τοῦ Ἀνθρώπινου πληθυσμοῦ.
Ὁ διακεκριμένος Γερμανός γλωσσολόγος Franz Bopp (συντάκτης τῆς
Συγκριτικῆς Γραμματικῆς τό 1857) ἔχει ὑποστηρίξει ὅτι τά Σανσκριτικά στηρίζονται στά Ἑλληνικά, καί ὄχι τό ἀντίστροφο.
Αὐστραλίας Γεώργιο Καναράκη (ἀλλά καί ἄλλους ἐρευνητές), βάσει τῆς ἱστορικοσυγκριτικῆς γλωσσολογίας,
«ἡ ἑλληνική γλῶσσα δέν ἀνήκει σέ καμμία ἀπό τίς γλωσσικές ὁμάδες τῆς Ἰνδοευρωπαϊκῆς οἰκογενείας καί συνεπῶς κατατάσσεται ὡς μεμονωμένη
γλῶσσα (isolate) μέσα στό πλαίσιο τῆς ὁμογλωσσίας αὐτῆς.»
Ὁ ὅρος Ἰνδοευρωπαῖοι εἰσήχθη τό 1813 ἀπό τόν Βρεταννό γλωσσολόγο,
ἰατρό καί φυσικό Thomas Young (1779-1829). Ὁ κορυφαῖος διεθνῶς γλωσσολόγος – ἑλληνιστής F.R. Adrados σέ ἀνακοίνωσή του στήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν εἶπε ὅτι οἱ Μινωίτες «τούς ὁποίους δέν ξέρουμε πῶς νά ὁρίσουμε
μέ ἀκρίβεια, ἀλλά Ἰνδοευρωπαῖοι δέν ἦταν – δέν ἦταν Εὐρωπαῖοι οἱ ἄνθρωποι
πού ἔγραψαν τόν “δίσκο τῆς Φαιστοῦ”, οὔτε αὐτοί πού ἔγραψαν τήν Μυκηναϊκή γραφή.». Ἡ ἐπικρατοῦσα ἄποψη, ἀντίθετη ἐκείνης τοῦ Sir Arthur Evans
(κατά τήν ὁποία Λύβιοι καί Αἰγύπτιοι μετανάστευσαν στή Κρήτη ἀναπτύξαντες
τόν Μινωικό πολιτισμό), εἶναι ὅτι οἱ Μινωίτες δέν ἀνήκουν στούς γλωσσικά Ἰνδοευρωπαϊκούς πληθυσμούς πού ἐποίκησαν τήν Εὐρώπη τήν Νεολιθική ἐποχή. Ὡστόσο, ἡ ἐρευνητική ὁμάδα τοῦ Καθηγητοῦ Γενετικῆς καί Γενετικῆς Ἰατρικῆς
στό Πανεπιστημίου G. Washington Γεωργίου Σταματογιαννόπουλου,
σέ συνεργασία μέ Ἕλληνες καί ξένους ἐπιστήμονες διαφόρων εἰδικοτήτων, ἀπομόνωσε τό αDNA (ancient DNA) ἀπό Μινωικά ὑπολείμματα 4.300 χρόνων
καί καθόρισε τούς πολυμορφισμούς τοῦ μιτοχονδριακοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔχουν τά χαρακτηριστικά τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ. Ἐξαιρετικά ἐνδιαφέρουσα εἶναι πρόσφατη δημοσίευση τοῦ ἴδιου καί συνεργατῶν του μέ τίτλο
«Ἡ Πληθυσμιακή Γενετική καί ἡ Θεωρία Περί Δῆθεν Ἀφανισμοῦ τῶν Ἑλλήνων
τῆς Πελοποννήσου κατά τόν Μεσαίωνα» πού ἀνακοίνωσα στήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν (27/4/2017), μέ τήν ὁποία ἀπεδεικνύετο ὅτι ἡ Πληθυσμιακή Γενετική μπορεῖ νά διευκρινίσει σημαντικά θέματα καταγωγῆς καί ἱστορίας τοῦ Ἀνθρώπινου πληθυσμοῦ.
Ὁ διακεκριμένος Γερμανός γλωσσολόγος Franz Bopp (συντάκτης τῆς
Συγκριτικῆς Γραμματικῆς τό 1857) ἔχει ὑποστηρίξει ὅτι τά Σανσκριτικά στηρίζονται στά Ἑλληνικά, καί ὄχι τό ἀντίστροφο.
Μέ βάση τά προεκτεθέντα μποροῦμε νά καταλήξουμε στά ἀκόλουθα συμπεράσματα:
1. Ὁ Πλάτων ἔθεσε τίς βάσεις τῆς Ἐτυμολογίας τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας,
ἡ ὁποία εἶναι κατ’ ἐξοχήν νοηματική (ἐννοιολογική), δηλαδή ὑπάρχει αἰτιώδης σχέση μεταξύ τῶν λέξεων καί τῆς ἐτυμολογικῆς σημασίας τους.
ἡ ὁποία εἶναι κατ’ ἐξοχήν νοηματική (ἐννοιολογική), δηλαδή ὑπάρχει αἰτιώδης σχέση μεταξύ τῶν λέξεων καί τῆς ἐτυμολογικῆς σημασίας τους.
2. Ἔρευνες μέσω τοῦ αDNA ἔδειξαν ὅτι ὑπῆρξαν ἐπεκτάσεις πληθυσμιακῶν ὁμάδων ἀπό τίς Ρωσικές στέπες τόσο Δυτικά (πρός Κεντρική καί Δυτική Εὐρώπη) ὅσο καί Ἀνατολικά τῆς Εὐρώπης, μέσω τῶν Ἀσιατικῶν στεπῶν. Γενετική ὑπογραφή μεταναστεύσεων πρός τήν Ἑλλάδα δέν ἐπιβεβαιώνεται μέχρι σήμερα, ἄν ὅμως ὑπάρξει τέτοια κατά τόν κορυφαῖο γλωσσολόγο J. Mallory θά εἶναι πολύ μικρή
ἐν σχέσει μέ τόν τότε ἐγκατεστημένο στόν Ἑλλαδικό χῶρο πληθυσμό αὐτοχθόνων.
ἐν σχέσει μέ τόν τότε ἐγκατεστημένο στόν Ἑλλαδικό χῶρο πληθυσμό αὐτοχθόνων.
3. Ὁ ὅρος Ἰνδο-Ευρωπαῖοι εἶναι καθαρά γλωσσικός καί δέν ὑποδηλοῖ ὁποιοδήποτε φυλετικό τύπο ἀνθρώπου. Ἡ ὕπαρξη Ἰνδο-Ευρωπαϊκῆς φυλῆς ἀμφισβητεῖται ἐντόνως ἀπό κορυφαίους εἰδικούς ἐπιστήμονες, μέ βάση πρόσφατα γενετικά δεδομένα. Καιρός εἶναι πλέον ἡ παλιά Ἰνδο-Ευρωπαϊκή ὑπόθεση νά ἀφαιρεθεῖ ἀπό τά σχολικά βιβλία.
4. Ἡ ἔνταξη τῆς Πρωτο-ελληνικῆς στήν Ἰνδο-Ευρωπαϊκή ὁμογλωσσία
δέν ἀμφισβητεῖται, παραμένει, ὅμως, ἄγνωστη ἡ μητέρα-γλῶσσα τῆς ὁμογλωσσίας αὐτῆς. Ὡστόσο, ὡς προεξετέθη, ἡ Πρωτο-ελληνική φαίνεται νά ὑπερτερεῖ τῶν ὑπολοίπων γλωσσῶν (συμπεριλαμβανομένων τῶν Σανσκριτικῶν), τό ζήτημα ὅμως τοῦ χρόνου ἐμφανίσεώς της στόν Ἑλλαδικό χῶρο παραμένει ἀνοικτό (κατά τόν Δρ. Ι. Λαζαρίδη).
δέν ἀμφισβητεῖται, παραμένει, ὅμως, ἄγνωστη ἡ μητέρα-γλῶσσα τῆς ὁμογλωσσίας αὐτῆς. Ὡστόσο, ὡς προεξετέθη, ἡ Πρωτο-ελληνική φαίνεται νά ὑπερτερεῖ τῶν ὑπολοίπων γλωσσῶν (συμπεριλαμβανομένων τῶν Σανσκριτικῶν), τό ζήτημα ὅμως τοῦ χρόνου ἐμφανίσεώς της στόν Ἑλλαδικό χῶρο παραμένει ἀνοικτό (κατά τόν Δρ. Ι. Λαζαρίδη).
5. Στόν Ἑλλαδικό χῶρο, καί συγκεκριμένα στήν Κρήτη, ἐμφανίζεται
πρίν ἀπό 5.000 χρόνια τό πρῶτο σύστημα γραφῆς μέ ἰδεογράμματα (ἱερογλυφικά), ἀκολουθεῖ πρίν ἀπό περίπου 4.000 χρόνια ἡ Γραμμική γραφή Α΄ (πού δέν ἔχει ἀκόμη ἀποκρυπτογραφηθεῖ), τήν ὁποία διαδέχεται πρίν ἀπό 3.500 χρόνια (15ος π.Χ. αἰ.) ἡ Γραμμική γραφή Β΄ (περιλαμβάνουσα καί φωνήεντα), τήν ὁποία ἀποκρυπτογράφησε ὡς Ἑλληνική ὁ Βρεταννός ἀρχιτέκτων Μ. Ventris. Κατά τόν διάσημο γλωσσολόγο – Μυκηνολόγο Osvald Panagl, οἱ πινακίδες Κνωσοῦ καί Μυκηνῶν χρονολογοῦνται περί τό 1300 π.Χ., τῆς δέ Πύλου περί
τό 1200 π.Χ., ἐνῶ ὁ διαπρεπής ἀρχαιολόγος Μ. Κοσμόπουλος ἀνεκάλυψε στήν Ἴκλαινα (14 χλμ. ἀπό τή Πύλο) τήν ἀρχαιότερη μέχρι σήμερα πήλινη πινακίδα Γραμμικῆς Β΄, χρονολογούμενη περί τό 1450-1400 π.Χ.
πρίν ἀπό 5.000 χρόνια τό πρῶτο σύστημα γραφῆς μέ ἰδεογράμματα (ἱερογλυφικά), ἀκολουθεῖ πρίν ἀπό περίπου 4.000 χρόνια ἡ Γραμμική γραφή Α΄ (πού δέν ἔχει ἀκόμη ἀποκρυπτογραφηθεῖ), τήν ὁποία διαδέχεται πρίν ἀπό 3.500 χρόνια (15ος π.Χ. αἰ.) ἡ Γραμμική γραφή Β΄ (περιλαμβάνουσα καί φωνήεντα), τήν ὁποία ἀποκρυπτογράφησε ὡς Ἑλληνική ὁ Βρεταννός ἀρχιτέκτων Μ. Ventris. Κατά τόν διάσημο γλωσσολόγο – Μυκηνολόγο Osvald Panagl, οἱ πινακίδες Κνωσοῦ καί Μυκηνῶν χρονολογοῦνται περί τό 1300 π.Χ., τῆς δέ Πύλου περί
τό 1200 π.Χ., ἐνῶ ὁ διαπρεπής ἀρχαιολόγος Μ. Κοσμόπουλος ἀνεκάλυψε στήν Ἴκλαινα (14 χλμ. ἀπό τή Πύλο) τήν ἀρχαιότερη μέχρι σήμερα πήλινη πινακίδα Γραμμικῆς Β΄, χρονολογούμενη περί τό 1450-1400 π.Χ.
1. Στή Μέση Ἀνατολή καί συγκεκριμένα στήν πρώην Φοινίκη ἐμφανίζεται περί
τό 1150 π.Χ. τό καλούμενο Φοινικικοσημιτικό σύστημα γραφῆς, τό ὁποῖο δέν εἶναι ἀλφάβητο ἀλλά συλλαβάριο χωρίς φωνήεντα, μέ 22 σύμφωνα, (στά ὁποῖα δέν περιλαμβάνονται τά ἑλληνικά σύμφωνα Ξ, Φ, Ψ.) Ἄν ὑπῆρχε γραφή κατά τούς χρόνους τοῦ Τρωικοῦ Πολέμου (δηλ. πρίν ἀπό τό 1200 π.Χ.), ἡ ὑπόθεση
ὅτι οἱ Ἕλληνες πῆραν τό σύστημα γραφῆς (Συλλαβάριο) ἀπό τούς Φοίνικες κλονίζεται, στερούμενη ἀξιοπιστίας.
τό 1150 π.Χ. τό καλούμενο Φοινικικοσημιτικό σύστημα γραφῆς, τό ὁποῖο δέν εἶναι ἀλφάβητο ἀλλά συλλαβάριο χωρίς φωνήεντα, μέ 22 σύμφωνα, (στά ὁποῖα δέν περιλαμβάνονται τά ἑλληνικά σύμφωνα Ξ, Φ, Ψ.) Ἄν ὑπῆρχε γραφή κατά τούς χρόνους τοῦ Τρωικοῦ Πολέμου (δηλ. πρίν ἀπό τό 1200 π.Χ.), ἡ ὑπόθεση
ὅτι οἱ Ἕλληνες πῆραν τό σύστημα γραφῆς (Συλλαβάριο) ἀπό τούς Φοίνικες κλονίζεται, στερούμενη ἀξιοπιστίας.
2. Τό πρῶτο ἀλφάβητο στόν κόσμο εἶναι τό Ἑλληνικό, τοῦ 8ου π.Χ. αἰ. Ἀρχικῶς εἶχε 27 γράμματα, ἀπό δέ τό 403 π.Χ. 24 γράμματα, μετά τήν ἀφαίρεση τοῦ δίγαμμα, τοῦ Κόπα καί τοῦ σαμπί. Ὡστόσο, ὑπάρχουν σοβαρές ἐνδείξεις βάσει ἱστορικῶν πηγῶν (Ὁμηρικά Ἔπη, Μιστριώτης κτλ) καί ἀρχαιολογικῶν εὑρημάτων, ὅτι τό Ἑλληνικό ἀλφάβητο εἶναι πολύ ἀρχαιότερο, ἀναγόμενο πιθανότατα στά χρόνια τοῦ Τρωικοῦ Πολέμου (Μιστριώτης , Ἀπολλόδωρος, κ.ἄ.), πολύ δέ πιθανότερο εἶναι τά Ὁμηρικά Ἔπη νά εἶχαν παραδοθεῖ γραπτά (Μιστριώτης, Τζ. Χάιγκετ, Χ. Μπλάνκ, Ζακλίν Ντέ Ρομιγύ).
Ἐν ὄψει τῶν προεκτεθέντων, εἶναι ἀναγκαία ἡ συνέχιση τῆς διεπιστημονικῆς ἔρευνας, τῆς ὁποίας τά συμπεράσματα τῶν διαφορετικῶν ἐπιστημῶν θά πρέπει
νά συγκλίνουν ἰδιαίτερα μάλιστα πρός ἐκεῖνα τῆς Ἀρχαιογενετικῆς καί τῆς Πληθυσμιακῆς Γενετικῆς, λόγω τῶν ραγδαίων ἐξελίξεών τους.
Ἡ Ἑλληνική γλῶσσα, φαινόμενο συνέχειας καί ἀκτινοβολίας,
ἐξακολουθεῖ νά εἶναι ἀντικείμενο θαυμασμοῦ καί σπουδῆς ἀπό κορυφαίους γλωσσολόγους, ἑλληνιστές καί διανοουμένους .
Κατά μέν τόν παγκοσμίως γνωστόν ἑλληνιστή καί καθηγητή γλωσσολογίας
F.R. Adrados, ἡ Ἑλληνική ἔχει θέσει ἀνεξίτηλη τήν σφραγῖδα της σ’ ὅλες τίς δυτικοευρωπαϊκές γλῶσσες πού θεωροῦνται ἡμιελληνικές ἤ κρυπτοελληνικές, κατά δέ τόν ἐπιφανῆ ἑλληνιστή καθηγητή στό Πανεπιστήμιο τῆς Ὀξφόρδης
Gilbert Murray ἡ Ἑλληνική εἶναι ἡ τελειότερη γλῶσσα τοῦ κόσμου.
Πράγματι, ἡ Ἑλληνική γλῶσσα, γραπτή καί προφορική, ἀποτελεῖ
ἐπίτευγμα τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος ἀνυπερβλήτου τελειότητος.
νά συγκλίνουν ἰδιαίτερα μάλιστα πρός ἐκεῖνα τῆς Ἀρχαιογενετικῆς καί τῆς Πληθυσμιακῆς Γενετικῆς, λόγω τῶν ραγδαίων ἐξελίξεών τους.
Ἡ Ἑλληνική γλῶσσα, φαινόμενο συνέχειας καί ἀκτινοβολίας,
ἐξακολουθεῖ νά εἶναι ἀντικείμενο θαυμασμοῦ καί σπουδῆς ἀπό κορυφαίους γλωσσολόγους, ἑλληνιστές καί διανοουμένους .
Κατά μέν τόν παγκοσμίως γνωστόν ἑλληνιστή καί καθηγητή γλωσσολογίας
F.R. Adrados, ἡ Ἑλληνική ἔχει θέσει ἀνεξίτηλη τήν σφραγῖδα της σ’ ὅλες τίς δυτικοευρωπαϊκές γλῶσσες πού θεωροῦνται ἡμιελληνικές ἤ κρυπτοελληνικές, κατά δέ τόν ἐπιφανῆ ἑλληνιστή καθηγητή στό Πανεπιστήμιο τῆς Ὀξφόρδης
Gilbert Murray ἡ Ἑλληνική εἶναι ἡ τελειότερη γλῶσσα τοῦ κόσμου.
Πράγματι, ἡ Ἑλληνική γλῶσσα, γραπτή καί προφορική, ἀποτελεῖ
ἐπίτευγμα τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος ἀνυπερβλήτου τελειότητος.
* Ἡ ὁμιλία ἐκφωνήθηκε
στίς 14 Ἰανουαρίου 2019
στήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν
Μια συγκλονιστική ομιλία για την ελληνική γλώσσα καιστίς 14 Ἰανουαρίου 2019
στήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν
την αυθεντική ελληνική γραφή της (αλφάβητο) που δεν προέρχεται
από τους Φοίνικες και τους ανύπαρκτους "Ινδοευρωπαίους",
θεωρία που ζητά να αφαιρεθεί από τα σχολικά βιβλία,
έκανε στην Ακαδημία Αθηνών ο απερχόμενος πλέον Πρόεδρός της, Ακαδημαϊκός Αντώνιος Κουνάδης στις 14 Ιανουαρίου 2019 κλείνοντας
τήν εκεί ετήσια θητεία του!
φΡ
i-rena
~*~
Γεώργιος Μπαμπινιώτης
Το άρθρο αυτό, από το κείμενο ομιλίας τού αξιότιμου Ακαδημαϊκού και
Ομότιμου Καθηγητή τού ΕΜΠ στην έδρα Στατικής και σιδηρών γεφυρών
κ. Αντ. Κουνάδη, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον διότι στο μεγαλύτερο μέρος
και στις κύριες απόψεις του έρχεται σε σύγκρουση με βασικές θέσεις
και διδάγματα τής επιστήμης τής Γλωσσολογίας, τόσο τής Ιστορικοσυγκριτικής όσο και τής Θεωρητικής (Γενικής).
Αυτό είναι αναμενόμενο όταν ένας μη ειδικός, με ικανότητες επιστημονικές στον κλάδο του, αποτολμά να εισέλθει σε ειδικά
θέματα άλλης επιστήμης με όπλο την αγάπη του προς τη γλώσσα μας
και με αγαθές ανατιρρήτως προθέσεις.
Ως γλωσσολόγος είναι σίγουρο ότι θα υπέπιπτα στις ίδιες σοβαρές πλάνες, αν επιχειρούσα να ομιλήσω περί...στατικής και δη και σιδηρών γεφυρών.
Το να μιλάει κανείς το 2019 περί αυτόχθονης προέλευσης τού
ελληνικού αλφαβήτου, άνευ επιρροών εκ τού βορειοσημιτικού (φοινικικού) συμφωνογραφικού και οιονεί συλλαβογραφικού αλφαβήτου, αγνοώντας σε
τί καίριο και καθοριστικό συνίσταται η προσφορά των Ελλήνων στη δημιουργία ενός πραγματικού αλφαβήτου είναι τουλάχιστον αναχρονιστική προσέγγιση
και επανάληψη απόψεων που έχουν υποστηριχθεί με πάθος κυρίως από τον
κ. Κωνσταντίνο Πλεύρη.
Το ίδιο ισχύει και με την ευκολία απόρριψης τής Ινδοευρωπαϊκής γλωσσικής θεωρίας, χωρίς την οποία καταρρέουν τα θεμέλια τής επιστημονικής
ετυμολογίας και τού ελληνικού λεξιλογικού θησαυρού
(Λεξικά Frisk, Chantraine, Beekes, και όλων των ειδικών τής ετυμολογίας
αλλά και τού εγκυρότερου ερμηνευτικού λεξικού τής αρχαίας Ελληνικής
των Liddell-Scott) και περιφρονούνται τα διδάγματα και τα επιστημονικά δημοσιεύματα των μεγάλων Ελλήνων γλωσσολόγων, των Γ. Χατζιδάκι,
Γ. Αναγνωστόπουλου, Ν. Ανδριώτη,
Μ. Τριανταφυλλίδη, Γ. Κουρμούλη, Αγαπ. Τσοπανάκη και όλων ανεξαιρέτως
των πανεπιστημιακών καθηγητών τής Γλωσσολογίας.
Στο πρόσφατο βιβλίο μου "Το ελληνικό αλφάβητο" αναλύω εις βάθος και επιστημονικά τα θέματα που αφορούν στο ελληνικό αλφάβητο,
στα δε βιβλία και τα λεξικά μου εξηγώ τις αρχές τής ινδοευρωπαϊκής θεωρίας, μιας θεωρίας χωρίς την οποία δεν ερμηνεύονται οι μεγάλες ομοιότητες, λεξιλογικές, γραμματικές και συντακτικές, των συγγενών γλωσσών
(ελλην. δίδωμι - σανσκριτ. dadami, ελλην. ἄγω - λατ. ago - σανσκρ. ajami, ελλην. ἐστὶ - λατ. est - σανσκρ. asti - γερμ. ist - αγγλ. is,
ελλην. δύο -λατ. duo - σανσκρ. dva - γερμ, zwei - αγγλ. two κ.λπ.).
Ένας σεβασμός προς επιστήμες όπως η Γλωσολογία, η Φιλολογία,
η Ιστορία και άλλες ανθρωπιστικές επιστήμες από επιφανείς στην ειδικότητά τους επιστήμονες όπως ο Ακαδημαϊκός καθηγητής
κ. Κουνάδης, σεβασμός προερχόμενος από τον Ναό τής Επιστήμης
που είναι εξ ορισμού η Ακαδημία, θα αποτελούσε σημαντικό μήνυμα
για την επιστήμη και τους επιστήμονες γενικότερα στη χώρα μας.
ΤΟ «ΠΕΛΑΣΓΙΚΟ» ΑΛΦΑΒΗΤΟ.
(Το αρχαιότερο αλφάβητο του κόσμου).
Στην εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ», της Τρίτης 22.1.2019, δημοσιεύτηκε η ομιλία του Ακαδημαϊκού
κ. Α. Κουνάδη, που έγινε στις 14.1.2019 στην Ακαδημία Αθηνών, με την οποία υποστηρίζει ότι «το πρώτο αλφάβητο στον κόσμο είναι ελληνικό».
Η δημοσίευση αυτή προκάλεσε διάλογο στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης και μάλιστα, προκάλεσε και την παρέμβαση του κ. Γ. Μπαμπινιώτη, ο οποίος, αφού αναφέρθηκε στο γεγονός ότι ο κ. Κουνάδης δεν είναι «γλωσσολόγος», αλλά Μηχανικός, αντέκρουσε την άποψή του αυτή, και, ως «ειδικός», άφησε να εννοηθεί, ότι το αλφάβητο που χρησιμοποιούμε σήμερα, … είναι «Φοινικοσημιτικό».
Αλλά ο κ. Μπαμπινιώτης, χαρακτηρίζοντας τον κ. Κουνάδη ως «μη ειδικό» και ως απασχολούμενο με «εκτός του γνωστικού του αντικειμένου» θέμα, αγνόησε την αρχή, σύμφωνα με την οποία, «ειδικός σε ένα θέμα είναι αυτός που έχει ασχοληθεί με το θέμα αυτό», με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα, τον Άγγλο γιατρό Thomas Young, ο οποίος ερμήνευσε την «Ιερογλυφική Γραφή», που δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν, ούτε οι γλωσσολόγοι, ούτε οι αρχαιολόγοι (!!!).
Παρεμβαίνοντας και εμείς στο διάλογο αυτό (χωρίς να αναφερθούμε σε λεπτομέρειες
και σε πηγές), δηλώνουμε, ότι καταρχήν συμφωνούμε με τον κ. Κουνάδη, ως προς το ότι «το αρχαιότερο αλφάβητο δεν είναι Φοινικοσημιτικό», για τους ίδιους λόγους που αναφέρει και εκείνος, αλλά διαφωνούμε με το «καταληκτικό» του συμπέρασμα, ότι «το αρχαιότερο αλφάβητο του κόσμου είναι ελληνικό».
Και αυτό, για τους εξής λόγους:
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, το πρώτο αλφάβητο που χρησιμοποιήθηκε στην Χερσόνησο
του Αίμου και στην περιοχή της Μ. Ασίας, ήταν αυτό του Κάδμου, του βασιλιά της Θήβας.
Όπως είναι δε γνωστό, οι κάτοικοι της Θήβας (και της Βοιωτίας γενικότερα), που κατά καιρούς αποκαλούνταν Λέλεγες, Άβαντες και Αιολείς, ήταν Πελασγοί στην καταγωγή.
Επειδή, επίσης σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Έλληνες, πριν «εξελιχθούν» σε Έλληνες,
ήταν Πελασγοί, είναι φυσικό και επόμενο, με βάση αυτή την παράδοση, και η ελληνική γλώσσα, να έχει και αυτή προέλθει από «εξέλιξη» της γλώσσας των αρχαίων Πελασγών.
Ως εκ τούτου, την εποχή που παρουσιάστηκε το αλφάβητο από τον Κάδμο, δεν υπήρχαν ούτε «Έλληνες», ούτε «ελληνική γλώσσα», αλλά μόνο «Πελασγοί» και
«πελασγική γλώσσα» (!!!).
Στο ερώτημα τώρα, για το ποια ήταν η γλώσσα των Πελασγών, σύμφωνα με τους
έγκριτους γλωσσολόγους (όλου του κόσμου), η απάντηση είναι, ότι η γλώσσα των Πελασγών, είναι αυτή με την οποία ερμηνεύονται σήμερα τα «προελληνικά» τοπωνύμια, ονόματα και επιγραφές (π.χ. Παρνασσός, Πάρνηθα, Κόρινθος, Δίας, Δήμητρα, Αθηνά, επιγραφές της Λήμνου, της Κρήτης κλπ.), που θεωρούνται «πελασγικά» και «πελασγικές», και που δεν μπορούν να ερμηνευτούν, ούτε με την αρχαία, αλλά ούτε και με την σύγχρονη ελληνική γλώσσα*.
Η γλώσσα λοιπόν που ερμηνεύει αυτά τα «προελληνικά» τοπωνύμια, ονόματα και επιγραφές, δεν είναι άλλη από την σημερινή άγραφη γλώσσα των Αρβανιτών, την οποία κάποιοι, αφελώς και ανοήτως, έχουν βαλθεί να την εξαφανίσουν. Επομένως, ο λαός των «Δίων Πελασγών», δεν είναι ένας μυθικός και άγνωστος λαός, ο οποίος δεν υπάρχει πια, αλλά είναι ένας λαός που ζει ακόμη και σήμερα στα χωριά που βρίσκονται δίπλα και
γύρω από τα αρχαία κέντρα του πολιτισμού, δηλαδή την Αθήνα, την Θήβα, την Κόρινθο,
την Σπάρτη κλπ., δηλαδή, στα γνωστά ως «Αρβανιτοχώρια» (!!!).
Οι Βοιωτοί-Πελασγοί, όπως είναι επίσης γνωστό, αποκαλούσαν τα «γράμματα» του
πρώτου αλφαβήτου, ως «γκρόππατα». Αυτά λοιπόν τα «γκρόππατα», ερμηνεύονται
από το ουσ. της αρβανίτικης γλώσσας «γκρόπ-α» (λακκούβα), ως «μικρές γρατσουνιές»
ή ως «μικρές λακκούβες» επάνω στις πέτρες, στις οποίες και γράφονταν αρχικά τα γράμματα (!!!). Από τα «γκρόππατα», με την παρέμβαση των «καλαμαράδων»
(όπως έγινε άλλωστε και με όλο το λεξιλόγιο της ελληνικής γλώσσας), προήλθαν οι λέξεις «γράμματα» και «γραφή», που όμως, δεν έχουν καμία ερμηνεία στην ελληνική γλώσσα.
Επομένως, όποιος Έλληνας δεν γνωρίζει αρβανίτικα, δεν μπορεί να θεωρείται «ειδικός»
στη γλωσσολογία (!!!).
https://www.facebook.com/permalink.php?story_fbid=288580315137922&id=100019578667234
κ. Α. Κουνάδη, που έγινε στις 14.1.2019 στην Ακαδημία Αθηνών, με την οποία υποστηρίζει ότι «το πρώτο αλφάβητο στον κόσμο είναι ελληνικό».
Η δημοσίευση αυτή προκάλεσε διάλογο στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης και μάλιστα, προκάλεσε και την παρέμβαση του κ. Γ. Μπαμπινιώτη, ο οποίος, αφού αναφέρθηκε στο γεγονός ότι ο κ. Κουνάδης δεν είναι «γλωσσολόγος», αλλά Μηχανικός, αντέκρουσε την άποψή του αυτή, και, ως «ειδικός», άφησε να εννοηθεί, ότι το αλφάβητο που χρησιμοποιούμε σήμερα, … είναι «Φοινικοσημιτικό».
Αλλά ο κ. Μπαμπινιώτης, χαρακτηρίζοντας τον κ. Κουνάδη ως «μη ειδικό» και ως απασχολούμενο με «εκτός του γνωστικού του αντικειμένου» θέμα, αγνόησε την αρχή, σύμφωνα με την οποία, «ειδικός σε ένα θέμα είναι αυτός που έχει ασχοληθεί με το θέμα αυτό», με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα, τον Άγγλο γιατρό Thomas Young, ο οποίος ερμήνευσε την «Ιερογλυφική Γραφή», που δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν, ούτε οι γλωσσολόγοι, ούτε οι αρχαιολόγοι (!!!).
Παρεμβαίνοντας και εμείς στο διάλογο αυτό (χωρίς να αναφερθούμε σε λεπτομέρειες
και σε πηγές), δηλώνουμε, ότι καταρχήν συμφωνούμε με τον κ. Κουνάδη, ως προς το ότι «το αρχαιότερο αλφάβητο δεν είναι Φοινικοσημιτικό», για τους ίδιους λόγους που αναφέρει και εκείνος, αλλά διαφωνούμε με το «καταληκτικό» του συμπέρασμα, ότι «το αρχαιότερο αλφάβητο του κόσμου είναι ελληνικό».
Και αυτό, για τους εξής λόγους:
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, το πρώτο αλφάβητο που χρησιμοποιήθηκε στην Χερσόνησο
του Αίμου και στην περιοχή της Μ. Ασίας, ήταν αυτό του Κάδμου, του βασιλιά της Θήβας.
Όπως είναι δε γνωστό, οι κάτοικοι της Θήβας (και της Βοιωτίας γενικότερα), που κατά καιρούς αποκαλούνταν Λέλεγες, Άβαντες και Αιολείς, ήταν Πελασγοί στην καταγωγή.
Επειδή, επίσης σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Έλληνες, πριν «εξελιχθούν» σε Έλληνες,
ήταν Πελασγοί, είναι φυσικό και επόμενο, με βάση αυτή την παράδοση, και η ελληνική γλώσσα, να έχει και αυτή προέλθει από «εξέλιξη» της γλώσσας των αρχαίων Πελασγών.
Ως εκ τούτου, την εποχή που παρουσιάστηκε το αλφάβητο από τον Κάδμο, δεν υπήρχαν ούτε «Έλληνες», ούτε «ελληνική γλώσσα», αλλά μόνο «Πελασγοί» και
«πελασγική γλώσσα» (!!!).
Στο ερώτημα τώρα, για το ποια ήταν η γλώσσα των Πελασγών, σύμφωνα με τους
έγκριτους γλωσσολόγους (όλου του κόσμου), η απάντηση είναι, ότι η γλώσσα των Πελασγών, είναι αυτή με την οποία ερμηνεύονται σήμερα τα «προελληνικά» τοπωνύμια, ονόματα και επιγραφές (π.χ. Παρνασσός, Πάρνηθα, Κόρινθος, Δίας, Δήμητρα, Αθηνά, επιγραφές της Λήμνου, της Κρήτης κλπ.), που θεωρούνται «πελασγικά» και «πελασγικές», και που δεν μπορούν να ερμηνευτούν, ούτε με την αρχαία, αλλά ούτε και με την σύγχρονη ελληνική γλώσσα*.
Η γλώσσα λοιπόν που ερμηνεύει αυτά τα «προελληνικά» τοπωνύμια, ονόματα και επιγραφές, δεν είναι άλλη από την σημερινή άγραφη γλώσσα των Αρβανιτών, την οποία κάποιοι, αφελώς και ανοήτως, έχουν βαλθεί να την εξαφανίσουν. Επομένως, ο λαός των «Δίων Πελασγών», δεν είναι ένας μυθικός και άγνωστος λαός, ο οποίος δεν υπάρχει πια, αλλά είναι ένας λαός που ζει ακόμη και σήμερα στα χωριά που βρίσκονται δίπλα και
γύρω από τα αρχαία κέντρα του πολιτισμού, δηλαδή την Αθήνα, την Θήβα, την Κόρινθο,
την Σπάρτη κλπ., δηλαδή, στα γνωστά ως «Αρβανιτοχώρια» (!!!).
Οι Βοιωτοί-Πελασγοί, όπως είναι επίσης γνωστό, αποκαλούσαν τα «γράμματα» του
πρώτου αλφαβήτου, ως «γκρόππατα». Αυτά λοιπόν τα «γκρόππατα», ερμηνεύονται
από το ουσ. της αρβανίτικης γλώσσας «γκρόπ-α» (λακκούβα), ως «μικρές γρατσουνιές»
ή ως «μικρές λακκούβες» επάνω στις πέτρες, στις οποίες και γράφονταν αρχικά τα γράμματα (!!!). Από τα «γκρόππατα», με την παρέμβαση των «καλαμαράδων»
(όπως έγινε άλλωστε και με όλο το λεξιλόγιο της ελληνικής γλώσσας), προήλθαν οι λέξεις «γράμματα» και «γραφή», που όμως, δεν έχουν καμία ερμηνεία στην ελληνική γλώσσα.
Επομένως, όποιος Έλληνας δεν γνωρίζει αρβανίτικα, δεν μπορεί να θεωρείται «ειδικός»
στη γλωσσολογία (!!!).
https://www.facebook.com/permalink.php?story_fbid=288580315137922&id=100019578667234
Aντώνιος Κουνάδης Ακαδημαϊκός
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Εφηρμοσμένες Θετικές Επιστήμες
[Στατική-Δυναμική Ανάλυση-΄Ερευνα των Τεχνικών Κατασκευών]
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Εφηρμοσμένες Θετικές Επιστήμες
[Στατική-Δυναμική Ανάλυση-΄Ερευνα των Τεχνικών Κατασκευών]
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1937.
- Πολιτικός Μηχανικός EMΠ(1962), Διδάκτωρ ΕΜΠ(1970) και Τακτικός Καθηγητής
Στατικής &Σιδηρών Γεφυρών EMΠ(1982). - Διευθυντής Διατμηματικού Προγράμματος Μεταπτυχιακων Σπουδών Πολ. Μηχανικών ΕΜΠ(1998-2004).
- Πρόεδρος της Επιτροπής Μεταπτυχιακών Σπουδών της Σχολής Πολ. Mηχανικών
EMΠ (1998-2004).
- Επισκέπτης Καθηγητής σε Πανεπιστήμια της Ευρώπης και των HΠA, Μέλος 7 ξένων Ακαδημιών:Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών Academia Europeae (1992), Σερβικής Ακαδημίας Επιστημών & Τεχνών (1997), Ρωσικής Ακαδημίας Μηχανικών (RAACS, 2000), Διεθνούς Ακαδημίας Μηχανικών (Μόσχα, 2010), Ακαδημίας Επιστημών της Νέας Υόρκης (Εταίρος,1995), Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών (Λιέγη,2010), Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών& Τεχνών (Σάλτσμπουργκ,2011).Επίτιμος Διδάκτωρ των Πανεπιστημίων: Nis (Σερβία,2006), Δημοκρίτειο Πανεπιστημίο Θράκης (ΔΠΘ,2007) και Πανεπιστήμιο Novi Sad (Σερβία,2013). Μέλος του Συμβουλίου του ΔΠΘ (2011-2016). Αντιπρόεδρος του Ιατροβιολογικού Ιδρύματος Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών (ΙΙΒΕΑΑ 2016), Αντιπρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών (2017).
- Πολιτικός Μηχανικός EMΠ(1962), Διδάκτωρ ΕΜΠ(1970) και Τακτικός Καθηγητής
Στατικής &Σιδηρών Γεφυρών EMΠ(1982). - Διευθυντής Διατμηματικού Προγράμματος Μεταπτυχιακων Σπουδών Πολ. Μηχανικών ΕΜΠ(1998-2004).
- Πρόεδρος της Επιτροπής Μεταπτυχιακών Σπουδών της Σχολής Πολ. Mηχανικών
EMΠ (1998-2004).
- Επισκέπτης Καθηγητής σε Πανεπιστήμια της Ευρώπης και των HΠA, Μέλος 7 ξένων Ακαδημιών:Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών Academia Europeae (1992), Σερβικής Ακαδημίας Επιστημών & Τεχνών (1997), Ρωσικής Ακαδημίας Μηχανικών (RAACS, 2000), Διεθνούς Ακαδημίας Μηχανικών (Μόσχα, 2010), Ακαδημίας Επιστημών της Νέας Υόρκης (Εταίρος,1995), Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών (Λιέγη,2010), Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών& Τεχνών (Σάλτσμπουργκ,2011).Επίτιμος Διδάκτωρ των Πανεπιστημίων: Nis (Σερβία,2006), Δημοκρίτειο Πανεπιστημίο Θράκης (ΔΠΘ,2007) και Πανεπιστήμιο Novi Sad (Σερβία,2013). Μέλος του Συμβουλίου του ΔΠΘ (2011-2016). Αντιπρόεδρος του Ιατροβιολογικού Ιδρύματος Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών (ΙΙΒΕΑΑ 2016), Αντιπρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών (2017).
*Πεδία ερεύνης, έργο, αναγνώριση: Mη Γραμμικά προβλήματα (συνοριακών και αρχικών τιμών) Στατικής και Δυναμικής Αστάθειας συντηρητικών ή μή συστημάτων, φαινόμενα χάους και άλλα φαινόμενα, θεωρία Καταστροφών, βέλτιστη λύση στην ευστάθεια αγαλμάτων επί πολυσπονδυλωτών κιόνων.
Το έργο του, αποτελούμενο από 300 εργασίες σε έγκριτα περιοδικά ή πρακτικά συνεδρίων και πολλά Ελληνικά και ξένα βιβλία, έχει τύχει μεγάλης αναγνώρισης από διεθνώς γνωστούς ερευνητές.
*Εκδότης τριών ειδικών εκδόσεων (Inter. J. Non-linear Mechanics 2002&2007 και Meccanica 2014). Εκδότης ή συνεκδότης των περιοδικών "The Open Mechanics Journal" και "Facta Universitatis".
- Έδωσε διαλέξεις κατόπιν προσκλήσεως σε Πανεπιστήμια (Brown, Georgia Inst. Tech., Delf, Hamburg, Caltech, etc) ή Ακαδημίες (Serbian, Irish, Polish ,Russian). Επέσυρα ετών
- Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Θεωρητικής και Εφηρμοσμένης Μηχανικής και της Εταιρίας Ερευνών Μεταλλικών Έργων. Πρωτεργάτης / ιδρυτής& Πρόεδρος των Ευρωπαϊκών Συνεδρίων EURODYN και EUROSTEEL.
- Πρόεδρος των συνεδριών Ευσταθείας των παγκοσμίων συνεδρίων Μηχανικής IUTAM (1988,1992 και 2000)και της "Steering Committee" των συνεδρίων EUROSTEEL (1995-2011).
- Αντιπρόεδρος του Εθνικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Έρευνας & Τεχνολογίας (1992-1994). Αντιπρόεδρος (1993-2000) & Πρόεδρος 2000- σήμερα) του Τεχνικού Συμβούλιου της Ακαδημίας Αθηνών .
- Μελετητής και σύμβουλος μεγάλων τεχνικών έργων .Πρωτεργάτης στη δημιουργία της πρώτης βιομηχανίας έτοιμου σκυροδέματος ΕΤ-Μπετόν .Επίτιμος Πρόεδρος της Ελληνικής Γλωσσικής Κληρονομίας και Επίτιμο μέλος:φιλολογικών /πολιτιστικών συλλόγων (Φιλολογικός Σύλλογος "Παρνασσός", Εθνική Εταιρία των Ελλήνων Λογοτεχνών, Εταιρία Ελλήνων Φιλολόγων, Εταιρία Κυκλαδικών Μελετών κλπ).
Το έργο του, αποτελούμενο από 300 εργασίες σε έγκριτα περιοδικά ή πρακτικά συνεδρίων και πολλά Ελληνικά και ξένα βιβλία, έχει τύχει μεγάλης αναγνώρισης από διεθνώς γνωστούς ερευνητές.
*Εκδότης τριών ειδικών εκδόσεων (Inter. J. Non-linear Mechanics 2002&2007 και Meccanica 2014). Εκδότης ή συνεκδότης των περιοδικών "The Open Mechanics Journal" και "Facta Universitatis".
- Έδωσε διαλέξεις κατόπιν προσκλήσεως σε Πανεπιστήμια (Brown, Georgia Inst. Tech., Delf, Hamburg, Caltech, etc) ή Ακαδημίες (Serbian, Irish, Polish ,Russian). Επέσυρα ετών
- Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Θεωρητικής και Εφηρμοσμένης Μηχανικής και της Εταιρίας Ερευνών Μεταλλικών Έργων. Πρωτεργάτης / ιδρυτής& Πρόεδρος των Ευρωπαϊκών Συνεδρίων EURODYN και EUROSTEEL.
- Πρόεδρος των συνεδριών Ευσταθείας των παγκοσμίων συνεδρίων Μηχανικής IUTAM (1988,1992 και 2000)και της "Steering Committee" των συνεδρίων EUROSTEEL (1995-2011).
- Αντιπρόεδρος του Εθνικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Έρευνας & Τεχνολογίας (1992-1994). Αντιπρόεδρος (1993-2000) & Πρόεδρος 2000- σήμερα) του Τεχνικού Συμβούλιου της Ακαδημίας Αθηνών .
- Μελετητής και σύμβουλος μεγάλων τεχνικών έργων .Πρωτεργάτης στη δημιουργία της πρώτης βιομηχανίας έτοιμου σκυροδέματος ΕΤ-Μπετόν .Επίτιμος Πρόεδρος της Ελληνικής Γλωσσικής Κληρονομίας και Επίτιμο μέλος:φιλολογικών /πολιτιστικών συλλόγων (Φιλολογικός Σύλλογος "Παρνασσός", Εθνική Εταιρία των Ελλήνων Λογοτεχνών, Εταιρία Ελλήνων Φιλολόγων, Εταιρία Κυκλαδικών Μελετών κλπ).
*Βραβεία/ Διακρίσεις:
- Μετάλλιο Blaise Pascal in Engineering της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών (2010), τιμητική έκδοση του περιοδικού Archieves of Appied Mechanics (2012),
δια Βίου Βραβείο Επιτευγμάτων για την συμβολή του στην Δυναμική Ευστάθεια
(ICCES ,2012),
έκδοση τιμητικού τόμου από το ΕΜΠ(2005).
- Απονομή του τίτλου "Distinguished Lecturer από το Caltech" (2014).
- Επίτιμος πολίτης –δημότης ξένων και Ελληνικών πόλεων .
Μέγας Άρχων Διδάσκαλος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας &Πάσης Αφρικής (2012).
Χρυσός Σταυρός του Τάγματος του Φοίνικος & του Ανώτερου Ταξιάρχη του Βασιλέως Γεωργίου Α΄, Ανώτερος Ταξιάρχης
του Τάγματος της Τιμής(2014).
- Μετάλλιο Blaise Pascal in Engineering της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών (2010), τιμητική έκδοση του περιοδικού Archieves of Appied Mechanics (2012),
δια Βίου Βραβείο Επιτευγμάτων για την συμβολή του στην Δυναμική Ευστάθεια
(ICCES ,2012),
έκδοση τιμητικού τόμου από το ΕΜΠ(2005).
- Απονομή του τίτλου "Distinguished Lecturer από το Caltech" (2014).
- Επίτιμος πολίτης –δημότης ξένων και Ελληνικών πόλεων .
Μέγας Άρχων Διδάσκαλος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας &Πάσης Αφρικής (2012).
Χρυσός Σταυρός του Τάγματος του Φοίνικος & του Ανώτερου Ταξιάρχη του Βασιλέως Γεωργίου Α΄, Ανώτερος Ταξιάρχης
του Τάγματος της Τιμής(2014).
- Άλλες δραστηριότητες:
*Πρωταθλητής δισκοβολίας (1951-1967): Πανελληνιονίκης, Mεσογειονίκης, Βαλκανιονίκης,
*5ος δισκοβόλος στον κόσμο 1959.Η Πανελλήνια Ένωση Αθλητικών Συντακτών το 1959 τον ανακήρυξε πρώτο αθλητή της χώρας μεταξύ των αθλητών όλων των αθλημάτων.
*Πρόεδρος του ΣEΓAΣ (Σύνδεσμος Ελληνικών Γυμναστικών Αθλητικών Συλλόγων),
τιμηθείς το 1994 με το "Αριστείο " του ΣΕΓΑΣ για την προσφορά του στον Αθλητισμό.
*Πρόεδρος Εθνικού Γυμναστικού Συλλόγου Αθηνών (2005-2015)
*Πρωταθλητής δισκοβολίας (1951-1967): Πανελληνιονίκης, Mεσογειονίκης, Βαλκανιονίκης,
*5ος δισκοβόλος στον κόσμο 1959.Η Πανελλήνια Ένωση Αθλητικών Συντακτών το 1959 τον ανακήρυξε πρώτο αθλητή της χώρας μεταξύ των αθλητών όλων των αθλημάτων.
*Πρόεδρος του ΣEΓAΣ (Σύνδεσμος Ελληνικών Γυμναστικών Αθλητικών Συλλόγων),
τιμηθείς το 1994 με το "Αριστείο " του ΣΕΓΑΣ για την προσφορά του στον Αθλητισμό.
*Πρόεδρος Εθνικού Γυμναστικού Συλλόγου Αθηνών (2005-2015)
**Τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από το 1999
Πληροφορίες και στοιχεία επικοινωνίας
Επόπτης Γραφείου Θεωρητικής και Εφηρμοσμένης Μηχανικής
Σωρανού Εφεσίου 4, 11527 Αθήνα
Τηλ. - Fax: 210 6597 517
e-mail:
kounadis@bioacademy.grΕπόπτης Γραφείου Θεωρητικής και Εφηρμοσμένης Μηχανικής
Σωρανού Εφεσίου 4, 11527 Αθήνα
Τηλ. - Fax: 210 6597 517
e-mail:
Γιατί η Ελλάδα;
H Jacqueline de Romilly απαντά στο ερώτημα από την προσωπική ανάγκη να εξηγήσει την ισόβια και ολοκληρωτική της αφοσίωση στη μελέτη και στην
προβολή των ελληνικών γραμμάτων. Στη συμπυκνωμένη αυτή αναφορά διατρέχει ολόκληρο το φάσμα του ελληνικού θαύματος από τον Όμηρο και τον Πίνδαρο ώς το κορύφωμα του 5ου αιώνα της Αθήνας, κυρίως από την πλευρά των κειμένων της
ιστορίας, της τραγωδίας και της φιλοσοφίας.
Γιατί η Ελλάδα;
Γιατί όλα αυτά τα μεγάλα έργα των αναζητήσεων έχουν για μοναδικό κίνητρο την
επιθυμία να εισχωρήσουν στο βάθος του ανθρώπου, ν αναδείξουν καταστάσεις,
σκέψεις και συναισθήματα που τον κατέχουν σε όλες τις εποχές.
Θέλουν με πάθος να κατανοήσουν τη ζωή, να την εξυμνήσουν και να υψώσουν τον άνθρωπο όπως αυτός είναι, χωρίς να τον παραμορφώνουν. Οι ήρωες, οι μύθοι, τα σύμβολα, τα θεωρητικά σχήματα, ακόμα και οι θεοί ανθρωποποιούνται για να δοθεί περισσότερη σημασία στο "ανθρώπινο". Από το προσωπικό και το μερικό προκύπτει
το γενικό και σε ανώτερη βαθμίδα το καθολικό, το οικουμενικό...
προβολή των ελληνικών γραμμάτων. Στη συμπυκνωμένη αυτή αναφορά διατρέχει ολόκληρο το φάσμα του ελληνικού θαύματος από τον Όμηρο και τον Πίνδαρο ώς το κορύφωμα του 5ου αιώνα της Αθήνας, κυρίως από την πλευρά των κειμένων της
ιστορίας, της τραγωδίας και της φιλοσοφίας.
Γιατί η Ελλάδα;
Γιατί όλα αυτά τα μεγάλα έργα των αναζητήσεων έχουν για μοναδικό κίνητρο την
επιθυμία να εισχωρήσουν στο βάθος του ανθρώπου, ν αναδείξουν καταστάσεις,
σκέψεις και συναισθήματα που τον κατέχουν σε όλες τις εποχές.
Θέλουν με πάθος να κατανοήσουν τη ζωή, να την εξυμνήσουν και να υψώσουν τον άνθρωπο όπως αυτός είναι, χωρίς να τον παραμορφώνουν. Οι ήρωες, οι μύθοι, τα σύμβολα, τα θεωρητικά σχήματα, ακόμα και οι θεοί ανθρωποποιούνται για να δοθεί περισσότερη σημασία στο "ανθρώπινο". Από το προσωπικό και το μερικό προκύπτει
το γενικό και σε ανώτερη βαθμίδα το καθολικό, το οικουμενικό...
~*~
Η Ζακλίν ντε Ροµιγύ γεννήθηκε στη Σαρτρ της Γαλλίας το 1913 και πέθανε στο Παρίσι
το 2010. Σπούδασε Λατινικά και Αρχαία Ελληνικά στο Lycée Molière και το 1933 εισήχθη στην École Normale Supérieure. Δίδαξε αρχαία ελληνικά στα Πανεπιστήµια του Μπορντό (1939-1949), της Λιλ (1949-1957) και της Σορβόννης (1957-1973). Το 1973 κατέλαβε την έδρα ων Ελληνικών στο Collège de France, όπου δίδαξε την αρχαιοελληνική ηθική και πολιτική σκέψη. Υπήρξε επίσης η πρώτη γυναίκα µέλος της Académie des inscriptions et belles-lettres (1975). Το 1995 πήρε την ελληνική υπηκοότητα και το 2001 ανακηρύχθηκε «πρέσβειρα του Ελληνισµού». Μετέφρασε πολλούς Έλληνες κλασικούς στα γαλλικά και δηµοσίευσε πλήθος εξειδικευµένων µελετών για την αρχαία ελληνική γραµµατεία και ιστορία. Στα βιβλία της ανέλυσε όλες τις όψεις του αθηναϊκού πολιτισµού του 5ου π.Χ. αιώνα –τη φιλοσοφία, την ιστορία, την τραγωδία, την κωµωδία, την επίδραση των σοφιστών– διατυπώνοντας µια ουµανιστική αντίληψη του πολιτισµού, µε ιδιαίτερη προσήλωση στην πεποίθηση ότι η µελέτη της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισµού αποτελεί εκπαίδευση στην κατανόηση της ελευθερίας του ατόµου και στη δηµοκρατία.
το 2010. Σπούδασε Λατινικά και Αρχαία Ελληνικά στο Lycée Molière και το 1933 εισήχθη στην École Normale Supérieure. Δίδαξε αρχαία ελληνικά στα Πανεπιστήµια του Μπορντό (1939-1949), της Λιλ (1949-1957) και της Σορβόννης (1957-1973). Το 1973 κατέλαβε την έδρα ων Ελληνικών στο Collège de France, όπου δίδαξε την αρχαιοελληνική ηθική και πολιτική σκέψη. Υπήρξε επίσης η πρώτη γυναίκα µέλος της Académie des inscriptions et belles-lettres (1975). Το 1995 πήρε την ελληνική υπηκοότητα και το 2001 ανακηρύχθηκε «πρέσβειρα του Ελληνισµού». Μετέφρασε πολλούς Έλληνες κλασικούς στα γαλλικά και δηµοσίευσε πλήθος εξειδικευµένων µελετών για την αρχαία ελληνική γραµµατεία και ιστορία. Στα βιβλία της ανέλυσε όλες τις όψεις του αθηναϊκού πολιτισµού του 5ου π.Χ. αιώνα –τη φιλοσοφία, την ιστορία, την τραγωδία, την κωµωδία, την επίδραση των σοφιστών– διατυπώνοντας µια ουµανιστική αντίληψη του πολιτισµού, µε ιδιαίτερη προσήλωση στην πεποίθηση ότι η µελέτη της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισµού αποτελεί εκπαίδευση στην κατανόηση της ελευθερίας του ατόµου και στη δηµοκρατία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου