Tην εφαρμογή του «κοινωνικού κράτους» την βρίσκουμε ευρύτερα
διαδεδομένη κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.
Η κοινωνική νομοθεσία και οι κοινωνικές υπηρεσίες αποτελούν από τότε αναπόσπαστο στοιχείο της σύγχρονης κοινωνικής ζωής.
Η δημόσια ευθύνη στους τομείς της υγείας, της Παιδείας, της ασφάλισης,
της κατοικίας, κ.λπ. αναπτύχθηκε έντονα σε κάθε χώρα του αναπτυγμένου κόσμου.
Στην πραγματικότητα, το κοινωνικό κράτος είναι το πολιτικό αποτέλεσμα
του μεταπολεμικού συμβιβασμού μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας στις χώρες
της δυτικής Ευρώπης, συμβιβασμός που είχε δύο όψεις:
από τη μια την αποδοχή εκ μέρους των δυνάμεων της εργασίας της λειτουργίας των θεσμών της ελεύθερης αγοράς και του οικονομικού ανταγωνισμού, από την άλλη την αποδοχή εκ μέρους του κεφαλαίου βασικών κοινωνικών και οικονομικών δικαιωμάτων των κυριαρχούμενων τάξεων.
Το κοινωνικό κράτος περιλαμβάνει δύο ομάδες κρατικών δραστηριοτήτων:
1.Κρατική παροχή κοινωνικών υπηρεσιών προς άτομα ή νοικοκυριά, όπως κοινωνική ασφάλιση, υγεία, κοινωνική πρόνοια, εκπαίδευση, στέγαση.
Αυτές οι υπηρεσίες διαχωρίζονται σε υπηρεσίες σε χρήμα και υπηρεσίες σε είδος. Οι πρώτες αναφέρονται σε χρηματικές πληρωμές από το κράτος (π.χ. συντάξεις, επιδόματα). Οι δεύτερες αναφέρονται σε εκείνες τις δραστηριότητες όπου το κράτος παράγει άμεσα μια υπηρεσία σε είδος που είναι διαθέσιμη δωρεάν ή σε
μια τιμή συμβολική (π.χ. παροχές του Εθνικού Συστήματος Υγείας, δωρεάν παιδεία, κοινωνικές υποδομές).
2. Κρατική ρύθμιση ιδιωτικών δραστηριοτήτων (ατόμων αλλά και επιχειρηματικών μονάδων) που αφορούν άμεσα συνθήκες ζωής και δημόσια αγαθά. Παράδειγμα τέτοιας ρύθμισης είναι η κοινωνική νομοθεσία περί υποχρεωτικής βασικής εκπαίδευσης, η εργατική νομοθεσία, οι πολεοδομικοί κανονισμοί, κ.ο.κ.
Τα πρώτα ψήγματα κοινωνικού κράτους στην Ελλάδα πρωτοεμφανίστηκαν το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα (ΝΑΤ, ταμείο περιθάλψεως από ατυχήματα) και
επί πρωθυπουργίας Ελ. Βενιζέλου, γίνονται τα πρώτα βήματα κοινωνικής πολιτικής. Κατά την διάρκεια του Μεσοπολέμου αρκετά Ταμεία ιδρύονται
(ΤΕΒΕ, ΙΚΑ, ΤΣΜΕΔΕ) και στη συνέχεια, το μετεμφυλιακό κράτος, αναλαμβάνει σωρεία πρωτοβουλιών, ως κράτος επιχειρηματίας, ιδιαίτερα την δεκαετία του ’60. Ωστόσο η δεκαετία του ’80, μπορεί να θεωρηθεί ως η εποχή που κατά κάποιο τρόπο το Ελληνικό κοινωνικό μοντέλο προσέγγισε την υπόλοιπη Ευρώπη σε επίπεδο κοινωνικών παροχών.
Σε μια περίοδο που το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό μοντέλο δεχόταν μια ανελέητη επίθεση από την επικράτηση των συντηρητικών κυβερνήσεων (στην Αγγλία η Θάτσερ και στις ΗΠΑ ο Ρέιγκαν), την εφαρμογή ήδη από τη δεκαετία του ́70 νεοφιλελεύθερων πολιτικών, η Ελλάδα εφάρμοσε μέτρα κοινωνικής πολιτικής.
Η ίδρυση του ΕΣΥ, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στους αγρότες,
το πρόγραμμα εργατικής κατοικίας, τα ΚΑΠΗ, ο κοινωνικός τουρισμός,
η ασφαλιστική κάλυψη όλων των εργαζομένων από το ΙΚΑ και η αλλαγή του οικογενειακού δικαίου αποτέλεσαν σημαντικές προσθήκες αναφορικά με τον κοινωνικό ρόλο του Ελληνικού κράτους.
Σήμερα το κοινωνικό κράτος βιώνει μια βαθιά δοκιμασία!
Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές της λιτότητας σε όλη την Ευρώπη επιχειρούν
να αναιρέσουν τις κοινωνικές κατακτήσεις ολόκληρων γενεών (περικοπές σε μισθούς, συντάξεις, οικογενειακά επιδόματα, επιδόματα ανεργίας και υποβάθμιση σημαντικών δομών κοινωνικής πρόνοιας όπως η υγεία και η παιδεία) και να ελαστικοποιήσουν τις εργασιακές σχέσεις (ριζική απομάκρυνση από την πολιτική πλήρους απασχόλησης, ευέλικτο ωράριο εργασίας, κατάργηση συλλογικών συμβάσεων εργασίας), οδηγώντας ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και ιδιαίτερα τη νεολαία στην ανεργία, στην κοινωνική εξαθλίωση και στον κοινωνικό αποκλεισμό.
Η παγκοσμιοποίηση θίγει τα θεμέλια του κοινωνικού κράτους κατά πολλούς τρόπους.
Πρώτον, η παγκοσμιοποίηση θίγει τη μακροοικονομική αυτοτέλεια του έθνους-κράτους και άρα και την ικανότητα του να διαμορφώσει και να ασκήσει
κοινωνική πολιτική.
Δεύτερον, η παγκοσμιοποίηση έχει οδηγήσει σε μια πλήρη επικράτηση του διεθνούς κεφαλαίου και ιδιαίτερα του χρηματοπιστωτικού που, εκμεταλλευόμενο τη μεγαλύτερη διαπραγματευτική του δύναμη, λόγω της ευχέρειας παγκόσμιας κινητικότητας ασκεί σημαντική πίεση στην άρση της κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστασίας και στη μείωση του εργατικού κόστους.
Ο παράγοντας αυτός πρέπει να συνδυαστεί με τη μείωση της διαπραγματευτικής και κοινωνικής δύναμης και επιρροής των εργατικών συνδικάτων καθώς και με την κρίση ταυτότητας της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας.
Τέλος, η φιλελευθεροποίηση του παγκόσμιου εμπορίου και η νεοφιλελεύθερη εμμονή στην αυτορρύθμιση της αγοράς (ακόμα και σε περιόδους οικονομικής κρίσης) και στην πρόταξη της ανταγωνιστικότητας με όποιο κοινωνικό κόστος έχουν οδηγήσει στη σταδιακή διείσδυση και τελικά υποκατάσταση της πολιτικής από την οικονομία.
Η εξάντληση των ορίων του κοινωνικού κράτους στην Ελλάδα
σηματοδοτήθηκε την δεκαετία του ’90 με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ
και την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ.
Το απαιτούμενο χαμηλό δημόσιο έλλειμμα και το δημόσιο χρέος, αλλά και ο χαμηλός πληθωρισμός σε συνδυασμό με τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού, ήρθαν
σε πλήρη αντίθεση με το εκτοξευόμενο στα ύψη δημόσιο χρέος και το υπερχρεωμένο κράτος υπηρεσιών, δομημένο σε ένα σαθρό σύστημα
πελατειακών σχέσεων.
Τα τελευταία χρόνια, κάτω από το βάρος πρωτόγνωρων υφεσιακών μέτρων επιβαλλομένων από μια άκρως συντηρητική Ευρωπαϊκή Ένωση, στο όνομα
της δημοσιονομικής εξυγίανσης, έχει οδηγήσει στην συρρίκνωση των
κοινωνικών υπηρεσιών.
Το Ελληνικό παράδειγμα δείχνει ότι ευπαθείς ομάδες και μεγάλο μέρος της μεσαίας τάξης αποκόπτεται με ξαφνικό και βίαιο τρόπο από τις κοινωνικού
τύπου κρατικές υπηρεσίες.
Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι
αν το ευρωπαϊκό μοντέλο κοινωνικού κράτους θα καταφέρει να επιβιώσει μεταλλασσόμενο σε ένα νέου τύπου διαφορετικό από αυτό που μέχρι πριν
λίγες δεκαετίες η Ευρώπη γνώρισε.
Είδομεν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου